Οι ελληνικές τράπεζες είναι πιθανό να αναβαθμιστούν όπως άλλωστε υποδηλώνει η θετική προοπτική (positive outlook) που έχουν οι τρέχουσες αξιολογήσεις τους, στη βάση συγκεκριμένης δέσμης ποιοτικών χαρακτηριστικών σύμφωνα με τη Fitch.

Τα στελέχη του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Fitch Ratings κ. Federico Barriga, Senior Director Sovereign team και κ. Pau Labro – Director Financial Institutions στον οίκο μιλούν στο Mononews για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας και την πρόοδο που έχει καταγράψει, υπογραμμίζουν την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, ειδικά σε ότι αφορά στην βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και στην συμμετοχή στην αγορά εργασίας, ενώ βλέπουν παράταση του επενδυτικού κύκλου του ΤΑΑ και πέραν του 2026, καθώς θα συνεχίζεται η απορρόφηση των κεφαλαίων, μειώνοντας τον κίνδυνο αιφνίδιας επιβράδυνσης της ανάπτυξης το 2027.

Σημειώνουν ωστόσο πως η χαμηλή δυνητική ανάπτυξη σε συνδυασμό με τα χαμηλά, ακόμη ποσοστά επενδύσεων, τη γήρανση του πληθυσμού και τη χαμηλή παραγωγικότητα είναι αδύναμα σημεία στο πιστωτικό προφίλ της χώρας.

Την ίδια στιγμή ο οίκος εμφανίζεται καθησυχαστικός για τις αντοχές της κοινωνίας ως προς την ανάγκη συνέχισης της αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής αλλά και των μεταρρυθμίσεων, εκτιμά πως μια σειρά φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων ειδικά στο σκέλος των φορολογικών εσόδων για να αντιμετωπιστούν χρόνια προβλήματα όπως το κενό ΦΠΑ μπορούν να εξασφαλίσουν δημοσιονομικό χώρο και περιθώριο ελιγμών.

Σημειώνουν δε πως μελλοντικά, η χαμηλότερη ανάπτυξη ή το υψηλότερο κόστος των τόκων θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση στα δημόσια οικονομικά και να καταστήσουν δυσκολότερους τους συμβιβασμούς ως προς τις επιλεγόμενες πολιτικές, αλλά αυτό δεν αποτελεί το βασικό τους σενάριο.

  Ακολουθεί ολόκληρη η συνέντευξη

 

H χώρα επιδιώκει να λάβει την άδεια του ESM προκειμένου να αξιοποιήσει μέρος του μαξιλαριού, η σύσταση του οποίου συμφωνήθηκε το 2018, με στόχο να αποπληρώσει περισσότερο χρέος και να βελτιώσει περαιτέρω τους δείκτες. Αποτελεί η μείωση του μαξιλαριού, εφόσον η χώρα λάβει τη σχετική έγκριση, παράγοντα ανησυχίας;

(F. Barriga): Τα ρευστά κεφαλαιακά αποθέματα ασφαλείας μπορούν να παρέχουν χρηματοδοτική ευελιξία σε ένα κράτος. Στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό το απόθεμα ασφαλείας υπερβαίνει το 10% του ΑΕΠ, και είναι πολύ υψηλότερο σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ.

Η Ελλάδα χρησιμοποιεί το ταμειακό της απόθεμα για σκοπούς διαχείρισης του χρέους εδώ και μερικά χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της πρόωρης αποπληρωμής, σταθεροποιώντας την αποκλιμάκωση του χρέους χωρίς να εμποδίζει την ταμειακή της θέση.

 

Αναλυτές υποστηρίζουν ότι το αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας είναι χαμηλό σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ειδικά όταν θα ξεκινήσει να περιορίζεται η επίδραση του ΤΑΑ. Πώς μπορεί η Ελλάδα να διασφαλίσει ότι η ανάπτυξη θα παραμείνει ισχυρή και ανθεκτική; Ποιες μεταρρυθμίσεις θεωρείτε απαραίτητες ώστε η Ελλάδα να μπορέσει να διατηρήσει βιώσιμη ανάπτυξη πέραν της ολοκλήρωσης του ΤΑΑ;

(F. Barigga) Η Fitch έχει επισημάνει τη χαμηλή αναπτυξιακή δυναμική ως αδυναμία στο πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας, που παρεμποδίζεται από τον χαμηλό δείκτη επενδύσεων, τη γήρανση του πληθυσμού και τη χαμηλή παραγωγικότητα. Βλέπουμε θετικά αποτελέσματα από το Ταμείο Ανάκαμψης στην ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια.

Στην πραγματικότητα, η δανειακή συνιστώσα του ΤΑΑ (η οποία ανέρχεται συνολικά σε 17,7 δισ. ευρώ ή 7,4% του ΑΕΠ) θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο για να απορροφηθεί. Αυτό σημαίνει ότι ο επενδυτικός κύκλος του ΤΑΑ είναι πιθανό να παραταθεί πέραν του 2026, μειώνοντας τους κινδύνους αιφνίδιας επιβράδυνσης της ανάπτυξης το 2027.

Η ισχυρή δέσμευση για μεταρρυθμίσεις, ιδίως από την πλευρά της προσφοράς (βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, βελτίωση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας) θα μπορούσε να συμβάλει στην επίτευξη υψηλότερης και ανθεκτικότερης ανάπτυξης μεσοπρόθεσμα.

 

Είστε αισιόδοξος για την ικανότητα της Ελλάδας να αλλάξει το αναπτυξιακό της μοντέλο, μετατρέποντάς το σε ανάπτυξη με γνώμονα τις επενδύσεις έναντι ενός μοντέλου που βασίζεται στην κατανάλωση και κυριάρχησε στην οικονομία για πολλές δεκαετίες; Ποιοι τομείς θα μπορούσαν να βοηθήσουν την Ελλάδα να προσελκύσει ευκολότερα άμεσες ξένες επενδύσεις;

(F. Barigga): Δομικά, η Ελλάδα είναι μια οικονομία που εξακολουθεί να πάσχει από χαμηλό δείκτη αποταμίευσης και επενδύσεων, με ανάγκη δημιουργίας κεφαλαίου και επενδυτικού αποθέματος μετά από δεκαετία κρίσης.

Ταυτόχρονα, ο ιδιωτικός τομέας (και σε κάποιο βαθμό ο δημόσιος τομέας) έχει προβεί σε σημαντική απομόχλευση, η απασχόληση αυξάνεται και υπάρχει μακροοικονομική σταθερότητα.

Δεν υπάρχουν ενδείξεις υπερθέρμανσης της οικονομίας, η πιστωτική επέκταση είναι μέτρια (πολύ χαμηλότερη από τους ρυθμούς που παρατηρήθηκαν πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση) με τις επενδύσεις να αποτελούν βασική κινητήρια δύναμη της ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια.

Το focus ήταν και πιθανότατα θα συνεχίσει να είναι στους τομείς των υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένου, αλλά όχι μόνο, του τουρισμού όπου η Ελλάδα έχει επιδείξει συγκριτικό πλεονέκτημα.

 

Έχετε επισημάνει τη βελτίωση του ελληνικού τραπεζικού τομέα σε πρόσφατη ανάλυση. Ποια είναι η τρέχουσα άποψή σας για την ελληνική τραπεζική αγορά; Ποιοι παράγοντες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε περαιτέρω βελτίωση των αξιολογήσεων του τομέα;

(Pau Labro): Πράγματι, οι αξιολογήσεις των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζών έχουν θετική προοπτική (outlook) που σημαίνει ότι είναι πιθανό να αναβαθμιστούν με βάση τις προσδοκίες μας ότι, η κερδοφορία θα παραμείνει ισχυρή, παρά τη μείωση των επιτοκίων, και ότι οι τράπεζες θα συνεχίσουν να μειώνουν τους δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων τους στο 3%-4% το 2024-2025, υποστηριζόμενες από την οικονομική ανάπτυξη.

Η επιχειρηματική ανάπτυξη και η διαφοροποίηση, τα καλά επίπεδα αποδοτικότητας κόστους και η πρόσβαση στις αγορές χρέους είναι επίσης παράγοντες που λαμβάνουμε υπόψη στη θετική μας αξιολόγησή, μαζί με την αποκατάσταση των επιπέδων κεφαλαίου, τα οποία επέτρεψαν την επανεκκίνηση των διανομών μερισμάτων μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα.

Η οικονομική θέση ορισμένων δανειοληπτών λιανικής και το ακόμη μεγάλο ποσό μη εξυπηρετούμενου  χρέους που διαχειρίζονται οι διαχειριστές αντιπροσωπεύουν σχετικές αδυναμίες του ελληνικού χρηματοπιστωτικού τομέα, αλλά δεν θα πρέπει να εκτροχιάσουν τη θετική πορεία αξιολόγησης των τραπεζών.

 

Η Ελλάδα πρέπει να επιτύχει φιλόδοξους δημοσιονομικούς στόχους, μαζί με μεταρρυθμίσεις, για πολλά χρόνια ακόμα, ενώ ο ελληνικός λαός έχει υπομείνει σχεδόν 14 χρόνια διαδοχικής κρίσης. Ανησυχείτε για το ενδεχόμενο μιας «κόπωσης προσαρμογής» στην ελληνική κοινωνία με, τελικά, αρνητικές πολιτικές προεκτάσεις;

(F. Barigga): Η Fitch βλέπει μια ισχυρή δέσμευση για δημοσιονομική σύνεση, με τα μεσοπρόθεσμα δημοσιονομικά σχέδια της κυβέρνησης να βασίζονται σε συντηρητικές υποθέσεις εσόδων. Φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις στα φορολογικά έσοδα για την αντιμετώπιση μακροχρόνιων διαρθρωτικών ζητημάτων (υψηλό κενό ΦΠΑ κ.α.) θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο, παρέχοντας ευελιξία στον προϋπολογισμό και τις πολιτικές.

Έχουμε επισημάνει πως η χαμηλότερη ανάπτυξη ή το υψηλότερο κόστος των τόκων θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση στα δημόσια οικονομικά και να καταστήσουν δυσκολότερους τους συμβιβασμούς στις πολιτικές, αλλά αυτό δεν αποτελεί το βασικό μας σενάριο.

Διαβάστε επίσης:

DBRS για Attica Bank: Στα 2,3 δισ. τα «κόκκινα» δάνεια – Κάτω από 400 εκατ. ευρώ η επιπλέον ζημιά
Έκλεισε η συμφωνία Cosmote TV – Nova για ανταλλαγή των αθλητικών τους καναλιών
Χρυσές λίρες βάρους 25,6 τόνων και αξίας 560 εκατ. ευρώ πούλησαν οι Έλληνες στα 23 χρόνια του ευρώ