Ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον σε συνδυασμό με μια ευρύτερη πολιτική συναίνεση σε βασικές οικονομικές πολιτικές μπορεί να ενδυναμώσει το προφίλ της Ελλάδας ως έναν επενδυτικό προορισμό εκτιμά ο κ. Carlo Capuano, Senior Vice President, Global Sovereign Ratings στον διεθνή οίκο αξιολόγησης DBRS.

Μιλώντας στο Mononews, ο κ. Capuano αναλύει τις προοπτικές και τις προκλήσεις της ελληνικής οικονομίας η οποία βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης του στόχου για μέση ανάπτυξη 2% φέτος, καθώς οι επιδόσεις του πρώτου τριμήνου του 2024, όπως εκτιμά αποτελούν ένα υγιές σημείο εκκίνησης.

1

Μεγάλος τροφοδότης το Ταμείο Ανάκαμψης αν και το στέλεχος του διεθνούς οίκου ξεκαθαρίζει πως για να γεφυρωθεί τελικά το επενδυτικό κενό με τους εταίρους στην ευρωζώνη απαιτούνται και άλλες κινήσεις. Μεταξύ αυτών κρίσιμες μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, το κτηματολόγιο, η ψηφιοποίηση στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, καθώς και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων σε παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.

Ο ίδιος εκτιμά πως παρά την υποχώρηση των ποσοστών της κυβέρνησης στις πρόσφατες Ευρωεκλογές η υποστήριξη της Νέας Δημοκρατίας από το εκλογικό σώμα παραμένει υγιής, σηματοδοτώντας ότι ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος χαιρετίζει τις τρέχουσες και μελλοντικές πρωτοβουλίες, παράγοντας που μεταξύ άλλων είναι από τους λόγους για τους οποίους ο οίκος δεν ανησυχεί για τον κίνδυνο μεταρρυθμιστικής κόπωσης στη χώρα.

Ολόκληρη η συνέντευξη στην Ελευθερία Αρλαπάνου

ΕΡ. H Ελλάδα θα καλύψει μια σημαντική απόσταση ως προς την κάλυψη του επενδυτικού κενού που τη χωρίζει με την ευρωζώνη μέσω των επενδύσεων του ΤΑΑ. Είναι η αξιοποίηση του ΤΑΑ ο μοναδικός καταλύτης προς αυτόν το σκοπό (κάλυψη επενδυτικού κενού); Ποιοι άλλοι παράγονες θα μπορούσαν να επιταχύνουν αυτή τη διαδικασία; 

ΑΠ. To ΤΑΑ θα μπορούσε να βοηθήσει την Ελλάδα να περιορίσει το επενδυτικό κενό με την ευρωζώνη καθώς η χώρα διαθέτει μεγαλύτερο μερίδιο δαπανών (ως ποσοστό του ΑΕΠ) συγκριτικά με άλλες χώρες της ευρωζώνης. Ωστόσο, η δυνατότητα της χώρας να γεφυρώσει τελικά το επενδυτικό κενό θα εξαρτηθεί επίσης και από άλλους παράγοντες συμπεριλαμβανομένης της καλής χρήσης των MFF funds της ΕΕ. Για παράδειγμα, ξένες επενδύσεις σε παραγωγικούς τομείς της οικονομίας θα είναι επίσης απαραίτητες για να επιτευχθούν συνολικά υψηλότερα επίπεδα επενδύσεων. Η δημιουργία ενός ελκυστικού επενδυτικού κλίματος θα εξαρτηθεί, μεταξύ άλλων από την ικανότητα της χώρας να αντιμετωπίσει διαρθρωτικές αδυναμίες όπως η γραφειοκρατία στο επιχειρείν, οι καθυστερήσεις στο δικαστικό σύστημα, η ανάπτυξη οικονομιών κλίμακος και η ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του Κτηματολογίου. Επιπροσθέτως ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον σε συνδυασμό με μια ευρύτερη πολιτική συναίνεση σε βασικές οικονομικές πολιτικές θα ενδυναμώσει το προφίλ της χώρας ως έναν επενδυτικό προορισμό.

ΕΡ. Πως θα προτεραιοποιούσατε τις μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να υλοποιήσει η Ελλάδα έως το 2026, όταν τυπικά ολοκληρώνεται το ΤΑΑ – ώστε να έχει ενισχυθεί η ανθεκτικότητα της οικονομίας και η ικανότητα της να προσελκύει ξένες επενδύσεις;

ΑΠ. Στόχος του TAA είναι η ενίσχυση της κεφαλαιακής βάσης της Ελλάδας μέσω της ανάπτυξης οικονομικών υποδομών, καθώς και του εργατικού δυναμικού, επωφελούμενο από μεταρρυθμίσεις που επηρεάζουν άμεσα την απασχόληση, τις δεξιότητες και την κοινωνική συνοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, η περαιτέρω πρόοδος της μεταρρύθμισης της δικαιοσύνης και όλων εκείνων των μέτρων που αποσκοπούν στη βελτίωση της ψηφιοποίησης τόσο στη δημόσια διοίκηση όσο και στον ιδιωτικό τομέα θα προσελκύσει πιθανότατα περισσότερες ξένες επενδύσεις. Ωστόσο, ο πραγματικός αντίκτυπος δεν έχει ακόμη εκτιμηθεί.

ΕΡ. Σας προβληματίζει ο κίνδυνος μεταρρυθμιστικής κόπωσης του ελληνικού λαού με δεδομένο πως έχει ήδη υποστεί πολλά έτη απαιτητικής πρoσαρμογής τόσο σε δημοσιονομικό όσο και σε μεταρρυθμιστικό επίπεδο;  

ΑΠ. Οι μεταρρυθμίσεις έχουν πάντα κόστος βραχυπρόθεσμα και συνήθως αποδίδουν καρπούς μόνο μεσοπρόθεσμα έως και μακροπρόθεσμα. Ως εκ τούτου, η μεταρρυθμιστική κόπωση είναι πάντα ένας κίνδυνος. Ωστόσο, βλέπουμε τρεις ελαφρυντικούς παράγοντες. Πρώτον, οι οικονομικές επιδόσεις της Ελλάδας είναι σταθερές και αυτό καθιστά πιο αποδεκτό το σχετικό κόστος με την εφαρμογή μέτρων που προκαλούν κάποια αντίσταση. Δεύτερον, η ελληνική κυβέρνηση, η οποία υποστηρίζεται από μεγάλη πλειοψηφία, παραμένει προσηλωμένη στην επίτευξη περαιτέρω προόδου και οι πόροι του NGEU αποτελούν επίσης ισχυρό κίνητρο. Τέλος, παρά τη μείωση του ποσοστού στις πρόσφατες ευρωεκλογές, η υποστήριξη της Νέας Δημοκρατίας από το εκλογικό σώμα παραμένει υγιής, σηματοδοτώντας ότι ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος χαιρετίζει τις τρέχουσες και μελλοντικές πρωτοβουλίες.

ΕΡ. Πόσο σοβαρό θα χαρακτηρίζατε το δημογραφικό για την Ελλάδα και πότε αυτό θα ξεκινήσει να έχει επίπτωση στην ανάπτυξη; Πιστεύετε πως η Ελλάδα λαμβάνει επαρκή μέτρα για να αντιμετωπίσει αυτή την πρόκληση; Επηρεάζει αυτή η πρόκληση την αξιολόγηση της Ελλάδας;  

ΑΠ. ΑΠ. Οι δημογραφικές προκλήσεις της Ελλάδας είναι από τις χειρότερες στην ΕΕ, αλλά ο αντίκτυπός τους στην οικονομική ανάπτυξη πιθανότατα θα προκύψει σταδιακά, και κυρίως μέσω της μείωσης του εργατικού δυναμικού. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το εργατικό δυναμικό αναμένεται να αρχίσει να επιβαρύνει αρνητικά τη δυνητική ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας από το 2026. Ωστόσο, τα τελευταία 10 χρόνια, το εργατικό δυναμικό παρέμεινε σχετικά σταθερό, ενώ η απασχόληση αυξήθηκε. Φυσικά, ο αντίκτυπος των δημογραφικών στοιχείων θα εξαρτηθεί από την τάση της μετανάστευσης, καθώς και από τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι θα ενσωματωθούν στην αγορά εργασίας και από το εάν θα βρουν δουλειά. Η κυβέρνηση γνωρίζει ότι απαιτείται περαιτέρω πρόοδος για να ενθαρρυνθούν περισσότεροι άνθρωποι να εισέλθουν στην αγορά εργασίας, ιδίως ηλικιωμένοι, νέοι και γυναίκες. Έχουμε δει κάποια βελτίωση. Αλλά αυτό είναι μόνο η μια όψη του νομίσματος, καθώς η μείωση του εργατικού δυναμικού θα απαιτήσει περισσότερα κέρδη παραγωγικότητας. Αυτή είναι μια μακρά διαδικασία και θα απαιτήσει χρόνο.

ΕΡ. Το ελληνικό χρέος αναμένεται να συνεχίσει να μειώνεται, ενώ, όπως έχετε αναφέρει σε προηγούμενες εκθέσεις, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μετριάζονται από διάφορους παράγοντες. Παραμένει, ωστόσο, ένα πολύ μεγάλο χρέος, ενώ σταδιακά η χώρα θα αρχίσει να αντικαθιστά το επίσημο χρέος με χρέος χρηματοδοτούμενο από την αγορά με επιταχυνόμενο ρυθμό τα επόμενα χρόνια. Πώς επηρεάζει αυτό την ταχύτητα με την οποία η χώρα θα βελτιώσει περαιτέρω τις αξιολογήσεις της και τι πρέπει να κάνει η χώρα για να βελτιώσει περαιτέρω τους δείκτες του χρέους;  

ΑΠ. ΑΠ. Με την πάροδο του χρόνου, το πρόσθετο επίσημο χρέος που λήγει θα αντικατασταθεί από το χρέος της αγοράς, το οποίο είναι πιθανό να φέρει ακριβότερο επιτόκιο από το τρέχον μέσο κόστος του χρέους, αλλά η στρατηγική του ΟΔΔΗΧ αναμένεται να παραμείνει πολύ συντηρητική και να διατηρήσει τα επιτόκια χρηματοδότησης συγκρατημένα, ενώ παράλληλα θα προσπαθεί να μειώσει το χρέος. Είναι σημαντικό να διατηρηθεί περιορισμένο το κόστος των τόκων καθώς θα επιστρέφει στην κανονικότητα η  ονομαστική ανάπτυξη.

ΕΡ. Θα θεωρούσατε ως θετικό για την αξιολόγηση της χώρας το να επιτρέψει στην Ελλάδα ο ESM να αξιοποιήσει μέρος του μεγάλου ταμειακού της αποθέματος για περαιτέρω πρόωρες αποπληρωμές χρέους;

ΑΠ. Αν και η δυνατότητα να αποδεσμευτεί μέρος των ταμειακών διαθεσίμών μπορεί να εκληφθεί ως επιβεβαίωση σταθερότητας από τον ESM, η κυβέρνηση θα μπορεί να στηρίζεται πλέον σε ένα χαμηλότερο απόθεμα σε περίπτωση που προκύψει κάποιο σοκ στην αγορά. Ωστόσο μέρος αυτών των αποθεμάτρων μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αποπληρωθεί χρέος πρόωρα και επομένως να μειώσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες και το απόθεμα του χρέους.

ΕΡ. Οι γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή επηρεάζουν περισσότερο μια χώρα όπως η Ελλάδα σε σχέση με τους εταίρους της που έχουν υψηλότερες αξιολογήσεις;

ΑΠ. Όπως φάνηκε στις πρόσφατες γεωπολιτικές εντάσεις (π. χ. εισβολή στην Ουκρανία), οι γεωπολιτικές εντάσεις μπορούν να έχουν αντίκτυπο στις τιμές μέσω διαταραχών της προσφοράς. Ο τρόπος με τον οποίο κάθε χώρα επηρεάζεται από διάφορα γεωπολιτικά γεγονότα εξαρτάται από τη δομή της οικονομίας της, την ικανότητά της να αντεπεξέρχεται σε κλυδωνισμούς, καθώς και από τους δεσμούς της με άλλες οικονομίες. Προς το παρόν, αναμένουμε ότι οι διεθνείς εντάσεις θα παραμείνουν περιορισμένες με περιορισμένη διάχυση στην Ελλάδα. Αλλά τα πράγματα θα μπορούσαν να αλλάξουν γρήγορα και η Ελλάδα μπορεί αναπόφευκτα να πληγεί, ιδιαίτερα εάν επηρεαστούν οι κύριοι εμπορικοί εταίροι της.

ΕΡ. Παραμένετε αισιόδοξος ότι η Ελλάδα θα πετύχει ρυθμό ανάπτυξης 2% φέτος; Ποιες είναι οι τρέχουσες εκτιμήσεις σας για την ανάπτυξη στη διετία 2024 – 2025;  

ΑΠ. Οι καλές οικονομικές επιδόσεις το 1ο τρίμηνο του 2024 με την οικονομία να αναπτύσσεται κατά 2,1% σε ετήσια βάση και 0,7% σε τριμηνιαία βάση είναι ένα υγιές σημείο εκκίνησης που θα βοηθήσει την ελληνική οικονομία να επιτύχει ανάπτυξη περίπου 2,0% το 2024. Αυτό θα υποστηριχθεί από την ισχυρότερη εξωτερική ζήτηση, καθώς η παγκόσμια οικονομική δραστηριότητα αρχίζει να εξομαλύνεται, σε συνδυασμό με τη χαλάρωση του πληθωρισμού και των συνθηκών χρηματοδότησης που θα τονώσουν  την ιδιωτική κατανάλωση. Τελευταίος αλλά εξίσου σημαντικός παράγοντας, η ώθηση από τα ταμεία της ΕΕ θα συνεχίσει να στηρίζει την αύξηση των επενδύσεων. Ωστόσο, υπάρχουν καθοδικοί κίνδυνοι για τις προοπτικές και σχετίζονται με το ενδεχόμενο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού, μια πιθανή κλιμάκωση των γεωπολιτικών εντάσεων που θα μπορούσε να οδηγήσει σε άνοδο των τιμών των βασικών εμπορευμάτων. Τέλος, τα δυσμενή καιρικά φαινόμενα θα μπορούσαν επίσης να επηρεάσουν την οικονομία και να αυξήσουν το δημοσιονομικό κόστος.

Διαβάστε επίσης:

DBRS: Οι προϋποθέσεις για να κλείσει το επενδυτικό κενό της Ελλάδας

DBRS: Ανάπτυξη 1,5% για την ελληνική οικονομία το 2024

DBRS, Scope περιγράφουν στο Mononews τον οδικό χάρτη για την ταχύτερη αναβάθμιση της Ελλάδας