ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Χαμηλά στη λίστα των κινδύνων για την ελληνική οικονομία τοποθετεί το πολιτικό ρίσκο η DBRS σε συνέντευξη που παραχωρεί στο Mononews, προτάσσοντας τις επιπτώσεις που ενδεχομένως έχει μια παρατεταμένη ενεργειακή κρίση στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων το 2023.
Ο διεθνής οίκος που αξιολογεί τη χώρα μία μόλις βαθμίδα από την επενδυτική, υπογραμμίζει τον κίνδυνο τυχόν όξυνση της ενεργειακής κρίσης που θα απαιτήσει επιπλέον μέτρα στήριξης για επιχειρήσεις και νοικοκυριά σε περιβάλλον αδύναμης ανάπτυξης, δυσχεραίνοντας τη δημοσιονομική εξυγίανση που μαζί με τις μεταρρυθμίσεις κρατούν το κλειδί της αναβάθμισης.
Σε ερώτηση για το εάν είναι περισσότερο πιθανό η Ελλάδα να ανακτήσει επενδυτική βαθμίδα πριν ή μετά από τις εκλογές αλλά και για το εάν ενδεχόμενη κυβέρνηση συνεργασίας θα επηρέαζε τη στάση του ο οίκος τονίζει πως «το αποτέλεσμα των εκλογών και το εάν θα προκύψει ή όχι κυβέρνηση συνεργασίας στην Ελλάδα δεν είναι ένας καθοριστικός παράγοντας».
Για τους παράγοντες ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας, την ανάγκη δημοσιονομικής πειθαρχίας, τις προκλήσεις του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και τους κινδύνους μιλούν στο Mononews η κ. Σπυριδούλα Τζίμα, Assistant Vice President, Global Sovereign Ratings στην DBRS και Andrea Costanzo, Vice President, European Financial Institutions στο διεθνή οίκο.
Η συνέντευξη στην Ελευθερία Αρλαπάνου
ΕΡΩΤΗΣΗ: Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα για να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα; Το 2023 είναι εκλογικό έτος. Θα λέγατε πως είναι περισσότερο πιθανό η Ελλάδα να ανακτήσει επενδυτική βαθμίδα πριν ή μετά από τις εκλογές;
Εάν ο σχηματισμός μιας κυβέρνησης συνεργασίας είναι αποδειχθεί αναπόφευκτος με ποιους τρόπους θα μπορούσε αυτό να αποτελέσει ενδεχομένως παράγοντα προβληματισμού κατά την εξέταση του χρόνου επιστροφής στην επενδυτική βαθμίδα;
Σπυριδούλα Τζίμα: “Τυπικά, εξετάζουμε την Ελλάδας δύο φορές το χρόνο.
Η αξιολόγηση θα μπορούσε να αναβαθμιστεί εάν προέκυπτε ένας από τους ακόλουθους παράγοντες ή ένας συνδυασμός αυτών: (1) συνέχιση της υλοποίησης μεταρρυθμίσεων οι οποίες δρουν ενισχυτικά για τις επενδύσεις με αποτέλεσμα την βελτίωση των μακροπρόθεσμων οικονομικών προοπτικών, (2) επίμονη δέσμευση στην δημοσιονομική εξυγίανση που θα διατηρεί το λόγο του χρέους σε πτωτική τροχιά.
Στην έκθεση μας παρέχουμε περισσότερες λεπτομέρειες για το πως αξιολογούμε την εξέλιξη σε κάθε έναν από τους πυλώνες που λαμβάνουμε υπόψιν για τις αποφάσεις μας σχετικά με την αξιολόγηση. Επανεξετάζουμε την αξιολόγηση δύο φορές το χρόνο.
Το αποτέλεσμα των εκλογών και το εάν θα προκύψει ή όχι κυβέρνηση συνεργασίας στην Ελλάδα δεν είναι ένας καθοριστικός παράγοντας στην ανάλυση μας. Εμείς εξετάζουμε τις οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές της χώρας και την επίπτωση που έχουν αυτές στην δυνατότητα της Ελλάδας να αποπληρώνει τα χρέη της.”
ΕΡΩΤΗΣΗ: Πως αξιολογείτε τις προβλέψεις του κρατικού προϋπολογισμού που κατατέθηκε πρόσφατα στη Βουλή και ποιες είναι οι δικές σας τρέχουσες εκτιμήσεις; Θεωρείτε πιθανό το σενάριο ύφεσης στην Ελλάδα τον επόμενο χρόνο; Είστε ικανοποιημένοι από την ταχύτητα υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης;
Σπυριδούλα Τζίμα: “Με βάση τον προϋπολογισμό του 2023 το πρωτογενές ισοζύγιο θα γίνει πλεονασματικό το 2023 και ο λόγος του χρέους θα υποχωρήσει περίπου στο 160% του ΑΕΠ. Εκλαμβάνουμε θετικά την δέσμευση στην συνετή δημοσιονομική πολιτική.
Την ίδια στιγμή επισημαίνουμε πως το τρέχον διεθνές οικονομικό περιβάλλον είναι πολύ αβέβαιο και μια ενδεχόμενη επίταση της ενεργειακής κρίσης που θα οδηγούσε σε περαιτέρω άνοδο των τιμών της ενέργειας θα απαιτούσε επιπρόσθετη δημοσιονομική στήριξη σε περιβάλλον χαμηλότερης ανάπτυξης, που θα είχε ως αποτέλεσμα καθυστερήσεις στο σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης.
Συνοψίζοντας, προχωρώντας μπροστά, οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη και για το ισοζύγιο της κυβέρνησης είναι υψηλοί.
Το Ταμείο Ανάκαμψης είναι ένα απαιτητικό project ειδικά για τους μεγάλους ωφελημένους όπως είναι η Ελλάδα, το οποίο απαιτεί την συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.
Έχουμε δει πως η Ελλάδα έχει βελτιώσει σημαντικά την δυναμική απορρόφησης – στα προηγούμενα Προγράμματα Συνοχής από την ΕΕ – και αυτό θα μπορούσε να διευκολύνει την αποτελεσματική αξιοποίηση των κονδυλίων στην περίπτωση του ΤΑΑ. Ωστόσο θα πρέπει να αναμένονται καθυστερήσεις.
Η Ελλάδα υπέβαλλε πρόσφατα το αίτημα για τη δεύτερη δόση, αφού πέτυχε τα 25 ορόσημα και στόχους στο σκέλος των επιδοτήσεων του ΤΑΑ. “
ΕΡΩΤΗΣΗ: Είναι οι ελληνικές τράπεζες κατάλληλα τοποθετημένες ώστε να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις το 2023; Με ποιο τρόπο θα μπορούσε το εκλογικό έτος 2023, να αποδειχθεί πρόκληση για τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο;
Andrea Costanzo :”Θεωρούμε πως οι ελληνικές τράπεζες είναι καλύτερα τοποθετημένες σε σχέση με το παρελθόν για να αντέξουν μια επιδείνωση των οικονομικών προοπτικών του 2023, οι οποίες επηρεάζονται από τον υψηλό πληθωρισμό, τα υψηλότερα ενεργειακά κόστη, την ασθενέστερη οικονομική δραστηριότητα και τα υψηλότερα επιτόκια.
Η εκτίμησή μας λαμβάνει υπόψη την πρόοδο των ελληνικών τραπεζών όσον αφορά την απομείωση του κινδύνου τα τελευταία χρόνια, καθώς και τις νέες χορηγήσεις δανείων που μέχρι σήμερα κυμαίνονται πάνω από τις προσδοκίες, κυρίως λόγω της ζήτησης από τις επιχειρήσεις.
Σημειώνουμε επίσης την βελτιωμένη ικανότητα των ελληνικών τραπεζών να δημιουργούν κεφάλαια οργανικά και βλέπουμε ότι αυτή η τάση ενδεχομένως θα συνεχιστεί, δεδομένου ότι ένα σημαντικό μέρος της προγραμματισμένης διαδικασίας εξυγίανσης των δανείων έχει ήδη απορροφηθεί, και οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να επωφεληθούν από υψηλότερα περιθώρια επιτοκίου καθώς και τα μικρότερα πιστωτικά κόστη σε σχέση με τα επίπεδα των τελευταίων ετών λόγω της μείωσης του κινδύνου που επιτεύχθηκε.
Η μελλοντική δημιουργία κερδών υποστηρίζεται επίσης από μια καλή αξιολόγηση γύρω από τη λειτουργική αποτελεσματικότητα των ελληνικών τραπεζών, η οποία αντανακλά τα οφέλη από την πρόσφατη διαδικασία βαθιάς αναδιάρθρωσης. Ωστόσο, ο υψηλός πληθωρισμός σε συνδυασμό με τις επενδύσεις για την ψηφιοποίηση ενδέχεται να απορροφήσουν μέρος της εξοικονόμησης κόστους.
Ο σχηματισμός νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων(NPE) ήταν διαχειρίσιμος μέχρι σήμερα, ωστόσο αναμένουμε ότι οι εισροές NPE θα αυξηθούν τα επόμενα τρίμηνα λόγω του δύσκολου περιβάλλοντος.
Παρ’ όλα αυτά, σε αυτό το στάδιο δεν αναμένουμε ότι οι δείκτες ποιότητας του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών θα επιδεινωθούν στα πολύ αδύναμα επίπεδα του πρόσφατου παρελθόντος. Εξακολουθούμε να θεωρούμε ότι το προφίλ κινδύνου των ελληνικών τραπεζών συγκρίνεται δυσμενώς με τα διεθνή πρότυπα, απαιτώντας έτσι πρόσθετη πρόοδο.
Επιπλέον, η μέτρια διαφοροποίηση του προϊοντικού τους μείγματος και της δομής της χρηματοδότησής τους παραμένουν σχετικοί περιοριστικοί παράγοντες για το πιστωτικό προφίλ των ελληνικών τραπεζών. “
ΕΡΩΤΗΣΗ Επικεντρωνόμαστε στη συζήτηση περί ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας. Πόσο πιθανό θα λέγατε πως είναι η υποβάθμιση της Ελλάδας τον επόμενο χρόνο και τι θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα τέτοιο γεγονός;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ (Σπυριδούλα Τζίμα) Όπως και στην απάντηση στην πρώτη σας ερώτηση υπάρχουν και παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε υποβάθμιση.
Σε αυτούς περιλαμβάνονται: (1) επίμονη αδύναμη ανάπτυξη (2) μια αντιστροφή ή στασιμότητα στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (3) αναβίωση της χρηματοοικονομικής αστάθειας.
ΕΡΩΤΗΣΗ Το κόστος δανεισμού αυξάνεται και το επιτόκιο στο δεκαετές ομόλογο είναι πάνω από το 4%. Πως θα καταφέρει η Ελλάδα να θέσει τα επιτόκια δανεισμού της σε σταθερά πτωτική τροχιά τον επόμενο χρόνο; Είστε ικανοποιημένοι από την ταχύτητα μείωσης του δημοσίου χρέους; Θα έπρεπε η Ελλάδα να στοχεύει σε υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα το 2023;
ΑΠΑΝΤΗΣΗ (Σπυριδούλα Τζίμα) H σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής έχει οδηγήσει σε υψηλότερα επιτόκια στα ομόλογα και οι αποδόσεις αναμένεται να παραμείνουν σε υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με αυτά που έχουμε δει τα προηγούμενα χρόνια.
Θεωρούμε πως η επιστροφή στη δημοσιονομική πειθαρχία είναι σημαντική, ειδικά για υπερχρεωμένες χώρες όπως είναι η Ελλάδα.
Την ίδια στιγμή, υπάρχουν πολλοί παράγοντες στη δομή του ελληνικού χρέους που περιορίζουν τους κινδύνους οι οποίοι απορρέουν από τη ρευστότητα στην αγορά, όπως είναι η παράμετρος του σταθερού επιτοκίου στα δάνεια του επίσημου τομέα.
Οι συνετές δημοσιονομικές πολιτικές βοηθούν στο να διατηρείται το χρέος σε μια βιώσιμη τροχιά αλλά ταυτόχρονα δεν πρέπει να αποτελούν εμπόδιο για την ανάπτυξη των οικονομιών. Ως εκ τούτου, τα στοχευμένα μέτρα είναι απαραίτητα για τη στήριξη της οικονομικής ανάπτυξης και κυρίως των πιο ευάλωτων ατόμων της κοινωνίας.
Διαβάστε επίσης
Γιατί οι επενδυτικοί οίκοι και οι οίκοι αξιολόγησης ποντάρουν στην Ελλάδα το 2023 HSBC, UniCredit Bank, Moody’s, DBRS και S&P βλέπουν “growth” και το 2023
Βουλή-Προϋπολογισμός: Αντιπαράθεση για τους πλειστηριασμούς
Σταϊκούρας: Σε 9 άξονες τα μέτρα στήριξης για την ακρίβεια