Ένα τεράστιο παράθυρο ευκαιρίας στην αμερικάνικη αγορά άνοιξε για τις ελληνικές επιχειρήσεις η επιτυχής διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού από την Ελλάδα.

Όπως λέει στο mononews.gr o σύμβουλος διεθνούς Εμπορίου του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου, Δημήτρης Καραβασίλης, η φήμη και η εμπιστοσύνη σε οτιδήποτε ελληνικό αυξήθηκε σημαντικά μετά την επιτυχή διαχείριση της πανδημίας, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται πολύ μεγάλες ευκαιρίες για τις ελληνικές εταιρείες που σκοπεύουν ή δραστηριοποιούνται ήδη στις ΗΠΑ.

«Είναι πολύ σημαντικό να «κεφαλαιοποιήσουμε» την καλή μας εικόνα έναντι άλλων παραδοσιακών ανταγωνιστών χωρών, που δεν τα κατάφεραν τόσο καλά στην αντιμετώπιση του COVID-19 και υπάρχει μια επιφυλακτικότητα από το καταναλωτικό κοινό προς τα προϊόντα των χωρών αυτών», σημειώνει χαρακτηριστικά.

Ο κ. Καραβασίλης προτρέπει τις ελληνικές επιχειρήσεις τροφίμων, την ώρα που οι Αμερικάνοι καταναλωτές στρέφονται σε πιο υγιεινά και πάντοτε συσκευασμένα προϊόντα, «να κρατήσουν υψηλά επίπεδα ποιότητας και να ενσωματώσουν όλες τις νέες οδηγίες που ορίζονται τακτικότατα από τον FDA» και παράλληλα να τολμήσουν μεγαλύτερο άνοιγμα σε εξειδικευμένα ηλεκτρονικά καταστήματα.

Πώς διαμορφώνεται το επιχειρηματικό κλίμα στις ΗΠΑ για τις ελληνικές επιχειρήσεις; Ποιες είναι οι νέες προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν μετά την επέλαση του κορονοϊού;

Η επέλαση του κορονοϊού είχε ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη ύφεση της τελευταίας εβδομηκονταετίας στις ΗΠΑ, με άμεσες επιπτώσεις στην οικονομία, οι οποίες επέφεραν ακαριαία μεταβολή των καταναλωτικών συνηθειών. Οι καταναλωτές πλέον επιλέγουν με περισσότερη σκέψη τα προϊόντα που καταναλώνουν, καθώς ρόλο στην επιλογή τους παίζει η σχέση τιμής-ποιότητας, η ατομική συσκευασία και πολυσυσκευασία, οι διατροφικές ενδείξεις και ισχυρισμοί υγείας για τα οφέλη στον οργανισμό, η αντοχή στην αποστολή (courier), η αποθήκευση τους, και τέλος η στάση του εκάστοτε brand σε σχέση με δράσεις εταιρικής κοινωνικής ευθύνης που αναπτύχθηκαν γύρω από την αντιμετώπιση του COVID-19. Ουσιαστικά, οι καταναλωτές επιβραβεύουν τις εταιρείες που συνεισφέρουν σε αυτή τη δύσκολη περίοδο. Οι επιχειρήσεις, λοιπόν, είναι μονόδρομος να προσαρμοστούν γρήγορα στις νέες καταναλωτικές τάσεις (consumer trends) που αναπτύσσονται στην αγορά των ΗΠΑ, ώστε να μπορέσουν να επιβιώσουν σε μια οικονομία που βιώνει εκτεταμένες συνέπειες λόγω των επιπτώσεων της πανδημίας.

Τι θα πρέπει να αλλάξουν οι ελληνικές επιχειρήσεις όσον αφορά στη στρατηγική προσέγγισης της αμερικανικής αγοράς;

Ήδη την περίοδο προ COVID-19, η τοποθέτηση ελληνικών προϊόντων στην αμερικανική αγορά ήταν σχετικά μικρή, ωστόσο, διοχετεύονταν στην αγορά των ΗΠΑ μέσα από τα παραδοσιακά κανάλια διανομής. Τώρα οι καταναλωτές επιλέγουν σε μεγάλο βαθμό να πραγματοποιούν τις καθημερινές αγορές τους ηλεκτρονικά και με ανέπαφες συναλλαγές. Η τάση αυτή επιτάσσει για τις ελληνικές επιχειρήσεις την επανατοποθέτηση τους σε νέα πιο ευέλικτα κανάλια διανομής, τα οποία έχουν πιο τοπικό και προσωπικό χαρακτήρα, από τα παραδοσιακά πολυεθνικά κανάλια διάθεσης. Αυτή η αλλαγή στρατηγικής προσέγγισης των καταναλωτών, σε συνδυασμό με την αύξηση της έντασης του βαθμού ψηφιοποίησης των ίδιων των καναλιών, αλλά και των υποδομών τους δημιουργούν νέες προκλήσεις και ευκαιρίες. Η χρήση εκτός από τα δημοφιλή online shops πολλών εναλλακτικών niche market online shops, δημιουργεί την ανάγκη να τοποθετηθούν στην αγορά προϊόντα με ιδιαίτερο μοναδικό χαρακτήρα και μεγαλύτερη ευελιξία στην επιλογή της εμπορικής τους πολιτικής.

Τέλος, απαραίτητο είναι για τις ελληνικές επιχειρήσεις είναι να εντείνουν την συστηματική ενημέρωσή τους σε νομικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο καταναλωτικών συμπεριφορών, της μεταβολής και εξέλιξής τους, με σκοπό την άμεση προσαρμογή και εναρμόνιση με τις οδηγίες και τις τάσεις αυτές. Εξάλλου η ευελιξία και η προσαρμοστικότητα είναι βασικά στοιχεία της ελληνικής επιχειρηματικότητας.

Πόσο πιο δύσκολες καθίστανται οι εξαγωγές στις ΗΠΑ μετά τις συνέπειες της Covid-19;

Μέχρι σήμερα, τα βασικότερα στοιχεία που έχουν παρατηρηθεί είναι η σημαντική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και συνεπώς της αγοραστικής δυνατότητας των καταναλωτών, αλλά και η στροφή των ανθρώπων σε ένα πιο υγιεινό μοντέλο ζωής, με αντικατάσταση της κατανάλωσης έτοιμου πρόχειρου φαγητού σε εστιατόρια και καντίνες με την τάση «home dining» δηλαδή την κατακόρυφη αύξηση της προτίμησης σε ημιέτοιμα φαγητά που καταναλώνονται στο σπίτι, πιο υγιεινά και πάντοτε συσκευασμένα. Η μεσογειακή διατροφή έχει μπει για τα καλά στο τραπέζι του Αμερικανού καταναλωτή, συνεπώς πολλά ελληνικά προϊόντα μπορούν να έχουν λαμπρό μέλλον.

Οι ελληνικές επιχειρήσεις πρέπει να κρατήσουν υψηλά επίπεδα ποιότητας, να ενσωματώσουν όλες τις νέες οδηγίες που ορίζονται τακτικότατα από τον FDA, και τέλος, να φροντίσουν να επεκτείνουν τις συνεργασίες τους πέρα από τις παραδοσιακές αγορές των Πολιτειών της Νέας Υόρκης και της Καλιφόρνιας, όπου παραδοσιακά δραστηριοποιούνται.

Επίσης, ένα σημείο που χρήζει ιδιαίτερης σημασίας και στενής παρακολούθησης είναι οι εξελίξεις που δείχνουν ότι οι οικονομίες θα γίνουν πιο εσωστρεφείς, τόσο λόγω της αύξησης της έντασης των τελωνειακών και ποιοτικών ελέγχων, και ίσως την αυστηρότερη επιβολή δασμολογικής πολιτικής στα εισαγόμενα προϊόντα. Σε κάθε περίπτωση όλοι μας, δηλαδή, οι επαγγελματίες, οι φορείς όπως το Ελληνοαμερικανικό Επιμελητήριο σε συνεργασία με την Πολιτεία είμαστε διαρκώς σε συνεννόηση ώστε να υπάρξουν οι απαραίτητες ενέργειες με σκοπό να διασφαλιστούν τα συμφέροντα των ελληνικών επιχειρήσεων.

Πού θεωρείτε πως εντοπίζονται ευκαιρίες για τις ελληνικές εταιρείες; Ποιοι είναι οι τομείς, στους οποίους θεωρείτε πως υπάρχει προοπτική;

Θα μπορούσαμε να πούμε πως διαγράφονται πολύ μεγάλες ευκαιρίες για τις ελληνικές εταιρείες που σκοπεύουν ή δραστηριοποιούνται ήδη στις ΗΠΑ, και αυτό το νιώθουμε καθημερινά στην επικοινωνία μας με τις Αμερικανικές επιχειρήσεις, καθώς η Ελλάδα διαχειρίστηκε επιτυχώς την κρίση του COVID-19,  με αποτέλεσμα την ενδυνάμωση του nation branding και την ταυτόχρονη αύξηση της φήμης της και του βαθμού εμπιστοσύνης σε ό,τι ελληνικό. Επιπλέον, η Ελλάδα και τα προϊόντα της είναι συνυφασμένα με την υψηλής αξίας μεσογειακή διατροφή και άλλο τόσο γνωστά για την μικρή μεν αλλά ποιοτική παραγωγή τους. Είναι πολύ σημαντικό να «κεφαλαιοποιήσουμε» την καλή μας εικόνα έναντι άλλων παραδοσιακών ανταγωνιστών χωρών, που δεν τα κατάφεραν τόσο καλά στην αντιμετώπιση του COVID-19 και υπάρχει μια επιφυλακτικότητα από το καταναλωτικό κοινό προς τα προϊόντα των χωρών αυτών. Τέλος ας μην ξεχνάμε ότι η κατανάλωση «Greek Style και Greek Yogurt» αυξήθηκε πάρα πολύ κατά την διάρκεια του lock down, επομένως ό,τι «Greek είναι anti Covid», όπως χαριτολογώντας μας ανέφερε Αμερικανός συνεργάτης. Εκτός από τα συσκευασμένα και μεριδοποιημένα προϊόντα του αγροδιατροφικού τομέα, δηλαδή των ξηρών καρπών, των φρούτων, των snacks και των καρπών (ελιές κ.α.), η προοπτική διαφαίνεται να υπάρχει σε υπηρεσίες τεχνολογίας, όπως είναι οι εφαρμογές (applications), οι υπηρεσίες εκπαίδευσης, ο τουρισμός, οι υπηρεσίες δημιουργικών τεχνών, αλλά και σε άλλους τομείς, όπως οι βιομηχανικοί σωλήνες και πολλά άλλα βιομηχανικά και βιοτεχνικά προϊόντα.