Παύλος Μυλωνάς (ΕΤΕ), Βασίλης Ψάλτης (Alpha Bank), Χρήστος Μεγάλου (Πειραιώς), Φωκίων Καραβίας (Εurobank)
Οι ελληνικές τράπεζες είχαν μια πλούσια εβδομάδα σε όρους αναλύσεων με τις εκθέσεις της Autonomous Research και τις εκθέσεις για την Alpha Bank να ξεχωρίζουν.
Η Autonomous Research και ο αναλυτής Gabor Kemeny προχώρησαν σε μειώσεις στις τιμές στόχους των ελληνικών τραπεζών, παρότι εκτιμούν ότι ο ελληνικός τραπεζικός τομέας είναι δομικά ελκυστικός. Ο οίκος προτιμά τις μετοχές της Εθνικής Τράπεζας και της Eurobank με σύσταση υπεραπόδοσης (outperform) και τιμή στόχο για την πρώτη στα 10,16 ευρώ ανά μετοχή αμετάβλητη και για την έτερη στα 2,63 ευρώ από 2,72 ευρώ πριν (μείωση 3%) με επίσης σύσταση υπεραπόδοσης.
Αντίθετα, για τις Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς, οι συστάσεις είναι ουδέτερες (neutral), με τιμή στόχο για την Alpha Bank τα 1,72 ευρώ από 1,76 ευρώ πριν (-2% μείωση) και για την Τράπεζα Πειραιώς στα 3,47 ευρώ από 3,79 ευρώ πριν (μείωση στο στόχο 8%).
«Μειώνουμε 8%, 3% και 2% τις τιμές στόχους των μετοχών της Τράπεζας Πειραιώς, της Eurobank (outperform) και της Alpha Bank, μειώνοντας ελαφρώς τις μεσοσταθμικές μακροπρόθεσμες παραδοχές μας για την αποδοτικότητα των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων τους. Εκτιμούμε ότι η Εθνική Τράπεζα και η Eurobank, για τις οποίες προτείνουμε συστάσεις υπεραπόδοσης, είναι ελκυστικές ακόμη και με μερισματικές επιστροφές στους μετόχους στον μέσο όρο του κλάδου.
Αυτό αποτελεί το βασικό μας σενάριο έως το 2025, παρότι υπάρχει περιθώριο για θετικές εκπλήξεις στα κέρδη, ενώ στην περίπτωση της Eurobank υπάρχει υποεκτίμηση για την εξαγορά της Ελληνικής Τράπεζας στην Κύπρο. Οι τρέχουσες εκτιμήσεις μας για τα κέρδη ανά μετοχή για την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank είναι από 4% έως 7% υψηλότερες από το consensus των αναλυτών.
Η τρέχουσα αποτίμηση των δύο μετοχών είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνη με τις 0,9 φορές τον μέσο όρο των δεικτών P/TBV των τραπεζών της περιφέρειας, αλλά προβλέπουμε υψηλότερους δείκτες αποδοτικότητας ROTE 14% με 16% το 2025 έναντι του μέσου όρου 13% της περιφέρειας, παρά το γεγονός ότι τα ίδια κεφάλαια των ελληνικών τραπεζών περιλαμβάνουν σχετικά υψηλά ποσά αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (DTAs).
Οι αναβαλλόμενες φορολογικές πιστώσεις έχουν αναδειχθεί ως η τελευταία κύρια κληρονομιά των ελληνικών τραπεζών από την κρίση. Οι επενδυτές συζητούν για το πόσο γρήγορα μπορούν οι ελληνικές τράπεζες να αυξήσουν τις διανομές κεφαλαίου και κατά πόσον οποιοδήποτε πλεόνασμα κεφαλαίου θα παραμείνει παγιδευμένο για μεγάλο χρονικό διάστημα», εξηγεί ο Kemeny.
Ο εγχώριος τραπεζικός τομέας είναι ελκυστικός για τους παρακάτω λόγους:
1) Συγκεντρωμένη τραπεζική αγορά, ξεκάθαρη καταθετική βάση ανά τράπεζα η οποία οδηγεί σε ελαστική πορεία του καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου των ελληνικών τραπεζών.
2) Σημαντικό περιθώριο για επιτάχυνση της αύξησης των δανείων, καθώς η μακρά περίοδος αποεπένδυσης στην οικονομία αντιστρέφεται.
3) Ευνοϊκές προοπτικές για την πιστωτική ποιότητα των ελληνικών τραπεζών μετά την εκτεταμένη εξυγίανση των ισολογισμών τους.
«Βλέπουμε μια αξιόπιστη υπόθεση για τη διανομή μερίσματος των ελληνικών τραπεζών που θα φτάσει τον μέσο όρο του κλάδου στο 50% περίπου των καθαρών κερδών τους τα επόμενα δύο χρόνια, εκτίμηση η οποία είναι σε γενικές γραμμές σύμφωνη με το consensus και την καθοδήγηση των διοικήσεων των ελληνικών τραπεζών. Η ανάλυσή μας υποδηλώνει ότι οι προοπτικές απόδοσης κεφαλαίου έχουν κατά κάποιο τρόπο ενσωματωθεί στις τιμές τους, αλλά οι συστάσεις υπεραπόδοσης στις μετοχές της Εθνικής Τράπεζας και της Eurobank δεν εξαρτώνται από θετικές μερισματικές εκπλήξεις», καταλήγει ο Gabor Kemeny.
Σε νεότερα report τους προς τους επενδυτές η Mediobanca θέτει την Alpha Bank στις κορυφαίες επενδυτικές της επιλογές. Ο οίκος εκτιμά πως το γεγονός ότι η Τράπεζα είναι καλύτερα τοποθετημένη στο νέο περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων σε σχέση με τον υπόλοιπο τραπεζικό κλάδο, σε συνδυασμό με την πρόοδο που σημειώνει η Τράπεζα στην ενίσχυση των κεφαλαίων της, μπορεί να αποτελέσουν τους καταλύτες για να αναστραφεί η πρόσφατη υποαπόδοση της μετοχής της. Η Mediobanca σε προηγούμενη έκθεσή της θέτει τιμή στόχο για την Alpha Bank τα 1,90 ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι η εκτίμηση της Mediobanca σχετικά με την καλύτερη τοποθέτηση της Τράπεζας στο νέο περιβάλλον χαμηλότερων επιτοκίων βασίζεται, όπως αναφέρεται, στο νέο guidance της Διοίκησης (Μάρτιος 2024) και ειδικότερα:
– στις θέσεις σε παράγωγα που έλαβε από νωρίς η Alpha Bank για να αντισταθμίσει το κόστος από τη μείωση των επιτοκίων,
– στην ανατίμηση του χαρτοφυλακίου αξιογράφων, κυρίως χάρη στην ωρίμανση ομολογιών ύψους €4,5 δισ. το 2024-2026,
– στη μείωση του κόστους χρηματοδότησης που θα προκύψει από τη μείωση των επιτοκίων που αναμένεται από το β΄ εξάμηνο του 2024 και
– στην αύξηση του δανειακού χαρτοφυλακίου.
Η Citi έβαλε την Alpha Bank στη λίστα με τις προτιμώμενες μετοχής της από την περιοχή. «Η Alpha Bank είναι φθηνά αποτιμημένη με 0,5 φορές τη φετινή εσωτερική αξία και 5,2 φορές τα φετινά κέρδη και διαπραγματεύεται με σημαντικό discount σε σχέση με τις ελληνικές τράπεζες με βάση τον δείκτη P/BV, το οποίο θεωρούμε αδικαιολόγητο. Η τράπεζα εξυπηρετεί μια πιο εύπορη πελατειακή βάση από δύο από τις σημαντικότερες ελληνικές τράπεζες της και ως αποτέλεσμα το beta των καταθέσεών της έχει αυξηθεί περισσότερο, καθώς τα επιτόκια αυξήθηκαν. Τώρα που τα επιτόκια έχουν αρχίσει να μειώνονται, αναμένουμε ότι η Alpha θα επωφεληθεί περισσότερο από τους ομολόγους της από τη θετική επίδραση στο κόστος χρηματοδότησης. Ενώ ο δείκτης NPE της Alpha παραμένει υψηλότερος από τους ομότιμους, ένα μεγάλο μέρος αυτών των δανείων απλώς αναδιαρθρώνονται και εξυπηρετούνται και θα θεραπευτούν με την πάροδο του χρόνου. H τιμή στόχος για τη μετοχή είναι τα 2,4 ευρώ», εξηγεί η Citi.
Tέλος, στα top picks έθεσε την Alpha Bank και η Wood σε της σημείωμα προς τους αναλυτές, αναμένοντας ότι η Τράπεζα θα πετύχει το 2026 δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας άνω του 17,5% και δείκτη ΜΕΔ κάτω από 4%, σε πλήρη ευθυγράμμιση με το guidance της Διοίκησης. Επιπλέον, ο οίκος αναμένει η κερδοφορία της Τράπεζας σε όρους RoTE να ανέλθει πάνω από 10% μέχρι το 2026 έχοντας μοιράσει σε μερίσματα €750 εκατ. την τριετία 2024-2026. Υπενθυμίζεται ότι η Wood σε παλαιότερη έκθεσή της θέτει τιμή στόχο τα €2,06. Ειδική αναφορά έκανε ο οίκος και στη χαμηλή τιμή με την οποία διαπραγματεύεται η μετοχή, με τον δείκτη P/E να βρίσκεται στο 5,4 και τον Δείκτη P/TBV στο 0,55. Σύμφωνα με τον οίκο, το πιθανό ενδιαφέρον της UniCredit να ενισχύσει τη θέση της στην Τράπεζα μπορεί να αποτελέσει μεσοπρόθεσμα θετικό καταλύτη για άνοδο της μετοχής.
Διαβάστε επίσης
UBS & Goldman Sachs: Ποιες αλλαγές φέρνει η νίκη των Εργατικών στο Ηνωμένο Βασίλειο
NBG Securities για ΟΤΕ: Συνδυασμός χαμηλού κινδύνου – υψηλής απόδοσης, νέα αυξημένη τιμή στόχος
Goldman Sachs για Motor Oil και HELLENiQ ENERGY: Οι εκτιμήσεις μετά τον εφάπαξ φόρο στα κέρδη τους