ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Περιεχόμενα
Το χρηματιστήριο μπαίνει στο 2023 με ισχυρό σύμμαχο μια ιδιότυπη, ιστορική παρακαταθήκη. Γέννημα-θρέμμα της στατιστικής, που θέλει την ελληνική αγορά να κινείται κατά κανόνα ανοδικά στις χρονιές των εθνικών εκλογών.
Αν και οι μετοχές είθισται να ενσωματώνουν την προεξόφληση των μελλοντικών προσδοκιών, εν τούτοις για τους επενδυτές, μπορεί και η… προϊστορία να λειτουργήσει ως εναλλακτικό εργαλείο αξιολόγησης των δυνατοτήτων της αγοράς. «Εσύ διηγήσου μου το παρελθόν και εγώ θα σου αναγνωρίσω το μέλλον» που έλεγε κι ο Κομφούκιος.
Στον κύκλο της μεταπολίτευσης και αρχής γενομένης από το 1974 (όταν οι περίπου 100 εισηγμένες εταιρείες είχαν συνολική χρηματιστηριακή αξία που ισοδυναμεί με 410,9 εκατ. ευρώ) είναι έως τώρα 15 οι χρονιές, όπου υπήρξε προσφυγή στις εθνικές κάλπες. Στα 11 από αυτά τα 15 εκλογικά έτη, ο Γενικός Δείκτης ολοκλήρωσε τη δωδεκάμηνη πορεία του με κέρδη. Μάλιστα τις 9 φορές με διψήφιο ποσοστό ανόδου, μία με τριψήφιο και άλλη μία με μονοψήφια ποσοστιαία βελτίωση.
Τα στοιχεία αυτά πιστοποιούν ότι στο 73,3% των περιπτώσεων, οι χρονιές των εκλογών πριμοδοτούν με κέρδη τα επενδυτικά χαρτοφυλάκια. Ενώ στον αντίποδα τα τέσσερα ζημιογόνα εκλογικά έτη ( 1974,1981,2000 και 2015) εκφράζουν τη μειοψηφία του 26,7%.
Αναμφίβολα, πρωτεύοντα ρόλο για το πώς θα κινηθεί η χρηματιστηριακή αγορά, διαδραματίζουν οι εκάστοτε εξελίξεις στο οικονομικό και επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας. Ενώ πλέον και σε αντιδιαστολή με το μακρινό παρελθόν, μέγιστη είναι και η επίδραση που ασκούν οι πρωτοβουλίες των ξένων «παικτών», σε συνάρτηση με την ευμετάβλητη επενδυτική ψυχολογία στο διεθνές περίγυρο.
Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι στις από τις τέσσερις χρονιές που οι ελληνικές μετοχές φορτώθηκαν με ζημιές, υπήρξε μια κομβικού χαρακτήρα πολιτική αλλαγή στη διακυβέρνηση της χώρας. Το 1974 ήταν η αποκατάσταση της δημοκρατίας μετά από την πτώση της χούντας. Το 1981 ήταν η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, ενώ το 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε να εκφράσει το κυβερνητικό πείραμα της «πρώτη φορά Αριστερά».
Καλύτερες οι αποδόσεις της αγοράς με φόντο τις κάλπες
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία των τελευταίων 49 ετών, το χρηματιστήριο της Αθήνας έχει σαφώς καλύτερη συμπεριφορά τις χρονιές των εκλογών, σε σχέση με εκείνες όπου δεν υπήρξε προσφυγή στις κάλπες. Στη δεύτερη περίπτωση από τα 34 μη εκλογικά έτη είναι ακριβώς μοιρασμένα στη μέση (από 17) αυτά που έφεραν κέρδη και εκείνα που οδήγησαν σε ζημιές.
Στο δε σύνολό τους και καθώς οι ανοδικές κινήσεις είχαν μεγαλύτερη ένταση από τις πτωτικές, ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε κέρδη που φτάνουν αθροιστικά στο 401,6%. Κατά μέσο όρο δηλαδή στο 11,8% ετησίως ( 401,6/34). Όταν στις 15 εκλογικές χρονιές τα κέρδη έφτασαν στο 304,64% με συνέπεια να αντιστοιχούν στο 20,3% κατά ετήσιο μέσο όρο…
Όλα αυτά βέβαια με βάση τις επιδόσεις του κεντρικού χρηματιστηριακού δείκτη, την κίνηση του οποίου όμως, προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση, δεν ακολουθούν όλες ανεξαιρέτως οι μετοχές.
Επίσης, ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης έχει υποστεί πάρα πολλές μεταβολές στη σύνθεσή του, κατά τη διαδρομή του από τις 133,77 μονάδες ( στο ξεκίνημα του 1974 έως τις 929,79 μονάδες που έκλεισε την περσινή χρονιά. Στις μετρούμενες αποδόσεις του δεν περιλαμβάνονται τα διανεμηθέντα μερίσματα, ενώ στη 49χρονη ιστορία του ο σωρευτικός πληθωρισμός στη χώρα υπολογίζεται στο…5.285%.
Κάνουν καλό στις μετοχές και οι… διπλές εκλογές
Πέραν τούτων η εφετινή χρονιά έχει μια άλλη πολιτική ιδιαιτερότητα, αφού με βάση όλα τα μέχρι τώρα δημοσκοπικά ευρήματα, θα υπάρξει διπλή προσφυγή στις κάλπες. Κάτι αντίστοιχο έχει συμβεί άλλες τρείς φορές στο μεταπολιτευτικό παρελθόν. Στις δύο από τις οποίες ο Γενικός Δείκτης κατέγραψε ισχυρή άνοδο ( 64,89% το 1989 και 33,42% το 2012) ενώ το 2015 στιγματίστηκε με πτώση 23,56%.
Στη διάρκεια της περσινής χρονιάς η ελληνική αγορά κατάφερε να κάνει διακριτή την παρουσία της στο διεθνές περιβάλλον, κεντρίζοντας το ενδιαφέρον των ισχυρών επενδυτικών κεφαλαίων. Σε μια περίοδο άκρως προβληματική και ζημιογόνα για τις μετοχικές αξίες διεθνώς, ο αθηναϊκός «ναός» του χρήματος κινήθηκε ανοδικά, κάτι που πέτυχαν μόλις 10 ανάμεσα σε 37 ευρωπαϊκές αγορές. Με την Ελλάδα να είναι στην τέταρτη θέση των αποδόσεων (4,08%).
Μάλιστα όπως όλα δείχνουν η χώρα έχει τα φόντα να αποτελέσει επενδυτική όαση, αφού η ανάπτυξη της οικονομίας θα συνεχιστεί και το 2023, έστω και με βραδύτερους ρυθμούς ( της τάξεως του 1,6%). Που όμως πιστεύεται ότι θα είναι τριπλάσιοι από το μέσο όρο της ευρωπαϊκής ένωσης. Ενώ παράλληλα διεκδικεί βασίμως και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, που αναμφίβολα θα προσθέσει «πόντους» στην προσέλκυση διεθνών κεφαλαίων.
Παρά ταύτα οι αλυσιδωτές επιπτώσεις από τον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, το ανοικτό μέτωπο των επιτοκίων και το υφεσιακό σύνδρομο, συνιστούν κρίσιμες προκλήσεις και για τις ελληνικές μετοχές.
Με χρηματιστηριακούς όρους, μια παρατεταμένη προεκλογική αναμονή θεωρείται δύσκολο να απελευθερώσει επενδυτικές δυνάμεις. Και πιθανότατα θα συντηρήσει την αβεβαιότητα. Ειδικά μάλιστα αν παραμείνει επισφαλής και η κατάσταση στις μεγάλες διεθνείς αγορές. Αν και παραδοσιακά το πρώτο δίμηνο της χρονιάς θεωρείται καλό για τα χρηματιστήρια, αυτό είναι κάτι που μένει να επιβεβαιωθεί.
Οι κρίσιμες ημερομηνίες και η κυβερνητική αυτοδυναμία
Τυπικά η τετραετία της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη ολοκληρώνεται στις 7 του μηνός του προσεχούς Ιουλίου. Προχθές, απαντώντας σε ερώτημα του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα για το πότε θα γίνουν οι εκλογές, ο Πρωθυπουργός ανέφερε ότι «μετά τον Απρίλιο όλα είναι ανοικτά». Συμπληρώνοντας ότι «μια βδομάδα πριν ή μια βδομάδα μετά δεν έχει και τόση σημασία»…
Αν όντως κυλήσουν έτσι οι εξελίξεις, τότε η προκήρυξή τους θα πρέπει να γίνει τουλάχιστον 23 μέρες νωρίτερα από τα παραπάνω χρονοδιάγραμμα που θα λάβει χώρα η ετυμηγορία της κάλπης.
Στις 16 Απριλίου γιορτάζεται το Πάσχα, ενώ αν αποκλειστεί το ενδεχόμενο να υπάρξει μέσα στον Αύγουστο η δεύτερη προσφυγή στις κάλπες, τότε με βάση τις χρονικές προθεσμίες, η προκήρυξη του πρώτου γύρου των εκλογών μπορεί να γίνει το αργότερο μέχρι τις 21 Μαίου…
Έως τότε το χρηματιστήριο αναμένεται να εκτιμά με τον δικό τρόπο τον παράγοντα πολιτικό ρίσκο. Καθώς όμως οι εκλογές θα γίνουν με το αναμορφωμένο σύστημα της απλής αναλογικής, ο πήχης της κοινοβουλευτικής αυτοδυναμίας ( 151 έδρες) τοποθετείται αρκετά ψηλά. Μεταξύ του 46,2% και 47,2% αν τα εκτός βουλής κόμματα συγκεντρώσουν 8% έως 6% αντίστοιχα.
Οι έως τώρα δημοσκοπήσεις δίνουν μεν καθαρή πρωτιά στη Νέα Δημοκρατία, χωρίς όμως να φτάνει στην αυτοδυναμία. Αν δεν προκύψει σχηματισμός κυβερνητικής συμμαχίας, τότε σε περίπου 6 βδομάδες από τον πρώτο, θα υπάρξει και δεύτερος γύρος εκλογών. Με αναλογικότερο εκλογικό σύστημα αυτήν τη φορά, που θέλει όμως ποσοστά τουλάχιστον 38% για την αυτοδυναμία. Η οποία αν δεν επιτευχθεί ανοίγει τον δρόμο και για το ενδεχόμενο ενός τρίτου εκλογικού γύρου στη σειρά.
Εφικτός στόχος οι 1.000 μονάδες
Σε κάθε περίπτωση η ανάκτηση του «οχυρού» των 1.000 μονάδων θεωρείται εφικτός στόχος για τη χρηματιστηριακή αγορά. Η οποία χρειάζεται μια άνοδο 7,7% για να υπερβεί το εν λόγω επίπεδο τιμών. Όπου ήταν για τελευταία φορά στις 8 Δεκεμβρίου του 2014 (1.035 μονάδες). Λίγο πρίν έρθει στην εξουσία ο Σύριζα. Με την αγορά να αντιδρά με πτώση 18,8% μέχρι τις 25 Ιανουαρίου που έγιναν οι εκλογές. Καθώς είχε προηγηθεί η επενδυτική σύναξη στο Λονδίνο, όπου τα τότε στελέχη του κόμματος ( Μηλιός, Σταθάκης) είχαν παρουσιάσει σε διαχειριστές χαρτοφυλακίων το κυβερνητικό πρόγραμμα. Το οποίο η Bank of America το είχε χαρακτηρίσει ως «ελληνική τραγωδία»…
Στην τελευταία εκλογική χρονιά που ήταν το 2019, ο Γενικός Δείκτης ενισχύθηκε θεαματικά κατά 49,47%. Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό ανόδου (45,8%) κατεγράφη από το ξεκίνημα του έτους μέχρι τις εκλογές (7 Ιουλίου) με την αγορά να προεξοφλεί την έλευση της φιλοεπενδυτικής κυβέρνησης Μητσοτάκη. Μέσα σε ένα γενικότερα πολύ καλό κλίμα για τα χρηματιστήρια διεθνώς.
Εκλογικές χρονιές με κέρδη για το χρηματιστήριο ήταν επίσης το 1977, το 1985, το 1989, το 1990, το 1993, το 1996, το 2004, το 2007, το 2009, αλλά και το 2012. Όπου η σχηματισθείσα κυβέρνηση Σαμαρά (με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ) από τη δεύτερη στη σειρά εκλογική αναμέτρηση, απομάκρυνε τον εφιάλτη της εξόδου της χώρας από το ευρώ, δίνοντας ώθηση στις μετοχές.
Τα μεγάλα ρεκόρ του ιδιαίτερου 1990
Η χρονιά με τα μεγαλύτερα κέρδη ( 102,86%) ήταν αυτή του 1990 που έφερε στην εξουσία την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η οποία έτυχε της στήριξης του βουλευτή Θόδωρου Κατσίκη για να εξασφαλίσει τη δεδηλωμένη των 151 από τους 300 της Βουλής.
Το εξαιρετικά θερμό κλίμα για τις μετοχές που κυριαρχούσε διεθνώς, σε συνδυασμό με τις προσδοκίες ανάληψης από την Αθήνα των Ολυμπιακών Αγώνων του 1996, προκάλεσε αγοραστική έξαρση. Κατά κύριο λόγο από ιδιώτες Έλληνες επενδυτές, οι οποίοι πολλαπλασίασαν την παρουσία τους στο χρηματιστήριο της Αθήνας.
Ο Γενικός Δείκτης ξεκίνησε το 1990 από τις 459,43 μονάδες και μέχρι τις εκλογές της 8ης Απριλίου είχε αναρριχηθεί στις 671,99 μονάδες καταγράφοντας άνοδο 46,3%. Με εμπροσθοφυλακή τα «χαρτιά» των κατασκευαστικών εταιρειών η χρηματιστηριακή κούρσα συνεχίστηκε και στις 5 Ιουλίου, η αγορά έφτασε στην τότε ιστορική κορυφή των 1.684,31 μονάδων. Σημειώνοντας άνοδο 150,6% στο βραχύβιο μετεκλογικό διάστημα και…266,6% από την αρχή του έτους. Μεγαλύτερη και από εκείνη του 1.999…
Ωστόσο, αρχικά η εισβολή του Ιράκ στο Κουβέιτ ( που προκάλεσε μεγάλη «βουτιά» στις διεθνείς αγοράς) και η εν συνέχεια ανάθεση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Ατλάντα και όχι στην Αθήνα, έφεραν το βίαιο ξεφούσκωμα των τιμών. Καθώς από το ιστορικό του ρεκόρ ο Γενικός Δείκτης υποχώρησε κατά 44,7% για να κλείσει εκείνη τη θυελλώδη χρονιά στις 932 μονάδες. Με τη χρηματιστηριακή αξία των 145 εταιρειών ( 26 νέες εισαγωγές) να διαμορφώνεται στο ισοδύναμο των 9,1 δις ευρώ, ενισχυμένη κατά 4,2 δις ευρώ.
Το 1990 χαρακτηρίστηκε από το μαζικότερο ενδιαφέρον που εκδηλώθηκε για πρώτη φορά στα χρόνια της μεταπολίτευσης, από την πλευρά των ιδιωτών Ελλήνων επενδυτών. Ανοίγοντας επίσης το δρόμο για τη συστηματική πλέον, παρακολούθηση του χρηματιστήριου από τα μέσα ενημέρωσης.
Η κυβέρνηση Σημίτη η «κατακόκκινη» χρονιά του 2000
Στον αντίποδα, η χειρότερη εκλογική χρονιά ήταν εκείνη του έτους 2.000 όπου ο Γενικός Δείκτης έχασε το 38,77% της αξίας του. Στον απόηχο του σκασίματος της μεγάλης φούσκας του 1999,όταν οι 294 εταιρείες του χρηματιστηρίου είχαν φτάσει να τιμολογούνται στα εξωπραγματικά επίπεδα των 212 δισ. ευρώ.
Το έτος 2000 ήταν αυτό που είχε ιστορικά τη μεγαλύτερη διασύνδεση του χρηματιστηρίου με την…προσφυγή στις κάλπες. Η τότε κυβέρνηση Σημίτη προκειμένου να τιθασεύσει τη λαϊκή οργή των επενδυτών είχε κάνει προεκλογικά συντονισμένες προσπάθειες, έτσι ώστε να συγκρατηθούν οι τιμές σε ευπρεπέστερα επίπεδα, με μοχλό τα αλήστου μνήμης «κρατικόχαρτα». Μάλιστα μέχρι τις εκλογές της 9ης Απριλίου, που τον οδήγησαν εκ νέου στην εξουσία ( με την οριακή διαφορά ΠΑΣΟΚ-ΝΔ να είναι 70.000 ψήφοι) η πτώση του Γενικού Δείκτη είχε συγκρατηθεί στο 10,8%. Ενώ μετεκλογικά και μέχρι το τέλος του έτους οι απώλειες ήταν τριπλάσιες.
Στο διάστημα πάντως μέχρι να στηθούν οι κάλπες, διαμορφώθηκε το πρώτο και ογκώδες κίνημα αγανακτισμένων επενδυτών. Οι οποίοι σχεδόν επί καθημερινής βάσεως για ένα διάστημα πολιορκούσαν την τότε έδρα του χρηματιστηρίου, επί της οδού Σοφοκλέους 10.
Μάλιστα σε μια από τις «θερμότερες» μέρες και καθώς η κεντρική είσοδος ήταν μπλοκαρισμένη από διαδηλωτές-επενδυτές, χρειάστηκε να εφαρμοστεί ολόκληρο σχέδιο διαφυγής. Για το οποίο χρησιμοποιήθηκε μια… καταπακτή που οδηγούσε στα υπόγεια του εφαπτόμενου μεγάρου της Εθνικής Τράπεζας.
Ένας ένας, όσοι τότε ήταν στη αίθουσα συναλλαγών του χρηματιστηρίου, χρησιμοποίησαν μια ξύλινη σκάλα για να μπορέσουν να κατέβουν στην καταπακτή και από εκεί να οδηγούν σε άλλη, ασφαλή έξοδο…
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Λίβανος: Στόχος του Ισραήλ είναι η δημιουργία μιας ακατοίκητης νεκρής ζώνης στην λιβανοϊσραηλινή μεθόριο
- Αττική Οδός: Κίνηση μετά από τροχαίο – Μεγάλες καθυστερήσεις στο ρεύμα προς Ελευσίνα
- Βοιωτία: Πυρκαγιά σε δασική έκταση στον Αλίαρτο
- Καλύβια: Συνελήφθη μέλος συμμορίας που καλλιεργούσε SKUNK σε μονοκατοικία- Κατασχέθηκε πάνω από 1 κιλό κάνναβης