ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Στην έκθεση του που δημοσιοποίησε ξημερώματα Σαββάτου, ο οίκος αναθεωρεί επί τα χείρω την πρόβλεψη για την ανάπτυξη φέτος στο 3,5%, από 4,1% στην αξιολόγηση του Ιανουαρίου, καθώς και την πρόβλεψη για το 2023 στο 3,2% από 4% που εκτιμούσε στις αρχές του έτους ενώ βλέπει στο 2,8% την ανάπτυξη το 2024.
Αν και αναγνωρίζει τους παράγοντες που στηρίζουν την ελληνική οικονομία η οποία σε αντίθεση με την Ευρώπη αναμένεται να αναπτυχθεί φέτος με υψηλό ρυθμό άνω του 3%, σύμφωνα με όλες τις προβλέψεις, υπογραμμίζει την επιδείνωση της μακροοικονομικής εικόνας της χώρας εξαιτίας των συνεπειών της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Όπως μεταξύ άλλων σημειώνει η εκρηκτική άνοδος του πληθωρισμού και η αύξηση του κόστους ενέργειας επηρεάζουν αρνητικά την καταναλωτική δύναμη, ενώ η Ελλάδα εξαρτάται κατά 40% από τις εισαγωγές ρωσικού αερίου.
Επιπλέον, το κόστος δανεισμού της χώρας έχει αυξηθεί, όπως αυτό αντανακλάται στην άνοδο των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων ενώ πρόοδος στη μείωση των NPLs επηρέασε αρνητικά την κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών το 2021, μέσω υψηλότερων προβλέψεων για επισφαλή δάνεια.
Τα επίπεδα κεφαλαιοποίησης παραμένουν χαμηλά σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ. Ωστόσο η θετική προοπτική (outlook) υποστηρίζεται στην εκτιίμηση για αναμενόμενη αποκλιμάκωση του χρέους, παρά την άνοδο των επιτοκίων, αλλά και στην πρόοδο που έχει συντελεστεί έως τώρα για τη μείωση των κόκκινων δανείων και την εξυγίανση των τραπεζικών ισολογισμών.
Το επόμενο ραντεβού της ελληνικής οικονομίας με το ενδεχόμενο αναβάθμισης είναι πλέον το Σεπτέμβριο, στις 16 του μηνός αναμένεται αξιολόγηση από Moody’s (που μας διατηρεί τρια σκαλοπάτια κάτω από την επενδυτική βαθμίδα) και τη DBRS (ένα).
Η επόμενη αξιολόγηση της Fitch αναμένεται στις 7 Οκτωβρίου και η δεύτερη αξιολόγηση της S&P στις 21 Οκτωβρίου. Και οι δύο θα ειναι μετά την δημοσιοποίηση του προσχεδίου του ελληνικού κρατικού προϋπολογισμού για το 2023 που θα περάσει από μικροσκόπιο ως προς την ποιότητα και το ευρος των ελαφρύνσεων που θα περιλαμβάνει σε μια καθαρά προεκλογική περίοδο.
Σύμφωνα με τη Fitch:
– Η Ελλάδα έχει υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα που ξεπερνά κατά πολύ τον μέσο όρο των χωρών που αξιολογούνται με “ΒΒ” και “BBB”. Οι δείκτες διακυβέρνησης και ανθρώπινης ανάπτυξης είναι από τους υψηλότερους των κρατών στην ίδια βαθμίδα. Αυτά τα πλεονεκτήματα έρχονται σε αντίθεση με τα ακόμη πολύ υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) και τα πολύ μεγάλα αποθέματα δημόσιου και εξωτερικού χρέους.
– Ενδεχόμενη αδυναμία να μειωθεί ο λόγος τους χρέους προς ΑΕΠ ή ένα νέο δυσμενές σοκ στην ελληνική οικονομία που θα επηρέαζε την ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα ή αρνητικές εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα που αυξάνουν τον κίνδυνο για τα δημόσια οικονομικά και την πραγματική οικονομία θα μπορούσαν να οδηγησει σε υποβάθμιση.
– Αντιθέτως μια σταθερή πτωτική πορεία του λόγου δημόσιου χρέους/ΑΕΠ λόγω πρωτογενούς πλεονάσματος και ισχυρής ονομαστικής αύξησης του ΑΕΠ, η διαρκής βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού των συστημικών τραπεζών και η βελτίωση της μεσοπρόθεσμης αναπτυξιακής δυναμικής και πορείας, ιδίως αν υποστηριχθεί από την εφαρμογή του πλάνου για το Ταμείο Ανάκαμψης και δομικές μεταρρυθμίσεις θα είναι λόγοι αναβάθμισης.
– Το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο 193,3% έως το τέλος του 2021 και προβλέπεται να μειωθεί περαιτέρω στο 171,6% έως το 2024, λόγω της βελτίωσης των πρωτογενών ισοζυγίων και της ευνοϊκής δυναμικής της ανάπτυξης και τους κόστους των τόκων. Παρά τη μείωση αυτή, ο δείκτης χρέους το 2024 εξακολουθεί να προβλέπεται ότι θα είναι μεταξύ των υψηλότερων των κρατών που αξιολογούνται από την Fitch και πάνω από το τριπλάσιο του μέσου όρου των χωρών στην βαθμίδα “BB”. Ωστόσο τα υψηλά ταμειακα αποθέματα και η ευνοϊκή δομή του χρέους με διαχειρίσιμες λήξεις ειναι θετικοί παράγοντες και υποστηρικτικοί της αξιολόγησης Παράλληλα, υπάρχουν ελαφρυντικοί παράγοντες που υποστηρίζουν τη βιωσιμότητα του χρέους. Το απόθεμα ρευστού διαθέσιμου της Ελλάδας είναι σημαντικό (προβλέπεται να ανέλθει στο 14,5% του ΑΕΠ στο τέλος της χρονιάς). Η μέση διάρκεια του ελληνικού χρέους είναι από τις μεγαλύτερες από κάθε άλλο κράτος, περίπου στα 20 έτη. Επιπλέον, το χρέος είναι ως επί το πλείστον σταθερού επιτοκίου, περιορίζοντας τους κραδασμούς από τις αυξήσεις των επιτοκίων.
– Το έλλειμα υποχώρησε στο 7,4% του ΑΕΠ το 2021 από 10,2% το 2020, ταχύτερα των προσδοκιών. Η Fitch αναμένει έλλειμα φέτος, στο 4,55% του ΑΕΠ, με το ρυθμό μείωσης όμως να επιβραδύνεται εξαιτίας των δυσμενέστερων μακροοικονομικών προοπτικών και τα αυξημένα μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της αύξησης των τιμών της ενέργειας, η οποία, σύμφωνα με την κυβέρνηση σημειώνει ο οίκος, θα προσθέσει περίπου το 1,4% του προβλεπόμενου ΑΕΠ στο έλλειμα το 2022. Το έλλειμα θα μειωθεί με εντονότερο ρυθμό τα επόμενα δύο χρόνια, υπό το σενάριο ότι η δημοσιονομική στήριξη για τις τιμές ενέργειας θα διαμορφωθεί στο 1,8% του ΑΕΠ μέχρι το 2024.
– Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 8,3% σε πραγματικούς όρους το 2021, ωστόσο, οι μακροοικονομικές προοπτικές έχουν επιδεινωθεί σημαντικά τους τελευταίους μήνες, με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία να ωθεί ανοδικά τις τιμές της ενέργειας και να επηρεάζει την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων και των καταναλωτών, ενώ ο υψηλός πληθωρισμός επηρεάζει τα πραγματικά εισοδήματα και τη δυναμική της κατανάλωσης. Οι άμεσοι εμπορικοί δεσμοί (συμπεριλαμβανομένου του τουρισμού) της Ελλάδας μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας είναι μικροί. Ωστόσο, η Ελλάδα εξαρτάται από τη Ρωσία για το 40% περίπου των συνολικών εισαγωγών φυσικού αερίου και είναι ευάλωτη σε περαιτέρω αυξήσεις των τιμών και πιθανές διαταραχές του ενεργειακού εφοδιασμού. Υποστηρικτικά ωστόσο για την ανάπτυξη επιδρά η αξιοποίηση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και η περαιτέρω ανάκαμψη του τουρισμού.
– Ο οίκος αναμένει ότι ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει στο δεύτερο εξάμηνο του 2022 και θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο στο 7,3% για ολόκληρο το έτος και αναμένει αισθητή αποκλιμάκωση στο 1,8% το 2023 και 1% το 2024. Ανταποκρινόμενη στις αυξανόμενες πληθωριστικές πιέσεις, τονίζει η Fitch, η κυβέρνηση εισήγαγε δύο αυξήσεις στον κατώτατο μισθό φέτος. Η συνολική αύξηση του κατώτατου μισθού είναι 7,5% σε σύγκριση με τα τέλη του 2021. Οι αυξήσεις του κατώτατου μισθού θα στηρίξουν την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, αν και ενέχουν τον κίνδυνο δυσμενών επιπτώσεων στη ζήτηση εργασίας και τη μετακύλιση στις τιμές.
– Το συνολικό επίπεδο των εγχώριων NPLs μειώθηκε σημαντικά έως το πρώτο τρίμηνο του 2022, σε 17,7 δισ. ευρώ από 47,3 δισ. ευρώ σε σύγκριση με έναν χρόνο νωρίτερα. Ο δείκτης NPLs μειώθηκε στο 12,1% από 30,3% την ίδια περίοδο, φθάνοντας στο χαμηλότερο επίπεδο από το β’ τρίμηνο του 2010. Ωστόσο, η πρόοδος στη μείωση των NPLs επηρέασε αρνητικά την κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών το 2021, μέσω μεγαλύτερων προβλέψεων για επισφαλή δάνεια. Τα επίπεδα κεφαλαιοποίησης των τραπεζών παραμένουν χαμηλά σε σύγκριση με άλλες χώρες της ΕΕ.
Διαβάστε επίσης
Kληρώνει για την αναβάθμιση από τη Fitch – Αγωνιά η Αθήνα
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Ελβετικά ρολόγια: Η Κίνα ροκανίζει τις εξαγωγές – Συνεχίστηκε η μείωση για δεύτερο συνεχόμενο μήνα τον Οκτώβριο
- Αυλαία στους ομίλους του Nations League με κρίσιμα παιχνίδια
- Τράπεζα Κύπρου: Ποσοστό 4,75% απέκτησε η Wellington Management Group
- Ιvanka Trump: Με υποθήκη η ανακαίνιση της πολυτελούς έπαυλης των 24 εκατομμυρίων δολαρίων στο Indian Creek