ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Η ομάδα των Henry Allen και Jim Reid της Deutsche Bank επισημαίνουν στην πρωινή ενημέρωση των πελατών της γερμανικής τράπεζας ότι το sell-off της αγοράς έχει δείξει κάποια πρώτα σημάδια σταθεροποίησης, μετά την απίστευτη πτώση των τελευταίων ημερών.
«Ο S&P 500 σημείωσε χθες πτώση -0,23% «μόνο», ενώ τα futures σήμερα το πρωί σημειώνουν άνοδο +1,32%, που θα είναι η πρώτη θετική ημέρα από την ανακοίνωση των αμοιβαίων δασμών. Αυτό το μοτίβο είναι εμφανές σε παγκόσμιο επίπεδο. Στην Ασία σήμερα το πρωί, ο Nikkei (+4,99%) βρίσκεται σε πορεία για την καλύτερη ημέρα του από την καλοκαιρινή αναταραχή, ανεβαίνοντας εκ νέου μετά τη δήλωση του Υπουργού Οικονομικών Bessent ότι «θα περίμενα ότι η Ιαπωνία θα πάρει προτεραιότητα».
Άλλοι δείκτες ανακάμπτουν επίσης, όπως ο Shanghai Comp (+0,91%), ο Hang Seng (+1,58%) και ο S&P/ASX 200 (+1,73%), ενώ στην Ευρώπη, τα futures για τον DAX(+1,93%) και τον FTSE 100 (+1,77%) είναι επίσης θετικά», εξηγεί το δίδυμο της τράπεζας.
«Ωστόσο, παρά τη σημερινή πρωινή ανάκαμψη, οι αγορές δύσκολα βρίσκονται σε καλή θέση αυτή τη στιγμή, με απίστευτη μεταβλητότητα να εξακολουθεί να υφίσταται σε διάφορες κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Μην ξεχνάτε ότι ο S&P 500 έχει πλέον υποχωρήσει κατά -10,73% από τις ανακοινώσεις για τους δασμούς, σημειώνοντας τη χειρότερη 3ήμερη επίδοση από τον Μάρτιο του 2020, στο απόγειο της πανδημικής αναταραχής. Αυτό που ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακό χθες ήταν ότι τα κρατικά ομόλογα γνώρισαν επίσης ένα ισχυρό sell-off, με την απόδοση του τριαντακονταετούς (30yr) ομολόγου των ΗΠΑ να σημειώνει τη μεγαλύτερη ημερήσια άνοδο από τον Μάρτιο του 2020. Αυτό σηματοδότησε μια μεγάλη αλλαγή σε σχέση με τις πρόσφατες συνεδριάσεις, όταν οι επενδυτές είχαν μετακινηθεί σε κρατικά ομόλογα εν μέσω της κίνησης μείωσης του κινδύνου, και «δίνει πάσα» για ευρύτερες ανησυχίες σχετικά με την ασφάλεια των αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων και την ικανότητά τους να λειτουργούν ως καταφύγιο σε περιόδους πίεσης της αγοράς», προβλέπουν οι αναλυτές.
«Όλα αυτά συνέβησαν καθώς ο πρόεδρος Τραμπ δεν έδειξε κανένα σημάδι ότι θα αλλάξει πορεία όσον αφορά τους αμοιβαίους δασμούς, οι οποίοι εξακολουθούν να ισχύουν από αύριο. Αν μη τι άλλο, η ρητορική του Τραμπ έδειχνε προς περαιτέρω κλιμάκωση και δήλωσε χθες ότι “αν η Κίνα δεν αποσύρει την αύξηση κατά 34% πάνω από τις ήδη μακροχρόνιες εμπορικές καταχρήσεις της μέχρι αύριο, 8 Απριλίου 2025, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιβάλουν ΠΡΟΣΘΕΤΟΥΣ δασμούς στην Κίνα ύψους 50%, με ισχύ από τις 9 Απριλίου”.
Πρόσθεσε επίσης ότι οι συναντήσεις με την Κίνα θα “τερματιστούν”. Έτσι, αυτό οδήγησε σε μια νέα κίνηση risk-off, και αργότερα το κινεζικό Υπουργείο Εμπορίου δήλωσε σε ανακοίνωσή του ότι “αν οι ΗΠΑ επιμείνουν στον δικό τους τρόπο, η Κίνα θα πολεμήσει μέχρι τέλους”.
Ομολογουμένως, ο Τραμπ ακούστηκε ανοιχτός στην επίτευξη συμφωνιών με άλλες χώρες, λέγοντας στο μήνυμά του σχετικά με τους δασμούς της Κίνας ότι “οι διαπραγματεύσεις με άλλες χώρες, οι οποίες έχουν επίσης ζητήσει συναντήσεις, θα αρχίσουν να λαμβάνουν χώρα αμέσως”. Αργότερα, είπε επίσης ότι “μπορεί να υπάρξουν μόνιμοι δασμοί και μπορεί επίσης να υπάρξουν διαπραγματεύσεις, διότι υπάρχουν πράγματα που χρειαζόμαστε πέρα από τους δασμούς”.
Όμως οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης έχουν χτυπήσει εντελώς διαφορετικούς τόνους για το θέμα αυτό, με τον σύμβουλο του Λευκού Οίκου Πίτερ Ναβάρο να γράφει σε άρθρο του στους FT: “Αυτό δεν είναι διαπραγμάτευση”, ενώ ο υπουργός Οικονομικών Μπέσεντ δήλωσε ότι “όλα είναι στο τραπέζι” όταν ρωτήθηκε για το ενδεχόμενο μείωσης των δασμών», συνεχίζει ο οίκος.
«Αν και οι αγορές αντιμετωπίζουν απίστευτα πιεσμένες συνθήκες αυτή τη στιγμή, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά της χθεσινής συνεδρίασης ήταν μια σύντομη άνοδος άνω του +5% ενδοσυνεδριακά για τον S&P 500, λίγο μετά το άνοιγμα των ΗΠΑ. Αυτό έγινε μετά από μια δήλωση που έκανε ο Κέβιν Χάσετ, διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου, που ανέφερε ότι ο πρόεδρος Tραμπ εξέταζε το ενδεχόμενο μιας 90ήμερης παύσης των δασμών για όλες τις χώρες εκτός από την Κίνα. Καθώς όμως προέκυψαν ερωτήματα σχετικά με το από πού είχε προέλθει αυτή η είδηση, χωρίς να υπάρχει διαθέσιμη πηγή που να την επιβεβαιώνει, η αγορά εγκατέλειψε γρήγορα τα περισσότερα από αυτά τα κέρδη και πάλι, με τον S&P 500 να επιστρέφει σε αρνητικό έδαφος.
Αυτό αποτελεί μια σαφής ένδειξη ότι οι αγορές είναι πολύ ευαίσθητες σε οποιεσδήποτε αλλαγές πολιτικής, δεδομένου ότι ακόμη και μία αβάσιμη είδηση ήταν ικανή να οδηγήσει σε μια τεράστια αντίδραση της αγοράς», καταλήγει η τράπεζα και οι αναλυτές της.
Διαβάστε επίσης:
Chevron: Τρέχουν οι διαδικασίες για ολοκλήρωση της σύμβασης παραχώρησης μέσα στο 2025
Πιερρακάκης: Τροχάδην για μεταρρυθμίσεις – Το παρασκήνιο του ΚΥΣΟΙΠ και το μήνυμα στους επενδυτές
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
