Ομαλά και με κινητήριο δύναμη την ουσιώδη βελτίωση της ελληνικής οικονομίας και των αναπτυξιακών της προοπτικών που ανοίγουν την όρεξη των επενδυτών θα κυλήσει η αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις ελληνικές τράπεζες, μέσω της οποίας το ελληνικό Δημόσιο μπορεί να προσβλέπει σε έσοδα της τάξης των 3,1 δισ. ευρώ.

Αυτό εκτιμά ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS, που ήταν ο πρώτος επιλέξιμος από την ΕΚΤ οίκος, ο οποίος έδωσε στη χώρα την επενδυτική βαθμίδα τον Σεπτέμβριο.

Σε ειδικό report του, ο οίκος εκτιμά πως η αποεπένδυση αναμένεται να εξελιχθεί ομαλά, καθώς αυξάνονται οι ροές επενδύσεων στη χώρα, ενώ οι ελληνικές τράπεζες έχουν ήδη ισχυροποιήσει τα θεμελιώδη και συνολικά τη θέση τους.

Ταυτόχρονα, όμως, η ίδια η διαδικασία αποεπένδυσης και η επανιδιωτικοποίηση των ελληνικών τραπεζών θα λειτουργήσει, σύμφωνα με την DBRS, ως παράγοντας ενίσχυσης της ρευστότητας στην κεφαλαιαγορά παρέχοντας περισσότερες ευκαιρίες για την προσέλκυση επενδύσεων στη χώρα.

Σύμφωνα με τον διεθνή οίκο, ο οποίος σημειώνει την έναρξη της διαδικασίας με την πώληση του 1,4% των μετοχών της Eurobank, η πορεία της αποεπένδυσης είναι συνάρτηση της ευρύτερης βελτίωσης της οικονομίας.

Κλειδί η βελτίωση των οικονομικών προοπτικών

Η αυξημένη εμπιστοσύνη της επενδυτικής κοινότητας προς την ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με τη βελτίωση στο επιχειρηματικό περιβάλλον και το σταθερό πολιτικό περιβάλλον μετά και τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές στη χώρα, εξασφαλίζουν μια περίοδο συνέχειας στις πολιτικές και είναι ένας σημαντικός παράγοντας σε μια συγκυρία που η χώρα θέλει να πετύχει τους στόχους της στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και να προσελκύσει επενδύσεις χρειάζεται.

Η αύξηση των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων από το 2019 και μετά – με εξαίρεση το 2020 λόγω πανδημίας – είναι αξιοσημείωτη ενώ οι περισσότερες ΞΑΕ προέρχονται από την ΕΕ ενώ οι μεγαλύτερες επενδύσεις σε ακίνητα έρχονται από την Ελβετία, τις ΗΠΑ και τη Μ. Βρετανία.

Παρά τη βελτίωση η χώρα οφείλει να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, που ενισχύουν την αύξηση των επενδύσεων και την επίτευξη ανάπτυξης που στηρίζεται σε αυτές, προκειμένου να διαχειριστεί ευκολότερα τις προκλήσεις που εξακολουθεί να αντιμετωπίζει όπως το υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, την υψηλή ανεργία και χρονίζουσες αδυναμίες στο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Στα 3,1 δισ. ευρώ ο πήχης των εσόδων από την αποεπένδυση του ΤΧΣ

Σημειώνοντας πως το Ταμείο δεν δεσμεύεται σε συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα ή αλληλουχία των συναλλαγών εντός του συνολικού πλαισίου εκποίησης, που θα μπορούσε να είναι επιζήμια για τη συνολική αξία του χαρτοφυλακίου του, αναφέρει πως επί της αρχής το Ταμείο θα ήθελε στρατηγικούς επενδυτές, διεθνώς αναγνωρισμένους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς, με μακροπρόθεσμο επενδυτικό ορίζοντα, ικανών να στηρίξουν τη προσπάθεια των ελληνικών τραπεζών να εκσυγχρονιστούν και θωρακιστούν απέναντι σε σύγχρονες περιβαλλοντικές και τεχνολογικές προκλήσεις.

Εξετάζονται όμως και άλλες επενδυτικές επιλογές όπως οι πωλήσεις μέσω κεφαλαιαγοράς και ιδιωτικών πωλήσεων.

Σύμφωνα με το νομικό του πλαίσιο, το ΤΧΣ στοχεύει να διαθέσει όλες τις μετοχές του στις ελληνικές συστημικές τράπεζες πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2025, υπό τους όρους της αγοράς.

Στον βαθμό που το χαρτοφυλάκιο δεν έχει πλήρως πωληθεί μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου 2025, ο Νόμος του ΤΧΣ προβλέπει ότι κατά την ημερομηνία λήξης τυχόν περιουσιακά στοιχεία και υποχρεώσεις που έχουν απομείνει μεταφέρονται σε διάδοχο σχήμα που θα πρέπει να συμφωνηθεί μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και ESM.

Στα τέλη Σεπτεμβρίου 2022, η εύλογη αξία των μετοχών του ΤΧΣ που κατείχε σε τράπεζες ήταν περίπου 1,8 δισ. ευρώ, και θα μπορούσαν να εισπραχθούν περί τα 3,1 δισ. ευρώ από την αποεπένδυση των συμμετοχών σε συστημικές τράπεζες, με βάση τις τρέχουσες τιμές των μετοχών των τραπεζών αλλά και την εν εξελίξει διαδικασία επαναγοράς της Eurobank.

Ωστόσο, σημειώνει ότι η πλήρης αποεπένδυση αναμένεται μέχρι το τέλος του 2025, ως μια ανταγωνιστική διαδικασία, επομένως αυτά τα στοιχεία ενδέχεται να οδηγήσουν σε σημαντικές διαφορές σε σχέση με τις τρέχουσες τιμές.

Αυξημένη η διάθεση για επενδύσεις στην Ελλάδα

Η έξοδος του ΤΧΣ από τις μεγάλες ελληνικές τράπεζες θα προχωρήσει ομαλά, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες σημαντικές βελτιώσεις στα πιστωτικά μεγέθη των τραπεζών και την ανθεκτικότητα της οικονομίας της χώρας.

Η επενδυτική διάθεση για τοποθετήσεις στην Ελλάδα έχει αυξηθεί και η τάση αναμένεται να συνεχιστεί εξαιτίας των θετικών προοπτικών για την εγχώρια οικονομία παρά τις προκλήσεις εξαιτίας των υψηλότερων επιτοκίων, του πληθωρισμού του υψηλού δημοσίου χρέους και των γεωπολιτικών εντάσεων.

Επιπλέον, το Ταμείο Ανάκαμψης συνιστά μια μεγάλη αναπτυξιακή ευκαιρία για τη χώρα συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας για τις τράπεζες να αυξήσουν τα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους και να παρέχουν στήριξη στην οικονομία μετά από αρκετά χρόνια στασιμότητας.

Διαβάστε επίσης:

Citi: Αγοράστε τη βουτιά στις παγκόσμιες μετοχές

Kolanovic (JP Morgan): Προβλέπει βουτιά 20% για τον S&P 500 και προειδοποιεί για ενδεχόμενη ύφεση

Νέο κρας τεστ για τα ομόλογα – Πληθωρισμός και εργασία στο ραντάρ επενδυτών

______________________                                                                         

Αυτοδιοικητικές εκλογές 2023

Αυτοδιοικητικές εκλογές 2023: Όλες οι εξελίξεις

Οδηγός Εκλογών – Όλα όσα πρέπει να ξέρετε