Τη Δευτέρα είναι η συνεδρίαση κλειδί που θα μπορούσε να κρίνει πρώτον, την ένταξη της Τέρνα Ενεργειακή στον MSCI και δεύτερον, την επιστροφή της Μότορ Όιλ, στον ίδιο δείκτη.

Σύμφωνα με χρηματιστηριακούς αναλυτές και οι δύο μετοχές βρίσκονται στην κόψη του ξυραφιού ως προς την ένταξή τους στον συγκεκριμένο δείκτη – βαρόμετρο που παρακολουθούν όλοι οι μεγάλοι ξένοι παίκτες.

Τη Δευτέρα, θα φανούν οι διαθέσεις, οι κινήσεις της τελευταίας στιγμής, με απώτερο στόχο τη βελτίωση της κεφαλαιοποίησής τους πριν ο αμερικανικός οίκος αποφασίσει το βράδυ της 10ης Νοεμβρίου την ένταξη των δύο μετοχών, ή μίας εκ των δύο.

Ήδη, η μετοχή της Τέρνα Ενεργειακή ΤΕΝΕΡΓ -0,16% 19,32 εμφανίζει κεφαλαιοποίηση 2,160 δισ. Ευρώ, που σημαίνει ότι αφαιρουμένης της συμμετοχής των βασικών μετόχων (περί το 49%), η καθαρή προς αξιολόγηση κεφαλαιοποίηση προσεγγίζει το 1,1 δισ. Ευρώ.

Υπενθυμίζεται ότι η Morgan Stanley λαμβάνει ως όριο της καθαρής κεφαλαιοποίησης (αν αφαιρεθεί το ποσοστό του βασικού μετόχου και το ποσοστό κατοχής ιδίων μετοχών) το 1 δισ. Δολάρια.

Στην Μότορ Όιλ ΜΟΗ 1,86% 23,04 η συνολική κεφαλαιοποίηση διαμορφώνεται στο 1,950 δισ. Ευρώ, που σημαίνει ότι αφαιρουμένου του ποσοστού των βασικών μετόχων, της οικογένειας Βαρδινογιάννη, αλλά και του ποσοστού κατοχής ιδίων μετοχών, που λογίζεται λίγο πάνω από 1,2%, η καθαρή κεφαλαιοποίηση υπολογίζεται περί το 1 δισ. Ευρώ.

Προφανώς, μία γενναία κίνηση των μετοχών, ενδεχομένως άλλαζε τα δεδομένα, σημειώνουν οι αναλυτές, που δεν παύουν να είναι επιφυλακτικοί.

Το καλάθι του MSCI που απαρτίζουν οι ελληνικές μετοχές διαμορφώνεται από οκτώ: Τον ΟΤΕ, τον ΟΠΑΠ, το Jumbo, τη ΔΕΗ, την Eurobank, την Αlpha, την Εθνική και τον Μυτιληναίο.

Για την Τέρνα Ενεργειακή, η προοπτική αυτή θα αποτελούσε ισχυρή ψήφο εμπιστοσύνης και περαιτέρω χρηματιστηριακή ενδυνάμωση τη στιγμή που βρίσκονται σε εξέλιξη οι διαπραγματεύσεις της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ με την First Sentier.

Για, δε, τη Μότορ Όιλ, η επιστροφή της στον MSCI, 2,5 χρόνια μετά την αποχώρησή της λόγω Covid, θα αποτελούσε ισχυρή αναβάθμιση, σημειώνουν οι ίδιοι αναλυτές.

Οι αλλαγές του MSCI θα τεθούν σε ισχύ την 1η Δεκεμβρίου.

Πάντως, η JP Morgan εξηγεί ότι ο MSCI Greece είναι ελκυστικός και προβλέπει άνοδο 10% μέχρι τέλος του χρόνου. Η JP Morgan εστιάζει στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, ενώ κατατάσσει το Χρηματιστήριο Αθηνών στην τριάδα των αγορών που αναμένεται να υπεραποδώσουν έως τα τέλη του έτους.

Ειδικότερα, για τον δείκτη MSCI Greece, η αμερικανική τράπεζα προβλέπει τιμή στόχο στις 3,4 μονάδες από 3,14 μονάδες που είναι η τρέχουσα αποτίμηση.

Με βάση τη μέθοδο bottom-up, το περιθώριο ανόδου είναι 8% και με βάση την top-down προσέγγιση το περιθώριο ανόδου εκτιμάται στο 10% και είναι στην τριάδα των αγορών που θα υπεραποδώσει του συνόλου για το 2022.

Ωστόσο, είναι φανερό ότι τα περιθώρια ανόδου για τις αναδυόμενες αγορές συνολικά είναι περιορισμένα καθώς το υψηλότερο περιθώριο ανόδου με την προσέγγιση bottom-up είναι 13% για την αγορά της Αιγύπτου και συνολικά για τον δείκτη των αναδυόμενων αγορών είναι μόλις 6%.

Βάσει των υπολογισμών της JP Morgan, ο δείκτης MSCI Greece εμφανίζει αποτίμηση 7,2 φορές σε όρους forward P/E, ο οποίος είναι χαμηλότερα από τις 10,6 φορές του δείκτη MSCI EM αλλά υψηλότερα από τις αγορές της Νοτιοανατολικής Ευρώπης όπως Πολωνία, Ουγγαρία, και Τουρκία.

Αναφορικά με τις επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, η JP Morgan τονίζει πως θα είναι άκρως ικανοποιητικές σε σχέση με τις αναδυόμενες αγορές, πλην του πληθωρισμού που προβλέπεται σε 9,4% φέτος και είναι υψηλότερος από το μέσο όρο.

Η ανάπτυξη του ΑΕΠ φέτος θα είναι της τάξεως του 5,5% και 1,4% το 2023, επίπεδα σημαντικά υψηλότερα από τις ανεπτυγμένες αλλά και τις αναδυόμενες αγορές.

Διαβάστε επίσης:

Η «αριστοκρατία» των μερισμάτων: Ποιοι βασικοί μέτοχοι έχουν λάβει τα πιο πολλά από τις διανομές των 2,26 δισ.