Η Goldman Sachs, η UBS, η Barclays και η JP Morgan εκφράζουν τις εκτιμήσεις τους για την πορεία των μετοχών και προετοιμάζουν τους επενδυτές για το τέλος του 2022 αλλά και το 2023.

Η ελβετική τράπεζα UBS εκτιμά ότι παρότι μια βραχυπρόθεσμη ανάκαμψη είναι πιθανή, σημειώνει ότι οι τιμές των μετοχών είναι πολύ υψηλές, αλλά το 2023 θα διαμορφωθεί ένα πιο εποικοδομητικό περιβάλλον για τα ριψοκίνδυνα περιουσιακά στοιχεία. Τα αρνητικά στοιχεία που επισημαίνει για την τρέχουσα περίοδο για τις μετοχές είναι:

1

1)η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ να ολοκληρώσει την αύξηση των επιτοκίων το πρώτο τρίμηνο του 2023, αν και τα τελευταία στοιχεία για τον πληθωρισμό και την αγορά εργασίας υποδηλώνουν ότι οι μειώσεις των επιτοκίων παραμένουν μια μακρινή προοπτική.

2)οι συνέπειες της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής για την οικονομία και τα εταιρικά κέρδη δεν αντικατοπτρίζονται καλά στις προβλέψεις των αναλυτών, κατά την άποψή τους.

3)παρά τους αυξημένους κινδύνους για την ανάπτυξη και την αύξηση της μεταβλητότητας, οι αγορές μετοχών δεν έχουν γίνει φθηνότερες σε σχέση με τα ομόλογα, ούτε έχουν ακόμη αποτιμήσει μια ουσιαστική επιβράδυνση της ανάπτυξης και των κερδών.

Η βρετανική Barclays είναι πιο απαισιόδοξη. Τόσο οι αποτιμήσεις όσο και οι εκτιμήσεις των αναλυτών για τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) είναι αποσυνδεδεμένες από τα θεμελιώδη μεγέθη. Στο βασικό σενάριο της Barclays, η τιμή στόχος για τον δείκτη S&P το 2023 είναι οι 3.675 μονάδες, με περιθώριο ανόδου μόλις 3%. Στο καλό σενάριο (bull case) της τράπεζας ο στόχος ανέρχεται σε 4.218 μονάδες και περιθώριο ανόδου 17%, ενώ στο κακό σενάριο (bear case) για ύφεση το 2023, ο στόχος διαμορφώνεται σε 3.135 μονάδες και 12,5% χαμηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα.

Η αρνητική εκτίμηση για φέτος ωστόσο είναι το βασικό σενάριο της. Τα άσχημα νέα είναι ότι για φέτος η τράπεζα προβλέπει το δείκτη στις 3.205 μονάδες ή 10% χαμηλότερα στο βασικό της σενάριο. Στις 3.360 μονάδες στο καλύτερο σενάριο, η πτώση είναι 3% και στο κακό σενάριο ο S&P 500 κατρακυλάει χαμηλότερα από τις 3.000 μονάδες στις 2.982 μονάδες και 18% πτώση. Σύμφωνα με τη βρετανική τράπεζα, η άνοδος του πληθωρισμού ήταν ένας ισχυρός άνεμος για τα κέρδη από πέρυσι, ωστόσο, η πτώση του πληθωρισμού θα έχει την αντίθετη επίδραση στα κέρδη και οι αναλυτές υποεκτιμούν την αρνητική λειτουργική μόχλευση της πτώσης του πληθωρισμού.

Άμυνα, αλλά όχι διψήφια επίπεδα πτώσης προβλέπει και η Goldman Sachs και συστήνει, ωστόσο, αυξημένες θέσεις σε μετρητά και εμπορεύματα, ουδέτερη θέση στα εταιρικά και κρατικά ομόλογα και μειωμένες θέσεις στις μετοχές, καθώς βλέπει συνεχείς δυσκολίες και «αντίθετους ανέμους» από τις υψηλότερες πραγματικές αποδόσεις και το αδύναμο μείγμα ανάπτυξης/πληθωρισμού. Παράλληλα, αναμένει κορύφωση στον πληθωρισμό, επιφυλακτικότητα των «γερακιών», κίνδυνο ύφεσης και πτωτική διάθεση των επενδυτών.

«Παραμένουμε σε μειωμένες θέσεις στις μετοχές για το επόμενο τρίμηνο, αλλά είμαστε ουδέτεροι για τον ορίζοντα των 12 μηνών και αναζητούμε ευκαιρίες για επαναφορά του κινδύνου. Ωστόσο, μέχρι το τέλος του έτους βλέπουμε περιορισμένη άνοδο λόγω των αντίθετων ανέμων για τις αποτιμήσεις των μετοχών από την αύξηση των πραγματικών αποδόσεων, τα χαμηλά ασφάλιστρα κινδύνου των μετοχών και τις πιθανές αρνητικές αναθεωρήσεις των κερδών», εξηγεί η τράπεζα.

Την πιο αισιόδοξη προσέγγιση διατηρεί η JP Morgan και ο Marko Kolanovic, που εξακολουθεί να πιστεύει ότι η ασιατική ανάπτυξη θα στηρίξει τον παγκόσμιο κύκλο και η χαμηλή τοποθέτηση των επενδυτών παρέχει ένα ‘πάτο’ στην αγορά μετοχών. Αν και ο Kolanovic «λειαίνει» τη bullish άποψή του για τις μετοχές, παραμένει ο πιο αισιόδοξος strategist στη Wall Street. «Ενώ παραμένουμε θετικοί και πάνω από το μέσο όρο των αναλυτών (consensus), οι εξελίξεις αυτές είναι πιθανό να εισάγουν καθυστερήσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας και της αγοράς, θέτοντας σε κίνδυνο τους στόχους μας για τις τιμές του 2022, γεγονός που υποδηλώνει ότι ενδέχεται να μην επιτευχθούν μέχρι το 2023 ή όταν οι κίνδυνοι αυτοί μειωθούν», εξηγεί ο Kolanovic.

Διαβάστε επίσης

Barclays: Γιατί οι μετοχές δεν έχουν πιάσει ακόμα πάτο