ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Το ράλι της ΤΙΤΑΝ, το νέο Βατερλώ της Απαλαγάκη, το κινεζικό μαρτύριο για τον Μάνο, τα υπερόπλα Πιτσιλή, η αλήθεια για τη Μιράντα Πατέρα και ο γάτος Dollar, ο αεικίνητος Πιέρ και ο θαρραλέος πολιτικός με την κομμώτρια
Η κυβέρνηση κι ο ίδιος ο πρωθυπουργός έχουν διαψεύσει κατηγορηματικά ότι θα είναι χρονιά εκλογών και μάλιστα με τρόπο που δεν χωράει «ναι μεν, αλλά…». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μάλιστα, έχει περιγράψει τον πολιτικό σχεδιασμό του, ο οποίος υπερβαίνει το διάστημα που απομένει έως τις εκλογές (αν αυτές γίνουν στον προβλεπόμενο χρόνο τους, δηλαδή σε δεκαοχτώ μήνες) και έχει ορίζοντα δεκαετίας. Έτσι, από εδώ και πέρα, κάθε τι πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, μετράει διαφορετικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βέβαια ζητάει εκλογές εδώ και τώρα. Δεν έχει λογική όμως αυτό το αίτημα. Βρίσκεται πίσω κατά 11% έως 14% από τη ΝΔ στην απλή πρόθεση ψήφου, κάτι που απλά σημαίνει πως αν γίνονταν εκλογές τώρα, θα έχανε με διαφορά από 13% έως 15%.
Δεν έχει όμως λογική και το σκεπτικό του αιτήματος. Όσες φθορές και αν υφίσταται η κυβέρνηση, όσες ενστάσεις και αν συναντούν επιλογές της στην διαχείριση της πανδημίας και σε άλλους τομείς, τα συγκριτικά στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνηση της ΝΔ σύμφωνα με σειρά δημοσκοπήσεων θεωρούνται ως κατά πολύ πιο κατάλληλοι να διαχειριστούν την πανδημία, την οικονομική κρίση, την Ανάπτυξη, το μεταναστευτικό, τα θέματα εξωτερικής πολιτικής κ. ά σε σχέση με μια πιθανή Κυβέρνηση Αλέξη Τσίπρα–ΣΥΡΙΖΑ.
Όσο και αν η κυβερνητική πολιτική συγκεντρώνει γκρίνια και συχνά δυσφορία, λίγοι μα πολύ λίγοι μπορούν να πιστέψουν τις καταγγελίες περί μιας κυβέρνησης που έχει καταστρέψει την χώρα. Έπειτα, ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι χθες έφερνε ως επιχείρημα ότι δεν ζητάει εκλογές από υπευθυνότητα απέναντι στην κατάσταση λόγω πανδημίας και τις ζητάει τώρα που σε όλο τον πλανήτη φοβούνται το τσουνάμι που θα προκαλέσει η μετάλλαξη «Ο».
Σκούρες οι προβλέψεις για τον Τσίπρα
Το αίτημα που διατυπώνει ο Αλέξης Τσίπρας, απλά επιβεβαιώνει το στρατηγικό κενό του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και την αδυναμία του να μετεξελιχθεί σε ένα σύγχρονο και σοβαρό κεντροαριστερό κόμμα. Δείχνει επίσης τον φόβο του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο νέο πολιτικό αρχηγό, Νίκο Ανδρουλάκη και τη δυναμική δημοσκοπική άνοδο του ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ).
Κακά τα ψέματα. Για κάθε μία ψήφο που χάνει η ΝΔ προς το ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ) από τον επαναπατρισμό πασοκογενών, μεταρρυθμιστικών δυνάμεων που ψήφισαν Κυριάκο Μητσοτάκη το 2019, φαίνεται να χάνει δύο με δυόμισι ο ΣΥΡΙΖΑ προς το ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ).
Έχει κάθε λόγο επομένως να φοβάται ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος αν υποστεί δύο διαδοχικές ήττες και μάλιστα με επίδοση πολύ μικρότερη του 2019, θα αμφισβητηθεί ευθέως και σοβαρά πια για την ηγεσία του.
Ασφαλώς, πολλά θα εξαρτηθούν από το κατά πόσο θα καταφέρει το ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ) να αποδείξει ότι δεν είναι ένα ακόμα δημοσκοπικό πυροτέχνημα – αυτό θα εξαρτηθεί από πολλά στο αμέσως επόμενο τετράμηνο-εξάμηνο. Έχει πάντως αέρα στα πανιά του αυτή την ώρα και αυτό φοβίζει.
Σημαίνει αυτό ότι η Κυβέρνηση προχωράει άφοβα και με ασφάλεια προς την επαλήθευση του σεναρίου των διπλών εκλογών και της επίτευξης αυτοδυναμίας της ΝΔ;
Θα πούμε «όχι». Η ανυπαρξία μέχρι στιγμής ουσιαστικής, σοβαρής αντιπολίτευσης μπορεί να την βοηθάει να έχει παραμείνει επί δυόμισι χρόνια τόσο μπροστά δημοσκοπικά, όμως της κάνει και ζημιά.
Οι κίνδυνοι που θ’ αντιμετωπίσει η κυβέρνηση
Στην αντιμετώπιση, για παράδειγμα, της πανδημίας έχει δείξει ολιγωρία και καθυστέρηση στη λήψη μέτρων που της χρεώνεται, περισσότερο δε που υπάρχουν και σημάδια κόπωσης της κοινωνία λόγω της διάρκειας της υγειονομικής κρίσης, η οποία βέβαια είναι παγκόσμιο φαινόμενο, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν δημιουργεί προβλήματα στον κάθε πολίτη.
Η ενεργειακή κρίση έχει τροφοδοτήσει σειρά ανατιμήσεων και φαίνεται μια διακριτή αδυναμία να εξηγηθεί η αλυσίδα που δημιουργείται, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν αρχίζει να δημιουργείται πρόβλημα σε μια χώρα που επί της ουσίας δεν έχει υπάρξει μια σημαντική αύξηση μισθών και συντάξεων επί δέκα και πάνω χρόνια λόγω και της μνημονιακής περιόδου.
Πολύ σωστά λοιπόν, στο επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη έχουν αρχίσει να αξιολογούν με μεγαλύτερο ενδιαφέρον την δημοσκοπική ενίσχυση του ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ). Το ενδεχόμενο να επιβεβαιωθεί και να παγιωθεί η τάση, προξενεί μία ανησυχία στο Μέγαρο Μαξίμου για δύο κυρίως λόγους: Ως προς το ποσοστό κεντρογενών ψηφοφόρων, οι οποίοι θα αναζητούσαν μία εναλλακτική, λόγω και της αβελτηρίας της κυβέρνησης σε διάφορα πεδία και, ως προς το ενδεχόμενο να καταστεί το ΠΑΣΟΚ αξιόπιστος πόλος αντιπολίτευσης και να διεκδικήσει ένα αξιόλογο ποσοστό στις εκλογές.
Σε κάθε περίπτωση πανδημία, ενεργειακή και κλιματική κρίση, αλλά και η συνεχιζόμενη κρίση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ σε μια χώρα που ήταν απροετοίμαστη και χωρίς απαραίτητες υποδομές και μηχανισμούς, παρά τα εύκολα λόγια των δυνάμεων της αντιπολίτευσης, τουλάχιστον αυτών που είχαν κυβερνήσει.
Όλοι ξέρουμε ότι το περίφημο ΕΣΥ ήταν προβληματικό, γεμάτο παθογένειες και δυσλειτουργίες για χρόνια και για πολύ πριν από την πανδημία, ενώ ο Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας αντιστοιχούσε σε άλλες εποχές και ταυτόχρονα η χώρα είχε μείνει χωρίς ανανέωση εξοπλισμού για πάνω από δέκα χρόνια.
Ωστόσο το λαϊκό υποσυνείδητο λειτουργεί ως ένα σημείο και από εκεί και πέρα αρχίζουν οι απαιτήσεις από μια κυβέρνηση πολύ υψηλών προσδοκιών, που έχει συμπληρώσει δυόμισι χρόνια από την θητεία της.
Αυτό θα είναι το πρόβλημα για την κυβέρνηση, που θα πρέπει στην χρονιά που μπαίνει να δείξει ότι επιστρέφει στις καλύτερες στιγμές της στην διαχείριση της πανδημίας, να δει την απορρόφηση των πόρων του Ταμείου Ανάπτυξης και τη δρομολόγηση ευρύτατων ιδιωτικών επενδύσεων, ενώ προωθεί μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία, την εργασία, το ΕΣΥ με το μυαλό στην καθημερινότητα του πολίτη και σ΄ αυτό όπου συμπυκνώνεται τελικά όλη η ουσία και κρίνονται εκλογές, δηλαδή «στην τσέπη», στο «πορτοφόλι» των πολιτών.
Όλα δείχνουν ότι έχει ανάγκη να θυμίσει, να ζωντανέψει το αφήγημα που την ανέβασε στην εξουσία.
Το 2022, λοιπόν, δείχνει να φέρνει σημαντικές εξελίξεις και πιθανόν αλλαγές στους πολιτικούς συσχετισμούς και συνολικά στο πολιτικό σύστημα. Με το καλό να ‘ρθει και θα δούμε…
Διαβάστε επίσης
Τσίπρας: Το 2022 μπορεί και πρέπει να γίνει η χρονιά της μεγάλης αλλαγής