ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Το ράλι της ΤΙΤΑΝ, το νέο Βατερλώ της Απαλαγάκη, το κινεζικό μαρτύριο για τον Μάνο, τα υπερόπλα Πιτσιλή, η αλήθεια για τη Μιράντα Πατέρα και ο γάτος Dollar, ο αεικίνητος Πιέρ και ο θαρραλέος πολιτικός με την κομμώτρια
Τι θέλετε να κάνω κύριε Μαρινάκη;
«Όπου και αν βρίσκεσαι, αν έχεις βλάβη στο μηχανοστάσιο, δεν θέλω να φωνάξεις συνεργείο. Θα με ειδοποιήσεις και θα έρθω εγώ να το φτιάξω».
Ο καπετάν Γιώργης πήγε στο καράβι, αλλά δεν ξέχασε αυτά που του είπε το αφεντικό του. Όταν το πλοίο έφτασε στη Σιγκαπούρη, πήρε τηλέφωνο το γραφείο και ενημέρωσε: «Πείτε στον κύριο Μιλτιάδη ότι είμαι αγκυροβολημένος στο λιμάνι και έχω πρόβλημα».
Σε δυο ημέρες, ο Μιλτιάδης Μαρινάκης ήταν μέσα στα αμπάρια και στο μηχανοστάσιο του πλοίου. Μόνος του δούλευε, με τα κατσαβίδια, τις πένσες, με τα στουπιά. Έγινε κατάμαυρος. Κάποια στιγμή αναφώνησε: «όλα δουλεύουν», μπορείτε να συνεχίσετε το ταξίδι.
Αυτή η σκηνή επαναλαμβάνονταν συχνά. Από μικρός στα μηχανουργεία, είχε αγαπήσει την τέχνη που έμαθε. Τότε, όσοι γνώριζαν να χειρίζονται τον τόρνο, άκουγαν τον θόρυβο της μηχανής και καταλάβαιναν ότι «είχαν πρόβλημα τα καπάκια». Στον Πειραιά και στο λιμάνι τους έλεγαν «πατεντάδες». Είχαν μια άλλη σχέση με τις μηχανές των πλοίων, αλλά είχαν και άλλη σχέση με τους ανθρώπους.
Ο Μιλτιάδης Μαρινάκης ήταν ένας Πειραιώτης «παλαιάς κοπής» που σήμερα σπάνια συναντάς στο πρώτο λιμάνι της χώρας. Τον έβλεπες στην ταβέρνα, στο καφενείο, στα μπαλκόνια με φίλους του στην Φρεαττύδα.
Φανατικός Ολυμπιακός. Μαζί με τον Σταύρο Νταϊφά και άλλους εννέα εφοπλιστές δημιούργησαν το 1979 την Ποδοσφαιρική Ανώνυμη Εταιρεία, που ανέλαβε τη διαχείριση του Ολυμπιακού. Η απόφαση ελήφθη στην Ένωση Ελλήνων Εφοπλιστών.
Όμως, όταν αποφάσισαν να πουλήσουν τις μετοχές τους στον Γιώργο Κοσκωτά, ο Μιλτιάδης Μαρινάκης και ο Νίκος Ευθυμίου δεν πούλησαν τις μετοχές τους. Οι ίδιοι προσπάθησαν να ανατρέψουν και τον Αργύρη Σαλιαρέλλη από την προεδρία του Θρύλου.
Από το 1979 μέχρι το 1984 διετέλεσε γενικός αρχηγός της ομάδας, κατακτώντας 5 πρωταθλήματα. Έχοντας τεράστια αγάπη για το ποδόσφαιρο, αναζητούσε διαρκώς ταλέντα για τον Ολυμπιακό. Λέγεται ότι Μιλτιάδης ανακάλυψε τον Νίκο Βαμβακούλα και καθιέρωσε τον Νίκο Σαργκάνη ως πρώτο τερματοφύλακα της ομάδας.
Συχνά έλεγε ότι πρέπει «να ασχολείσαι με την πολιτική μόνο όταν έχεις διάθεση να προσφέρεις στον τόπο σου, στην πατρίδα, στους συνανθρώπους σου». Διετέλεσε δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο Πειραιά. Από το 1978 έως το 1986 ήταν πρώτος σε ψήφους Δημοτικός Σύμβουλος Πειραιά, ενώ το 1985 και το 1989 εξελέγη βουλευτής στην Πρώτη Περιφέρεια Πειραιά και Νήσων με τη Νέα Δημοκρατία.
Ήταν επιστήθιος φίλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και στενός συνεργάτης του σε όλη του ζωή και στην πολιτική του καριέρα.
Ο Μιλτιάδης γεννήθηκε το 1930 στο Ηράκλειο της Κρήτης στο μεσοπόλεμο. Στα παιδικά του χρόνια περπάτησε στον «Χάνδακα», όπου η οικογένεια του είχε χυτήριο και έφτιαχνε καμπάνες για τις εκκλησίες. Στο «Μαρτινέγκο» έπαιξε και μπάλα στον Εργοτέλη. Είχε συμπαίκτη, τον αδελφό του.
Η μάχη της Κρήτης τον σημάδεψε ως παιδί. Γνώρισε τις θηριωδίες των Γερμανών. Όμως, από την αρχή της Κατοχής άρχισαν τα οικονομικά προβλήματα της οικογενειακής επιχείρησης. Είδε την πλήρη οικονομική καταστροφή και την απώλεια όλης της περιουσίας.
Δεκάχρονο παιδί αναγκάσθηκε να βγει στο μεροκάματο. Ακολούθησε και το κοινωνικό ρεύμα της εποχής και συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση πρώτα με την ΕΠΟΝ και αργότερα με το ΕΑΜ.
Οι παλαιοί Ηρακλειώτες θυμούνται ότι πριν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, «η οικογένεια είχε στην ιδιοκτησία της το πλέον γνωστό χυτήριο της Κρήτης, στην οδό Λοχαγού Μαρινέλη στο Ηράκλειο, καθώς και εργαστήριο επισκευών πλοίων, αλλά και οχήματα χερσαίων μεταφορών. Ακόμη και σήμερα οι καμπάνες που κατασκεύαζε κοσμούν την εκκλησία του Αγίου Μηνά του προστάτη Άγιου του Ηρακλείου, αλλά και εκκλησίες της Σητείας, του Ρεθύμνου και των Χανίων. Πρωτοπόροι στην τέχνη, πραγματοποιούσαν εξαγωγές σε Ιταλία, Γαλλία και Δαλματικές ακτές, με επίκεντρο την Τεργέστη».
Ο Μιλτιάδης Μαρινάκης ενώ εργαζόταν, παράλληλα σπούδασε μηχανικός στις τότε σχολές μηχανικών εμπορικού ναυτικού. Το 1958 μετακόμισε μόνιμα στον Πειραιά, όπου ξεκίνησε τη δική του επιχείρηση, ένα μηχανουργείο για την επισκευή πλοίων. Δούλευε μόνος του τον τόρνο και ήταν από τους καλύτερους τεχνίτες.
Η ενασχόλησή του με τη ναυτιλία ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 1960, μέσα από την ίδρυση της ναυτιλιακής εταιρείας του. Ίδρυσε την ναυτιλιακή εταιρεία Vanimar και απέκτησε το πρώτο του πλοίο. Νυμφεύθηκε την Ειρήνη Καρακατσάνη και απέκτησε ένα γιο, τον Βαγγέλη Μαρινάκη.
Κατά τη διάρκεια ομιλίας του στη Ναυτιλιακή Λέσχη Πειραιά, ο γιος του, εφοπλιστής, Βαγγέλης Μαρινάκης συνόψισε την μεγάλη επιρροή που είχε ο πατέρας του στη ζωή του:
«… Τα παιδικά μου χρόνια έζησα σε ένα πολύ αγαπημένο οικογενειακό περιβάλλον. Οι γονείς μου προσέφεραν πολλή αγάπη και προσοχή, ενώ παράλληλα διατήρησαν χαμηλό προφίλ στη διαπαιδαγώγησή μου. Ήταν κάθετοι ενάντια σε κάθε επίδειξη πλούτου. Από 14 ετών, ο πατέρας μου με έπαιρνε μαζί του σε βαπόρια, σε drydocks, σε φορτο-εκφορτώσεις στο Bristol, στο Rotterdam, το Αμβούργο, την Αμβέρσα.Έτσι περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί, ταξιδεύαμε, συζητούσαμε και απορρόφησα την ουσία της δουλειάς.
Παρόλο που ήμουν μικρός μου εντυπώθηκαν εικόνες και μου έμειναν παραστάσεις τις οποίες θεωρώ σημαντικές ακόμη και σήμερα. Ο πατέρας μου έδωσε κατά κύριο λόγο ελευθερία και ανεξαρτησία. Χωρίς καταπίεση και χωρίς να τοποθετεί όρια στα οικονομικά μου, με άφηνε ελεύθερο να μαθαίνω και να δοκιμάζω τις δυνάμεις μου. Όσο καιρό βρισκόμουν στο Λονδίνο αλλά και στην Αθήνα, με παρακολουθούσε με διακριτικότητα και με τον μοναδικό τρόπο του μου περνούσε μηνύματα. Τα τελευταία 8 χρόνια που εργαστήκαμε μαζί, μου έδωσε τη δυνατότητα να αποφασίζω για αγορές, πωλήσεις, ναυλώσεις και άλλα. Μπορεί να είχε την τελευταία κουβέντα σε όλα, αλλά σχεδόν πάντοτε ενέκρινε τις επιλογές μου και τις στήριζε».
«Μεγάλο ρόλο στη σταδιοδρομία μου έπαιξε η εμπιστοσύνη και η στήριξη των επιλογών μου από τον πατέρα μου. Έστω και αν αποφάσιζα με λάθος κριτήρια, το προτιμούσε από το να μην παίρνω καθόλου αποφάσεις. Παρόλο που ήταν ο πιο σκληρός κριτής μου, εξέφραζε τη γνώμη του για μένα ελεύθερα μπροστά σε όλους, κάτι που ήταν δύσκολο να κατανοήσω όσο ήμουν μικρός.
Με τη δημόσια κριτική ένιωθα πολλές φορές εκτεθειμένος και ερχόμουν σε δύσκολη θέση. Αυτό με έβαζε σε μια διαδικασία έντονης αυτοκριτικής και θυμόμουν τα λάθη μου, έτσι ώστε να μην τα επαναλάβω. Με τον τρόπο αυτό έδειχνε σε όλους ότι δεν έκανε διακρίσεις για τα μέλη της οικογένειάς του και ότι έκρινε όλους με τα ίδια δίκαια κριτήρια. Με έμαθε να έχω την ευθύνη των πράξεών μου και να χρεώνομαι τα λάθη της εταιρείας, χωρίς να μεταθέτω ευθύνες στους άλλους …»
«Η σχέση με τον πατέρα μου δεν ήταν ποτέ ανταγωνιστική. Δεν τέθηκε ποτέ θέμα ποιος αποφασίζει, ποιος θα υπερισχύσει, ποιος θα κάνει τη δουλειά. Σκεφτόμασταν πάντα ταυτόχρονα τα ίδια θέματα στο πρώτο πρόσωπο του πληθυντικού. Έτσι δεν υπήρχε ανταγωνισμός. Η σχέση μας ήταν φιλική πάνω από όλα. Συζητούσαμε, δημιουργούσαμε και συνεργαζόμασταν γιατί μας ευχαριστούσε, όχι μόνο για να συντηρήσουμε την οικογενειακή περιουσία και να βγάλουμε περισσότερα χρήματα. Μας συνέδεε βαθιά φιλία.
Ο πατέρας μου ήταν επίσης ο άνθρωπος που μου ασκούσε την περισσότερη κριτική προκειμένου να διορθώνω τα λάθη μου … Ο πατέρας μου είχε μια χαρισματική αμεσότητα με τον κόσμο, νοιαζόταν για τον συνάνθρωπό του, είχε τη συνείδησή της κοινότητας, νοιαζόταν για το Ηράκλειο, για τον Πειραιά. Με τον τρόπο του με βοήθησε να βλέπω τα θέματα στην ανθρώπινή τους διάσταση και όχι μόνο καθαρά επαγγελματικά. Να διατηρήσω τις ευαισθησίες μου και να μη χάνω την ανθρωπιά μου, όσο ψηλά και αν βρίσκομαι. Επίσης με ώθησε από μικρό να εκτιμήσω τη σημασία του ανθρώπινου παράγοντα στον τομέα της εργασίας.»
Ο ίδιος ο Βαγγέλης Μαρινάκης αναφέρει συχνά: «Ο πατέρας του έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, αποτελώντας το πρότυπό του, τόσο μέσα από την επιχειρηματική του δραστηριότητα, όσο και με τον αξιακό κώδικα, τον οποίο υπηρέτησε πιστά ως άνθρωπος.
Από τον πατέρα του κληρονόμησε την αγάπη για τον Πειραιά, την Κρήτη, τον Ολυμπιακό, αλλά και το πάθος του για δημιουργία και κοινωνική προσφορά. Η ιδιαίτερα ισχυρή σχέση μεταξύ πατέρα και γιου λειτούργησε ως οδηγός για τη μετέπειτα προσωπική και επαγγελματική εξέλιξη του Βαγγέλη. Ακόμη και σήμερα βαραίνει την οποιαδήποτε απόφασή του».
Ο Μιλτιάδης Μαρινάκης έφυγε από τη ζωή στις 27 Απριλίου 1999, σε ηλικία 68 ετών.
Να αναφερθεί επίσης ότι η «Ελληνική Παιδεία» του Οχάιο (OHP, Colombus Ohio, USA), με βασικό δωρητή τον Βαγγέλη Μαρινάκη, προχώρησε σε νέο κύκλο συγκέντρωσης κεφαλαίων στο διάστημα 2015-2020, ώστε να διασφαλίσει τη συνέχιση της λειτουργίας του Προγράμματος Σύγχρονων Ελληνικών Σπουδών στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο του Οχάιο (Ohio State University, Columbus Ohio, USA).
Η έδρα του προγράμματος ονομάστηκε προς τιμήν του Μιλτιάδη Μαρινάκη. Η «Έδρα Μιλτιάδη Μαρινάκη για την Νεοελληνική Γλώσσα και τον Πολιτισμό» ιδρύθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Πολιτειακού Πανεπιστημίου του Οχάιο OSU) την 25η Μαρτίου 2020.