ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Από στη συστηματική λεηλασία των εβραϊκών περιουσιών κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, που απογύμνωσε κυριολεκτικά μεγάλες συλλογές τέχνης, πολύ λίγα είναι τα έργα, που έχουν εντοπισθεί ως σήμερα, αλλά ανάμεσα σ΄αυτά βρίσκεται και το «Πορτρέτο ενός κυρίου», πρώιμο έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, που χρονολογείται στα 1570.
Μαζί έχουν ανακαλυφθεί άλλα δύο έργα, το σπάνιο «Εσωτερικό του παλαιού Ναού στο Άμστερνταμ με κουρτίνα Trompe l’oeil και πλαίσιο» του ολλανδού ζωγράφου Εμάνουελ ντε Βίτε (1655), καθώς και ένα πορτρέτο, στο οποίο, όπως θεωρείται, απεικονίζεται ο αυτοκράτορας Φερδινάνδος Α’, ζωγραφισμένο από τον λεγόμενο Δάσκαλο της Φρανκφούρτης (τέλη 15ου – αρχές 16ου αιώνα).
Και τα τρία έργα ανήκαν στην ίδια συλλογή, του αυστριακού βιομήχανου Γιούλιους Πρίστερ και της συζύγου Καμίλα, ενός ζευγαριού που ήταν λάτρεις της τέχνης και στο θαυμάσιο σπίτι τους, στο ιστορικό κέντρο της Βιέννης είχαν συγκεντρώσει εκπληκτικά έργα των Old Masters, ιδιαίτερα Φλαμανδών, Ολλανδών και Ιταλών καλλιτεχνών.
Χαρακτηριστική είναι η προπολεμική φωτογραφία του σαλονιού του διαμερίσματός τους με τον Γκρέκο σε περίοπτη θέση.
Εκτός από τον Γκρέκο όμως, η συλλογή περιελάμβανε Ρούμπενς, Τιντορέτο, Φραντς Χαλς, Άντονι βαν Ντάικ και άλλων. Ένα σύνολο, που μάταια θα αναζητούσαν οι ιδιοκτήτες του μετά τον πόλεμο, ώσπου πέθαναν χωρίς να προφτάσουν να δουν, έστω αυτά τα τρία έργα, τα οποία ανακάλυψε εν τέλει η μη κερδοσκοπική Επιτροπή για τη Λεηλατημένη Τέχνη στην Ευρώπη (CLAE). Ένας φορέας, που ιδρύθηκε το 1999 και εργάζεται για την ανάκτηση πολιτιστικών αγαθών που έκλεψαν οι Ναζί.
Σήμερα και αφού τα έργα έχουν επιστρέψει στους κληρονόμους τους βγαίνουν σε δημοπρασία από τους Christie’s στο Λονδίνο, ο Γκρέκο με εκτίμηση από 944.000 ως 1.415.000 ευρώ, ο Ντε Βίτε από 590.000 ως 944.000 και ο Δάσκαλος της Φρανκφούρτης από 47.000 ως 70.000 ευρώ.
Η λεηλασία
Η μοίρα όμως, επιφύλαξε πολύ μεγαλύτερη περιπέτεια για την οικογένεια των Πρίστερς, που ένα πρωινό του Μαρτίου του 1938 είχαν δει, όπως και όλοι οι Αυστριακοί τα γερμανικά στρατεύματα να περνούν τα σύνορα της χώρας και να την προσαρτούν στην Γερμανία.
Όπως είναι γνωστό η προσάρτηση της Αυστρίας ήταν πρωταρχικός στόχος του Χίτλερ και γενικότερα του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος, αφού σήμαινε την αρχή για την αναβίωση της Γερμανικής αυτοκρατορίας.
Στην οποία ωστόσο, οι εβραίοι κάτοικοι δεν είχαν θέση, έτσι δέχτηκαν αμέσως βίαιες επιθέσεις και κατάσχεση των περιουσιών τους. Μαζί λεηλατήθηκαν και οι συλλογές έργων τέχνης βεβαίως, ενώ οι ιδιοκτήτες τους, κυνηγημένοι από τους Ναζί αναγκάστηκαν να πουλούν τα υπάρχοντά τους σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές, προκειμένου να φύγουν από τη χώρα.
Άμεσο μέλημα και για το συγκεκριμένο ζευγάρι των συλλεκτών ήταν η επιβίωση, έτσι δύο εβδομάδες μετά την εισβολή κατόρθωσαν να φθάσουν στο Παρίσι και από εκεί, τον Ιούνιο του ΄38 στο Μπορντό, όπου τους βοήθησε ο πορτογάλος πρόξενος Αριστίντες ντε Σόζα Μέντες δίνοντάς τους βίζα για την Πορτογαλία. (Να σημειωθεί ότι το έργο του Μέντες στη φυγάδευση Εβραίων τιμήθηκε και από το Ισραήλ).
Η φυγή
Ένα μήνα αργότερα οι Πρίστερς είχαν ενωθεί με τους χιλιάδες πρόσφυγες που ήλπιζαν να εξασφαλίσουν ασφαλές πέρασμα από την Πορτογαλία στην Αμερική. Συνθήκες, που έχει καταγράψει μοναδικά ο συγγραφέας Έριχ Μαρία Ρεμάρκ στο μυθιστόρημά του «Η νύχτα στη Λισαβόνα» (1962):
«Η ακτή της Πορτογαλίας είχε γίνει η τελευταία ελπίδα των φυγάδων για τους οποίους η δικαιοσύνη, η ελευθερία και η ανεκτικότητα σήμαιναν περισσότερα από το σπίτι και τα προς το ζην. Αυτή ήταν η πύλη προς την Αμερική.
Αν δεν μπορούσες να την φτάσεις, ήσουν χαμένος, καταδικασμένος να αιμορραγείς σε μια ζούγκλα από προξενεία, αστυνομικά τμήματα και κυβερνητικά γραφεία, όπου οι θεωρήσεις για βίζες απορρίπτονταν και οι άδειες εργασίας και διαμονής δεν ήταν δυνατό να αποκτηθούν, μια ζούγκλα από στρατόπεδα εγκλεισμού, γραφειοκρατία, μοναξιά, νοσταλγία και μαρασμό μέσα σε μια καθολική αδιαφορία».
Οι Πρίστερς ωστόσο ήταν τυχεροί κι εκείνο τον Αύγουστο, διέσχισαν τον Ατλαντικό και έφθασαν στο Μεξικό, όπου παρέμειναν για το υπόλοιπο της ζωής τους. Από την ασφάλεια πλέον της Κεντρικής Αμερικής, το ζευγάρι άρχισε να κάνει μεγάλες προσπάθειες για να εντοπίσει τα χαμένα έργα της συλλογής του.
΄Ετσι αποκαλύφθηκε, ότι τους μήνες μετά την αναχώρησή τους από την Αυστρία, η Γκεστάπο, με τη βοήθεια εκτιμητών τέχνης (!) είχε καταγράψει το διαμέρισμα του ζευγαριού και είχε αρχίσει να αφαιρεί τα έργα τους. Ώσπου, τα επόμενα τέσσερα χρόνια, ολόκληρη η συλλογή τους κατασχέθηκε.
Οι συλλογές των Ναζί
Όπως είναι γνωστό σήμερα, αυτή η συστηματική απογύμνωση των εβραϊκών συλλογών και γενικά πολύτιμων αντικειμένων είχε ως αποτέλεσμα να γεμίσουν τεράστιες αποθήκες με ανεκτίμητα έργα τέχνης και αντίκες.
Όσον αφορά ειδικά τους Πρίστερς, το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής τους μεταφέρθηκε στο κέντρο της Γκεστάπο στη Βιέννη για την αναδιανομή της εβραϊκής περιουσίας. Γιατί οι Ναζί είχαν ένα ξεκάθαρο αλλά και εξαιρετικά συντηρητικό όραμα, σύμφωνα με το οποίο θα ηγούνταν μιας εθνικής αναγέννησης της γερμανικής τέχνης και κουλτούρας.
Έτσι, έργα τέχνης που θεωρούνταν αντι-ρεαλιστικά ή είχαν δημιουργηθεί από μη Άρειους πωλούνταν, προκειμένου να χρηματοδοτηθεί το Γερμανικό Ράιχ. Τα εναπομείναντα έργα, που πληρούσαν τα στενά, καλλιτεχνικά κριτήρια των Ναζί μπήκαν σε συλλογές μουσείων, κρατήθηκαν για το «Μουσείο του Φύρερ» ή κατέληξαν στις ιδιωτικές συλλογές διακεκριμένων Ναζί αξιωματούχων.
Μετά τον πόλεμο όμως, ανακαλύφθηκε, ότι ορισμένοι από τους εκτιμητές τέχνης που είχαν εργαστεί για την Γκεστάπο ασχολούνταν πλέον ιδιωτικά με τα ναζιστικά λάφυρα.
Το ζευγάρι των συλλεκτών έμαθε έτσι, ότι ένας από αυτούς τους εκτιμητές, ονόματι Μπένχαρτ Βίτκε είχε πουλήσει το έργο του Γκρέκο και τον Τιντορέτο τους, ενώ ο πολύτιμος Ρούμπενς που είχαν στην κατοχή τους (το έργο «Άνδρας με γούνινο παλτό») βρισκόταν στη συλλογή του ναζί εμπόρου τέχνης Γιούλιους Στρέκερ, ο οποίος δικάστηκε το 1953.
Η αποκάλυψη
Η δικαστική υπόθεση τράβηξε την προσοχή των Μέσων Ενημέρωσης, δίνοντας την ευκαιρία στον Πρίστερ να δώσει τότε στη δημοσιότητα μια λίστα με 17 πίνακες που εξακολουθούσαν να λείπουν από τη συλλογή του.
Μεταξύ των αγνοούμενων έργων ήταν το «Εσωτερικό» του Εμάνουελ ντε Βίτε αλλά και το πορτρέτο του Δάσκαλου της Φρανκφούρτης (φλαμανδός ζωγράφος, ένας από τους πολλούς ανώνυμους που αναγνωρίζονται από το στυλ τους).
Τα έργα όμως εντοπίσθηκαν και ταυτίσθηκαν, χρόνια μετά τον θάνατο των συλλεκτών, χάρις σε στοιχεία που αποδείκνυαν την κατοχή τους, όπως οι φωτογραφίες από το σπίτι των Πρίστερς. Πρώτα, το 2006 η CLAE αναγνώρισε το έργο του Δασκάλου της Φρανκφούρτης σε μια δημοπρασία στο Λονδίνο και αργότερα, ανακάλυψε τον Γκρέκο και τον Ντε Βίτε.
Να σημειωθεί, ότι ένας άγνωστος αριθμός έργων τέχνης, που λεηλατήθηκαν από τους Ναζί εξακολουθούν να αγνοούνται. Σε ένα συνέδριο του 1998, που πραγματοποιήθηκε στην Ουάσιγκτον, οι κυβερνήσεις 44 χωρών δεσμεύτηκαν στην αρχή του εντοπισμού έργων τέχνης που λεηλατήθηκαν μεταξύ 1933 και 1945 και διαπραγματεύτηκαν «δίκαιες» και «δίκαιες» αποφάσεις.
Κάτι που οδήγησε πολλά ιδρύματα και συλλέκτες να έχουν γίνει πιο ενεργά όσον αφορά τη συμμετοχή στη διαδικασία.
Ίσως το πιο διάσημο παράδειγμα αποκατάστασης όμως, να είναι η επιστροφή πέντε έργων ζωγραφικής του Γκούσταβ Κλιμτ στους κληρονόμους της οικογένειας Μπλοχ-Μπάουερ το 2006. Μια υπόθεση που έλαβε τεράστια δημοσιότητα ενώ έγινε και κινηματογραφική ταινία.
Διαβάστε επίσης:
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- ΗΠΑ: Αναβάλλεται επ’ αόριστον η ανακοίνωση της ποινής του Τραμπ για την υπόθεση της Στόρμι Ντάνιελς
- Καραμανλής: Η διαφορετική ανάγνωση δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται με πειθαρχικά μέτρα
- Πούτιν: Αναγκαίο να ξεκινήσουμε μαζική παραγωγή του νέου πυραύλου Oreshnik
- Πυροσβεστική: Προσοχή σε απόπειρες εξαπάτησης για οικονομικές συναλλαγές