ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Αλλά όταν ο Ben van Beurden, ο οποίος εργάζεται στη Shell από τότε που αποφοίτησε από το κοντινό Πανεπιστήμιο του Delft το 1983, τηλεφώνησε στον Ολλανδό πρωθυπουργό, Mark Rutte, το απόγευμα της Κυριακής, η συζήτηση ήταν κάθε άλλο παρά καλή. Επικοινώνησε μαζί του για να του πει ότι η μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία της Ευρώπης μεταφέρει την έδρα της στο Λονδίνο, ένα βήμα που θα απλοποιούσε την εταιρική της δομή και θα μείωνε τους φόρους των επενδυτών.
Επιπλέον, η εταιρεία αποφάσισε να αφαιρέσει το Royal Dutch από το όνομά της, σπάζοντας τους δεσμούς της με την χώρα στην οποία ιδρύθηκε τον 19ο αιώνα.
Η άκαρπη προσπάθεια του Rutte
Ο Rutte, επικεφαλής μιας εύθραυστης υπηρεσιακής κυβέρνησης, απογοητεύτηκε και ξεκίνησε μια ύστατη προσπάθεια να πείσει τη Shell να παραμείνει, σύμφωνα με πληροφορίες του bloomberg.
Επικοινώνησε με τους εταίρους του συνασπισμού για να υποστηρίξουν την κατάργηση του φόρου στα μερίσματα που ήταν ένας από τους κύριους λόγους της απόφασης του Van Beurden.
Αλλά το βιαστικό σχέδιο δεν τέθηκε σε εφαρμογή ποτέ: η ιδέα των φορολογικών ελαφρύνσεων για έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς άνθρακα στον κόσμο ήταν υπερβολική για τους ηγέτες πολλών πολιτικών κομμάτων.
«Η Shell απειλεί να φύγει επειδή πρέπει να πληρώσει φόρους στα μερίσματα», έγραψε τη Δευτέρα στο Twitter ο Jesse Klaver, ηγέτης του GroenLinks, ενός αριστερού πολιτικού κόμματος. «Τι κάνει το υπουργικό συμβούλιο; Προτείνει την κατάργηση ολόκληρου του φόρου. Δεν είναι αυτή η λύση, είναι εκβιασμός. Ποιος διοικεί την Ολλανδία στην πραγματικότητα;»
Η σχέση μεταξύ της Shell και της χώρας ίδρυσης της ήταν υπό πίεση εδώ και αρκετό καιρό. Η φιλοξενία μιας εταιρείας που αντλεί περισσότερα από 3 εκατομμύρια βαρέλια ισοδύναμου πετρελαίου και φυσικού αερίου κάθε μέρα είναι όλο και πιο δύσκολη για πολλούς στην ολλανδική κοινωνία, παρόλο που ο Van Beurden έχει δεσμευτεί ότι η εταιρεία θα επιτύχει καθαρές μηδενικές εκπομπές άνθρακα έως το 2050.
Νωρίτερα φέτος, ένας δικαστής έκρινε ότι η μετάβαση της Shell στην καθαρή ενέργεια δεν γινόταν αρκετά γρήγορα και διέταξε την εταιρεία να μειώσει ακόμη πιο γρήγορα τα αέρια του θερμοκηπίου σεβόμενη τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις απόψεις των Ολλανδών πολιτών.
Τον περασμένο μήνα, το συνταξιοδοτικό ταμείο για κρατικούς υπαλλήλους της Ολλανδίας αποφάσισε να ξεφορτωθεί όλες τις μετοχές της εταιρείας πετρελαίου, μια απόφαση που εξόργισε τη διοικητική ομάδα της Shell.
Η Ολλανδία — έδρα πολλών πολυεθνικών που ξεπερνούν το ύψος της οικονομίας των 900 δισεκατομμυρίων δολαρίων — θεωρείται παραδοσιακά ως ένα από τα πιο φιλικά προς τις επιχειρήσεις κράτη της Ευρώπης. Όμως η Shell δεν είναι η πρώτη εταιρεία που δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τα βάρη της εταιρικής ζωής εκεί. Η Unilever, ο αγγλο-ολλανδικός κολοσσός καταναλωτικών αγαθών, επέλεξε πέρυσι να μεταφέρει την έδρα της στο Λονδίνο.
Από τη Σουμάτρα στη Νιγηρία
Η σημερινή Royal Dutch Shell γεννήθηκε το 1907 μέσω της συγχώνευσης της Shell Transport and Trading Company — μια λονδρέζικη εταιρεία που πουλούσε αρχικά κοχύλια της Ανατολικής Ασίας — και της ανταγωνιστής της Royal Dutch, η οποία έκανε γεωτρήσεις για πετρέλαιο στη Σουμάτρα. Όπως υποδηλώνει το όνομά της, η Royal Dutch είχε την ευλογία του βασιλιά William III και λειτουργούσε έξω από τη Χάγη.
Οι ενοποιημένες εταιρείες ανταγωνίστηκαν την Standard Oil του John D. Rockefeller και εξελίχθηκαν σε έναν γίγαντα που έβρισκε, αντλούσε, μετέφερε και διύλιζε πετρέλαιο σε όλο τον κόσμο. Η εμβέλειά της επεκτάθηκε από το εμβληματικό κοίτασμα Brent στη Βόρεια Θάλασσα έως την πρώτη εμπορική ανακάλυψη πετρελαίου στη Νιγηρία.
Το 2005, η μακροχρόνια εταιρική συνεργασία προχώρησε στην αναδιοργάνωση της και οι δύο εταιρείες έγιναν μία. Ωστόσο, η διπλή ιθαγένεια διατηρήθηκε — η φορολογική της κατοικία, η έδρα, τα ανώτατα στελέχη και οι συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου παρέμειναν όλα στην Ολλανδία, παρόλο που λόγω της ίδρυσης της στο Ηνωμένο Βασίλειο ήταν μία βρετανική εταιρεία.
«Αυτή ήταν μια συνειδητή επιλογή που κάναμε τότε το 2005 όταν προχωρήσαμε στην ενοποίηση», είπε ο Van Beurden σε αναλυτές τον περασμένο Ιούλιο.
Φορολογική επιβάρυνση
Περισσότερο από μια δεκαετία αργότερα, η Shell άρχισε να νιώθει οικονομικό βάρος από αυτό το διπλό καθεστώς.
Η εταιρεία ξεκινά μια μετάβαση πολλών δεκαετιών από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο στην καθαρή ενέργεια και προσπαθεί σκληρά να διατηρήσει τους επενδυτές της όσο προχωρά σε αυτή τη διαδικασία. Αφού μείωσε δραματικά το μέρισμά της πέρυσι εν μέσω της πανδημίας, η Shell υπόσχεται τώρα να επιστρέψει πακτωλό μετρητών στους μετόχους της. Υπό αυτές τις συνθήκες, η παρακράτηση φόρου 15% που επιβάλλει η Ολλανδία στα μερίσματα έχει γίνει πιο επαχθής.
«Η προσδοκία εκείνη την εποχή ήταν ότι η παρακράτηση φόρου μερισμάτων στην Ολλανδία θα σταματούσε», είπε ο Van Beurden τον Ιούλιο όταν ρωτήθηκε αν θα σκεφτόταν να μεταφέρει τα κεντρικά γραφεία της Shell στη Βρετανία. «Αυτό δεν συνέβη».
Ο Rutte είχε προσπαθήσει να καταργήσει τον φόρο μερισμάτων το 2017, αλλά αναγκάστηκε να κάνει πίσω μετά την έντονη αντίδραση του κοινοβουλίου. Στον απόηχο της ανακοίνωσης της Shell τη Δευτέρα, έκανε μια τελευταία προσπάθεια για να πείσει τους εταίρους του στο συνασπισμό να μειώσουν τον φόρο προκειμένου να εμποδίσει τον ενεργειακό γίγαντα να εγκαταλείψει τη Χάγη. Πριν από το τέλος της ημέρας, ήταν ήδη σαφές ότι η κυβέρνηση δεν θα κατάφερνε να εξασφαλίσει την πλειοψηφία.
Για το Κόμμα των Πρασίνων, την αντιπολίτευση της κυβέρνησης, η αποχώρησης της Shell θα πρέπει να αποτελέσει τον καταλύτη για την επιτάχυνση της νομοθεσίας για έναν «φόρο εξόδου» που θα καλύψει τα κυβερνητικά έσοδα που χάνονται από τα μερίσματα που θα πλήρωνε η εταιρεία, σύμφωνα με τον Tom van der Lee, μέλος του κοινοβουλίου του κόμματος.
Η Shell λέει ότι η απλούστευση της δομής ήταν πάντα μέρος του σχεδίου της, λόγω των περιορισμών που συνεπάγεται η διατήρηση δύο κατηγοριών μετοχών σε διαφορετικές δικαιοδοσίες. Μόλις πέρυσι, ο Van Beurden είπε ότι η διπλή δομή ήταν κάτι που ίσως δεν θα μπορούσε να διαχειριστεί για πάντα.
Δύσκολη μετάβαση
Εκτός από τις προκλήσεις που περιλαμβάνει η διπλή εθνικότητα, η Shell δέχεται αυξημένη πίεση σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της επιχείρησής της.
Ο καθορισμός ενός καθαρού μηδενικού στόχου για το 2050 δεν την έχει βγάλει από τη δύσκολη θέση, καθώς όλοι, από τους ακτιβιστές και τα δικαστήρια από τη μια πλευρά έως τους μετόχους και τα hedge funds από την άλλη, της ζητούν να κινηθεί πιο γρήγορα, ή πιο αργά, ή προς μια εντελώς διαφορετική κατεύθυνση.
Πολλές από αυτές τις δυσκολίες έγιναν έντονα αισθητές στην Ολλανδία. Για περίπου μια δεκαετία, ο μεγαλύτερος ενεργειακός πόρος της εταιρείας στη χώρα καταγωγής της – το κοίτασμα φυσικού αερίου του Groningen – προκαλεί σεισμούς, που επιφέρουν εκτεταμένες ζημιές σε σπίτια στην περιοχή.
Αυτό που ο Rutte περιέγραψε κάποτε ως «πηγή υπερηφάνειας» έχει μετατραπεί σε μια ακριβή κατάρα που θα κοστίσει στο κράτος και στην εταιρεία δισεκατομμύρια ευρώ. Το πεδίο σταδιακά κλείνει αλλά εξακολουθεί να προκαλεί προβλήματα, με έναν ακόμη σεισμό μεγέθους 3,2 βαθμών να σημειώνεται την Τρίτη.
Όσον αφορά την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η Shell έχει οδηγηθεί στα άκρα στην πατρίδα της μετά από δύο σημαντικά πλήγματα φέτος — πρώτα το ολλανδικό δικαστήριο έβγαλε απόφαση για τα σχέδιά της για τις εκπομπές ρύπων και μετά ήρθε η εκποίηση των μετοχών της από το συνταξιοδοτικό ταμείο ABP.
Οι ανησυχίες
«Μια πολιτική για το κλίμα που ωθεί θέσεις εργασίας, εταιρείες και εκπομπές ρύπων πέρα από τα σύνορα δεν είναι κλιματική πολιτική αλλά κλιματικός λαϊκισμός», δήλωσε στο Twitter ο Henri Bontenbal, μέλος του κοινοβουλίου για το CDA, εταίρο συνασπισμού του Rutte στην τρέχουσα υπηρεσιακή κυβέρνηση.
Και άλλοι θα βρεθούν σε δύσκολη θέση από την αποχώρηση της Shell, κυρίως επειδή η εταιρεία έχει εργατικό δυναμικό 8.500 ατόμων στην Ολλανδία.
Πολλές από αυτές τις θέσεις εργασία δεν θα χαθούν. Το μαμούθ διυλιστήριο της Shell στο Pernis, τα υπεράκτια αιολικά πάρκα και το έργο δέσμευσης άνθρακα πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων σημαίνει ότι θα διατηρήσει μεγάλη παρουσία στη χώρα. Αρχικά, μόλις δέκα κορυφαία στελέχη θα μετακομίσουν στο Λονδίνο, μεταξύ των οποίων ο Van Beurden και η CFO, Jessica Uhl.
Ωστόσο, η ολλανδική εργοδοτική ομοσπονδία VNO-NCW περιέγραψε την αποχώρηση της εταιρείας ως «αιματοχυσία» που σηματοδοτεί ένα χειρότερο επιχειρηματικό περιβάλλον στη χώρα.
«Συχνά οι εταιρείες μου λένε υπέροχα πράγματα για την Ολλανδία, αλλά έχουν επίσης ανησυχίες για τις υποδομές, την εκπαίδευση, τη φορολογική επιβάρυνση ή τους διαθέσιμους υπαλλήλους», είπε ο υπουργός Οικονομικών Stef Blok στο κοινοβούλιο της χώρας την Τρίτη.