Εξασφαλισμένη θεωρεί η ING τη συμμετοχή των ελληνικών ομολόγων στο μετά-covid πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Σε σημερινή της Έκθεση, η ING προεξοφλεί ότι η ΕΚΤ δεν θα αφήσει «εκτός νυμφώνος» τα ελληνικά ομόλογα, προκειμένου να αποφύγει «το σοκ» που θα προκαλούσε στην αγορά, η λήξη του προγράμματος πανδημίας ΡΕΡP τον Μάρτιο.

Ωστόσο, την ίδια ώρα οι αναλυτές εκτιμούν ότι το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θα είναι μικρότερης έκτασης της τάξεως των 300 εκατ. ευρώ, και θα διαρκέσει τουλάχιστον έως το τέλος του πρώτου εννεάμηνου του 2022.

Μεγαλύτερη ευελιξία εκτιμάται ότι θα έχει και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ΑΡΡ μέσω του οποίου η ΕΚΤ θα συνεχίσει ως το τέλος Ιουνίου 2022 να αγοράζει ομόλογα 20 δισ. ευρώ. Τέλος προβλέπεται ότι θα συνεχιστούν και τα προγράμματα παροχής φθηνής ρευστότητας προς τις τράπεζες (TLTRO), μέσω των οποίων τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα έχουν απορροφήσει περισσότερα από 40 δισ. ευρώ.

Οι επενδυτές αμφισβητούν συνολικά την ικανότητα της ΕΚΤ να αναχαιτίσει τις πληθωριστικές πιέσεις, κάτι που αποτυπώθηκε στην αγορά των ομολόγων την Παρασκευή, κυρίως για τις περιφερειακές αγορές ομολόγων της ευρωζώνης.

Οι πιέσεις στις αγορές αυτές ξεκίνησαν από χθες μετά τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολούθησε, η πρόεδρός της Κριστίν Λαγκάνρτ εμφανίστηκε σαφώς πιο προβληματισμένη με την πορεία του πληθωρισμού, αναφέροντας ότι ενδεχομένως το φαινόμενο θα έχει μεγαλύτερη ένταση και διάρκεια απ’ ό,τι προέβλεπε αρχικώς η Κεντρική Τράπεζα. Το σημαντικότερο όμως που έγινε αντιληπτό από το χθεσινό ανακοινωθέν είναι ότι η ΕΚΤ φαίνεται διακριτικά να έχει υπαναχωρήσει από την βασική θέση, σύμφωνα με την οποία η άνοδος του πληθωρισμού θα είναι παροδική. Σήμερα ανακοινώθηκε ότι ο δείκτης τιμών καταναλωτή στην ευρωζώνη έφθασε στο 4,1% τον Οκτώβριο, το οποίο αποτελεί την υψηλότερη τιμή των τελευταίων 13 ετών.

Οι αναλυτές αμφισβητούν πλέον κατά πόσο η ΕΚΤ με μέτρα νομισματικής πολιτικής, όπως την περικοπή τού προγράμματος αγοράς ομολόγων ή την επίσπευση της αύξησης των επιτοκίων θα μπορέσει να συγκρατήσει την άνοδο των τιμών, η οποία προκαλείται από τις καθυστερήσεις στην παράδοση εμπορευματικών κιβωτίων από την Ασία στην Ευρώπη και από τη μειωμένη παραγωγή πετρελαίου και ημιαγωγών .

Στη δευτερογενή αγορά ομολόγων παρατηρήθηκε σήμερα κύμα ρευστοποιήσεων με αποτέλεσμα οι τιμές να πιεστούν σημαντικά, η δε απόδοση του 10ετούς ομολόγου αυξήθηκε έως το 1,34%, το οποίο αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούνιο του 2020. Η απόδοση του 5ετούς ομολόγου αυξήθηκε στο 0,55% από το 0,29% και του 15ετούς έφθασε το 1,34% από το 1,095%.

Στο Ηλεκτρονικό Σύστημα Συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος (ΗΔΑΤ) καταγράφηκαν συναλλαγές 170 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων μόνο τα 8 εκατ. ευρώ αφορούσαν σε εντολές αγοράς. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου αναφοράς διαμορφώθηκε στο 1,34% από 1,02% που ήταν την Τετάρτη, έναντι -0,09 του αντίστοιχου γερμανικού με αποτέλεσμα το περιθώριο να διαμορφωθεί στο 1,43% από το 1,123%.

Στην αγορά συναλλάγματος υποχωρεί το ευρωπαϊκό νόμισμα με αποτέλεσμα να διαπραγματεύεται νωρίς το απόγευμα στα 1,1569 δολ. από τα 1,1678 δολ. που άνοιξε η αγορά.

Η ενδεικτική τιμή για την ισοτιμία ευρώ/δολαρίου που ανακοινώνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διαμορφώθηκε στα 1,1645 δολ.