Οι traders στοιχηματίζουν όλο και περισσότερο ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα αυξήσει το κόστος δανεισμού μέχρι το τέλος του 2022, εντείνοντας την πίεση που δέχονται οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, οι οποίοι, ωστόσο, σήμερα, διατήρησαν αμετάβλητη την πολιτική τους, αναβάλλοντας για τον Δεκέμβριο την όποια απόφαση για τον τερματισμό ή όχι των έκτακτων μέτρων στήριξης της οικονομίας.

Η κεντρική τράπεζα της Ευρωζώνης επιβεβαίωσε τα σχέδια της για διατήρηση του προγράμματος αγοράς ομολόγων της έτσι ώστε να παραμείνει κοντά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού, ενώ υποσχέθηκε να διατηρήσει χαμηλά τα επιτόκια για τα επόμενα χρόνια. Δέσμευση, όμως, που αμφισβητείται όλο και περισσότερο από τους επενδυτές οι οποίοι αμφιβάλλουν για το αφήγημα της ΕΚΤ ότι ο υψηλός πληθωρισμός είναι προσωρινός.

Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ δεσμεύθηκε εκ νέου να συνεχίσει τις αγορές ομολόγων στο πλαίσιο του έκτακτου, πανδημικού, προγράμματός της, του γνωστού ως PEPP, αν και επιβραδύνοντάς το σχετικά, μέχρι τον Μάρτιο του 2022 ή και αργότερα αν απαιτηθεί.

Η ΕΚΤ υποστηρίζει εδώ και καιρό ότι η τρέχουσα άνοδος των τιμών είναι παροδική και πως οι υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις είναι αρκετά αδύναμες ώστε να απαιτούν τη στήριξή της για τα επόμενα χρόνια.

Αλλά οι προσδοκίες των νοικοκυριών για τον πληθωρισμό αυξάνονται ταχύτατα και οι επενδυτές επίσης αμφιβάλλουν για αυτή την άποψη, αναμένοντας μια αύξηση των επιτοκίων μέχρι το τέλος του επομένου έτους, δημιουργώντας χάσμα μεταξύ των δικών της εκτιμήσεων και των προσδοκιών της αγοράς.

Το πρόβλημα είναι ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη αναμένεται να αγγίξει το 4% στον επόμενο μήνα και ακόμη και αν η άνοδος οφείλεται σε έκτακτους παράγοντες, όπως η άνοδος των τιμών του πετρελαίου και οι αυξήσεις των φόρων, ο πληθωρισμός συχνά παγιώνεται αν μείνει για καιρό.

Οι χρηματαγορές εκτιμούν πως η κεντρική τράπεζα της Ευρωζώνης θα αυξήσει το επιτόκιο της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων κατά 20 μονάδες βάσης, στο -0,3%, έως τον Δεκέμβριο του 2022, υποκινούμενη από τις αυξανόμενες προσδοκίες για τον πληθωρισμό. Τα στοιχήματα υπέρ μιας πιο «σφικτής» πολιτικής από την ΕΚΤ έχουν διπλασιαστεί από την Τρίτη, αψηφώντας, όπως προαναφέρθηκε, τη θέση των υπευθύνων χάραξης πολιτικής ότι οι αυξήσεις στις τιμές καταναλωτή είναι προσωρινές.

Αυτό οδήγησε σε χαμηλότερα επίπεδα τα ομόλογα της Ευρωζώνης, με τα ιταλικά να υποαποδίδουν, επηρεασμένα αρνητικά και από τα μη ικανοποιητικά επίπεδα της ζήτησης για τις τελευταίες εκδόσεις 5ετών και 10ετών τίτλων.

UBS: «Υπερβολικά τα στοιχήματα υπέρ της αύξησης των επιτοκίων»

Τα τελευταία στοιχήματα για τα επιτόκια είναι υπερβολικά, σύμφωνα με τον Rohan Khanna, υπεύθυνο στρατηγικής στη UBS Group.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι traders πρέπει να υποθέτουν κάτι από τα δύο: είτε ότι η ΕΚΤ θα εγκαταλείψει έως τον Μάρτιο το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της μαζί με το έκτακτο πρόγραμμα που λάνσαρε λόγω πανδημίας, είτε ότι θα αναθεωρήσει την πολιτική της για την αύξηση του κόστους δανεισμού εμμένοντας ταυτόχρονα στην ποσοτική χαλάρωση.

«Και οι δύο ιδέες είναι παρατραβηγμένες», υποστήριξε ο Khanna.

Αξιωματούχοι της ΕΚΤ, συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής οικονομολόγου, Φίλιπ Λέιν, έχουν πει ότι οι προβλέψεις των επενδυτών για αύξηση επιτοκίων το επόμενο έτος δεν συμβαδίζουν με τις οδηγίες της τράπεζας.

Επί τάπητος η μετάβαση

Η ΕΚΤ μελετά τον τρόπο μετάβασης από τα έκτακτα μέτρα τόνωσης της οικονομίας στην επόμενη φάση, αλλά οποιαδήποτε απόφαση αναμένεται το νωρίτερο τον Δεκέμβριο, όταν και θα υπάρχουν νέες οικονομικές προβλέψεις. Οι περισσότεροι αξιωματούχοι επιμένουν ότι η άνοδος του πληθωρισμού στην περιοχή είναι προσωρινή, με τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές να εξακολουθούν να είναι υποτονικές, παρόλο που ορισμένοι τονίζουν τον κίνδυνο πιο μόνιμων πιέσεων στις τιμές.

Ο ισπανικός πληθωρισμός επιταχύνθηκε στο 5,5% τον Οκτώβριο, σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα την Πέμπτη, υπερβαίνοντας κατά πολύ τη διάμεση εκτίμηση του 4,5% σε έρευνα του Bloomberg. Τα στοιχεία για την Ευρωζώνη, την Παρασκευή, αναμένεται να δείξουν νέα άνοδο στο 3,7%.

Η Τράπεζα του Καναδά ήταν η τελευταία μεγάλη κεντρική τράπεζα στον ανεπτυγμένο κόσμο που γνωστοποίησε την πρόθεσή της να «σφίξει» την πολιτική της, ενώ η Τράπεζα της Αγγλίας αναμένεται να αυξήσει το κόστος δανεισμού έως και κατά 15 μονάδες βάσης την επόμενη εβδομάδα.

Σε ιστορικό χαμηλό το κόστος χρηματοδότησης

Την ώρα, όμως, που τα στοιχήματα για αύξηση των επιτοκίων αυξάνονται, το κόστος χρηματοδότησης υποχώρησε στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών, καθώς η ρευστότητα στην οικονομία κινείται κοντά σε υψηλά ρεκόρ.

Το Euribor τριών μηνών, το επιτόκιο με το οποίο οι τράπεζες μπορούν θεωρητικά να δανείζονται η μία από την άλλη, υποχώρησε στο επίπεδο ρεκόρ του -0,557% την Πέμπτη. Τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης Euribor που λήγουν τον Δεκέμβριο δείχνουν προς επακόλουθη άνοδο στο -0,535%, υποδηλώνοντας ότι οι χρηματαγορές δεν αναμένουν περαιτέρω μειώσεις μέχρι το τέλος του έτους.

Η πλεονάζουσα ρευστότητα έφτασε στο ιστορικό υψηλό των 4,433 τρισ. ευρώ πριν από περίπου τρεις εβδομάδες. Πρόκειται για αύξηση σχεδόν κατά 1 τρισ. ευρώ από τον Ιανουάριο, όταν το επιτόκιο χρηματοδότησης σημείωσε το προηγούμενο χαμηλό ρεκόρ.

Η δεξαμενή των εφεδρικών μετρητών έχει ενισχυθεί χάρη σε μερικούς γύρους χρηματοδότησης με εξαιρετικά φθηνά δάνεια, γνωστά αλλιώς και ως TLTRO, και τις αγορές ομολόγων που συνδέονται με την πανδημία, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προσπαθεί να κρατήσει υπό έλεγχο στο κόστος δανεισμού της περιοχής.