Μεταξύ των πιέσεων που, de facto, ασκεί η διπλή κρίση, δηλαδή η υγειονομική και η ενεργειακή κρίση, η ελληνική οικονομία εισέρχεται σε κρίσιμο κύκλο αξιολόγησης και στην αντίστροφη πορεία προς την έξοδο από την μεταμνημονιακή εποπτεία, που η κυβέρνηση επιδιώκει να γίνει, ομαλά, στις αρχές του καλοκαιριού του 2022, σηματοδοτώντας μια νέα περίοδο για την ελληνική οικονομία.

Την ερχόμενη εβδομάδα, 19 – 20 Οκτωβρίου η πρόοδος της χώρας σε κρίσιμες – για τους πιστωτές μας – μεταρρυθμίσεις, με αιχμή την πορεία εξυγίανσης του τραπεζικού κλάδου και τη διαχείριση του μεγάλου αποθέματος κόκκινων δανείων, η πορεία υλοποίησης ιδιωτικοποιήσεων, η πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού και οι προβλέψεις της ελληνικής πλευράς για το αποτύπωμα της ενεργειακής κρίσης στην δυναμική ανάκαμψης της οικονομίας σε συνδυασμό με τυχόν προβλέψεις για δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών και φυσικά το state of play στην υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης θα τεθούν προς συζήτηση με τους επικεφαλής των θεσμών στο πλαίσιο της νέας αξιολόγησης της οικονομίας.

Από τις συζητήσεις θα αποκρυσταλλωθεί το πραγματικό περιθώριο αντίδρασης με νέα μέτρα στήριξης στην οικονομία υπό το βάρος των κρίσεων καθώς και η δυναμική του εύρους των φοροελαφρύνσεων του 2022 που θα αποτυπωθούν στο τελικό σχέδιο του προϋπολογισμού για το 2022 που πρόκειται να κατατεθεί στη Βουλή κοντά στις 20 Νοεμβρίου.

Η έκθεση τους, πιθανόν στις 24 Νοεμβρίου θα έχει μια ιδιαίτερη σημασία για την ελληνική οικονομία και θα συζητηθεί στο Eurogroup της 6ης Δεκεμβρίου, κοντά δηλαδή χρονικά στο σημείο που η Κριστίν Λαγκάρντ ίσως μιλήσει για την επόμενη μέρα του PEPP στην ευρωζώνη και το τι αυτό θα σημάνει για χώρες όπως η Ελλάδα που ακόμη δεν έχουν ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα….

Θα έχει προηγηθεί στις 21 – 22 Οκτωβρίου κρίσιμη Σύνοδος Κορυφής στις Βρυξέλλες όπου είναι πολύ πιθανόν να αποτυπωθεί για μια ακόμη φορά το σκηνικό αντίρροπων πιέσεων μεταξύ των δημοσιονομικά ασθενέστερων και των δημοσιονομικά ορθότερων κρατών μελών, καθώς μαίνεται στο παρασκήνιο η οικονομική διπλωματία για την αναθεώρηση του δημοσιονομικού πλαισίου, τη διαχείριση του χρέους της πανδημίας και το εύρος του χρόνου που θα έχουν στη διάθεση τους οι χώρες για να επιστρέψουν στη δημοσιονομική κανονικότητα και να αποσύρουν όσο πιο σταδιακά γίνεται τα έκτακτα μέτρα στήριξης.

Με τον πονοκέφαλο της ενεργειακής κρίσης να είναι φυσικός σύμμαχος όσων, μεταξύ αυτών και της Ιταλίας, τάσσονται υπέρ μεγαλύτερων ευελιξιών, οι συζητήσεις δεν θα είναι εύκολες, ενώ το μόνο βέβαιο είναι πως για μια οριστική συμφωνία επί των «νέων» δημοσιονομικών κανόνων θα απαιτηθεί χρόνος καθώς καταρχήν πρέπει να υπάρχει κυβέρνηση στη Γερμανία και τη Γαλλία….Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως δεν θα έχουμε αποφάσεις για τα έκτακτα μέτρα στήριξης των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων για την ενεργειακή κρίση, με την Ελλάδα βέβαια να έχει ήδη ανακοινώσει δέσμη μέτρων, την ώρα όμως που εντείνονται οι πιέσεις από νοικοκυριά και επιχειρήσεις για ακόμη μεγαλύτερη στήριξη…

Οι οίκοι, η επενδυτική βαθμίδα και τα 7 δισ.

Στις 22 Οκτωβρίου, την ερχόμενη Παρασκευή αναμένεται άλλωστε και μια ακόμη σημαντική έκθεση για την ελληνική οικονομία καθώς ο διεθνής οίκος S&P θα ανοίξει τα χαρτιά του. Αν και το μεγάλο ζητούμενο είναι μια…μεγάλη έκπληξη που προφανώς και θα ήταν ένα game changer για την ελληνική οικονομία, στην παρούσα φάση η κυρίαρχη προσδοκία είναι πως δύσκολα θα προκύψει. Τα μέτωπα στην ελληνική οικονομία παραμένουν ανοικτά, ή μάλλον μέτωπα στα οποία θα έπρεπε να έχει καταγραφεί ουσιαστική πρόοδος προκειμένου να πυροδοτηθεί μια αναβάθμιση χρειάζονται ακόμη δουλειά.

Υπό αυτό το πρίσμα το οικονομικό επιτελείο έχει επιδοθεί σε αγώνα δρόμου για να κτίσει ένα ισχυρό αφήγημα προς τις αγορές, ούτως ώστε μέχρι τις αρχές του έτους να μπορεί να ξεκινήσει να επιταχύνεται η πορεία προς την επενδυτική βαθμίδα. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η προσπάθεια να υλοποιηθούν επαναγορές χρέους της τάξης των 7 δισ. ευρώ όπως αποκάλυψε το Mononews.

Πρόκειται σύμφωνα με πληροφορίες  για δάνεια 1,7 δισ. ευρώ που οφείλει η χώρα στο ΔΝΤ και 5,3 δισ. ευρώ του πρώτου πακέτου από την ΕΕ. Αυτές οι προαγορές χρέους θα καλυφθούν από τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα του δημοσίου στέλνοντας ένα ισχυρό σήμα στις αγορές, ενόψει και των νέων ομολογιακών εκδόσεων του 2022, πως η Ελλάδα μπορεί και ξεπληρώνει ταχύτερα τους πιστωτές της. Εφόσον το σχέδιο αυτό εγκριθεί – καθώς απαιτούνται και πολιτικές εγκρίσεις από άλλα κράτη μέλη – τότε στις αρχές του έτους η χώρα θα μπορεί να πει στους οίκους αξιολόγησης πως ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ, κεντρικός δείκτης βιωσιμότητας του χρέους, είναι αρκετά χαμηλότερα από το «ψυχολογικό όριο» του 200%.

Σημαντική παράμετρος στο θετικό αφήγημα είναι και το σήμα που αναμένεται να δώσει η Κριστίν Λαγκάρντ το Δεκέμβριο για το εύρος των «ελαστικοτήτων» που θα είναι διαθέσιμες, μετά τη λήξη του PEPP και οι οποίες θα μπορούσαν να είναι τεχνικά, μια διέξοδος για να εξακολουθήσει να ευεργετείται η χώρα ως προς το κόστος δανεισμού, και μετά τη λήξη του προγράμματος, ακόμη και εάν δεν διαθέτει ακόμη τότε επενδυτική βαθμίδα.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί η επισήμανση που κάνουν παράγοντες της αγοράς στην τελευταία ανάλυση της Fitch που υπογράμμιζε τη σημασία που θα έχει για ενδεχόμενη αναβάθμιση το εάν η χώρα θα μπορεί να πείσει πως συντελείται ουσιαστική βελτίωση στο δημόσιο χρέος. Η Fitch θα εκδώσει έκθεση αξιολόγησης στις 22 Ιανουαρίου. Κοντά δηλαδή, στην πρώτη ομολογιακή έκδοση του δημοσίου για το 2022, χρονιά κατά την οποία αναμένεται δανεισμός της τάξης των 10 δις. ευρώ. Ο σχεδιασμός θα αποτυπωθεί στο ετήσιο δανειακό πρόγραμμα που θα δημοσιοποιηθεί εκτός απροόπτου στις 22 Δεκεμβρίου.

Διαβάστε επίσης

Με καθυστέρηση τριών μηνών η πρώτη δόση από το Ταμείο Ανάκαμψης

ΙΟΒΕ: Εξασθένιση των επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία τον Σεπτέμβριο 2021

ΕΛΣΤΑΤ: «Άλμα» 32,9% σημείωσε ο τζίρος των επιχειρήσεων τον Αύγουστο