Η εικόνα δίνει και το μήνυμα της έκθεσης: Ο πίνακας του γαλλοσπουδαγμένου Ιάκωβου Ρίζου «Αθηναϊκή βραδιά» με τις δύο ωραίες Αθηναίες που παρακολουθούν μαγεμένες έναν αξιωματικό του ιππικού να τους διαβάζει ποίηση στο γλυκό σούρουπο. Ο χώρος είναι η ταράτσα ενός νεοκλασικού σπιτιού με την Ακρόπολη στο βάθος.

Βρισκόμαστε στα 1897 και η Ελλάδα έχει αφήσει πίσω της έναν σκληρό, απελευθερωτικό αγώνα και κοιτάζει μπροστά με το βλέμμα στη Δύση. Αυτό το έργο έχει επιλέξει το Λούβρο για να προβάλλει από τον ιστότοπό του την μεγάλη έκθεση «Παρίσι – Αθήνα, Η γέννηση της νεότερης Ελλάδας, 1675-1919», με την οποία ανοίγει τη φετινή σεζόν του στις 30 Σεπτεμβρίου.

Ένα αφιέρωμα στην επέτειο των 200 χρόνων από την κήρυξη του ελληνικού απελευθερωτικού αγώνα το 1821, που θα παρουσιαστεί στις αίθουσες περιοδικών εκθέσεων του Hall Napoléon με στόχο την προβολή των σχέσεων Αθήνας και Παρισιού.

Από την εποχή των πρώτων πρέσβεων στα ελληνικά εδάφη, στα τέλη του 17ου αιώνα έως τις εκθέσεις των ελλήνων καλλιτεχνών της ομάδας Τέχνη στο Παρίσι, στις αρχές του 20ού αιώνα. Άλλωστε, όπως επισημαίνεται, για τους Γάλλους αυτή η έκθεση είναι μια πρώτη προσπάθεια διασταύρωσης της ιστορίας της αρχαιολογίας με την ανάπτυξη του ελληνικού κράτους και της σύγχρονης τέχνης.

Αλλά πέρα από αυτά έχει ενδιαφέρον η πρόσληψη και η απόδοση της Ελληνικής Ιστορίας από το Λούβρο, που όπως αναφέρει, το 2021 σηματοδοτεί την επέτειο της έναρξης του Ελληνικού Πολέμου της Ανεξαρτησίας στις 25 Μαρτίου 1821, αλλά και της «άφιξης στο Λούβρο της Αφροδίτης της Μήλου τον ίδιο μήνα του ίδιου έτους – την 1η Μαρτίου 1821 – μετά την ανακάλυψή της, τον Απρίλιο του 1820».

«Η εγγύτητα αυτών των δύο γεγονότων είναι πλούσια σε νοήματα», σημειώνει το γαλλικό μουσείο. «Θέτει τα ζητήματα της ιδιαίτερης θέσης της αρχαίας ελληνικής τέχνης στις συλλογές του Λούβρου και του μοναδικού ρόλου της Ελλάδας στην οικοδόμηση της πολιτιστικής ταυτότητας της Ευρώπης και της Γαλλίας ειδικότερα. ΄Ετσι η έκθεση εντοπίζει τους πολιτιστικούς, διπλωματικούς και καλλιτεχνικούς δεσμούς μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας τον 19ο αιώνα και δείχνει, πώς η ανακάλυψη της ελληνικής αρχαιότητας άλλαξε την ευρωπαϊκή άποψη για την Ελλάδα». Για τους Γάλλους εξάλλου, η γέννηση του νέου ελληνικού έθνους τον 19ο αιώνα καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από την ανάπτυξη της επιστημονικής αρχαιολογίας και από τον γαλλικό και γερμανικό νεοκλασικισμό.

Η έκθεση «Παρίσι- Αθήνα, Η γέννηση της νεότερης Ελλάδας, 1675-1919», που θα διαρκέσει ως τις 7 Φεβρουαρίου έχει επιμελητή τον Ζαν Λυκ Μαρτινέζ απερχόμενο πρόεδρο και διευθυντή του Λούβρου, ενώ από ελληνικής πλευράς την Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης.

Ιάκωβος Ρίζος «Αθηναϊκή βραδιά» στο Μουσείο του Λούβρου

Το σκεπτικό

Συνολικά, 356 έργα (μεταξύ των οποίων και ορισμένα σύνολα) θα δουν οι επισκέπτες της έκθεσης και όχι μόνον από το ίδιο το Λούβρο αλλά και από άλλους 50 φορείς εντός και εκτός Γαλλίας (π.χ. Κρατικά Μουσεία του Βερολίνου, Βρετανικό Μουσείο) και φυσικά από την Ελλάδα (η έγκριση έχει ήδη δοθεί από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο). Πρόκειται για σημαντικά έργα από τις απαρχές της φραγκικής παρουσίας στον ελλαδικό χώρο μετά την Δ΄ Σταυροφορία, τις καλλιτεχνικές εξελίξεις μετά την κατάλυση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, την ίδρυση ξένων αρχαιολογικών σχολών στην Ελλάδα, όπως της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής και τις ανασκαφές της στη Δήλο, τους Δελφούς και την Ακρόπολη.

Η Παναγία «των Καταλανών» (15ος αιώνα) από τον ναό του Προφήτη Ηλία στη Ρωμαϊκή Αγορά της Αθήνας (Βυζαντινό Μουσείο)

Σύμφωνα με το σκεπτικό των διοργανωτών η έκθεση εξελίσσεται χρονολογικά και χωρίζεται σε οκτώ βασικές περιόδους. Αρχίζοντας από τον 17ο και 18ο αιώνα, όταν οι πρεσβευτές που πήγαιναν στην Υψηλή Πύλη στην Κωνσταντινούπολη ανακάλυπταν μια «οθωμανική επαρχία», η οποία όμως σιγά σιγά άρχισε να προκαλεί το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών και των διανοουμένων. Πρώτο έργο της έκθεσης έτσι, είναι ο πίνακας που απεικονίζει την επίσκεψη στην Αθήνα, το 1675 του Μαρκήσιου ντε Νουαντέλ, πρεσβευτή του Λουδοβίκου XIV στην Υψηλή Πύλη. Μια εποχή, που οι Γάλλοι έβλεπαν ακόμη την Ελλάδα ως μία εν υπνώσει επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας…

Και ακολουθεί ο Ελληνικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας, που έλαβε στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη από ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, όπου και προκάλεσε σημαντικό λαϊκό ενθουσιασμό.

Ψηφιδωτό με τον θεό Διόνυσο σε τίγρη (τέλη 2ου –αρχές 1ου π.Χ. αιώνα) από την Οικία του Διονύσου στη Δήλο

Ο Ντελακρουά

Ειδική αναφορά γίνεται στο έργο του Ευγένιου Ντελακρουά που απεικόνισε στον πίνακά του «Η σφαγή στη Χίο» την θηριωδία των Τούρκων απέναντι στους κατοίκους του νησιού αλλά και την «Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» ως ανάμνηση και του φίλου του λόρδου Βύρωνα. Πρόκειται για ένα έργο που παρουσίασε σε έκθεση υποστήριξης των Ελλήνων στην Γκαλερί Λεμπρούν στο Παρίσι, το 1826, τροφοδοτώντας έτι περισσότερο το φιλελληνικό κίνημα υπέρ του αγώνα των Ελλήνων για ανεξαρτησία και ελευθερία.

Η απελευθέρωση της χώρας το 1829 και η ανακήρυξη της Αθήνας το 1834 ως πρωτεύουσας του ελληνικού κράτους είναι μία ακόμη ενότητα. Ενώ ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην οικοδόμηση μιας σύγχρονης πολιτιστικής ταυτότητας, η οποία άντλησε έμπνευση από τον γαλλικό και γερμανικό νεοκλασικισμό, υπό την επίδραση βέβαια της γερμανικής και γαλλικής παρουσίας.

Για να ακολουθήσουν οι μεγάλες εκθέσεις που πραγματοποιήθηκαν στο Παρίσι στα τέλη του 19ου αιώνα (1878, 1889 και το 1900) που παρουσίασαν μια νεοελληνική τέχνη που φέρει το αποτύπωμα της βυζαντινής και ορθόδοξης ταυτότητας της χώρας. Και τέλος η έκθεση ολοκληρώνεται με έργα της ομάδας Τέχνη με έλληνες καλλιτέχνες που ήταν κοντά στην ευρωπαϊκή πρωτοπορία και έργα τους εκτέθηκαν στο Παρίσι το 1919.

Ο δούκας του Μονπενσιέ επισκέπτεται τα ερείπια του ναού του Δία στην Αθήνα, 1848 (Από το Grand Palais)

Η αναζήτηση νέας ταυτότητας

Η ανακάλυψη της πολυχρωμίας στην αρχαία ελληνική τέχνη είναι ένα ακόμη «μυστικό» της έκθεσης, που πηγαίνει πίσω στα τέλη του 17ου αιώνα και στα ίχνη χρώματος που είχαν εντοπίσει οι Βρετανοί ταξιδιώτες, Τζέιμς Στιούαρτ και Νίκολας Ρέβετ σε θραύσματα αρχαιοτήτων στην Ακρόπολη. Ιδιαίτερα σημειώνεται επίσης η οικογένεια των ελβετών καλλιτεχνών Ζιγιερόν (πατέρας και γιος) που από το 1877 που εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα βοήθησαν στην ευαισθητοποίηση της Ευρώπης για την ελληνική αρχαιότητα. Ο Εμίλ Ζιγιερόν ειδικά, αναπαράγοντας αρχαία ευρήματα σε γραμματόσημα, χαρτονομίσματα, διπλώματα και αφίσες με αφορμή τους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες, που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα το 1896 είχε συμβάλλει τη διαμόρφωση μιας νέας εθνικής ταυτότητας.

Το βυζαντινό παρελθόν της Ελλάδας εξάλλου, για χρόνια αγνοημένο και επισκιασμένο από την κλασική εποχή επισημαίνεται στην έκθεση μέσα από τις πρώτες βυζαντινές ανασκαφές που έγιναν από Γάλλους αρχαιολόγους, περί το 1900. Η τεκμηρίωση για βυζαντινά μνημεία, εκκλησίες και αντικείμενα τέχνης είναι ανάλογη έτσι στη Γαλλία, με αυτήν της αρχαίας ελληνικής αρχαιολογίας.

Ντελακρουά «Η Ελλάδα στα ερείπια του Μεσολογγίου» (Μουσείο του Λούβρου)

Οι ανασκαφές

Στην έκθεση η ευρωπαϊκή συμβολή στη διατήρηση της ελληνικής εθνικής κληρονομιάς απεικονίζεται από την ίδρυση αρχαιολογικών ιδρυμάτων, όπως η Γαλλική Σχολή Αθηνών το 1846, η οποία έφερε επανάσταση στη γνώση του υλικού παρελθόντος της Ελλάδας. Παρουσιάζονται έτσι οι ανασκαφές στη Δήλο, τους Δελφούς και την Ακρόπολη, που οδήγησαν στην ανακάλυψη μιας πολύχρωμης αρχαίας Ελλάδας, πολύ μακριά από το νεοκλασικό ιδεώδες.

Η Γαλλική Σχολή Αθηνών πραγματοποίησε τις πρώτες της ανασκαφές το 1870 στη Σαντορίνη, φέρνοντας στο φως μια άγνωστη ιστορία της Ελλάδας. Από εκεί και πέρα, οι αρχαιολόγοι έστρεψαν την προσοχή τους σε περιόδους που προηγούνταν της γνωστής ως «κλασικής Ελλάδας». Κι όταν ιδρύθηκε η Αρχαιολογική Εταιρεία Αθηνών, οι ανασκαφές στους μεγάλους αρχαιολογικούς χώρους μοιράστηκαν στα ευρωπαϊκά ινστιτούτα που υπάρχουν στην Ελλάδα, κυρίως αυτά της Γερμανίας και της Γαλλίας.

Λειψανοθήκη του Τιμίου Σταυρού με δύο αγγέλους (1100 – 1300), Λούβρο

Έτσι ανακαλύφθηκε η Ολυμπία από τη Γερμανική Σχολή (από το 1875 και μετά) ενώ οι Δελφοί – και ιδιαίτερα η Δήλος – εξερευνήθηκαν από αρχαιολόγους της Γαλλικής Σχολής. Πρόκειται για αρχαίους χώρους που εξακολουθούν να μαρτυρούν τους ισχυρούς δεσμούς μεταξύ των δύο χωρών, καθώς γάλλοι αρχαιολόγοι συνεχίζουν να εργάζονται σ΄αυτούς και σήμερα. Αυτήν ακριβώς την αρχαιολογική περιπέτεια μάλιστα θα εικονογραφήσει στην έκθεση ένα ψηφιδωτό από τη Δήλο και σπάνια χάλκινα έργα από το Μουσείο των Δελφών, που θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά στο Λούβρο. Η έκθεση όμως περιλαμβάνει επίσης και μία ανακατασκευή της γαλλικής αρχαιολογικής έκθεσης στην Παγκόσμια Έκθεση στο Παρίσι το 1900.

Η στήλη με τις «Χορεύτριες των Δελφών» (Λούβρο)

Η νεώτερη Ελλάδα

Στην ίδια έκθεση η ελληνική παρουσία ήταν αρκετά ισχυρή με τα μεγάλα ονόματα που εκπροσωπούσαν την παράδοση στη ζωγραφική αλλά και με νέους καλλιτέχνες, όπως ο Ιάκωβος Ρίζος, που σπούδαζαν στο Παρίσι και διακρίνονταν από τη νεωτερικότητά τους. Στον Ρίζο άλλωστε είχε απονεμηθεί το ασημένιο μετάλλιο της έκθεσης για τον πίνακά του «Αθηναϊκή βραδιά», έργο επηρεασμένο από καλλιτέχνες της Παρισινής Μπελ Επόκ, που σηματοδοτεί όμως με κάποιο τρόπο την είσοδο σε μια νέα εποχή και στην οικοδόμηση μιας ευρωπαϊκής ταυτότητας.

Πιερ- Ζαν Νταβίντ ντ΄Ανζέρ «Νεαρή Ελληνίδα στον τάφο του Μπότσαρη (Grand Palais)

Αναφορά τέλος, γίνεται στα έντονα γεωπολιτικά γεγονότα των αρχών του 20ύ αιώνα και την ανάμιξη της Ελλάδας σ΄αυτά, την Συνθήκη των Σεβρών και τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1919-1922 «πληρώνοντας την «Μεγάλη Ιδέα» και προκαλώντας τη «Μεγάλη Καταστροφή», την εκτόπιση των πληθυσμών σε φρικτές συνθήκες», όπως σημειώνεται. Με την έκθεση να κλείνει, με την παρουσίαση της ομάδας Τέχνη στο Παρίσι, που επέβαλε ένα νέο όραμα για την ελληνική καλλιτεχνική ταυτότητα: «Οι καλλιτέχνες, εμπνευσμένοι από την ευρωπαϊκή πρωτοπορία, ανέτρεψαν την κλισέ άποψη των Παριζιάνων για την Ελλάδα με μια τέχνη, που ήταν ευρωπαϊκή πέρα ως πέρα», αναφέρει το σκεπτικό της έκθεσης.

Ένδυμα της Μαρίας Βοναπάρτη (Μουσείο Μπενάκη)

Να σημειωθεί, ότι από ελληνικής πλευράς συμμετέχουν στην έκθεση με έργα τους το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, το Μουσείο Μπενάκη, τα Αρχαιολογικά Μουσεία Δελφών και Δήλου, το Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας, Βυζαντινό Μουσείο Καστοριάς, το Βυζαντινό Μουσείο Αντιβουνιώτισσας, το Μουσείο Ζακύνθου, το Μουσείο Κάστρου Χλεμούτσι, η Εθνική Πινακοθήκη, το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, ο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, η Δημοτική Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων, η Γαλλική Σχολή Αθηνών κ.ά. Από την τελευταία μάλιστα έχουν αποσταλεί στο Παρίσι, ακόμη και ανασκαφικά ημερολόγια, σχέδια, γκραβούρες, ακουαρέλες, φωτογραφίες, τιμητικά μετάλλια, φωτογραφικές μηχανές κ.ά.

Η Πύλη του Αδριανού σε φωτογραφία του 1852 από τον Αλφρέντ Νικολάς Νορμάντ (Grand Palais)

Διαβάστε επίσης:

Η Λήδα Κοντογιαννοπούλου ζωγραφίζει το σπίτι του Σεφέρη

Έργα του Ντελακρουά πρώτη φορά στο Μουσείο Μπενάκη- Δύο μοναδικές «σπουδές»

Η ναυμαχία της Ναυπάκτου που ενέπνευσε και την ραπ – Έκθεση στο Βυζαντινό Μουσείο