ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Πρόκειται για τέσσερις δεξαμενές, που αρχίζουν από ένα μικρό λόφο με μεγάλη κλίση και στη συνέχεια κατηφορίζουν προς τα επίπεδα μέρη του νησιού, συνδεδεμένες μεταξύ τους φυσικά, με αγωγούς, που μετέφεραν το νερό. Στην κορυφή του μάλιστα, όπως λέει ο κ. Κουράγιος υπήρχε προφανώς και μία πηγή, η οποία δεν έχει εντοπισθεί ακόμη.
Το ζήτημα όμως είναι, ότι το νερό ήταν απολύτως απαραίτητο και χρήσιμο για τους πολυάριθμους επισκέπτες, που έφθαναν στο ιερό του Απόλλωνα στο Δεσποτικό, ένα από τα μεγαλύτερα λατρευτικά κέντρα στο Αιγαίο, που όπως φαίνεται ιδρύθηκε περί τον 9ο -8ο π.Χ. για να φθάσει στην μέγιστη ακμή του στον 6ο π.Χ. «Ένα τόσο μεγάλο έργο συλλογής και διαχείρισης σε αυτή την περίοδο δεν εκπλήσσει, αφού η επισκεψιμότητα στο ιερό θα ήταν υψηλή και οι απαιτήσεις σε νερό μεγάλες για την τροφοδοσία του ιερού και των επισκεπτών, τις καλλιέργειες και την τροφοδοσία πλοίων», επιβεβαιώνει ο ανασκαφέας.
Η κεντρική δεξαμενή (εσωτερικές διαστάσεις 7,50 μ. x 5,50 μ. και σωζόμενο βάθος 3,80 μ.) διαπιστώθηκε ότι είναι ιδιαίτερα προσεγμένη και σώζει σε μεγάλες επιφάνειες αλλά και στον πυθμένα της, την επένδυσή της από υδραυλικό κονίαμα. Σημαντικό μάλιστα είναι ότι η χρήση της διατηρήθηκε στην ύστερη αρχαιότητα και στους βυζαντινούς χρόνους, όταν έγιναν και διάφορες μετασκευές και προσθήκες μικρών χώρων στο εσωτερικό της, οι οποίοι σώζονται έως σήμερα.
Μία ακόμη ορθογώνια, διμερής κατασκευή (διαστάσεων 6μ. x 4 μ.) ανακαλύφθηκε σε απόσταση μέτρου. Διαχωρίζεται μάλιστα σε δύο ορθογώνιους χώρους, που θεωρούνται προλάκκια, δηλαδή μικρές δεξαμενές φιλτραρίσματος! Το ένα από αυτά με βάθος 0,86 μ. είχε πυθμένα επενδεδυμένο με κονίαμα και στον ένα τοίχο του υπήρχαν πέντε τριγωνικού σχήματος ανοίγματα, μέσω των οποίων διοχετευόταν το νερό από το όμορο δεύτερο προλάκκιο. Στο εσωτερικό του τελευταίου εντοπίστηκαν και αρκετοί κέραμοι, αλλά και θραύσματα πήλινου αγωγού. Σ΄αυτό απολήγει λιθόκτιστος αγωγός μήκους 25 μέτρων, ο οποίος ακολουθεί την κατηφορική κλίση του εδάφους, με κλίση περίπου 10-11%. Ο πυθμένας του είναι εξολοκλήρου διαστρωμένος με μεγάλες σχιστολιθικές πλάκες, τα τοιχώματά του φθάνουν σε ύψος περίπου 0,40 μ. και το πλάτος είναι 0,55μ. Στη νότια απόληξη του αγωγού βρέθηκαν στη αρχική θέση τους τέσσερεις από τις ογκώδεις λίθινες καλυπτήριες πλάκες.
Ο κτιστός αγωγός εξάλλου ξεκινά από μία άλλη μεγάλη κτιστή δεξαμενή, σχεδόν κυκλικού σχήματος, διαμέτρου 11 μ. Τα τοιχώματά της σώζονται σε ύψος περίπου ενός μέτρου ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πώρινη κατασκευή που εντοπίστηκε στο μέσον της δεξαμενής, στο σημείο ένωσης με τον αγωγό, η οποία έφερε τέσσερις οπές (διατεταγμένες σε δύο οριζόντιες σειρές), εκ των οποίων σώζονται οι δύο. Ο ρόλος τους ήταν ο έλεγχος της ροής των υδάτων από τη δεξαμενή στον αγωγό. Αντιδιαμετρικά της κατασκευής, στη νότια πλευρά της κυκλικής δεξαμενής εντοπίστηκε μέγαλο άνοιγμα που οριζόταν από ψηλές, κάθετες σχιστόπλακες, οι οποίες πιθανότατα εξυπηρετούσαν την διοχέτευση του νερού από την πηγή που θα υπήρχε σε ψηλότερο σημείο στους λόφους.
Τα ευρήματα
Ελάχιστα όμως ήταν τα ευρήματα που προέκυψαν από τις δεξαμενές, κυρίως όστρακα άβαφων αγγείων που δεν διαφωτίζουν ιδιαίτερα την περίοδο κατασκευής και χρήσης τους. Αν και ανάλογα συστήματα δεξαμενών σπανίζουν κατά την Αρχαϊκή περίοδο στον ελλαδικό χώρο, κατασκευαστικά τόσο η μεγάλη δεξαμενή όσο και ο αγωγός ομοιάζουν πολύ με τα αρχαϊκά κτίρια του ιερού.
Πλην της δεξαμενής συνεχίστηκαν φέτος οι εργασίες στο Ανατολικό Συγκρότημα του τεμένους, όπου δόθηκε έμφαση στη διερεύνηση ενός ανοικτού χώρου με πλακόστρωτο δάπεδο. Εντοπίσθηκε εξάλλου και ένας νέος χώρος με πλακόστρωτο που απέδωσε πλήθος γραπτής κεραμεικής κυρίως του 6ου αιώνα π.Χ. (σκύφοι, λύχνοι, λεκάνες κ.α.). Τέλος, η έρευνα επεκτάθηκε στο ανατολικότερο τμήμα της θέσης, όπου είχε αποκαλυφθεί το 2019 τμήμα ενός ισχυρού αναλήμματος. Εκεί αποκαλύφθηκε ένας ακόμη τοίχος, μήκους σχεδόν 14 μέτρων, για την κατασκευή του οποίου έχουν χρησιμοποιηθεί αρχαϊκά αρχιτεκτονικά μέλη, όπως μαρμάρινη βάση αναθηματικού κίονα, αλλά και δύο τμήματα κάτω άκρων μαρμάρινων κούρων.
Λόγω της περιορισμένης διάρκειας της ανασκαφής όμως και της εκτεταμένης έρευνας των δεξαμενών, η ανασκαφή δεν συνεχίστηκε φέτος στη νησίδα Τσιμηντήρι, όπου πέρυσι εντοπίστηκαν μεγάλου μεγέθους κτιριακά συγκροτήματα.
Η αναστήλωση του ναού
Μετά από αρκετούς μήνες επίπονης και επισταμένης εργασίας, ολοκληρώθηκαν όμως φέτος οι εργασίες αναστήλωσης στον αρχαϊκό ναό και το εστιατόριο του ιερού του Απόλλωνα. Ήδη από τον Οκτώβριο του 2020, μετά την απομάκρυνση της σκαλωσιάς, είναι πλέον κατανοητή η τρίτη διάσταση του μνημείου που δεσπόζει στο χώρο. Συγκεκριμένα, φέτος έγιναν οι εξής εργασίες: συμπλήρωση στο προστώο του ναού της αρχικής φάσης του στυλοβάτη, προσαρμογή παραστάδων των θυρών του ναού, συμπλήρωση του δυτικού τοίχου των δωματίων του ναού, τελικές επεξεργασίες των προσόψεων των δωματίων του ναού. Οι εργασίες πραγματοποιηθήκαν υπό την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Γ. Ορεστίδη και τους μαρμαροτεχνίτες Β. Χατζή, Λ. Ιωάννου, Μ. Αρμάο, Γ. Κοντονικολάου, Γ. Σκαρή, Γ. Παλαμάρη.
Πλέον το λατρευτικό συγκρότημα του ιερού αποτελεί ένα ηχηρό τοπόσημο για το νησιωτικό σύμπλεγμα Δεσποτικού-Τσιμηντηρίου-Αντιπάρου, ορατό από όλες τις κατευθύνσεις, αποδεικνύοντας πόσο αρμονικά μπορεί να αφομοιωθεί ένα αναστηλωμένο αρχαίο μνημείο σε έναν αρχαιολογικό χώρο. Έπειτα από τις απαραίτητες εγκρίσεις από το ΚΑΣ, οι αναστηλωτικές εργασίες θα συνεχιστούν τον προσεχή Οκτώβριο με την αναστήλωση του λατρευτικού κτιρίου Δ, το οποίο αποτελούσε αναπόσπαστο τμήμα του αρχιτεκτονικού συνόλου του τειχισμένου λατρευτικού περιβόλου. Επίσης, θα πραγματοποιηθούν άμεσα σωστικά μέτρα συντήρησης και στερέωσης των δεξαμενών.
Οι ανασκαφές
Να σημειωθεί ότι επί 22 χρόνια συνεχίζονται οι ανασκαφές στο Δεσποτικό, στη θέση Μάντρα, στη ΒΑ πλευρά του νησιού, όπου εντοπίσθηκε αυτή η εκτεταμένη λατρευτική εγκατάσταση. Στο προστατευμένο με περίβολο τέμενος του Απόλλωνα δέσποζαν ο ναός, ο βωμός και το τελετουργικό εστιατόριο και μέχρι σήμερα έχουν ανασκαφεί 22 κτίρια που χρονολογούνται από τη Γεωμετρική έως την Ελληνιστική περίοδο, ενώ πρόσφατες έρευνες στη νησίδα Τσιμηντήρι, που κατά την αρχαιότητα αποτελούσε τμήμα του Δεσποτικού, έχουν φέρει στο φως έξι ακόμη κτίρια.
Το ιερό στο Δεσποτικό έχει αναδειχθεί ως ένα από τα σημαντικότερα αρχαϊκά ιερά των Κυκλάδων, το μεγαλύτερο σε έκταση μετά από αυτό της Δήλου. Η χωροταξική οργάνωσή του, η αρχιτεκτονική των λατρευτικών κτιρίων, ο πλούτος και η προέλευση των αναθημάτων είναι ενδεικτικά της αίγλης ενός πλούσιου, με υπερ-τοπική εμβέλεια θρησκευτικού κέντρου, στο οποίο κεντρικό ρόλο έπαιζε η πόλη της Πάρου.
Ο αρχαιολογικός χώρος στο Δεσποτικό παρουσιάζει εξάλλου ένα μοναδικό πλεονέκτημα: Βρίσκεται σε ένα ακατοίκητο νησί, παρθένο από σύγχρονες κατασκευές και επεμβάσεις, όπου φύση και ιστορία έχουν δημιουργήσει ένα αρμονικό σύνολο αλώβητο μέσα στους αιώνες.
Με γνώμονα λοιπόν αυτή τη δυναμική του χώρου, βασικός στόχος της επιστημονικής ομάδας του Δεσποτικού- εκτός από την ολοκλήρωση της ανασκαφής και της μελέτης των ευρημάτων- είναι η προστασία και ανάδειξη των μνημείων και του αρχαιολογικού χώρου. Απώτερος σκοπός του έργου έτσι, είναι η διατήρηση της αυθεντικότητας του χώρου και η ανάδειξή του σε οργανωμένο αρχαιολογικό πάρκο, σε ένα υπαίθριο μουσείο της διαχρονικής ιστορίας των Κυκλάδων.
Σημειώνεται ότι η πραγματοποίηση των εργασιών ήταν και φέτος δυνατή χάρη στις ευγενικές χορηγίες των: ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ (Θανάσης & Μαρίνα Μαρτίνου), Ίδρυμα Π&Α Κανελλοπούλου, Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη, Δήμος Αντιπάρου, Σύλλογος «Φίλοι της Πάρου», CollegeYearAthens, Lamda Development, Μάριον Στασινοπούλου και άλλων ιδιωτών φίλων της ανασκαφής.