Αναρωτήθηκα γιατί αναρωτιέται; Πριν από μερικές ημέρες είχα γράψει για το θέμα αυτό – προφανώς δεν διάβαζε την στήλη μου. Αλλά, πέρα από τα θέματα της εποπτείας στα οποία είχα αναφερθεί, τα επιχειρηματικά deals που γίνονται λίγο έως καθόλου αφορούν το χρηματιστήριο. Πάρτε παράδειγμα την πώληση της Pharmathen από την ΒC Partners στην Partners Group. Ο πρώτος επενδυτικός όμιλος έβγαλε τα χρήματα που ήθελε -μετά την δική του αγορά της οικογενειακής επιχείρησης- και τώρα την πούλησε σε έναν άλλο επενδυτικό όμιλο.
Φαντάζομαι ότι, μετά από κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα, θα δούμε την κίνηση να επαναλαμβάνεται. Αυτή είναι η πολιτική των ομίλων που δραστηριοποιούνται και στην Ελλάδα: εξαγορά, αύξηση της αξίας και πώληση. Είναι εξειδικευμένοι στα buy-out και έχουν πάντα στρατηγική εξόδου (exit strategy).
Καμία σχέση με το χρηματιστήριο.
«Καλά» με ρώτησε ξανά ο φίλος, «γιατί δεν βλέπω έντονη κίνηση με την ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ που εξελίσσεται σε καθοριστικό παίκτη της οικονομίας;».
Ανέτρεξα σε συζητήσεις και μισόλογα της αγοράς. Δύο παράγοντες μπορεί να έχουν παίξει ρόλο: η πολύ υψηλή τιμή που φαίνεται ότι δίνει για την Εγνατία και η εμπλοκή με το καζίνο του Ελληνικού. Δύο θέματα που δημιουργούν μερική αβεβαιότητα και αυξάνουν το επίπεδο ρίσκου σε ένα ήδη ριψοκίνδυνο και αβέβαιο περιβάλλον.
Εξάλλου, πολλοί επαΐοντες τείνουν να ξεχάσουν ότι στο μικρό ελληνικό επιχειρηματικό περιβάλλον, η πολυπλοκότητα των επιχειρηματικών διασυνδέσεων δημιουργεί ενίοτε όχι απόλυτα ξεκάθαρα εικόνα σχετικά με την συνολική δράση ενός φορέα. Και σε κανένα χρηματιστήριο δεν αρέσει αυτό.
Περιορισμένοι από το μέγεθος και τα προβλήματα της ελληνικής αγοράς, δραστήριοι επιχειρηματίες αναζήτησαν έκφραση της ζωτικότητας τους σε πληθώρα συναφών και μη επιχειρηματικών κινήσεων. Η πώληση της Chipita άνοιξε νέους δρόμους για περαιτέρω δραστηριοποίηση στην ΜΕΒΓΑΛ. Τα παιδιά της ΜIG εξακολουθούν να αποτελούν άλλοτε πολύτιμη προίκα για απόκτηση και άλλοτε βαρίδια για ξεπούλημα.
Μικρή και ρηχή είναι αγορά του ΧΑ. Μιλάμε για 42 εταιρείες (big cap) από τις οποίες περίπου το 35% δεν παίζει θετικά στο ταμπλό: ο τραπεζικός τομέας με 7 συμμετοχές, η Folli Follie με τα γνωστά προβλήματα, η MIG με τα δικά της θέματα, οι ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ που θεωρούνται εταιρείες του Δημοσίου -μαζί με την ΠΥΡΚΑΛ(!)- και δύο ναυτιλιακές που λόγω πανδημίας χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας. Αν προσθέσουμε και τις δύο εταιρείες συμμετοχών που όπως πάντα, λόγω της φύσης τους, διαπραγματεύονται με έκπτωση, τότε το παιγνίδι είναι στα χέρια 25 εταιρειών, από τις οποίες τρεις είναι στο εμπόριο, τρεις στα πετρέλαια, τέσσερις στην πληροφορική, δυο στις κατασκευές και 12 στην βιομηχανία. Αφήνω της ΔΕΗ, όπου η αποφυγή της κατάρρευσης δεν την έκανε αυτόματα ελκυστική – ιδιαίτερα όταν βαρύνεται με αναποτελεσματικές θυγατρικές και πανάκριβες μονάδες που βγαίνουν εκτός λειτουργίας πριν καλά-καλά λειτουργήσουν.
Με τις συνθήκες αυτές για ποιο χρηματιστήριο μπορούμε να μιλήσουμε; Για ποια άνοδο και για ποια πτώση; Καθηλωμένο στα ίδια επίπεδα εδώ και χρόνια αναζητά λύσεις. Εξαίρετη η πρωτοβουλία με τα ESG – αλλά δεν μπορεί παρά να τεθεί το ερώτημα: ποιες ελληνικές εταιρείες -εκτός ίσως από την ΤΙΤΑΝ, τον όμιλο Στασινόπουλου και τον όμιλο Μυτιληναίο- έχει κάνει έστω τα πρώτα βήματα, όχι για ESG αλλά για συνεκτική πολιτική εταιρικής κοινωνικής ευθύνης που να αναφέρεται στις σύγχρονες παγκόσμιες προκλήσεις;
Δυστυχώς το ΧΑ έχει πάψει να αποτελεί πηγή άντλησης κεφαλαίων. Οι μεγάλες εταιρείες, εξάλλου, έχουν στραφεί σχεδόν ολοκληρωτικά στην έκδοση ομολογιακών δανείων – τα private equity funds θέλουν το λίτρο αίματος για να συνεργαστούν και οι αγορές μετοχών δεν διακρίνονται για την ευστάθεια τους. Με τα ομόλογα είναι άλλοι οι βαθμοί ελευθερίας.
Ας μην αναρωτιόμαστε λοιπόν γιατί συμπεριφέρεται έτσι το ΧΑ; Κι ας μην αποδίδουμε τα πάντα στην πανδημία. Πολύ απλά, δεν υπάρχουν νέες εισαγωγές, δεν υπάρχει νέο αφήγημα, δεν υπάρχει νέα προοπτική πέρα από ένα μικρό κύκλο—που συχνά-πυκνά δεν ακουμπά καν το ΧΑ.