ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Πού θα πάει η Intrakat, o δυνατός τζίρος της ΓΕΚ, τι συμβαίνει με τον Φέσσα, το τετ α τετ Μεγάλου – Πετραλιά, η κρίσιμη ημέρα για Σκλαβενίτη, τι συμβαίνει στο Ελληνικό, τα δίδυμα του Λούτον και η καλή -πλατινομαλλούσα- συνεργάτης του υπουργού
Με αντιθέσεις, διαψεύσεις και προτάσεις τοποθετείται στο δημόσιο διάλογο σχετικά με το ρόλο της χρήσης των self tests στη διαχείριση της επιδημίας κορονοϊού στη χώρα, ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Λονδίνου (LSE), Ηλίας Μόσιαλος.
Παρότι τάσσεται υπέρ του μέτρου, προτείνει στοχευμένο έλεγχο αντί για δυνατότητα εκτεταμένης χρήσης απ’ όλους ανεξαιρέτως, τονίζοντας ότι η ευρεία διενέργεια των τεστ θα επιβαρύνει οικονομικά τους Έλληνες φορολογούμενους πολίτες, χωρίς ουσιαστικά να προσφέρει ανάλογο όφελος στη διαχείριση της επιδημίας.
«Υπάρχουν πάρα πολλοί πολίτες που θα πουν ‘γιατί να μην πάω να κάνω ένα τεστ;’ Χρειάζεται όμως να το κάνουν; Κάποιος που είναι στο σπίτι του, δεν βλέπει κανέναν και ξαφνικά ξύπνησε ένα πρωί και λέει εγώ θα πάω να κάνω ένα τεστ, για ποιο λόγο να το κάνει; Αν είχαμε τη δυνατότητα να διενεργούμε 200 εκατ. τεστ σε αυτή τη χώρα, ας τα έκαναν όλοι οι Έλληνες. Αν ήμασταν μια χώρα με τον προϋπολογισμό της Γερμανίας, ας γινόντουσαν και τρεις φορές την ημέρα. Δεν έχουμε ούτε τον προϋπολογισμό της Γερμανίας, ούτε τη δυνατότητα να προμηθευτούμε απεριόριστες ποσότητες τεστ», ανέφερε ο κ. Μόσιαλος κατά τη διάρκεια webinar με τίτλο «Covid-19: Η επόμενη μέρα στην υγεία».
Παράλληλα, τόνισε το ζήτημα της μετακύλισης του κόστους τους στους πολίτες και πρότεινε τη στοχευμένη χρήση τους σε σχολεία και επαγγελματικούς χώρους με συνθήκες συνωστισμού.
«Δεν είναι δωρεάν αυτά τα τεστ. Κάποιοι θα τα πληρώσουν. Και δεν τα πληρώνει η κυβέρνηση, τα πληρώνουν οι Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες. Η κυβέρνηση διαχειρίζεται τα χρήματα των Ελλήνων φορολογούμενων πολιτών. Επομένως, ως διαχειριστής αυτών των χρημάτων, μήπως θα έπρεπε να γίνει πιο στοχευμένη χρήση στα σχολεία και σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις, όπου είναι πολύ πιο δύσκολο να τηρούνται τα μέτρα των αποστάσεων», ανέφερε ο καθηγητής.
Υπενθυμίζεται ότι, μετά από εισήγηση της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, η κυβέρνηση υιοθέτησε το μέτρο που αφορά στη δυνατότητα δωρεάν διενέργειας self test για όλους τους πολίτες, με στόχο τον έλεγχο της διασποράς του ιού και την επανεκκίνηση των δραστηριοτήτων με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια. Όπως έχει ανακοινωθεί, η διάθεσή τους αναμένεται να ξεκινήσει στις αρχές Απριλίου από τα φαρμακεία της χώρας και κάθε πολίτης θα δικαιούται ένα τεστ την εβδομάδα, για διάστημα 2 μηνών.
Στο πλαίσιο αυτό, αίσθηση έχει προκαλέσει το γεγονός ότι o μειοδοτικός διαγωνισμός που προκηρύχθηκε για την προμήθεια των τεστ, αφορά σε πρώτη φάση, σε συνολικά 10 εκατ. τεμάχια, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στους ελέγχους μίας μόνο εβδομάδας.
Σχολιάζοντας το θέμα ο κ. Μόσιαλος σημείωσε: «Καταρχήν ακούστηκε ότι θα γίνονταν 10 εκατ. τεστ την εβδομάδα. Εγώ είδα ότι προκηρύχθηκε ένας διαγωνισμός για 10 εκατ. τεστ συνολικά. Τα 10 εκατ. τεστ την εβδομάδα είναι υπερβολικός αριθμός και πρακτικά, κάτι που δε συμβαίνει σε καμία άλλη χώρα. Άρα επικράτησε η λογική και θα γίνει αρχικά μία προμήθεια συνολικά 10 εκατ. τεστ».
Τα self tests δεν τους “πιάνουν” όλους
Αντίθετη με τις δηλώσεις περί μεγάλης αξιοπιστίας των εν λόγω τεστ σε ασυμπτωματικούς και προσυμπτωματικούς ήταν η τοποθέτηση του καθηγητή, ο οποίος προανήγγειλε ανάρτησή του στα κοινωνικά δίκτυα με όλες τις πληροφορίες που τεκμηριώνουν τη θέση του.
«Ακούστηκε ότι πιάνουν και τους ασυμπτωματικούς και όλους. Δεν ισχύει αυτό. Ας είμαστε επιστημονικά λίγο πιο συγκεκριμένοι. Η ακρίβεια αυτού του τεστ όσον αφορά στους ασυμπτωματικούς είναι πάρα πολύ μικρή. Γνωρίζουμε ότι οι ασυμπτωματικοί είναι το 20% του συνόλου, ενώ το 44% της διασποράς γίνεται από ασυμπτωματικούς και προσυμπτωματικούς. Αυτά τα τεστ δεν θα ‘πιάσουν’ όλες τις περιπτώσεις. Σίγουρα βοηθούν γιατί θα ‘πιάσουν’ κάποιους, αλλά εφόσον δεν είναι απεριόριστος ο αριθμός τους, ας γίνει στοχευμένη χρήση», σημείωσε.
Πάντως, σύμφωνα με τον καθηγητή Υγιεινής – Επιδημιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Γκίκα Μαγιορκίνη, υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι η κατ’ οίκον δειγματοληψία έχει πολύ μεγάλη αξιοπιστία. «Τα τεστ που έχουν γίνει σε αυτό το πλαίσιο, έχουν δείξει περισσότερο από 80% ευαισθησία και περισσότερο από 99% ειδικότητα”, ανέφερε ο καθηγητής κατά την τακτική ενημέρωση του υπουργείου Υγείας, χωρίς ωστόσο να διευκρινίσει σε ποιο στάδιο ή σε τι επίπεδο βαρύτητας της λοίμωξης.
Η καθηγήτρια Παιδιατρικής και επίσης μέλος της Επιτροπής, Βάνα Παπαευαγγέλου δήλωσε ότι με τη διενέργεια ατομικού τεστ από τους ίδιους τους πολίτες στο σπίτι μια φορά την εβδομάδα, θα δοθεί η δυνατότητα έγκαιρης διάγνωσης, ασυμπτωματικών ή και προσυμπτωματικών ασθενών, δηλαδή, ανθρώπων που θα εμφανίσουν συμπτώματα μέσα στις επόμενες μια-δυο μέρες. “Έτσι, επιτυγχάνουμε έγκαιρη ανίχνευση και απομόνωση αυτών των νέων κρουσμάτων, αλλά και ιχνηλάτηση των στενών επαφών τους, με στόχο την διακοπή της αλυσίδας της μετάδοσης», τόνισε η καθηγήτρια.
Η αύξηση των διαγνωστικών ελέγχων αποτελούσε εδώ και μήνες αίτημα της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, μέλη της οποίας υποστηρίζουν ότι ακόμη και αν «χαθούν» ορισμένες περιπτώσεις, κάποιες άλλες θα εντοπιστούν και αυτό είναι σημαντικό όφελος για τον έλεγχο της διασποράς. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρούν τα self tests ένα σημαντικό εργαλείο για τη διαχείριση της επιδημίας, ιδιαίτερα κατά την περίοδο επανεκκίνησης των δραστηριοτήτων.
Σύμφωνα με δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, Βασίλη Κοντοζαμάνη, πρόσφατη μελέτη του Πανεπιστημίου του Yale, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, κατέδειξε ότι η εβδομαδιαία διάθεση τεστ στο σύνολο του πληθυσμού, θα απέτρεπε 2,8 εκατομμύρια μολύνσεις και 15.700 θανάτους. Επίσης, στη Σλοβακία η μαζική διάθεση τεστ αντιγόνου σε δύο δόσεις, μείωσε τον επιπολασμό της νόσου κατά 50% και βοήθησε σημαντικά στην ασφαλή λειτουργία των σχολείων.
Ανησυχία για τα κλειστά σχολεία
Απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με το ποια είναι στην παρούσα φάση η αποτελεσματικότερη πολιτική για την αντιμετώπιση της επιδημίας, ο κ. Μόσιαλος υπογράμμισε ότι αυτή συνίσταται σε έναν συνδυασμό τήρησης των μέτρων και στοχευμένου διαγνωστικού ελέγχου, ενώ παράλληλα εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για τις επιπτώσεις των κλειστών σχολείων στην ψυχική υγεία και τη ζωή των μαθητών.
«Αυτή τη στιγμή η αποτελεσματικότερη πολιτική για την αντιμετώπιση της επιδημίας είναι το ‘προσέχουμε’, σε συνδυασμό με τα στοχευμένα τεστ και όχι γενικά και αόριστα, για να μπορέσουν να πάνε τα παιδιά στο σχολείο. Εμένα με ανησυχεί πάρα πολύ το γεγονός ότι τα παιδιά είναι κλεισμένα μέσα και δεν κοινωνικοποιούνται. Θα υπάρχουν πολλά προβλήματα ψυχολογικής προσέγγισης στα παιδιά αργότερα, που δεν θα ήθελα να τα δω. Πολλές φορές ακούω παράλογα θέματα, όπως το πώς αντέξαμε στην κατοχή. Δεν είμαστε στην κατοχή. Είναι πολύ πιο σύνθετες οι κοινωνίες που ζούμε σήμερα, πολύ πιο σύνθετα τα προβλήματα και πολύ μεγάλα τα ρίσκα τα οποία αντιμετωπίζουμε“, ανέφερε και πρόσθεσε:
“Έχουμε μία γενιά η οποία θα βγει από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια και θα αντιμετωπίσει ένα ποσοστό ανεργίας 20% κι εμείς λέμε τι θα πάθουν τα παιδιά; Σκεφτείτε έναν νέο 17-18-20 ετών που ξέρει ότι θα βγει σε μια αγορά εργασίας όπου ένας στους δύο δεν θα βρει δουλειά».
Σημειώνεται ότι, όπως έχει ανακοινωθεί, προκειμένου να ανοίξουν τα σχολεία ξανά με ασφάλεια, η κυβέρνηση πρόκειται να νομοθετήσει την υποχρεωτική χρήση self-test μία φορά την εβδομάδα για τους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές.