Με συνέντευξή της στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου καλεί τις ευρωπαϊκές χώρες να μοιραστούν τα βάρη της μεταναστευτικής κρίσης και υπογραμμίζει ότι «η αλληλεγγύη μεταξύ κρατών, αλλά και προς τους πρόσφυγες, είναι απαραίτητη».

Παράλληλα, αναφέρεται στις προκλήσεις από την πλευρά της Τουρκίας, στην αντιμετώπιση της πανδημίας, στις στενές σχέσεις Ελλάδας και Γαλλίας, καθώς και στην εκλογή της στην Προεδρία της Δημοκρατίας.

Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας τονίζει ότι η Ελλάδα εδώ και έξι χρόνια σηκώνει ένα δυσανάλογο βάρος σε σύγκριση με άλλες χώρες ως προς τη διαχείριση της μεταναστευτικής κρίσης και υπογραμμίζει ότι είναι απαραίτητη η αλληλεγγύη μεταξύ των κρατών, αλλά επίσης και προς τους πρόσφυγες.

Ωστόσο, υπογραμμίζει ότι, δυστυχώς, υπάρχουν κράτη στην Ευρώπη που αρνούνται συστηματικά να υποδεχτούν αιτούντες άσυλο και υποστηρίζει ότι οι ευρωπαϊκές ανθρωπιστικές αρχές δεν πρέπει να ενταφιαστούν μπροστά στην άνοδο του εξτρεμισμού.

Ταυτόχρονα, υπενθυμίζει ότι η πρόκληση για την Ευρώπη είναι η διατήρηση της ενότητάς της, η διαφύλαξη των αξιών της, του κράτους δικαίου, καθώς και των ατομικών ελευθεριών.

Αναφερόμενη στις προκλήσεις της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, η κ. Σακελλαροπούλου επισημαίνει ότι η Άγκυρα εργαλειοποίησε το μεταναστευτικό ζήτημα, θέλοντας να επιτρέψει σε χιλιάδες μετανάστες να περάσουν στην Ευρώπη και τονίζει ότι η Αθήνα πέτυχε, με την υποστήριξη των ευρωπαίων εταίρων της, να προστατεύσει τα σύνορά της, τα οποία είναι επίσης και σύνορα όλης της Ευρώπης.

Επισημαίνει ότι η Ελλάδα βασίζεται στο διεθνές δίκαιο και στους κανόνες καλής γειτονίας, «τους σέβεται και αναμένει από τους γείτονές της να πράξουν το ίδιο», ενώ αναφερόμενη στη δεύτερη φάση των διερευνητικών επαφών μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων διπλωματών, σημειώνει ότι «εάν η Τουρκία αποδείξει ότι είναι πραγματικά πρόθυμη να συζητήσει και να διευθετήσει τα ζητήματα που προκαλούν συγκρούσεις, τότε είμαστε και εμείς. Θέλουμε να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας».

«Ο πρόεδρος Μακρόν κατάλαβε πριν από τους άλλους…»

Αναφερόμενη στις ελληνογαλλικές σχέσεις, υπογραμμίζει ότι με την κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο οι δύο χώρες έχουν έρθει και πάλι κοντά, επειδή «ο Πρόεδρος Μακρόν, πριν από τους άλλους Ευρωπαίους πολιτικούς, κατάλαβε πολύ καλά τον κίνδυνο που οι τουρκικές ενέργειες στην περιοχή θα μπορούσαν να έχουν όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για όλη την Ευρώπη».

Επιπροσθέτως, υποστηρίζει ότι οι δεσμοί μεταξύ της Γαλλίας και της Ελλάδας είναι πολύ ισχυροί σε όλους τους τομείς, σε πολιτιστικό, πολιτικό, οικονομικό, αλλά και προσωπικό επίπεδο, καθώς πολλοί Έλληνες βρήκαν καταφύγιο στη Γαλλία μετά τον εμφύλιο πόλεμο, ή κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, και ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού έμαθε γαλλικά στο σχολείο.

Αναφορικά με την πανδημία, τονίζει ότι μια από τις πρωτοβουλίες που πήρε όταν ανέλαβε τα καθήκοντά της, ήταν η δημιουργία λογαριασμών για την Προεδρία σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας με τους πολίτες, καθώς περιορίστηκαν οι δυνατότητες επισκέψεων και μετακινήσεων.

Σημειώνει ότι «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στην Ελλάδα δεν κάνει, ούτε χαράσσει πολιτική, αυτό εναπόκειται στην κυβέρνηση. Αλλά σε θέματα όπως ο πολιτισμός, το περιβάλλον, τα ανθρώπινα δικαιώματα, προσπαθώ να μεταφέρω μηνύματα και αυτό γίνεται πλέον επίσης με τις νέες τεχνολογίες».

Υποστηρίζει, επίσης, ότι οι Έλληνες έδειξαν μεγάλη πειθαρχία απέναντι στα μέτρα που ελήφθησαν για να σταματήσουν την εξάπλωση της πανδημίας και προσθέτει ότι παρότι τώρα η κατάσταση είναι πιο κρίσιμη, σε σύγκριση με άλλες χώρες θρηνούμε λιγότερους θανάτους από τον κορονοϊό και ελπίζουμε να μπορέσουμε να σημειώσουμε ταχεία πρόοδο όσον αφορά τον εμβολιασμό.

«Το εμβόλιο είναι η μόνη μας ελπίδα. Μια θετική πτυχή αυτής της κρίσης στην Ελλάδα είναι ότι οι πολίτες έχουν σεβαστεί τον λόγο των επιστημόνων» τονίζει η Πρόεδρος.

Κληθείσα να σχολιάσει την εκλογή της στο ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της χώρα, σημειώνει ότι της προκάλεσε μεγάλη έκπληξη η υποψηφιότητά της, καθώς όπως λέει:

«Δεν ανήκω στην πολιτική τάξη, αλλά αυτό που αναμφίβολα οδήγησε στην επιλογή του πρωθυπουργού που με πρότεινε ως υποψήφια ήταν ότι ήμουν δικαστής για 38 χρόνια. Το Συμβούλιο της Επικρατείας στο οποίο προήδρευα αποφαίνεται σχετικά με όλα τα σημαντικά πολιτικά ζητήματα της χώρας, και αυτό ήταν μια πολύτιμη εμπειρία που με καθοδήγησε σε αυτόν τον νέο ρόλο μου ως Προέδρου».

Σημειώνει, επίσης, ότι η ελληνική κοινωνία ήθελε να συμβεί μια τέτοια αλλαγή στην ηγεσία της χώρας και είδε με μεγάλη ευχαρίστηση μια γυναίκα να ανέρχεται τελικά σε μια κορυφαία πολιτική θέση.

Μάλιστα, αναφέρει ότι πολλές Ελληνίδες έχουν συγκινηθεί και της γράφουν. «Βλέπουν στην εκλογή μου έναν συμβολισμό, ότι οι γυναίκες μπορούν τώρα να πετύχουν σε όλους τους τομείς. Υπάρχουν ακόμα πολλές μάχες που πρέπει να δοθούν για την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα, αλλά έχει επιτευχθεί και πρόοδος» υποστηρίζει η κ. Σακελλαροπούλου.

Διαβάστε ακόμη:

Τζο Μπάιντεν: Το μήνυμα για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση

Η Πρώτη Κυρία της Ελλάδας: Ένας χρόνος με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου στη θέση της Προέδρου της Δημοκρατίας