Στην Ελλάδα δεν εδραιώθηκε ποτέ οικονομία laissez faire. Όπως παρομοίως δεν υπήρξε ποτέ σοσιαλδημοκρατία, αλλά αριστερά και δεξιά του κέντρου. Η χώρα δεν λειτουργήσε ποτέ με όρους μιας αμιγώς ελεύθερης οικονομίας.
Σημειώθηκε πρόοδος στη διασφάλιση των δικαιωμάτων της ιδιοκτησίας (χωρίς να υπάρχει μέριμνα ώστε αυτά να συμβαδίζουν με την καλλιέργεια κοινωνικής ευθύνης). Αλλά η οικονομία λειτούργησε με όρους καθαρά παρεμβατικούς, ασυμβίβαστους με τη λειτουργία μιας γνήσια ανοικτής κοινωνίας. Ως ανώριμο κράτος, χρειαζόταν τον Λεβιάθαν που θα έκανε τον Χομπς περήφανο. Ωστόσο, κάποτε κατέβασε την ανεργία στο 2%…
Αυτή μοιάζει πάντως ως η χρυσή εποχή της μεταπολιτευτικής περιόδου. Το μομέντουμ και η κεκτημένη ταχύτητα της οικονομίας μετακύλησε στις επόμενες φάσεις της οικονομίας. Έτσι δημιουργήθηκε και η ψευδαίσθηση μίας επιτυχούς οικονομίας των συνταγματαρχών.
Ένα ακόμη αξιοσημείωτο χαρακτηριστικό της περιόδου: Ο ελληνικός λαός βίωσε μία εικοσαετία συνέχειας οικονομικής πολιτικής και γενικότερου consensus γύρω από τους στόχους που έπρεπε να επιτευχθούν. Παρά τις ανεπαίσθητες παρεκκλίσεις και τις επιμέρους παραλλαγές, ο βασικός άξονας παρέμεινε κοινός κατά τη διάρκεια της εισοσαετίας.
Στην πλούσια εισαγωγή του, ο συγγραφέας αναφέρεται και στα ζήτηματα που θα θίξει στους επόμενους δύο τόμους, την περίοδο από το 1974 ως το 2000 και από το 2000 ως σήμερα.
Ο Χρυσάφης Ιορδάνογλου αναγνωρίζει τέσσερις κύκλους ή καθεστώτα οικονομικής πολιτικής. Σταθερή ισοτιμία δραχμής δολαρίου (1953-1973), ταχεία διολίσθηση της δραχμής (1974-1990), σκληρή δραχμή (1990-2000) και ευρώ (2000 ως σήμερα).
Σύμφωνα με τον μελετητή, τα καθεστώτα επιβλήθηκαν ως αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων που άφηναν κάθε φορά ελάχιστα περιθώρια ελιγμών. Δεν αποτέλεσαν παράγωγο ιδεολογικής απόχρωσης ή κομματικής απόφασης. Πολιτικός πραγματισμός, με άλλα λόγια; Κάθε καθεστώς πάντως προκύπτει μέσα από το προηγούμενο σε μια αδιάληπτη συνέχεια, όπως οι κρίκοι μιας αλυσίδας.
«Η αλλαγή καθεστώτων πολιτικής αντανακλούν αναγκαιότητες», σημειώνει ο συγγραφέας. Εξού και η εγγύηση της οικονομικής συνέχειας.
Η περικοπή της αμερικανικής βοήθειας και το αίσθημα ανασφάλειας που προκάλεσε οδήγησε στα πρώτα μέτρα σταθεροποίησης, στη σταθερή ισοτιμία δραχμής δολαρίου (1953-1973).
Η μετέπειτα κοινωνικοπολιτική ανατροπή, η κατάρρευση του Μπρέτον Γουντς, η πετρελαϊκή κρίση, επέβαλαν ταχεία διολίσθηση της δραχμής (1974-1990) στο δεύτερο καθεστώς.
Το αδιέξοδο οδήγησε στη σκληρή δραχμή. Ακολούθησε η απειλή χρόνιας συναλλαγματικής αστάθειας και η αναθεώρηση της προηγούμενης περιόδου (αναδιανομή εισοδήματος, απώλεια ανταγωνιστικότητας με την «τυφλή» ικανοποίηση αιτημάτων κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980). Ακολούθησε η περίοδος προσαρμογής στα κριτήρια της ΟΝΕ για την είσοδο στο ευρώ και η περίοδος ανάκαμψης (1995-2007).
Οι ανθεκτικές αντιδράσεις στις μεταρρυθμίσες που προτάθηκαν τη δεκαετία του 1990, οι πολλές χαμένες ευκαιρίες, η ισοπεδωτική ύφεση και η αδυσώπητη δημοσιονομική προσαρμογή. Ο Ιορδάνογλου καταδεικνύει εναργώς και τα ελαττώματα των μνημονίων.
Η χρυσή εποχή
Την περίοδο 1950-1973 η οικονομική πολιτική διαπνεόταν από ορθολογισμό και επιχειρησιακή συνοχή. Βασικό ζητούμενο παρέμενε ο εκσυγχρονισμός και η αναδιάρθρωση της παραγωγικής μηχανής. Για να θάλλει η επενδυτική δραστηριότητα έπρεπε καταρχήν να εδραιωθεί κλίμα ασφάλειας.
Μετά τη σταθεροποίηση του νομίσματος, κύριος μοχλός για την ταχεία ανάπτυξη της χώρας αποδείχθηκε ο βιομηχανικός τομέας και οι επενδύσεις. Ειδικά την περίοδο 1961-1973 η προσήλωση στην πολιτική της εκβιομηχάνισης απέδωσε καρπούς. Επέλαση εταιρειών όπως η Pirelli, το βιομηχανικό συγκρότημα Essos Pappas, η Χαλυβουργική, η Λάρκο εντοπίζεται σε αυτή την περίοδο 1968-66.
Η προώθηση εξαγωγών των αγροτικών προϊόντων συντονιζόταν με τον στόχο της ευρωπαϊκής ενοποίησης και την τελωνιακή ένωση με την ΕΟΚ. Κίνητρα για την ανάπτυξη προσέλκυσαν ξένα κεφάλαια, μέτρα όπως η ευθυγράμμιση αμοιβών με την παραγωγικότητα στόχευαν στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.
Η τρομερή επταετία
Πρόκειται ίσως για τη μοναδική έως σήμερα τόσο διαυγή μελέτη των οικονομικών της χούντας. Απομονώνοντας αποσπάσματα του βιβλόυ, ορισμένοι κατηγόρησαν τον Χρυσάφη Ιορδάνογλου ότι επιχειρεί έναν προσεκτικό έπαινο για την επταετία της δικτατορίας. Ο συγγραφέας επιτυγχάνει ακριβώς το αντίθετο.
Ως γνήσιο τέκνο του φοιτητικού κινήματος, ο Ιορδάνογλου απομυθοποιεί την κυρίαρχη εντύπωση ότι με τη Δικτατορία αυξήθηκαν οι ρυθμοί ανάπτυξης με αμεροληψία και λογικοφανή επιχειρήματα. Καθώς και με ακράδαντα πραγματολογικά στοιχεία αλλά η ιδιοφυία του βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο τα συνδυάζει για να εξάγει συμπεράσματα.
Η υπερεπένδυση στον τουρισμό και στην οικιστική ανάπτυξη, η πολιτική στεγαστικών δανείων (με ευνοϊκά επιτόκια για αγρότες και εργάτες και δημόσιους υπαλλήλους), αποδείχθηκε επιβαρυντική για το σύνολο της εγχώριας οικονομίας μακροπροθέσμως. Η κατάργηση φόρων υπεραξίας, η απαλλαγή των αγροτών από τη φορολογία, η αύξηση αφορολόγητων ορίων για μισθωτούς και οικογένειες μεταξύ άλλων, η ρύθμιση αγροτικών χρεών.
Μεταξύ 1967-73 το σύνολο των επενδύσεων αυξάνονταν με μέσο ρυθμό 10,6% ετησίως. «Οι επεκτατικές ωθήσεις μέσω των δημοσίων επενδύσεων συνέβαλαν στη δημιουργία συνθηκών υπερβάλλουσας ζήτησης». Τελικά η χουντική εμμονή για λαϊκή ανοχή οδήγησε την οικονομία σε υπέρμετρη ανάπτυξη και τελικά σε ανάσχεση του αναπτυξιακού της κύκλου. Ένα εκτός ελέγχου πυροτέχνημα και «μη διατηρήσιμο boom».
Οι δύο διαδοχικές υποτιμήσεις της δραχμής (1971 και 1973) προκάλεσαν έντονη πληθωριστική τάση και άφησαν τη χώρα έρμαιο στις πιέσεις της πετρελαϊκής κρίσης. Ο πληθωρισμός άρχισε να ανεβαίνει σταδιακά στο 4,3% το 1972 για να εκτοξευτεί (ύστερα από τον τετραπλασιασμό της τιμής του πετρελαίου) στο 15,5% το 1973 και στο 26.9% το 1974. Η εκπαιδευτική, πολιτιστική και πολιτική παρακμή, έβλαψε και την οικονομική ζωή.
Το 1967-73 σημειώθηκαν στην πραγματικότητα οριακά χαμηλότεροι ρυθμοί ανάπτυξης (7,6%) από τους αντίστοιχους της χρυσής περιόδου 1961-66 (7,8%). Στα πρώτα της χρόνια η οικονομία των συνταγματαρχών είχε επωφεληθεί από τον κεκτημένο ρυθμό ανάπτυξης της προηγούμενης περιόδου.
Οι δύο δεκαετίες που αναλύει με τη διεισδυτική του ματιά άνοιξαν το δρόμο για τη μετέπειτα ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Τότε όμως ρίζωσαν και τα πρώτα προβλήματα που ταλανίζουν ακόμη τη χώρα. Η αρχιτεκτονική του συνταξιοδοτικού συστήματος, συγκρότηση της κοινωνικής πρόνοιας, η εκπαίδευση. Ο ευρύτερος δημόσιος τομέας αναλύεται στο τρίτο μέρος του τόμου.
Το κράτος ξεπέρασε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο από το 1980 και μετά. Ένας κράτος διόλου βέβαιο ότι προσφέρει υπηρεσίες ποιοτικές, που αξίζουν και ανταποδίδουν τα λεφτά του μέσου φορολογούμενου. Απόψεις που έχει αναπτύξει στο έργο Κράτος και ομάδες συμφερόντων, Μια κριτική της παραδεδεγμένης σοφίας εκδ. Πόλις, 2013). Έχει γράψει το εξίσου συναρπαστικό πόνημα Γερνώντας μαζί με την ελληνική δημοκρατία (εκδ. Παρατηρητής, 2002).
Στο βιβλίο βρίσκονται όλα όσα χρειάζεται κανείς για μία πλήρη εποπτεία της περιόδου με εξαιρετική οξύνοια και γοητευτική λογοτεχνικότητα: Τα μακροοικονομικά μεγέθη, οι μείζονες τομείς της οικονομίας (αγροτικός, βιομηχανικός και υπηρεσίες), οι αγορές εργασίας και χρήματος, οι θεσμοί του κράτους, τα εργαλεία οικονομικής πολιτικής και ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόστηκαν (ή όχι)…
Κορυφαίος μελετητής της μεταπολεμικής οικονομικής ιστορίας της Ελλάδας, ο Χρυσάφης Ιορδάνογλου παίζει την περίοδο στα δάχτυλά του. Παραδίδει ένα πόνημα καινοφανές, γοητευτικό, πολυεπίπεδο και πειστικό. Ικανό να συναρπάσει τον αναγνώστη στο παρθενικό του ταξίδι στην πολιτική οικονομία. Ή, αντιστοίχως, να οδηγήσει τον ειδήμονα σε μία όψιμη αναθεώρηση των παγιωμένων αντιλήψεών του.
Ο Χρυσάφης I. Ιορδάνογλου
Γεννήθηκε το 1952 στη Θεσσαλονίκη. Τελείωσε το Πειραματικό Σχολείο Θεσσαλονίκης και συνέχισε με λαμπρές σπουδές. Νομικά στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Οικονομικά στο London School of Economics από όπου και έλαβε τον τίτλο Master of Science (MSc. Econ).
Ολοκλήρωσε το διδακτορικό του στα οικονομικά από το Queen Mary College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Κρήτης και ύστερα επί σειρά ετών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο (Οικονομική Θεωρία, Δημόσιες Πολιτικές στη Μεταπολεμική Ελλάδα). Παλαιότερα υπήρξε γραμματέας της σπουδάζουσας νεολαίας τού «Ρήγα Φεραίου».
Πρόκειται για έναν από τους κορυφαίους και πιο συστηματικούς ερευνητές της μετεμφυλιακής και μεταπολιτευτικής οικονομικής ιστορίας της Ελλάδας. Το μελετητικό και συγγραφικό του έργο κορυφώνεται με την τρίτομη αυτή «εγκυκλοπαίδεια».
Πληφορορίες:
Χρυσάφης Ι. Ιορδάνογλου
Η ελληνική οικονομία μετά το 1950
Περίοδος 1950-1973: Ανάπτυξη, νομισματική σταθερότητα και κρατικός παρεμβατισμός
Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, 2020
Σελίδες 608
Τιμή 16,20 ευρώ