ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Αλλά και εν αναμονή άλλων θεσμικών πρωτοβουλιών: Της διάταξης που θα καταθέσει στη Βουλή ο υπουργός εργασίας, Κωστής Χατζηδάκης, και θα αφορά τις υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης. Τις αλλαγές που επεξεργάζεται ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κώστας Τσιάρας, σε συνεργασία με την αρμόδια Διαρκή Επιτροπή Παρακολούθησης Ποινικού Κώδικα.
Το περασμένο Σάββατο το απόγευμα οι σπουδαστές αλλά και οι διδάσκοντες πραγματοποίησαν διαδικτυακή συνάντηση όπου συζητήθηκε περαιτέρω η ανάγκη θέσπισης κοινού Κώδικα Δεοντολογίας.
Επανήλθαν επίσης στο θέμα που είχαν θίξει με την ανοιχτή επιστολή τους στις 30 Ιανουαρίου επαναλαμβάνοντας ότι εκείνη αναφερόταν σε μεμονωμένα περιστατικά κατάχρησης εξουσίας, αυταρχισμού και ομοφοβικών σχολίων.
Το χρονικό
Με την ανοιχτή επιστολή τους στο Facebook οι σπουδαστές και οι σπουδάστριες στην Ανωτέρα Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου είχαν τότε αφήσει νύξεις σεξουαλικής και ψυχολογικής παρενόχλησης.
Καταρχήν είχαν εκφράσει την αμέριστη συμπαράσταση ονομαστικά σε όλους του επαγγελματίες ηθοποιoύς που μετά τη Ζέτα Δούκα πήραν τη σκυτάλη και δημοσιοποίησαν τις εμπειρίες τους. Αλλά και στους φοιτητές όλων των δραματικών σχολών με ειδική μνεία σε αυτούς που φοιτούν στη Σχολή του Κιμούλη.
«Εμείς οι ίδιες και οι ίδιοι, άλλες περισσότερο, άλλοι λιγότερο, άλλοι ευτυχώς καθόλου, έχουμε βιώσει αντίστοιχα περιστατικά, τα οποία δυστυχώς δεν έχουμε μπορέσει να αρθρώσουμε, λόγω φόβου μήπως εμείς κάτι δεν καταλάβαμε καλά και μήπως μελλοντικά στιγματιστούμε».
Τόνισαν στην συνέχεια ότι ο ασκός του Αιόλου που άνοιξε μετά τις δηλώσεις της Ζέτας Δούκα στο δικό τους χώρο «δίνει την ελπίδα ότι κάτι αλλάζει και ότι η “άγνοια” ενός νέου φοιτητή δεν θα μπορεί να δίνει πάτημα σε διδάσκοντες να συμπεριφέρονται ως αυθεντίες, κακοποιητικές συμπεριφορές δεν μπορούν να γίνονται αποδεκτές ως μέθοδοι εκπαίδευσης ή ως τεχνικές εξάσκησης νέων δημιουργών. Η βία είναι βία».
Η ανακοίνωσή τους κλείνει με το σύνθημα: «Ποτέ ξανά καμία μόνη. Ποτέ ξανά κανένας μόνος».
Η Σχολή έχει ήδη προχωρήσει στη διερεύνησή τους.
Στη διαδικτυακή συνάντηση του Σαββάτου, οι σπουδαστές και διδάσκοντες εμφανίστηκαν πολύ πιο μελωμένοι. Αναγνώρισαν ψύχραιμα ότι η διατύπωσή τους άφηνε να πλανάται αόριστη και διάχυτη κατηγορία που έπληττε όλο το διδακτικό προσωπικό της Σχολής. Στηλίτευσαν βέβαια την εργαλιοποίηση της ανακοίνωσής τους και την «χωρίς κανένα στοιχείο εκμετάλλευση και διόγκωσή της από τα ΜΜΕ και τα κοινωνικά δίκτυα». Συστήθηκε συνεπώς να αποφεύγεται η εν λόγω εκμετάλλευσή της.
Τέλος, οι σπουδαστές διευκρίνισαν ότι είχαν αναφερθεί σε μεμονωμένα περιστατικά που «δημιουργούσαν ένα κλίμα διακρίσεων και φόβου. Τα παράπονα αυτά εκφράστηκαν ανοιχτά, ενώπιον του συνόλου διδασκόντων και σπουδαστών. Η Σχολή έχει προχωρήσει ήδη στη διερεύνηση των περιστατικών που αναφέρθηκαν».
Στο τσουνάμι των δημόσιων καταγγελιών ας προστεθεί και μία ακόμη: Ο ηθοποιός Παναγιώτης Μπουγιούρης επιτέθηκε στον σκηνοθέτη (και προκάτοχο του Δημήτρη Λιγνάδη στο Εθνικό Θέατρο) Στάθη Λιβαθινό που επί τέσσερα χρόνια, όπως ισχυρίζεται, ασκούσε «εκπαιδευτικό εκφοβισμό».
Στην ανοιχτή ανάρτηση της καταγγελίας του τον κατηγορεί ότι υπήρξε «χυδαίος, προσβλητικός, ακρωτηριαστικός, ευνουχιστικός, ταπεινωτικός και απόλυτα χειριστικός». Δήλωσε μάλιστα ότι περιφερόταν ως Ταρτούφος στο Εθνικό (ο Λιβαθινός προετοίμαζε το έργο του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ Μολιέρος που πρόσφατα παρουσιάστηκε διαδικτυακά).
Ανταγωνισμοί και έριδες
Ταυτόχρονα, η Ζέτα Δούκα και η Σμαράγδα Καρύδη είχαν ανταλλάξει δημόσια τους διαξιφισμούς τους συνεχίζοντας το ελληνικό me too από τους λογαριασμούς τους στο Facebook. Η δεύτερη πήρε το λόγο μετά τη δημόσια μαρτυρία της πρώτης κατά του Κιμούλη για να διαμηνύσει ότι οι διάχυτες κατηγορίες καταστρέφουν καριέρες: «Στηρίζω τα θύματα κακοποίησης αλλά δεν μπορώ να χαρώ με την καταστροφή των άλλων» αποτέλεσε τη φράση της έριδοσ.
Η Δούκα τότε απάντησε ότι παρότι η συνάδελφός της δεν έχει κακοποιηθεί δεν σημαίνει ότι δεν οφείλει και να κατανοεί «τη στάση και την ανάγκη όσων έχουν ταλαιπωρηθεί και έχουν χρόνιες και βαθιές πληγές». Και σε αυτό η Καρύδη απάντησε με δεύτερη ανάρτηση ότι η στήριξή της στους συναδέλφους της δεν έχει αστερίσκους ή ίσες αποστάσεις ανάμεσα σε θύτες και θύματα. Και ότι πρέπει να μιλήσουν και άλλοι, ειδικά όσον αφορά ανηλίκους και παιδιά.
Ωστόσο, «η υποστήριξή μου είναι για αυτούς που αδικούνται και για αυτό μίλησα για τους νόμους που θα μας προστατεύουν. Χωρίς δίκαιο και νόμους επικρατεί το χάος». Επίσης σημείωσε ότι «δε μου αρέσει που γίνεται δημοσίως αλλά εδώ που φτάσαμε έτσι πρέπει να γίνει».
Οι καταγγελίες αποδεικνύονται χρήσιμες ώστε στο μέλλον να μην υπάρχει φόβος και αποσιώπηση. Όσοι αισθάνονται θιγμένοι να απευθύνονται στη Δικαιοσύνη. Ο Κιμούλης δήλωσε ότι θα κινηθεί νομικά εναντίον της Δούκα με μήνυση και αγωγή ενώ ο ίδιος έχει παραπεμφθεί στο πειθαρχικό του Σώματος Ελλήνων Ηθοποιών για τις καταγγελίες εναντίον του περί ψυχολογικής κακοποίησης.
Αλλά η Καρύδη αναφέρθηκε στους νόμους πέφτοντας παράλληλα και η ίδια στην παγίδα να μιλήσει δημοσίως και αδιακρίτως μέσα από τα κοινωνικά μέσα δικτύωσης. Έπραξε και η ίδια αυτό το οποίο διεμήνυσε εν συνεχεία πως έπρεπε να αποφεύγεται. Το φρόνιμο της γνώμης της χάθηκε και αυτό μέσα στη χιονοστιβάδα…
Το επιμύθιο
Πρέπει να υπάρξει τέλος στις ανοιχτές επιστολές μέσω κοινωνικών δικτύων. Τα όρια ανάμεσα στο επιτρεπτό και μη επιτρεπτό δεν μπορεί να γίνεται βορά και αντικείμενο της κοινής γνώμης.
Οι καταγγελίες πρέπει να παίρνουν πρώτα τον δρόμο της δικαιοσύνης (ή τουλάχιστον ταυτόχρονα με την ελευθερία των κοινωνικών μέσων…) και να μην πραγματοποιούνται ως καταθέσεις σε λαϊκό δικαστήριο. Ούτε να καταδικάζονται άνθρωποι ερήμην τους μέσα στον πολτό του διαδικτύου.
Διότι έτσι η εξουσία και η κατάχρησή της απλώς αλλάζει χέρια.
Δεν γίνεται να απαιτείται η σωστή και έγκαιρη λειτουργία και παρέμβαση του δικαστηρίου όταν ο ίδιος ο θεσμός ουσιαστικά απαξιώνεται.
Οι δημόσιες καταγγελίες κατά του Κιμούλη και του Λιβαθινού περί ψυχολογικής κακοποίησης, που αμαυρώνουν το όνομά τους (δικαίως ή αδίκως), μπορούν να πάρουν το δρόμο της θεσμικής Δικαιοσύνης; Αν ναι, τότε ας γίνει αμελλητί.