ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Αντιμέτωπο με τρεις μήνες – φωτιά βρίσκεται το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης καθώς οι υγειονομικές εξελίξεις και η ανάγκη πρόσθετων μέτρων ροκανίζουν με ρυθμό πολυβόλου τα διαθέσιμα και δοκιμάζουν τις αντοχές του προϋπολογισμού, ούτε δύο μήνες μετά την ψήφιση του.
Ενώ η κυβέρνηση προϋπολόγιζε το πανδημικό κόστος στα 7,5 δισ. ευρώ φέτος με ομαλοποίηση της κατάστασης από τα τέλη Μαρτίου, οι μεταλλάξεις και τα νέα δεδομένα παρατείνουν το διάστημα της κρίσης, ίσως έως τις αρχές καλοκαιριού. Αυτό σημαίνει πως το κόστος φέτος θα υπερβεί την αρχική εκτίμηση. Το πόσο παραμένει άγνωστο και δεν μπορεί να είναι αλλιώς όταν όλα εξαρτώνται από ιούς και μεταλλάξεις…
Η όποια επίπτωση θα έχει διπλό αντίκτυπο καθώς από την μία θα αυξάνει τις δαπάνες – νέα επιστρεπτέα προκαταβολή, αναστολές καταβολής ενοικίων κ.α. – και από την άλλη θα μειώνει φορολογικά έσοδα καθώς η αγορά θα ανοιγοκλείνει σαν ακορντεόν. Αυτό θα επιδεινώσει το έλλειμα οδηγώντας σε αυξημένο δανεισμό (;) και χρήση μεγαλύτερου μέρους των διαθεσίμων των 34 δισ. ευρώ, εκ των οποίων όμως τα μισά σχεδόν είναι δεσμευμένα στον
ESM…
Προς το παρόν, με μηνιαίο κόστος τα 2,5 – 3 δισ. ευρώ όσο η οικονομία θα βρίσκεται κλειδωμένη εξαιτίας της μετάδοσης του ιού και των μεταλλάξεων της νόσου, οι ελπίδες για μια σταδιακή εξισορρόπηση της κατάστασης μετατίθενται από τον Απρίλιο και μετά, με την προσδοκία ότι η επιτάχυνση των εμβολιασμών στις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού και η βελτίωση του καιρού θα επιτρέψουν καλύτερες μέρες και στην οικονομία.
Ταυτόχρονα έχουμε ήδη δανειστεί φέτος σχεδόν 5,5 δισ. ευρώ, συνεκτιμώντας το swap των ομολόγων που έγινε στις αρχές του έτους και την τελευταία έκδοση του δεκαετούς, ενώ μέχρι τον Ιούνιο παραμένει ο στόχος για δανεισμό, εμπροσθοβαρώς, του μεγαλύτερου μέρους του φετινού δανειακού προγράμματος που μπορεί να ανέλθει συνολικά έως τα 12 δισ. ευρώ.
Ελπίδα και προσδοκία είναι το τοπίο να ξεκινήσει να ξεκαθαρίζει από τον Απρίλιο και εκτός σοβαρού απροόπτου στα υγειονομικά, ιδιαίτερα κρίσιμες θα είναι οι αποφάσεις που θα ληφθούν σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης στο δίμηνο Απριλίου – Ιουνίου για δημοσιονομικά όρια και διαχείριση της βαριάς κληρονομιάς χρεών που αφήνει πίσω η
πανδημία.
Προς το παρόν και ενώ είμαστε ακόμη στις αρχές Φεβρουαρίου, η υγειονομική αβεβαιότητα και η παράταση των μέτρων διατηρεί σε ομηρία την οικονομία και επηρεάζει μια σειρά από θέματα:
1. Καθυστερεί τον χρόνο αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας από τους διεθνείς οίκους διατηρώντας την απόσταση από την επενδυτική βαθμίδα.
DBRS τον Μάρτιο, Standard & Poor’s τον Απρίλιο και Moody’s τον Μάιο αναμένεται να δημοσιοποιήσουν νέες εκθέσεις αξιολόγησης και τουλάχιστον για το δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου το καλάθι παραμένει μικρό. Αν και η πρόοδος που έχει συντελεστεί από τις μαύρες μέρες των μνημονίων αναγνωρίζεται, όπως επίσης και το ότι υπάρχει πολιτική σταθερότητα και φιλοεπενδυτική ατζέντα, εντούτοις η αβεβαιότητα της πανδημίας και πως αυτή θα επηρεάσει τα μεγέθη της οικονομίας και κυρίως την δυναμική ανάκαμψης της, διατηρούν και τους οίκους σε μια στάση αναμονής.
Πρέπει να σημειωθεί πως οι χειμερινές προβλέψεις που θα δημοσιοποιήσει σε λίγες μέρες η Κομισιόν αλλά και η νέα έκθεση ενισχυμένης μεταμνημονιακής εποπτείας αναμένεται να δώσουν ένα ακόμη στίγμα για την κατάσταση στην ελληνική οικονομία.
2. Πόσο έξω θα πέσει ο προϋπολογισμός, πως και εάν θα επηρεαστεί το σχέδιο για αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους με σημαντικές κινήσεις όπως είναι η πρόωρη αποπληρωμή χρέους 3,5 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ.
Όπως έχει γράψει το Mononews στόχος είναι η κίνηση αυτή να ολοκληρωθεί προς τα τέλη Μαρτίου, με αρχές Απριλίου και σύμφωνα με εκτιμήσεις παραγόντων ο σχεδιασμός παραμένει. Πρόκειται για μια σημαντική κίνηση που θα λειτουργήσει και ως σήμα προς τις αγορές πως η Ελλάδα φροντίζει τα του οίκου της, αναδιαρθρώνει το προφίλ αποπληρωμής του χρέους και ομαλοποιεί τις πληρωμές της. Εάν όμως πάμε σε ένα πιο δυσμενές σενάριο με παράταση των πληρωμών πέραν του προβλεπόμενου ορίζοντα, πολλά σχέδια θα μπορούσαν να επανεξεταστούν.
3. Τι θα γίνει με τα διαθέσιμα. Αυτή τη στιγμή η χώρα έχει υψηλά ταμειακά διαθέσιμα μετά και την έκδοση του νέου δεκαετούς ομολόγου προ ημερών. Τα διαθέσιμα αναμένεται να αυξηθούν μέσα στον επόμενο, το αργότερο τον
μεθεπόμενο μήνα με μια ακόμη ομολογιακή έκδοση.
Ωστόσο όπως επαναλαμβάνει το οικονομικό επιτελείο δεν μιλούμε και δεν μπορούμε να μιλούμε για ανεξάντλητους δημοσιονομικούς πόρους.
Έχουμε διαθέσιμα περίπου 34 δισ. ευρώ εκ των οποίων περίπου τα 16 δισ. είναι δεσμευμένα στον ESM ως εγγύηση για το χρέος.
Στρατηγική επιλογή είναι τα διαθέσιμα αυτά να μην υποχωρούν σε γενικές γραμμές πολύ κάτω από τα 30 δισ. ευρώ καθώς θεωρείται πως αυτό είναι ένα όριο που αρέσει στις αγορές με τη λογική πως όσοι μας δανείζουν αισθάνονται ασφάλεια ότι η χώρα έχει απόθεμα να πληρώνει τις ετήσιες υποχρεώσεις της σε τόκους και χρεολύσια.
Αντίστοιχα λειτουργεί και η εγγύηση προς τον ESM. Θα μπορούσε ο μαγικός αριθμός των 30 δισ. να γίνει μικρότερος; Θα μπορούσε, αν αυτό απαιτήσουν οι συνθήκες για την χρηματοδότηση της οικονομίας. Πόσο; Στα 25 δισ. ή και παρακάτω σε ένα πολύ δυσμενές σενάριο που ωστόσο, όπως σχολιάζουν πηγές θα είναι ένα κακό σενάριο παράτασης της κρίσης για όλη την Ευρώπη.
4. Διατηρεί στα ύψη την αγωνία για την τουριστική χρονιά φέτος. Ήδη παράγοντες στην αγορά προσγειώνουν τις εκτιμήσεις για ανάκαμψη των τουριστικών εσόδων όχι στο 50% αλλά στο 40% των εσόδων του 2019 και βλέπουμε. Είναι μεγάλη η αβεβαιότητα γιατί ακόμη και όλα να πάνε καλά επί ελληνικού εδάφους ουδείς μπορεί να προβλέψει πως θα εξελιχθεί η κατάσταση σε μεγάλες αγορές που είναι κεντρικές δεξαμενές τουριστών προς την χώρα μας. Από αυτό όμως θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό εάν θα έχουμε ανάκαμψη της τάξης του 5%, του 4% ή του 2%…
5. Εντείνει την πίεση και στο μέτωπο του σχεδιασμού του Σχεδίου Ανάκαμψης της οικονομίας με βάση τα χρήματα του Ταμείου. Στόχος είναι το τελικό σχέδιο με τις παρεμβάσεις μας να κατατεθεί στα μέσα Μαρτίου, βαριά μέχρι τον Απρίλιο. Ωστόσο ο σχεδιασμός σε συνθήκες αβεβαιότητας για τόσο πολύτιμα κεφάλαια είναι μια δύσκολη άσκηση από πολλές απόψεις.
6. Διατηρεί σε στάση αναμονής επενδυτικά σχέδια και επιχειρηματικές κινήσεις. Σε μια περίοδο που στην ελληνική αγορά υπάρχουν και ευκαιρίες αλλά και μια τεράστια ρευστότητα διεθνώς, ενώ έχει βελτιωθεί το φιλοεπενδυτικό κλίμα, η διατήρηση της αβεβαιότητας καθυστερεί την έναρξη κινήσεων αλλά και την διάχυση θετικών επιπτώσεων στην οικονομία.
Διαβάστε επίσης