ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Τμήματα από το σκαρί το πλοίου «Μέντωρ» που είχε ναυαγήσει στα Κύθηρα με τα Γλυπτά του Παρθενώνα και άλλα αρχαία που είχε κλέψει ο Έλγιν, ακόμη όμως και από τα προσωπικά αντικείμενα των επιβατών του έφεραν στο φως οι υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες που έγιναν το φθινόπωρο.
Γιατί μπορεί μετά το ναυάγιο, που είχε γίνει στις 17 Σεπτεμβρίου του 1802 να είχε οργανωθεί ολόκληρη επιχείρηση για την ανέλκυση των αρχαίων, όμως ό,τι άλλο βρισκόταν στο πλοίο παρέμεινε στο βυθό.
Είναι γνωστό άλλωστε από τις μαρτυρίες, τόσο του πληρώματος, όσο και των επιβαινόντων, ότι κατά τη διάρκεια του ατυχήματος, έχασαν το σύνολο των προσωπικών τους αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένων και των ενδυμάτων τους. Η μαρτυρία αυτή επιβεβαιώνεται από τα φετινά ευρήματα της ανασκαφής που έγινε από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων υπό την διεύθυνση του αρχαιολόγου, δρ. Δημήτρη Κουρκουμέλη.
Κι αυτό, γιατί εντοπίσθηκαν για πρώτη φορά τμήματα από δερμάτινα υποδήματα, πόρπες υποδημάτων και ζωνών και άλλα μικροαντικείμενα, όπως ένα μικρό νόμισμα/μάρκα που χρησιμοποιούταν κυρίως σε χαρτοπαίγνια. Επίσης δύο πιόνια σκακιού (τα προηγούμενα χρόνια είχαν βρεθεί και άλλα έξι πιόνια, πιθανώς από το ίδιο σύνολο), νομίσματα και θραύσματα μαγειρικών και άλλων σκευών.
Στο χώρο της ανασκαφής εξάλλου βρέθηκαν πολλά ξύλα, τόσο από το πέτσωμα του πλοίου, όσο και τμήματα νομέων. Τα τμήματα αυτά ήταν διάσπαρτα και χωρίς συγκεκριμένη διάταξη, μαρτυρώντας τη γενικότερη καταστροφή που συντελέσθηκε στο χώρο του ναυαγίου κατά τη βύθισή του, όσο και κατά τις μετέπειτα διεργασίες ανέλκυσης.
Η εικόνα της καταστροφής του πλοίου μάλιστα είναι ιδιαίτερα έντονη, καθώς τμήματα των νομέων βρέθηκαν να έχουν παγιδευτεί κάτω από βράχια, κάτι ενδεικτικό και της σφοδρότητας του κυματισμού που προκαλούν στην περιοχή κυρίως οι νότιοι άνεμοι, οι οποίοι επηρεάζουν το πυθμένα σε μεγάλο βάθος.
Στον χώρο της έρευνας εντοπίσθηκαν, όπως και κατά την προηγούμενη ανασκαφική περίοδο, ένας σημαντικός αριθμός ξύλινων και μεταλλικών αντικειμένων που σχετίζονται κατά κύριο λόγο με τον εξαρτισμό του ενός εκ των δύο ιστών του πλοίου. Ξύλινοι διαμπερείς κύλινδροι που χρησίμευαν για την κύλιση της κεραίας του κεντρικού ιστίου στον ιστό, ξύλινοι κύλινδροι που απέτρεπαν την περιτύλιξη των σχοινιών, ξύλινες δέστρες για την πρόσδεση των σχοινιών και τροχαλίες διαφόρων μεγεθών, ορισμένες από τις οποίες σώζουν ακόμα τμήματα των σχοινιών πρόσδεσής τους.
Να σημειωθεί, ότι από το χώρο του ναυαγίου έχουν ανελκυσθεί μέχρι σήμερα 35 τροχαλίες ακέραιες ή τμήματά τους, από συνολικά περίπου τις 120 που απαιτούνται για τον εξαρτισμό ενός πλοίου των διαστάσεων του Μέντορα.
Γενικά, από τα αποτελέσματα της έρευνας επιβεβαιώνεται, ότι ο χώρος που ανασκάφθηκε συμπίπτει με τη θέση του ενός εκ των δύο ιστών του πλοίου, που ήταν ένα δικάταρτο μπρίκι) και κατά πάσα πιθανότητα του πρυμναίου, αφού ορισμένα από τα ξύλινα εξαρτήματα συνδέονται με τον εξαρτισμό της κεραίας της πρύμνης του πλοίου.
Στην υποβρύχια έρευνα συνολικά συμμετείχαν 18 άτομα διαφόρων ειδικοτήτων και επιστημονικών εξειδικεύσεων, όπως αρχαιολόγοι, θαλάσσιοι βιολόγοι, εκπαιδευτές καταδύσεων, τοπογράφοι/μηχανικοί, συντηρητές αρχαιοτήτων, τεχνικοί βυθού και συγκεκριμένα οι: Ανδρέας Σωτηρίου, Θεοτόκης Θεοδούλου, Σταυρούλα Βραχιονίδου, Αλέξανδρος Τούρτας, Πάνος Αθανασόπουλος, Κώστας Τοκμακίδης, Κίμων Παπαδημητρίου, Γιάννης Ίσσαρης, Βασίλης Τσιαϊρης, Ελπίδα Καραδήμου, Άρης Μιχαήλ, Χρύσα Φουσέκη, Ειρήνη Μάλλιου, Σπύρος Μουρέας, Άγγελος Μαγγλής, Αντώνης Μπουτάτης, Μανουήλ Κουρκουμέλης.