Αρνητικοί εμφανίστηκαν ξανά οι εκπρόσωποι των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών ως προς τη δυνατότητα οι ελληνικές εταιρείες να μπορέσουν να παράγουν άμεσα εμβόλια κατά της Covid-19, σχολιάζοντας την ουτοπική πρόταση στην οποία επιμένει ο ΣΥΡΙΖΑ περί «σπάσιμο τις πατέντας»

Οι εκπρόσωποι των ελληνικών φαρμακοβιομηχανιών συμμετείχαν στην συζήτηση στην Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, για το νομοσχέδιο του υπουργείου Υγείας, για τη κύρωση της δωρεάς του Κοινωφελούς Ιδρύματος Λάτση, με στόχο την αναβάθμιση και ενίσχυση των υποδομών του νοσοκομείου «Γεώργιος Γεννηματάς» στην Αθήνα και της ‘Αννας Μαρίας Λουίζας Λάτση προς το Αντικαρκινικό νοσοκομείο Θεσσαλονίκης «Θεαγένειο».

Πέρα από το ζήτημα της δωρεάς, το θέμα του εμβολιασμού βρέθηκε στο επίκεντρο της συζήτησης.

Τόσο ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας, Θεόδωρος Τρύφων, όσο και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων, Ολύμπιος Παπαδημητρίου, διευκρίνισαν ότι ακόμα και αν επιτρεπόταν από την ΕΕ, δεν μπορούν οι ελληνικές φαρμακοβιομηχανίες να διαθέσουν στο άμεσο μέλλον εμβόλια για τον κορονοϊό.

Όπως τόνισαν, η παραγωγή βιολογικού φαρμάκου είναι μια χρονοβόρα διαδικασία και θα χρειάζονταν 18 μήνες από τη στιγμή που θα υπογραφόταν συμφωνία για την παραγωγή των εμβολίων.

«Η ελληνική φαρμακοβιομηχανία έχει την τεχνογνωσία και είναι έτοιμη να συνεργαστεί και να παράσχει τις υπηρεσίες της χωρίς όφελος σε ό,τι αφορά τον εμβολιασμό», ανέφερε ο κ. Τρύφων, ενώ απαντώντας, ειδικότερα, στα ερωτήματα βουλευτών αν η Ελλάδα μπορεί να παράγει εμβόλια, σημείωσε:

«Η παραγωγή βιολογικού φαρμάκου έχει μια συγκεκριμένη και χρονοβόρα διαδικασία. Αν θεωρήσουμε ότι σε ενάμιση χρόνο θα έχουμε ανάγκη εμβολίων μπορεί να δημιουργήσουμε χωρίς όφελος εμβόλια. Έχουμε τη πρόθεση αλλά θέλει τουλάχιστο ενάμιση χρόνο. Είναι πολύ συγκεκριμένη και σύνθετη η διαδικασία παραγωγής εμβολίων. Παράλληλα, στην Ελλάδα υπάρχει έλλειψη ειδικών μονάδων, είναι πολύ δύσκολο να παραχθεί έγκαιρα. Δυστυχώς είναι περιοριστικός ο χρόνος για τα εμβόλια, ενώ θα χρειαστεί μια επένδυση ύψους 25 με 30 εκατ. ευρώ για την οποία δεν ξέρεις αν τον επόμενο χρόνο θα χρειαστούν».

Ακόμα, ο κ. Τρύφων εστίασε στο άρθρο για το «κλόου μπακ» που επαναφέρει, όπως είπε, τον τρόπο κατανομής τους χωρίς να λύνει το πρόβλημα και έκανε λόγο για ανάγκη μείωσης του ποσοστού, τονίζοντας ότι είναι δυσβάστακτος ο φόρος των φαρμακοβιομηχανιών στην Ελλάδα, οι οποίοι θα πληρώσουν πάνω από 1,9 δισ. ευρώ.

Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε από την πλευρά του και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ολύμπιος Παπαδημητρίου.

«Το σπάσιμο της πατέντας δεν είναι κάτι που μπορεί να συζητηθεί, γιατί η Ελλάδα είναι μέρος της ΕΕ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει έρθει σε συμφωνία με σειρά εταιριών και η απόφαση μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορεί να ληφθεί. Μια παραγωγή βιολογικού φαρμάκου που θα εξυπηρετούσε μόνο την Ελλάδα δεν θα ήταν βιώσιμη, ακόμα και με κρατική ενίσχυση, γιατί και έτοιμοι δεν είμαστε και χρειάζεται μεγάλη επένδυση για την παραγωγή εμβολίου το οποίο του χρόνου ίσως να μην χρειάζεται», ανέφερε.

Ο κ. Παπαδημητρίου συντάχθηκε με τον κ. Τρύφωνα και σε ό,τι αφορά το «κλόου μπακ», τονίζοντας ότι «στην Ελλάδα είναι φαινόμενο συνεχώς αυξανόμενο και δεν διέπεται από κανένα όριο».

«Η ρύθμιση του νομοσχεδίου το μόνο που κάνει είναι να περιορίσει το μέγεθος του “κλόου μπακ”. Δεν προσφέρει τίποτα στη Πολιτεία, τιμωρεί την καινοτομία και είναι σε αντίθεση με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για προσέλκυση επενδυτών», συμπλήρωσε.

Κατά τα άλλα, με θετικά σχόλια αλλά και με διαφωνίες εκφράστηκαν οι υπόλοιποι φορείς, τόσο σε ό,τι αφορά το νομοσχέδιο όσο και για την αντιμετώπιση του κορονοϊού.

Ο αναπληρωτής υπουργός Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης, από την πλευρά του διαβεβαίωσε ότι δεν θα υπάρξει κανένα πρόβλημα στη διαθεσιμότητα των εμβολίων και κανένας πολίτης που το επιθυμεί δεν θα μείνει ανεμβολίαστος.

«Κάθε εβδομάδα οι εμβολιασμοί ξεπερνούν κατά μέσο όρο τις 16.000, ενώ μέχρι σήμερα έχουν γίνει 174.000. Η Ελλάδα κάθε μέρα ανεβαίνει στον πίνακα των χωρών με μεγάλο αριθμό εμβολιασμών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κοντοζαμάνης και πρόσθεσε:

«Η πρόοδος του εμβολιαστικού σχεδιασμού εξαρτάται από τη διάθεση των εμβολίων. Την προηγούμενη εβδομάδα υπήρξε ένα πρόβλημα με την Pfizer και πράγματι ήταν μικρότερη η δόση που πήραμε από αυτή που ήταν στο πρόγραμμα, μετά όμως η παραγωγή εξομαλύνθηκε και το σύνολο του τριμήνου θα είναι αμετάβλητο. Θα είναι μάλιστα και λίγο περισσότερο από τις δόσεις που θα παραδίδονταν τον Δεκέμβριο. Ακολουθούμε μια στρατηγική σε ό,τι αφορά τον πληθυσμό. Κρατάμε τη δεύτερη δόση σε αυτούς του πολίτες που κάνανε την πρώτη δόση και δεν υπάρχει πρόβλημα σε ενδεχόμενη μη παράδοση. Η έκτη δόση προβλέπεται στην άδεια κυκλοφορίας και ορίζει ότι κάθε φιαλίδιο περιέχει έξι δόσεις».

Ο εμβολιαστικός σχεδιασμός της χώρας βρέθηκε στο επίκεντρο και κατά την ακρόαση των εξωκοινοβουλευτικών φορέων, που κλήθηκαν να εκφράσουν τις απόψεις τους επί του νομοσχεδίου.