Με ταχείες διαδικασίες προχωρά η επένδυση της Pfizer στη Θεσσαλονίκη, η οποία ανακοινώθηκε το 2019 και αφορά στο πρώτο -και μοναδικό στην Ευρώπη- από τα έξι Διεθνή Κέντρα Ψηφιακής Τεχνολογίας, Τεχνητής Νοημοσύνης και Ανάλυσης Μεγάλων Δεδομένων της εταιρείας.

Το Digital Hub, το οποίο αποτελεί επέκταση του παγκόσμιου ψηφιακού μοντέλου της Pfizer, θα παράγει τεχνογνωσία που θα μεταφέρεται από την Ελλάδα σε όλο τον κόσμο. Η στελέχωσή του αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του έτους, με την κάλυψη 200 θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης, για ηλεκτρολόγους, μηχανικούς και μηχανικούς ηλεκτρονικών υπολογιστών, όπως αρχικά προέβλεπε το πλάνο, παρά τις καθυστερήσεις που επέφερε η πανδημία του νέου κορονοϊού.

Οι προσλήψεις ξεκίνησαν το καλοκαίρι, έπειτα από virtual συνεντεύξεις και τα άτομα που έχουν προσληφθεί εργάζονται ήδη με αντικείμενο την Τεχνητή Νοημοσύνη, την Προηγμένη Αναλυτική και το Digital Companion, που υποστηρίζει τους ασθενείς.

Ο ακριβής αριθμός των μέχρι στιγμής προσλήψεων δεν έχει ανακοινωθεί, εντούτοις, σύμφωνα με υψηλόβαθμα στελέχη της εταιρείας, πλησιάζει τον στόχο των 200, ενώ αναμένεται να αυξηθεί το 2021 και το 2022.

Όπως δήλωσε πρόσφατα ο Θεσσαλονικιός global CEO του αμερικανικού φαρμακευτικού κολοσσού, Αλβέρτος Μπουρλά, ήδη είναι ορατό το μονοπάτι μέσω του οποίου αυτές οι θέσεις εργασίας μπορούν να διπλασιαστούν μέσα σε λίγα χρόνια.

Μέχρι στιγμής, η εταιρεία έχει δεχθεί 3.500 αιτήσεις για τη στελέχωση του Κέντρου. Το 74% των αιτούντων έχουν μεταπτυχιακές σπουδές και το 21% είναι Έλληνες που είχαν μεταναστεύσει σε χώρες του εξωτερικού κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης.

Παράλληλα, συνεχίζεται η διερεύνηση για την εξεύρεση του χώρου που θα πληροί τις προδιαγραφές ώστε να στεγάσει το digital hub, το οποίο εδράζεται προσωρινά σε εμπορικό κέντρο της πόλης.

Ένα hub προδιαγραφών Νέας Υόρκης

Το όραμα της εταιρείας στον τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας καθώς και τη στρατηγική των προσλήψεων που ακολουθείται για τη στελέχωση του Κέντρου παρουσίασαν, σε σχετική συνέντευξη Τύπου, ο  επικεφαλής του Ψηφιακού Κέντρου στη συμπρωτεύουσα Nico Gariboldi και ο επικεφαλής του παγκόσμιου δικτύου ψηφιακής τεχνολογίας Jeff Hamilton.

Το όραμα για το digital hub στη Θεσσαλονίκη είναι να αναπτυχθούν ψηφιακές δεξιότητες ανάλογες με αυτές που έχει η εταιρεία στη Ν. Υόρκη καθώς και σε όλο τον κόσμο. Στόχος της Pfizer είναι να αναπτύξει συνέργειες με νοσοκομεία, ερευνητικά κέντρα και startup εταιρείες. Ήδη έχει ξεκινήσει αυτή η συνεργασία με τη δημιουργία βάσεων δικτύωσης και την εδραίωση σχέσεων με τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια, όπως το Αριστοτέλειο (ΑΠΘ) και το Πανεπιστήμιο της Μακεδονίας, με στόχο την εύρεση ταλέντων, αρχικά και τη χρηματοδότηση πανεπιστημίων και νεοφυών επιχειρήσεων που αναπτύσσονται στο περιβάλλον της συμπρωτεύουσας, σε δεύτερο χρόνο.

Ο ψηφιακός κόμβος θα συνεργάζεται με το νέο hub της Pfizer στη Θεσσαλονίκη, την ίδρυση του οποίου ανακοίνωσε ο Αλβέρτος Μπουρλά κατά τη διάρκεια του 31ου ετήσιου Greek Economic Summit και θα λειτουργούν ως ένας ενιαίος φορέας της Pfizer.

Το νέο hub, το οποίο θα οδηγήσει σε πρώτη φάση στο «άνοιγμα» 350 νέων θέσεων εργασίας, θα παράγει επαγγελματικές υπηρεσίες (οικονομικές, ανθρωπίνων πόρων, τηλεφωνικών κέντρων) για εσωτερική χρήση.

Σύμφωνα με τον κ. Μπουρλά, ο συνολικός στόχος των προσλήψεων στη συμπρωτεύουσα ανέρχεται στις 600.

Γιατί επιλέχθηκε η Θεσσαλονίκη

Οι λόγοι που οδήγησαν την Pfizer να επιλέξει την Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη για τη δημιουργία του digital hub περιλαμβάνουν τις ισχυρές οικονομικές προοπτικές της χώρας και την Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική για την Καινοτομία, το νέο αναδυόμενο περιβάλλον των νεοφυών επιχειρήσεων, τη δυνατότητα για συνεργασία με τεχνολογικά hubs και το υψηλό ακαδημαϊκό επίπεδο του πληθυσμού.

Όσον αφορά συγκεκριμένα στη Θεσσαλονίκη,  ο κ. Gariboldi αναφέρθηκε στη συγκέντρωση ταλέντων του κλάδου της Πληροφορικής στην πόλη καθώς και στο ρόλο της ως εκπαιδευτικού κέντρου της Ελλάδας και των Βαλκανίων, με 5 μεγάλα πανεπιστήμια, συμπεριλαμβανομένου και του μεγαλύτερου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη (ΑΠΘ) και τα 9 παγκοσμίου βεληνεκούς ερευνητικά κέντρα.

«Το πολιτικό περιβάλλον είναι ασφαλές. Οι αρχές, η Κυβέρνηση είναι πάρα πολύ υποστηρικτικές, ενώ υπάρχει μία ισχυρή δέσμευση για την ανάπτυξη. Μάλιστα έχει αναπτυχθεί μία Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική για την Καινοτομία, η οποία εστιάζει στην έρευνα, την τεχνολογική ανάπτυξη και την καινοτομία. Πρόσφατα υπογράφηκε στη Θεσσαλονίκη, μία συμφωνία επιστήμης και τεχνολογίας μεταξύ ΗΠΑ και Ελλάδας», σημείωσε ο επικεφαλής του digital hub.

Στρατηγική προσλήψεων

Οι βασικές δεξιότητες που απαιτούνται για τη στελέχωση του Ψηφιακού Κέντρου είναι Software Development & Engineering, Agile Project Management, Machine Learning & Artificial Intelligence, Enterprise Architecture, Data Science, Process Automation, Product & Experience Design, Customer Analytics & Insights.

Για την αξιολόγηση και πρόσληψη των καλύτερων υποψηφίων από τον πανεπιστημιακό χώρο, η Pfizer έχει αναπτύξει τη στρατηγική του Bootcamp. Στο πλαίσιο αυτό, συγκεντρώνει  υποψήφιους  (συνήθως 25 για κάθε τάξη), τους εκπαιδεύει στις πιο προηγμένες τεχνολογίες και προσλαμβάνει όσους θεωρούνται καταλληλότεροι.

Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει  συνολικά 5 bootcamps, 4 από τα οποία έχουν ολοκληρωθεί με επιτυχία, ενώ αναμένεται να συνεχιστούν και κατά το 2021. Κατά μέσο όρο το 70% των υποψηφίων που συμμετέχουν στο εκάστοτε bootcamp προσλαμβάνονται.

Όπως υπογράμμισε ο κ. Gariboldiο, το γεγονός ότι το 39% του ενεργού πληθυσμού της χώρας εργάζεται στον επιστημονικό και τεχνολογικό κλάδο, καθώς και η παροχή αξιόλογων ταλέντων σε πολύ ανταγωνιστικό κόστος, κατέστησαν την Ελλάδα κέντρο ορισμένων νέων επενδυτικών επιλογών από εταιρείες – ηγέτιδες του κλάδου της Πληροφορικής και των Τεχνολογιών επικοινωνίας.  Παράλληλα, η χώρα έχει αυξήσει τις σχετικές με τον τεχνολογικό κλάδο εξαγωγές της, από το 7% (2008) στο 10% (2017).

«Σήμερα, η Ελλάδα συνδυάζει τις εξαιρετικές δεξιότητες των αποφοίτων των πανεπιστημίων, την ανάπτυξη των καινοτόμων επιχειρήσεων και  τα υψηλής κατάρτισης ταλέντα», ανέφερε, προσθέτοντας ότι οι επενδύσεις στην τεχνολογία, όπως το hub της Pfizer, προσφέρουν μια σημαντική ευκαιρία προκειμένου η χώρα να αντιστρέψει το φαινόμενο του brain drain».