Παραβλέπεται, έτσι, σε κάποιον βαθμό, ο εξαιρετικά σημαντικός ρόλος που έχει να παίξει ο τραπεζικός τομέας την επόμενη της πανδημίας ημέρα.
Δεν φιλοδοξεί η στήλη να περιγράψει και να καταθέσει ένα πλήρες σενάριο. Επιδιώκει, απλά, να επισημάνει μερικούς κρίσιμους παράγοντες.
Παρά το γεγονός ότι ο τραπεζικός τομέας εισήλθε στην κρίση της πανδημίας σε καλύτερη κατάσταση απ’ ότι ήταν το 2010, αδυναμίες υπάρχουν. Είναι σημαντικό να αντιμετωπιστούν έγκαιρα και με ρεαλισμό, διαφορετικά οι τράπεζες δεν θα μπορέσουν να συνεισφέρουν στην αναμενόμενη και πολυπόθητη αναδιάρθρωση και ανάκαμψη της οικονομίας. Και χωρίς ισχυρές τράπεζες αυτή δεν θα συμβεί.
Ήδη, εκφράζονται βάσιμοι φόβοι πως η αύξηση στα κόκκινα δάνεια λόγω της πανδημίας θα ξεπεράσει την αρχική πρόβλεψη για 5 δις. ευρώ. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές του mononews, η αύξηση ενδέχεται να είναι μέχρι και τριπλάσια.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν την υψηλότερη στην Ευρώπη σχέση κόκκινων δανείων προς συνολικά δάνεια – 36%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η έκθεση του ΔΝΤ (που με την σειρά της αντλεί τα στοιχεία από τις ελληνικές αρχές), η πορεία τους, στην περίοδο 2014-2019 δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντική:
Έτος___Ποσοστό
2014 33,8
2015 36,6
2016 36,3
2017 45,6
2018 42,0
2019 36,4
Η εξέλιξη αυτή σημειώνεται μολονότι οι τράπεζες έχουν καταβάλει τεράστια προσπάθεια να αποσύρουν τα δάνεια αυτά από τους ισολογισμούς τους—καταβάλλοντας βέβαια και το απαιτούμενο κόστος σε κεφάλαια.
Το πρόβλημα είναι πως η πιστωτική επέκταση της περιόδου 1990-2010 άφησε τόσα κουφάρια, που η αντιμετώπιση τους είναι εξαιρετικά δυσχερής.
Ο τραπεζικός τομέας χαρακτηρίζεται, βέβαια, από επάρκεια απαιτούμενων κεφαλαίων. Η ρευστότητα του εμφανίζεται κάπως οριακή, χωρίς να προξενεί όμως, ερωτηματικά ή φόβο.
Το πρόβλημα, όμως, παραμένει. Είναι πρόβλημα που μερικώς αντανακλάται και στα υψηλά επιτόκια δανεισμού που χρεώνουν οι τράπεζες – όπως και στις σχεδόν μηδενικές αποδόσεις τους.
Είναι σίγουρο πως η κατάσταση έχει χειροτερεύσει με την πανδημία. Αυτό δεν φαίνεται τώρα, διότι έχουν υιοθετεί μέτρα που νόμιμα και όπως γίνεται σε όλη την Ευρώπη, δεν αφήνουν το πρόβλημα να φανεί: οι θεσμικές(regulatory) απαιτήσεις σε κεφάλαια και ρευστότητα έχουν μειωθεί, οι χαρακτηρισμοί-ταξινόμηση δανείων σε καθυστέρηση έχει ανακοπεί, η ΕΚΤ έχει προσφέρει ρευστότητα, τα stress tests έχουν ακυρωθεί, οι επιτόπου επισκέψεις των εποπτικών αρχών έχουν αναβληθεί.
Θα έρθει, όμως, η στιγμή που τα μέτρα σταδιακά θα αποσυρθούν. Και τότε θα φανεί η έκταση της κρίσης—μέσα από την αδυναμία νοικοκυριών και επιχειρήσεων να εξυπηρετήσουν τις υποχρεώσεις τους.
Χωρίς αμφιβολία ο «Ηρακλής ΙΙ» θα συνεισφέρει στην αντιμετώπιση του προβλήματος. Είναι, όμως, πλέον, σαφές πως δεν επαρκεί. Τα μεγέθη που παραθέσαμε αναδεικνύουν την δυσκολία του εγχειρήματος.
Η δημιουργία της λεγόμενης Bad Bank που προτείνει η Τράπεζα της Ελλάδος προβάλει, πλέον, ως μία λογική και απαραίτητη λύση. Βεβαίως και θα πρέπει να εκτιμηθεί η σχέση κόστους και ωφέλειας.
Αλλά, αν θέλουμε να δούμε τον τραπεζικό τομέα να έχει ρόλο την επόμενη ημέρα, η Asset Μanagement Company δείχνει να είναι μονόδρομος.
Διαβάστε ακόμα:
Μεγάλου: Στα €5,4 δισ. οι χρηματοδοτήσεις έως τα τέλη του 2020