Ισχυρά λειτουργικά αποτελέσματα για το γ’ τρίμηνο του 2020 κατέγραψε η Εθνική Τράπεζα,  αντανακλώντας, όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της, την ανάκαμψη των οργανικών εσόδων, τη διατήρηση της τάσης μείωσης των λειτουργικών εξόδων, καθώς και τις σχετικά χαμηλές προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις.

Ειδικότερα, τα κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν σε €137 εκατ. το Γ’ τρίμηνο 2020 από €58 εκατ. το Β’ τρίμηνο 2020, αντανακλώντας την ισχυρή ανάκαμψη των οργανικών εσόδων, τη διατήρηση της τάσης μείωσης των λειτουργικών εξόδων και τις σχετικά χαμηλές προβλέψεις, αμετάβλητες σε τριμηνιαία βάση. Τα κέρδη μετά από φόρους το Εννεάμηνο 2020 διαμορφώθηκαν σε €602 εκατ., αυξημένα κατά 33% σε ετήσια βάση.

Τα καθαρά έσοδα από τόκους ανέκαμψαν σημαντικά κατά 12% ή €32 εκατ. σε τριμηνιαία βάση και διαμορφώθηκαν σε €304 εκατ. το Γ’ τρίμηνο 2020, αντανακλώντας την αύξηση στα υπόλοιπα των εξυπηρετούμενων δανείων, καθώς και το όφελος από το χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης λόγω της αυξημένης συμμετοχής της ΕΤΕ στο Πρόγραμμα Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης (TLTRO) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και της συνεχιζόμενης ανατιμολόγησης καταθέσεων προθεσμίας

Μετά την αρνητική επίδραση του γενικού απαγορευτικού στη διεξαγωγή συναλλαγών κατά το Β’ τρίμηνο 2020, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες σημείωσαν αύξηση ύψους 13% σε τριμηνιαία βάση το Γ’ τρίμηνο 2020, ως αποτέλεσμα της ανάκαμψης των προμηθειών τόσο Λιανικής όσο και Εταιρικής Τραπεζικής. Σε επίπεδο εννεαμήνου και παρά τις δυσμενείς συνθήκες λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες αυξήθηκαν κατά 2% σε ετήσια βάση, σε €188 εκατ., αντανακλώντας την ενίσχυση των εσόδων από προμήθειες Λιανικής Τραπεζικής

Τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα διαμορφώθηκαν σε €43 εκατ. το Γ’ τρίμηνο 2020. Το Εννεάμηνο 2020, τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα ανήλθαν σε €830 εκατ., ενσωματώνοντας υψηλά μη επαναλαμβανόμενα κέρδη σχετιζόμενα με την ανταλλαγή τριών υφιστάμενων Ομολόγων Ελληνικού Δημοσίου (ΟΕΔ) που κατείχε η ΕΤΕ με ένα νέο ΟΕΔ, καθώς και την πώληση ΟΕΔ στο χαρτοφυλάκιο «διακρατούμενων για την είσπραξη συμβατικών ταμειακών ροών και για ενδεχόμεανη πώληση» (HTCS) συνολικού ύψους €779 εκατ. κατά τη διάρκεια του Α’ τριμήνου 2020

Στην Ελλάδα, η περιστολή των δαπανών προσωπικού και των γενικών διοικητικών και λοιπών λειτουργικών εξόδων το Γ’ τρίμηνο 2020 (-1% σε τριμηνιαία βάση) είχε ως αποτέλεσμα τη σημαντική αποκλιμάκωσή τους κατά 8,5% και 9,7% σε ετήσια βάση, αντίστοιχα, το Εννεάμηνο 2020. Οι λειτουργικές δαπάνες σημείωσαν πτώση 4% σε ετήσια βάση, απορροφώντας την αύξηση των αποσβέσεων ως αποτέλεσμα της αρνητικής επίπτωσης από τη μετάβαση στο διεθνές λογιστικό πρότυπο 16 (ΔΠΧΑ 16), λόγω της πώλησης του μειοψηφικού ποσοστού της ΕΤΕ στην ΠΑΝΓΑΙΑ (νυν «Prodea») στα μέσα του 2019

Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ύψους €640 εκατ. το Εννεάμηνο 2020, ήτοι 244μ.β. επί των δανείων μετά από προβλέψεις, ενσωματώνουν τις προβλέψεις απομείωσης σχετιζόμενες με την πανδημία του κορωνοϊού, οι οποίες επιβάρυναν κυρίως τα αποτελέσματα του Α’ τριμήνου 2020 και αντιστοιχούν σε 147μ.β. επί των δανείων μετά από προβλέψεις σε μη ετησιοποιημένη βάση. Εξαιρουμένων των εν λόγω προβλέψεων, το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώνεται σε περίπου 97μ.β. το Εννεάμηνο 2020

Το υπόλοιπο Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) σε επίπεδο Τράπεζας μειώθηκε σε επίπεδα κάτω των €10 δισ. το Γ’ τρίμηνο 2020.

Τα ΜΕΑ μειώθηκαν κατά €0,2 δισ. σε τριμηνιαία βάση και διαμορφώθηκαν σε €9,96 εκατ. το Γ’ τρίμηνο 2020, αντανακλώντας οργανικές ενέργειες και κυρίως τη μικρή αύξηση στις ρευστοποιήσεις ενεχύρων και τις αναδιαρθρώσεις δανείων που ενέχουν διαγραφή οφειλών.

Οι νέες αθετήσεις δανείων (defaults) διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα, καθώς η αρνητική επίπτωση της συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηριότητας αντισταθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη στοχευμένη εφαρμογή μέτρων διευκόλυνσης καταβολής οφειλών της Τράπεζας, καθώς και των κυβερνητικών προγραμμάτων στήριξης.

Οι εκταμιεύσεις δανείων στην Ελλάδα ανήλθαν σε €3,5 δισ. το δεκάμηνο 2020, ενισχυμένες κατά 42% σε ετήσια βάση, αντανακλώντας τις εκταμιεύσεις δανείων προς επιχειρήσεις.

Οι νέες εκταμιεύσεις δανείων αναμένεται να υπερβούν σημαντικά τον στόχο των €4 δισ. για το 2020 που είχε θέσει η Τράπεζα προ κορωνοϊού, επωφελούμενες από τα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης των επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας του κορωνοϊού.

Οι εγχώριες καταθέσεις αυξήθηκαν κατά €1,5 δισ. ή 3% από την αρχή του έτους σε €43,7 δισ., αντανακλώντας εισροές καταθέσεων ιδιωτών, ως αποτέλεσμα της αύξησης των αποταμιεύσεων των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Οι δείκτες Κάλυψης Ρευστότητας (Liquidity Coverage Ratio – LCR) και Καθαρής Σταθερής Χρηματοδότησης (Net Stable Funding Ratio – NSFR) διατηρήθηκαν σε επίπεδα πλέον του 100%, υπερβαίνοντας κατά πολύ τα ελάχιστα εποπτικά όρια.

Η επιτυχής έκδοση πράσινου ομολόγου υψηλής εξασφάλισης ύψους €500 εκατ. με εξαετή διάρκεια και τοκομερίδιο 2,75% αποτελεί μέρος της στρατηγικής βελτιστοποίησης της κεφαλαιακής δομής της Τράπεζας μέσω της διεύρυνσης των κεφαλαίων δεύτερης διαβάθμισης (Minimum Required Eligible Liabilities – MREL). Η εν λόγω συναλλαγή αποτελεί επίσης έμπρακτη επιβεβαίωση της δέσμευσης της Εθνικής Τράπεζας να στηρίξει την ελληνική οικονομία, με την χρηματοδότηση έργων στον κλάδο της ενέργειας να αποτελεί στρατηγικό στόχο της Τράπεζας Δείκτης CET1 στο 15,9%3, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακή Επάρκειας να ανέρχεται σε 16,9%3

Ο δείκτης CET1 ύψους 15,9%3 το Γ’ τρίμηνο 2020 ενσωματώνει την αρνητική επίπτωση των προβλέψεων απομείωσης σχετιζόμενες με την πανδημία του κορωνοϊού2 ύψους €429 εκατ. το Εννεάμηνο 2020. Ενσωματώνοντας την πλήρη επίδραση του ΔΠΧΑ 9, ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται σε 13,0%.

Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας ανήλθε σε 16,9% και υπερβαίνει κατά σχεδόν 600 μ.β. τις προσαρμοσμένες για την πανδημία του κορωνοϊού κεφαλαιακές απαιτήσεις για το 2020.

Σχολιάζοντας τα οικονομικά αποτελέσματα ο Διευθύνων Σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, αναφέρει: 

«Οι εξελίξεις στο μέτωπο της πανδημίας του κορωνοϊού συνεχίζουν να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην οικονομική και κοινωνική ζωή της Ελλάδας. Πράγματι, η απότομη επιδείνωση της καμπύλης της πανδημίας στις αρχές του Δ’ τριμήνου 2020 επανέφερε τη χώρα για δεύτερη φορά στην ανάγκη επιβολής περιοριστικών μέτρων, με στόχο τον έγκαιρο περιορισμό του ρυθμού μετάδοσης της πανδημίας. Ενθαρρυντικό είναι, ότι οι οικονομικοί δείκτες κατά το Γ΄ τρίμηνο 2020 καταδεικνύουν μία ισχυρή ανάκαμψη συγκριτικά με τα χαμηλά επίπεδα του Β΄ τριμήνου του έτους, ως αποτέλεσμα της χαλάρωσης των τότε περιοριστικών μέτρων και της ενεργοποίησης δημοσιονομικών μέτρων στήριξης και παροχής ρευστότητας ύψους €12 δισ..

Η ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να επιστρέψει ταχέως στην ομαλότητα, απορροφώντας με μικρή μόνο παύση τις συνέπειες του 2ου γενικού απαγορευτικού, θα επικουρηθεί από το νέο πακέτο στήριξης της κυβέρνησης ύψους €3,5 δισ. για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, καθώς και από την εισροή κεφαλαίων για την τόνωση της ανάπτυξης από το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2021.

Κατά τη διάρκεια του 2020, στηρίξαμε και συνεχίζουμε να στηρίζουμε ενεργά τους πελάτες μας και την Ελληνική οικονομία, προσφέροντας στοχευμένα μέτρα διευκόλυνσης καταβολής οφειλών και δάνεια με επιδότηση επιτοκίου, σε συνδυασμό με την ταχεία ενεργοποίηση των κυβερνητικών προγραμμάτων στήριξης.

Συνολικά, περισσότεροι από 85 χιλ. λογαριασμοί πελατών μας έχουν επωφεληθεί από την εφαρμογή των εν λόγω μέτρων, εκ των οποίων τα 3/4 α είναι νοικοκυριά. Οι νέες πιστοδοτήσεις προς επιχειρήσεις και νοικοκυριά, έχουν υπερβεί τα €3,5 δισ., ενώ αναμένεται να ξεπεράσουν τον στόχο των €4 δισ. για το 2020
που είχαμε θέσει πριν την εξάπλωση της πανδημίας. Με το βλέμμα στο 2021 και μετά τη λήξη των προαναφερθέντων μέτρων στήριξης, σε όσους πελάτες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσκολίες θα προσφέρουμε κατάλληλα προϊόντα προσωρινού χαρακτήρα.

Κατά τους επόμενους μήνες, στα πλαίσια του προγράμματος μετασχηματισμού της ΕΤΕ, θα προχωρήσουμε σε δύο συναλλαγές υψίστης σημασίας για την Τράπεζα – την αποεπένδυση από την Εθνική Ασφαλιστική και την τιτλοποίηση Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (Project Frontier). Με την πρώτη συναλλαγή επιδιώκουμε να ενδυναμώσουμε περαιτέρω την ισχυρή θέση μας στην χαμηλής διείσδυσης ασφαλιστική αγορά μέσω του δικτύου των καταστημάτων της Τράπεζας. To Project Frontier που θα εκκινήσει σε μερικές εβδομάδες θα συντελέσει στη δραστική μείωση του τρέχοντος υπολοίπου Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων της ΕΤΕ ύψους περίπου €10 δισ. κατά περίπου €6,0 δισ. Πρόσθετες οργανικές και μη ενέργειες αναμένεται να μειώσουν περαιτέρω τα Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα της Τράπεζας εντός του 2021.

Όσον αφορά τη λειτουργική κερδοφορία μας, τα κέρδη του Εννεαμήνου 2020 αναλογούντα σε μετόχους της Τράπεζας ανήλθαν σε €461 εκατ., σημειώνοντας αύξηση της τάξεως του 22% σε ετήσια βάση, απορροφώντας ήδη το αναμενόμενο κόστος πιστωτικού κινδύνου σχετιζόμενο με την πανδημία του κορωνοϊού, καθώς και το κόστος του Προγράμματος Εθελούσιας Εξόδου που ξεκίνησε νωρίτερα μέσα στο μήνα. Εξαιρουμένων των προβλέψεων που αφορούν την πανδημία του κορωνοϊού και των κερδών από χρηματοοικονομικές πράξεις, τα οργανικά κέρδη για το Εννεάμηνο 2020 ανήλθαν σε €228 εκατ., ενώ για το Γ’ τρίμηνο 2020 σημείωσαν αύξηση κατά 50% περίπου, σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Η επίδοση αυτή αντανακλά την ισχυρή ανάκαμψη των οργανικών εσόδων, τη διατήρηση της δυναμικής μείωσης των δαπανών προσωπικού και των γενικών διοικητικών και λοιπών λειτουργικών εξόδων, καθώς και τη σταθεροποίηση του κόστους πιστωτικού κινδύνου κοντά στα επίπεδα των 100μ.β., εξαιρουμένων των προβλέψεων για τον κορωνοϊό, ή στις 244μ.β., συμπεριλαμβανομένων των εν λόγω προβλέψεων.

Ενόψει της αναμενόμενης οικονομικής ανάκαμψης του 2021, θα συνεχίσουμε να αξιοποιούμε το επιτυχημένο Πρόγραμμα Μετασχηματισμού που αποτελεί τον κινητήριο μοχλό για τις άμεσες και επιτυχημένες αλλαγές στην ΕΤΕ κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας. Η έκθεσή μας σε Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα αναμένεται να μειωθεί σε προ δεκαετίας επίπεδα, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να επικεντρωθούμε σε ευκαιρίες ανάπτυξης και να αποκαταστήσουμε την κερδοφορία μας σε επιθυμητά επίπεδα. Η συνεχιζόμενη μετάβασή μας σε ένα πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό μοντέλο λειτουργίας της Τράπεζας θα μας επιτρέψει να διατηρήσουμε τη δυναμική μείωσης του κόστους. Προς αυτήν την κατεύθυνση, στρεφόμαστε με γρήγορους ρυθμούς προς ένα πιο ψηφιακό μοντέλο λειτουργίας, με απλούστερες και αυτοματοποιημένες υπηρεσίες υποστήριξης, εστιάζοντας την προσοχή μας σε υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας και βελτιώνοντας την εμπειρία των πελατών μας στα εναλλακτικά δίκτυα τραπεζικής εξυπηρέτησης. Υπό αυτές τις ταχέως μεταβαλλόμενες συνθήκες, η Εθνική Τράπεζα θα συνεχίσει να ανταποκρίνεται στις επερχόμενες προκλήσεις και ευκαιρίες, προασπίζοντας την ασφάλεια των εργαζομένων της και στηρίζοντας τις φιλοδοξίες των πελατών της, συντελώντας με αυτόν τον τρόπο στην ανάπτυξη της οικονομίας.»