Σε «λίφτινγκ» της διάταξης που περιλαμβάνεται στο προωθούμενο νομοσχέδιο για την αναπλήρωση των ημερών που τίθενται οι εργαζόμενοι σε καραντίνα 7 ή 14 ημέρες λόγω κορονοϊού, προχωράει η κυβέρνηση μετά τις εκτενείς αντιδράσεις που έχουν προκληθεί.

Πρόκειται για το σχέδιο νόμου που θα καταθέσει η κυβέρνηση, που θα περιλαμβάνει νέα και παλαιά μέτρα στήριξης των μισθωτών, εργαζόμενων ή και γονέων.

Σύμφωνα με πληροφορίες του «Mononews», η νέα διάταξη θα προβλέπει ότι ο εργαζόμενος οφείλει να αναπληρώσει τις μισές εργάσιμες ημέρες και ώρες από αυτές που έλειψε από την επιχείρηση, κάνοντας υπερωρία μόνο μια ώρα την ημέρα πέρα από το καθορισμένο του ωράριο του, εφόσον δεν είναι δυνατόν να εφαρμοστεί τηλεργασία. Η νέα διάταξη προβλέπει ακόμη ότι η αναπλήρωση των ωρών που χάθηκαν θα μπορεί να πραγματοποιηθεί και πέρα από το 2020.

Όπως αποκάλυψε το «Mononews», η αρχική διάταξη προέβλεπε ότι ο  εργαζόμενος που μπαίνει σε προληπτική καραντίνα για 7 ή 14 ημέρες, όπως απαιτεί ο ΕΟΔΥ, προκειμένου να προστατευτεί ο ίδιος και οι συνάδελφοί του από πιθανή έκθεση σε κίνδυνο λόγω του κορονοϊού, θα λαμβάνει κανονικά τον μισθό του και θα καλύπτονται οι εισφορές του από τον εργοδότη. Με τη λήξη όμως της αναγκαστικής απουσίας από την εργασία, ο εργαζόμενος θα πρέπει να αναπληρώνει τις εργάσιμες ημέρες και ώρες της καραντίνας, εφόσον δεν είναι εφικτή η λύση της τηλεργασίας.

Η αναπλήρωση θα έπρεπε να γίνει εντός 4 μηνών και έως τα τέλη του 2020, με επιπλέον απασχόληση έως και 3 ώρες ημερησίως, πέραν του ημερήσιου ωραρίου του μισθωτού. Η επιπλέον αυτή εργασία δεν θα αμείβεται ως υπερεργασία ή υπερωρία, όμως θα πρέπει να τηρούνται οι σχετικές προστατευτικές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τα χρονικά όρια εργασίας. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι ο εργαζόμενος δεν δικαιούται κατά τον χρόνο αναπλήρωσης της απουσίας του από την εργασία καμία προσαύξηση ή αμοιβή για πρόσθετη εργασία.

Όπως επισημαίνει ο δικηγόρος Γιάννης Καρούζος, η αρχική διάταξη δημιουργεί πάρα πολλά προβλήματα στην αγορά εργασίας επισημαίνοντας ότι:

«Για πρώτη φορά στη χώρα μας, προβλέπεται μια τέτοια άδεια, ομολογουμένως με καθυστέρηση στην έκτακτη συγκυρία του Covid-19. Μέχρι σήμερα, η πρακτική ήταν ο περιστασιακός χειρισμός εκ μέρους του ΕΟΔΥ στην αντιμετώπιση του θέματος. Από περιστατικά που μου αναφέρθηκαν, προέκυψε η εκ μέρους του ΕΟΔΥ χορήγηση άδειας ασθενείας. Αυτό με καθυστέρηση.

Ξαφνικά, η περιστασιακή αυτή πρακτική του ΕΟΔΥ καταργείται. Αντίθετα με ότι συμβαίνει στις ευρωπαϊκές χώρες όπως π.χ. Ιταλία κλπ., όπου η άδεια αυτή χορηγείται ως άδεια ασθενείας και επιδοτείται από τον κρατικό ασφαλιστικό φορέα, στη χώρα μας υιοθετείται άλλη πρακτική.

Το σχέδιο της διάταξης δημιουργεί σοβαρά ζητήματα τεχνικής φύσεως αλλά και ουσιαστικού εργατικού δικαίου. Έτσι, πέραν από την τεχνική λογιστική γραφειοκρατία που θα προκύψει, ως προς το ουσιαστικό εργατικό δίκαιο, καταστρατηγείται ο θεσμός και η αμοιβή της υπερεργασιακής και υπερωριακής απασχόλησης. Ήδη ο Ν. 3986/2011, οριοθέτησε το σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας, με την υποχρέωση να τηρούνται οι 40 ώρες εβδομαδιαίως κατά μέσο όρο απασχόλησης.

Επίσης, η οποιαδήποτε υπέρβαση του νομίμου εβδομαδιαίου ωραρίου στη χώρα μας προβλέπει διατυπώσεις και αυστηρές κυρώσεις, ενώ απαιτείται συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας για την έγκριση σε ετήσια βάση του αριθμού υπερωριών πέραν από το όριο του νόμου. Εν προκειμένω, με τη διάταξη δεν τίθεται κανένα απολύτως όριο στον εργοδότη, αφού αυτός μπορεί να απασχολεί τον εργαζόμενο πέραν των 40 ωρών, 3 ώρες, με βάση τη διάταξη, αλλά και επιπλέον αυτού, υπερεργασιακά και υπερωριακά, δηλαδή για απίστευτα εξοντωτικό ωράριο.

Αμφιβάλλω δε, αν μια επιχείρηση θα μπορεί να μείνει ανοιχτή σε λειτουργία στη διάρκεια μιας ημέρας, ώστε ο εργαζόμενος να παρέχει την εργασία που οφείλει.

Τέλος, είναι σίγουρο ότι θα καταστρατηγηθεί η υποχρέωση από το ευρωπαϊκό και ελληνικό εργατικό δίκαιο του 11ωρου ανάπαυσης του εργαζομένου».