Με την επιλογή συμβούλου ξεκινά το υπουργείο Υποδομών τη διαδικασία δημοπράτησης Σύμβασης (ή Συμβάσεων) Παραχώρησης για την εκμετάλλευση, λειτουργία και συντήρηση της Αττικής Οδού, σε συνδυασμό με την υλοποίηση κατασκευαστικών αντικειμένων (επεκτάσεις Αττικής Οδού).

Η σε ισχύ σύμβαση Παραχώρησης της Αττικής Οδού λήγει στα μέσα του 2024 εκτός αν, όπως προβλέπεται στη σύμβαση, αποδειχθεί ότι έχει ξεπεραστεί νωρίτερα η συμφωνηθείσα απόδοση (13,1%).

Ειδικότερα, σύμφωνα με τη απόφαση που δημοσιοποιήθηκε χθες το υπουργείο Υποδομών προτίθεται να δημοπρατήσει μια ή και περισσότερες Συμβάσεις Παραχώρησης για την Αττική Οδό και τις επεκτάσεις και στο πλαίσιο αυτό η αρμόδια υπηρεσία του (Διεύθυνση Λειτουργίας Συντήρησης και Εκμετάλλευσης Συγκοινωνιακών Υποδομών) καλεί τις εταιρείες, Race Consulting Engineers LP, LDK Σύμβουλοι Μηχανικοί Α.Ε. και Hill International N.V. να λάβουν μέρος στη διαπραγμάτευση χωρίς δημοσίευση προκήρυξης με ανάρτηση της πρόσκλησης στην ιστοσελίδα της αναθέτουσας αρχής. Η αμοιβή του συμβούλου είναι 172.360 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α. 24%).

Είναι η δεύτερη φορά που δημοσιεύεται η συγκεκριμένη απόφαση για την πρόσληψη συμβούλου. Την πρώτη φορά ήταν τον περασμένο Μάϊο ωστόσο η τότε απόφαση ανακλήθηκε με την χθεσινή για τυπικούς λόγους.

Ο σύμβουλος που θα προσληφθεί για την Αττική Οδό θα διερευνήσει τις οικονομικές παραμέτρους που επηρεάζουν το χρόνο λήξης της υφιστάμενης Σύμβασης Παραχώρησης και επιστροφής του έργου στο δημόσιο καθώς και τις τεχνικές και οικονομικές παραμέτρους οι οποίες συνδέονται με πρόβλεψη εκπλήρωσης συγκεκριμένων υποχρεώσεων εκ μέρους του Παραχωρησιούχου (βαριά συντήρηση, τεχνολογική αναβάθμιση συστήματος είσπραξης διοδίων κλπ).

Σύμφωνα με πληροφορίες σε εκκρεμότητα βρίσκεται απόφαση του διαιτητικού δικαστηρίου τον Ιανουάριο του 2020 βάσει της οποίας αν η Αττική Οδός δεν έχει επιτύχει στο τέλος της περιόδου παραχώρησης την απόδοση που προβλέπεται στη σύμβαση, τότε το δημόσιο θα πρέπει να της καταβάλει περίπου 28 εκατ. ευρώ, έναντι διεκδικήσεών της που αφορούν έργα που κατασκεύασε ή και συντήρησε από το 2005 έως και το 2018 και τα οποία δεν αναγνώρισε αρχικά το δημόσιο.

Στόχος του αρμόδιου υπουργείου, πέρα από τον έλεγχο των πεπραγμένων του σημερινού παραχωρησιούχου (κοινοπραξία των Άκτωρ Παραχωρήσεις, θυγατρική της Ελλάκτωρ, με ποσοστό 65,7% και ΑΒΑΞ 34,2%) ώστε να βγει ο τελικός «λογαριασμός», είναι η δημοπράτηση στο άμεσο μέλλον μιας ή περισσοτέρων συμβάσεων για την εκμετάλλευση και συντήρηση της Αττικής Οδού σε συνδυασμό με την υλοποίηση των επεκτάσεών της. Δεν έχει αποφασιστεί αν θα γίνει χωριστά η προκήρυξη της υφιστάμενης σύμβασης παραχώρησης (συντήρηση και λειτουργία της σημερινής Αττικής Οδού) ή θα συνδυαστεί με τις επεκτάσεις που έχουν και κατασκευαστικό έργο.

Οι επεκτάσεις που θεωρούνται δεδομένες είναι οι συνδέσεις της σημερινής Αττικής Οδού με τη Ραφήνα και το πρώην αεροδρόμιο στο Ελληνικό.

Ο διεθνής διαγωνισμός για την ανάθεση της υλοποίησης του έργου της Αττικής Οδού, με τη μέθοδο της παραχώρησης με συγχρηματοδότηση ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Η κοινοπραξία Αττική Οδός ανακηρύχθηκε ανάδοχος τον Μάρτιο του 1996 και η σύμβαση υπογράφτηκε 23 Μαΐου 1996. Το έργο δόθηκε στην κυκλοφορία 24/6/2004.

Το κόστος κατασκευής της Αττικής Οδού ήταν 1,3 δισ. ευρώ και η χρηματοδότηση προήλθε κατά 35% από το Ελληνικό Δημόσιο, με συμμετοχή και πόρων του Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και κατά 65% από την παραχωρησιούχο εταιρεία με ίδια και δανειακά κεφάλαια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και από εμπορικές τράπεζες, ενώ οι μέτοχοι της Αττικής Οδού παρείχαν εγγυήσεις για το σύνολο των δανείων, για όλη τη διάρκεια της κατασκευαστικής περιόδου.

Η πρώτη χρονιά που διανεμήθηκε μέρισμα προς τους μετόχους της Αττική Οδού, ήταν το 2013, δηλαδή 13 χρόνια μετά την πρώτη επένδυσή τους στο έργο. Το 2013 το μέρισμα ήταν 78,2 εκατ. ευρώ, το 2014 114,9 εκατ. το 2015 62,2 εκατ. το 2016 70,9 εκατ., το 2017 71,2 εκατ. το 2018 79,5 εκατ. ευρώ, ενώ για το 2019 φθάνει περίπου στα 100 εκατ. ευρώ.