«Με κάθε ευκαιρία, κυρίως στην τρέχουσα συγκυρία, κατά την οποία η Τουρκία συμπεριφέρεται στην Ανατολική Μεσόγειο με πρακτικές που αγνοούν το διεθνές δίκαιο, η ΕΕ επιβεβαιώνει την πλήρη αλληλεγγύη της προς την Ελλάδα και την Κύπρο» τονίζει ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρμόδιος για την «Προώθηση του Ευρωπαϊκού Τρόπου Ζωής», Μαργαρίτης Σχοινάς, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Real News.

«Απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα και παραβατικότητα, η Ευρώπη καθιστά σαφές ότι είναι μονόδρομος ο σεβασμός των κυριαρχικών δικαιωμάτων των κρατών-μελών της ΕΕ» σημειώνει.

Αναφέρει ότι «η Ευρώπη έχει τη διάθεση να αντιμετωπίσει την Τουρκία στη βάση του τρίπτυχου ‘αποκλιμάκωση-διάλογος-μόνιμες λύσεις’» επισημαίνοντας ωστόσο ότι αν η Τουρκία εμμένει στην πολιτική της κλιμακούμενης έντασης, «η ΕΕ δεν θα διστάσει από την πλευρά της να προχωρήσει σε κλιμακούμενες δράσεις με όλες τις επιλογές που βρίσκονται στο τραπέζι».

«Κανείς να μην έχει την παραμικρή αμφιβολία γι’ αυτό» προσθέτει.

Ερωτηθείς για τη συζήτηση που γίνεται στην ΕΕ όσον αφορά αλλαγές στο πεδίο της κοινής εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, ο κ. Σχοινάς παραδέχεται ότι υπάρχει μια «δυστοκία» διαμόρφωσης «ενιαίας και αποφασιστικής στάσης σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας», ως αποτέλεσμα «του κανόνα της ομοφωνίας, που επιτρέπει στους διστακτικούς να μπλοκάρουν τους φιλόδοξους» και σημειώνει:

«Αντλώντας τα διδάγματα από την τρέχουσα γεωπολιτική κατάσταση, η ΕΕ δεν μπορεί πια να μένει με σταυρωμένα τα χέρια. Ήρθε η ώρα να προχωρήσουμε στα επόμενα βήματα για τον καθορισμό των πρακτικών λεπτομερειών της αμοιβαίας βοήθειας και της αλληλεγγύης».

«Μετά τον κοινό δανεισμό, έχει έρθει η ώρα για κοινή εξωτερική πολιτική και ασφάλεια», τονίζει χαρακτηριστικά.

Αναφερόμενος στο μεταναστευτικό, εκτιμά πως «μετά την ιστορική συμφωνία του Ιουλίου για το Ταμείο Ανάκαμψης ανοίγει ο δρόμος για την επίδειξη μεγαλύτερης ευελιξίας και πιο εποικοδομητικής στάσης από ορισμένα κράτη-μέλη».

Σημειώνει ότι η αλληλεγγύη με τα κράτη-μέλη της πρώτης υποδοχής και ο επιμερισμός των βαρών του ασύλου θα είναι οι βασικές στοχεύσεις της επιτροπής και τονίζει: «Είναι αδιανόητο η Ευρώπη να έχει τη μεγαλύτερη εσωτερική αγορά στον κόσμο, το δεύτερο κοινό νόμισμα παγκόσμιας αναφοράς, αλλά ακόμη να μην μπορεί να αποφασίσει για μια κοινή ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης και ασύλου».

«Σε τρεις άξονες το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας»   Τέλος αναφερόμενος στην οικονομία, ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν επισημαίνει ότι «η Ελλάδα είναι από τα κράτη-μέλη που έχουν δείξει τη μεγαλύτερη προσήλωση και τον κατάλληλο προγραμματισμό για την αξιοποίηση των διαθέσιμβν ευρωπαϊκών κονδυλίων».

Αναφέρει ότι από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό και το Ταμείο Ανάκαμψης, η Ελλάδα θα επωφεληθεί με περίπου 70 δισ., ευρώ «ένα ποσόν πρωτοφανές γα τα δεδομένα της χώρα μας», «θα διατεθούν για τη στήριξη δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων που είναι αναγκαίες για την πράσινη ανάπτυξη και ψηφιακή μετάβαση της οικονομίας, αλλά και για την αντιμετώπιση των κοινωνικοοικονομικών επιπτώσεων της κρίσης του κορονοϊού, όπως για τη μείωση της ανεργίας μέσω προγραμμάτων όπως το ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ και για τις επενδύσεις στις δεξιότητες εργαζομένων».

Παράλληλα θέτει «τρία βασικά σημεία», για να διατηρήσει η χώρα το θετικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί με την αποφασιστική προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και την αποτελεσματική αντιμετώπιση του κορονοϊού: Πρώτον, οι δομικές μεταρρυθμίσεις να στηριχθούν από όλους για υλοποιηθούν, καθώς όπως σημειώνει «αποτελούν το βασικό συστατικό της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης της οικονομίας».

Δεύτερον, να συγκροτηθεί μηχανισμός που θα σχεδιάσει με επάρκεια, θα εγκρίνει και θα εποπτεύσει την υλοποίηση έργων».

Τρίτον, τα έργα να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν γρήγορα και όχι ευκαιριακά.

«Το παραγωγικό μοντέλο της χώρας που οραματιζόμαστε και προωθούμε θα πρέπει να βασίζεται στους άξονες της ανταγωνιστικής εξωστρέφειας, της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης», τονίζει.

Καταλήγοντας, ο Έλληνας επίτροπος επισημαίνει ότι η κρίση του κορονοϊού θα έχει μακροχρόνιες οικονομικές επιπτώσεις, «δημιουργώντας προκλήσεις ιδίως όσον αφορά την ψηφιακή και την πράσινη μετάβαση, που επηρεάζουν πολλούς κλάδους.

«Γι’ αυτό το λόγο, στις 21 Ιουλίου υπάρχει ρητός στόχος ότι το 30% των συνολικών πόρων του νέου προϋπολογισμού θα δεσμευτεί για δαπάνες για την κλιματική μετάβαση, ενώ η κατηγορία των δαπανών που είδε τις μεγαλύτερες αυξήσεις κονδυλίων είναι εκείνη των ψηφιακών επενδύσεων» προσθέτει ο κ. Σχοινάς.