ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Από την αρχή του έτους ο Γενικός Δείκτης καταγράφει απώλειες 31,01%. Οι απώλειες αυτές είναι οι μεγαλύτερες από όλα τα χρηματιστήρια του πλανήτη με βάση τις αποτιμήσεις σε τοπικά νομίσματα. Η παράμετρος αυτή από μόνη της έρχεται να καταδείξει την εξόχως αρνητική πορεία που καταγράφει ο αθηναϊκός «ναός του χρήματος» ο οποίος την προηγούμενη χρονιά είχε μια εκ διαμέτρου αντίθετη πορεία καθώς αναδείχθηκε στην πρώτη θέση των αποδόσεων διεθνώς με τα κέρδη του βασικού δείκτη να διαμορφώνονται στο 49,47% για το 2019. Απ ότι φαίνεται όμως, η Ελληνική αγορά είναι ή του ύψους ή του βάθους. Κινούμενη από τα ψηλά στα χαμηλά και απ΄τα πολλά στα λίγα…
Το δεύτερο σε απώλειες χρηματιστήριο παγκοσμίως για την εφετινή χρονιά είναι το αυστριακό που υποχωρεί κατά 30,72%. Στην τρίτη θέση των απωλειών είναι η Κύπρος που χάνει 29,56%. Ακολουθούν η Κολομβία με απώλειες 29,50%, το Λουξεμβούργο που χάνει 27,67%, το χρηματιστήριο του Αγίου Μαυρικίου που είναι στο -26,67%, ακολουθούμενο από την αγορά του Ντουμπάι που υποχωρεί κατά 25,83%. Τη δεκάδα των αρνητικών πρωταγωνιστών στον παγκόσμιο χάρτη των αγορών συμπληρώνουν το ισπανικό χρηματιστήριο με πτώση 24,54%, η αγορά της Ουγγαρίας με 24,23% και εκείνη της Αιγύπτου που είναι στο -24,08%.
Την ίδια στιγμή, ο τεχνολογικός δείκτης Nasdaq ηγείται των κερδών καθώς από την αρχή του έτους ενισχύεται σε ποσοστό της τάξης του 17,8%. Από τις κερδοφόρες αγορές με βάση πάντα τις αποτιμήσεις σε τοπικά νομίσματα, δεύτερη σε κέρδη είναι εκείνη της Αργεντινής που ενισχύεται κατά 16,75%. Ακολουθούν το χρηματιστήριο της Δανίας με άνοδο 14,77%, της Λιθουανίας με κέρδη 9,51%, καθώς επίσης και της Σαγκάης και της Ταϊβάν που ενισχύονται κατά 8,01 και 4,53% αντίστοιχα.
Αν αντί για τοπικά νομίσματα ληφθούν υπόψιν οι αποτιμήσεις με όρους ευρώ τότε το ελληνικό χρηματιστήριο βρίσκεται στην πέμπτη χειρότερη θέση παγκοσμίως. Με πρώτη, σε αυτή την περίπτωση, την Κολομβία που χάνει 40,7% και με επόμενες χειρότερες αγορές εκείνη του Αγίου Μαυρικίου, της Ζάμπια και της Βραζιλίας.
Σε κάθε περίπτωση και σε ό,τι αφορά την ελληνική αγορά, από την αρχή του έτους και λόγω της πτώσης των τιμών η χρηματιστηριακή αξία όλων των εισηγμένων εταιρειών είχε μειωθεί κατά 17,2 δισ. ευρώ. Καθώς στα τέλη του 2019 η αγοραία αξία όλων των εισηγμένων εταιρειών ήταν στα 61,2 δισ. ενώ χθες προσγειώθηκε στα 44 δισ. ευρώ. Με τον Γενικό Δείκτη να κλείνει στις 632,37 μονάδες. Ελαφρά πιο πάνω από τις 613,30 μονάδες από τις οποίες και ξεκίνησε το θριαμβευτικό 2019. Τα παχυλά κέρδη του οποίου, όπως είναι ευνόητο, έχουν επί της ουσίας εξανεμιστεί για τη συντριπτική πλειονότητα των εταιρειών.
Αδύναμος κρίκος της Ελληνικής αγοράς εξακολουθούν να παραμένουν οι πωλήσεις που γίνονται κατά κύριο λόγο από ξένους «παίκτες». Είναι χαρακτηριστικό ότι από την αρχή της εφετινής χρονιάς οι αλλοδαποί επενδυτές έχουν προχωρήσει σε καθαρές πωλήσεις συνολικού ύψους 413,6 εκατ. ευρώ. Με τα fund που εδρεύουν στο Λονδίνο να αποτελούν την δύναμη πυρός των ξένων πωλητών. Τυπικά και ουσιαστικά το ελληνικό κοινό είναι εκείνο το οποίο συγκρατεί τα επίπεδα τιμών στα τρέχοντα επίπεδα. Γιατί σε αντίθεση με τους ξένους, οι ιδιώτες επενδυτές είναι εκείνοι οι οποίοι έχουν εισφέρει 156,6 εκατ. ευρώ φρέσκο χρήμα για αγορά μετοχών ενώ αλλά 137,2 εκατ. ευρώ έχουν τοποθετηθεί από διάφορες ελληνικές εταιρείες.
Σε γενικές γραμμές η εικόνα της ελληνικής αγοράς παραμένει αρνητική με τις τράπεζες να αποτελούν τον «σάκο του μποξ» καθώς ο κλαδικός τους δείκτης υποχωρεί κατά 63,45% από την αρχή του έτους. Πολλοί πιστεύουν ότι η ελληνική αγορά παραμένει υποτιμημένη στα τρέχοντα επίπεδα τιμών, ωστόσο η αβεβαιότητα είναι εκείνη που λειτουργεί σαν κινούμενη άμμος για τις ελληνικές μετοχές.