Αναστολή συμβάσεων εργασίας για Αύγουστο και Σεπτέμβριο

Τις τελικές ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη περιλαμβάνει μεταξύ άλλων η τροπολογία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Οικονομικών «Φορολογικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αναπτυξιακής διαδικασίας της ελληνικής οικονομίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών (ΕΕ) 2017/1852, (ΕΕ) 2018/822, (ΕΕ) 2020/876, (ΕΕ) 2016/1164, (ΕΕ) 2018/1910 και (ΕΕ) 2019/475, συνεισφορά Δημοσίου για την αποπληρωμή δανείων πληγέντων δανειοληπτών λόγω των δυσμενών συνεπειών της νόσου COVID-19 και άλλες διατάξεις».

Σύμφωνα με την τροπολογία που εχει στη διάθεση του το mononews.gr, αναφέρονται οι όροι καταβολής της προσωρινής σύνταξης, η καταβολή προκαταβολής εφάπαξ καθώς και η αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων σε επιχειρήσεις-εργοδότες που ανήκουν στους κλάδους τουρισμού και μεταφορών για τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο 2020.

Παράλληλα οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές για τις επιχειρήσεις-εργοδότες που δραστηριοποιούνται στον τριτογενή τομέα βάσει ΚΑΔ, υποκείμενες σε ΦΠΑ που έλαβαν άνω του 50% των ακαθάριστων εσόδων τους, κατά το 3ο τρίμηνο του έτους 2019, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 30.09.2020.

Αύξηση του ποσοστού της προσωρινής σύνταξης σε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα

1. Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι έχουν υποβάλει στον e-Ε.Φ.Κ.Α. από 13.5.2016 έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, το ύψος της οποίας υπολογίζεται ως εξής:

α. Για τους μισθωτούς το 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, οποτεδήποτε και αν καταβλήθηκαν, δια του δώδεκα (12).

β. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40, το 70% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ως μέσο μηνιαίο εισόδημα νοείται αυτό το οποίο προκύπτει από το πηλίκο του συνόλου των τρεχουσών εισφορών κύριας ασφάλισης που καταβλήθηκαν κατά τους μήνες αυτούς, διαιρουμένου δια του 20% και δια του δώδεκα (12).

γ. Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης και έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από τη δημοσίευση του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητα τους αυτή.

δ. Η μείωση της περ. γ’ εφαρμόζεται και επί των ποσών που προκύπτουν από τις παρ. 2 και 3 του παρόντος.

2. Για τους μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.

3. Τα ανωτέρω ισχύουν στις περιπτώσεις αίτησης για πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος. Σε περιπτώσεις αίτησης για μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος το ποσό της προσωρινής σύνταξης μειώνεται κατά ποσοστό 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται για την πλήρη σύνταξη.

4. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης σύνταξης λόγω αναπηρίας, το ποσό της προσωρινής σύνταξης, στο ύψος που διαμορφώνεται κατά τα ανωτέρω, μειώνεται αντίστοιχα κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 27. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, χορηγείται σε ποσοστό 70% του ποσού που διαμορφώνεται σύμφωνα με την περ. α’ της παρούσας παραγράφου και χορηγείται στους δικαιοδόχους σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης.

5. Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο με την προσωρινή σύνταξη συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που προκύπτει μετά την έκδοση της οριστικής πράξης απονομής της σύνταξης.

6. Στην περίπτωση ασφαλισμένου με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, η αίτηση για προσωρινή σύνταξη υποβάλλεται και εξετάζεται από τον Ε.Φ.Κ.Α., σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα νόμο για την επαγγελματική δραστηριότητα στην οποία υπαγόταν ο ασφαλισμένος κατά την τελευταία χρονική περίοδο πριν από την αίτησή του. Αν για τον υπολογισμό του ποσού της προσωρινής σύνταξης, ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης της παρ. 1 δεν επαρκεί, λόγω αλλαγής επαγγελματικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου, λαμβάνεται υπόψη και διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης και καταβάλλεται ποσό προσωρινής σύνταξης, όπως προβλέπεται στο παρόν.

Το ανωτέρω ισχύει και στις περιπτώσεις διαδοχικά ασφαλισμένων που έχουν οφειλή μέχρι του ποσού που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις.

7. Η διάταξη για την έκδοση της προσωρινής σύνταξης δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α. Όταν ο ασφαλισμένος με δήλωσή του δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης.

β. Όταν δεν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.

γ. Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 883/2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με το χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.

δ. Όταν δεν έχουν κατατεθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

ε. Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη κύρια σύνταξη για την ίδια αιτία.

στ. Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο λόγος θεωρείται ότι εκλείπει εφόσον, μετά την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου.

ζ. Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές ποσού που υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά.

η. Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.

Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ζ’ και η’, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερόμενου.

8. Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός, δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών ή και από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου.

Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή.

9. Η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα στους δικαιούχους που είναι άτομα με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και στους γονείς και νόμιμους κηδεμόνες που προστατεύουν άτομα με αναπηρία ή για όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, ή με βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περ. α` της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α` 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά.

10. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και σε περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης από την 13η.5.2016 και εφεξής και τους έχει ήδη χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη, εφόσον δεν έχει χορηγηθεί οριστική καθώς και σε απασχολούμενους συνταξιούχους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν την έναρξη εφαρμογής του παρόντος.

Η καταβολή της διαφοράς από την εφαρμογή των διατάξεων των περ. α και β της παρ. 1, καθώς και των παρ. 3 και παρ. 4 του παρόντος, καταβάλλεται αναδρομικά στους δικαιούχους.

11. Εάν, μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.

12. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζεται η διαδικασία, ο τρόπος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της διαφοράς στις ήδη χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

Προσωρινή σύνταξη για αιτήσεις που υποβάλλονται ηλεκτρονικά

1. Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά στον Ε.Φ.Κ.Α. αίτηση συνταξιοδότησης, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη από την πρώτη του επόμενου της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, μέχρι το τέλος του μήνα έκδοσης της οριστικής απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους.

2. α. Η προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος υπολογίζεται στο 80% του ποσού της οριστικής σύνταξης, όπως διαμορφώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 (Α΄ 85). Στην περίπτωση χορήγησης μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, το ποσό που υπολογίζεται κατά το προηγούμενο εδάφιο μειώνεται αντίστοιχα προς το ποσοστό μείωσης που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις για κάθε μήνα που υπολείπεται της συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας για τη χορήγηση πλήρους σύνταξης. Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης και οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητα τους αυτή.

β. Οι ασφαλισμένοι που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας δικαιούνται προσωρινή σύνταξη, η οποία διαμορφώνεται σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου σε συνδυασμό με το πρώτο εδάφιο της περ. α’ της παρ. 2 του άρθρου 27 και την παρ. 2 του άρθρου 31 του ν. 4387/2016.

γ. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται σε ποσοστό 80% εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και χορηγείται στους δικαιοδόχους σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. Σε διαφορετική περίπτωση, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Το ποσό που θα προκύψει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην εθνική σύνταξη που χορηγείται για δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016.

3. Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός, δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών της παραγράφου 4 ή και από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή.

4. Η προσωρινή σύνταξη χορηγείται εφόσον ο αιτών:

α) έχει συμπληρώσει στην ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης όλα τα πεδία που είναι απαραίτητα για τον υπολογισμό της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016,

β) έχει συνυποβάλει υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α’ 75) ειδικά ως προς την ακρίβεια του χρόνου ασφάλισης και των αποδοχών ή του εισοδήματος που δηλώνει στην αίτηση συνταξιοδότησης, καθώς και ότι πληροί τόσο τις προϋποθέσεις χορήγησης της προσωρινής σύνταξης του άρθρου αυτού όσο και τις προϋποθέσεις χορήγησης της οριστικής σύνταξης.

Ασφαλισμένος με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης, πλέον των ανωτέρω, οφείλει να δηλώσει αναλυτικά τα Ταμεία, στα οποία ασφαλίστηκε διαδοχικά, το χρόνο ασφάλισης ανά ενταχθέν Ταμείο και συνολικά, τις αντίστοιχες αποδοχές/εισόδημα, τον τυχόν χρόνο παράλληλης ασφάλισής του, το Ταμείο στο οποίο έχει τυχόν οφειλές, καθώς και το αντίστοιχο ποσό, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση Φ.1500/οικ.9696/195/8.8.2014 (Β` 2441).

Ασφαλισμένος για τον οποίο είναι απαραίτητος ο έλεγχος καταβολής των εισφορών, θα πρέπει να καταθέσει επιπλέον υπηρεσιακό σημείωμα του αρμόδιου τμήματος εισφορών σχετικά με τις τυχόν οφειλόμενες εισφορές κατά τον μήνα κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης.

5. Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που καθορίζεται στην οριστική απόφαση απονομής της σύνταξης.

6. Εάν, μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.

7. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α. Όταν η αίτηση συνταξιοδότησης δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά.

β. Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 για το συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με το χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.

γ. Όταν χορηγείται ήδη προσωρινή ή οριστική σύνταξη για την ίδια αιτία.

δ. Όταν είναι απαραίτητη η αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση του δικαιώματος συνταξιοδότησης. Εφόσον, όμως, μετά την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου, είναι επιτρεπτό να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη από την αρχική αίτηση, όχι όμως πριν από την ημερομηνία που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος.

ε. Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, το ποσό των οποίων υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά. Αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος.

στ. Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.

Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι της παρ. ε και στ, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.
8. Για τους ασφαλισμένους οι οποίοι κατέθεσαν στον e- Ε.Φ.Κ.Α. έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 4387/2016 όπως έχουν τροποποιηθεί.

9. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν την εφαρμογή του τρίτου εδαφίου της περ. α της παρ. 2 του παρόντος, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.»

Προκαταβολή εφάπαξ παροχής

Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Στην περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης σε πρώην ταμεία, κλάδους, τομείς και λογαριασμούς του κλάδου εφάπαξ παροχών του e-ΕΦΚΑ χορηγείται η εφάπαξ παροχή του τελευταίου ταμείου, κλάδου, τομέα και λογαριασμού και όταν βεβαιωθεί ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης, εκδίδεται απόφαση χορήγησης της συμπληρωματικής εφάπαξ παροχής.

Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.

Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται.

Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης της εφάπαξ παροχής, κρίνονται ως προς τις προϋποθέσεις απονομής βάσει των διατάξεων της παρ. αυτής.»

2. H περ. δ της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

«δ. Οι άμεσα ασφαλισμένοι της περ. α’ της παρ. 3 δύνανται να λάβουν μέρος της εφάπαξ παροχής που δικαιούνται ως προκαταβολή, έναντι της συνολικής εφάπαξ παροχής.

Προϋποθέσεις χορήγησης της προκαταβολής είναι:

α) η πάροδος τριών (3) μηνών από την υποβολή αίτησης χορήγησης εφάπαξ παροχής.

β) η έκδοση οριστικής απόφασης κύριας σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας.

γ) η πραγματοποίηση ελάχιστου χρόνου ασφάλισης είκοσι (20) ετών αυτοτελώς σε έναν πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ.

Η περ. γ΄ του ανωτέρω εδαφίου δεν ισχύει για τους ασφαλισμένους του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ).

Το ύψος της προκαταβολής προκύπτει ως ποσοστό επί ποσού της εφάπαξ παροχής ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ. Το ποσοστό και το ποσό ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ επικαιροποιούνται με συνυπολογισμό των νεώτερων διαθέσιμων στοιχείων.

Η έκδοση της προσωρινής απόφασης χορήγησης του ανωτέρω ποσού πραγματοποιείται από την αρμόδια Διεύθυνση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. Για την εκτέλεση της απόφασης τηρούνται οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες ελέγχου και παρακράτησης τυχόν οφειλών προς τον e-Ε.Φ.Κ.Α., τη Φορολογική Διοίκηση, τα ΝΠΔΔ και λοιπούς Φορείς του Δημοσίου.

Στην περίπτωση προκαταβολής ποσού μεγαλύτερου από εκείνο της οριστικής απόφασης απονομής εφάπαξ παροχής, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό αποσβέννυται με μηνιαία παρακράτηση από το ποσό της κύριας σύνταξης σύμφωνα με τα ισχύοντα περί παρακράτησης σε κάθε πρώην Φορέα Απονομής Κύριας Σύνταξης και από το ποσό της επικουρικής σύνταξης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 46 του ν. 4670/2020. Τα ποσά που παρακρατούνται αποδίδονται στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών. Σε περίπτωση μη εξόφλησης του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται το ποσοστό και το ποσό της προκαταβολής της εφάπαξ παροχής που χορηγείται ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ, οι εκκρεμείς αιτήσεις απονομής εφάπαξ, που περιλαμβάνονται στην ρύθμιση, η διαδικασία απονομής της προκαταβολής, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού εντύπου απονομής της εφάπαξ παροχής, η διαδικασία επικαιροποίησης του ποσοστού και του ποσού ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.»

3. Στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της υποπερ. αα της περ. α΄ της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 προστίθεται εδάφιο ως εξής:

«Όταν η διακοπή της ασφάλισης στα ταμεία πρώην ΤΠΑΕΝ και πρώην ΤΠΚΠΕΝ έχει επέλθει πριν το έτος 1994 και δεν είναι δυνατή η ανεύρεση των συντάξιμων αποδοχών της περιόδου αυτής ο υπολογισμός του ποσού της εφάπαξ παροχής γίνεται με βάσει τις καταστατικές τους διατάξεις. Ο υπολογισμός του τμήματος της εφάπαξ παροχής των ασφαλισμένων του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Κατώτερων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ) πραγματοποιείται και απονέμεται αυτοτελώς.»

Μηχανισμός εκκαθάρισης και εξόφλησης ληξιπρόθεσμων οφειλών σε φορείς κλάδου υγείας που εντάχθηκαν στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ.

1. Δημιουργείται στον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e- ΕΦΚΑ) ηλεκτρονική πλατφόρμα- μηχανισμός εκκαθάρισης και εξόφλησης ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των τ. Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, που εντάχθηκαν στον Εθνικό Οργανισμό Παροχής Υπηρεσιών Υγείας (Ε.Ο.Π.Υ.Υ.) προς τα φαρμακεία, λοιπούς συμβεβλημένους ιδιώτες παρόχους υπηρεσιών υγείας (ιατρούς, κλινικές, διαγνωστικά κέντρα, εργαστήρια κ.λπ.), φαρμακευτικές εταιρείες, προμηθευτές υγειονομικού και λοιπού υλικού κ.λπ. (περιπτώσεις της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4578/2018) πλην ασφαλισμένων των τέως Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, με σκοπό την εκκαθάριση και πληρωμή ληξιπροθέσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των τ. Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάχθηκαν στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ..

2. α. Οι ιδιώτες- πάροχοι που επιθυμούν να ενταχθούν στον μηχανισμό υποβάλλουν αίτηση στην ειδική πλατφόρμα του e- ΕΦΚΑ που λειτουργεί για το σκοπό αυτό, αφού προηγουμένως αυθεντικοποιηθούν με τη χρήση των κωδικών διαπιστευτηρίων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης (taxisnet), σε χρονικό διάστημα δύο (2) μηνών από την έναρξη λειτουργίας της πλατφόρμας. Οι ιδιώτες πάροχοι αποδέχονται ότι η υπαγωγή τους στον μηχανισμό είναι προαιρετική, ότι η παραίτησή τους από τις αξιώσεις τόκων υπερημερίας και αποζημιώσεως για έξοδα εισπράξεως με αντάλλαγμα την άμεση καταβολή του κεφαλαίου ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων είναι προϊόν ελεύθερης βούλησής τους και ότι σε περίπτωση μη υπαγωγής στον παραπάνω μηχανισμό δεν θίγονται οι αξιώσεις τους, συμπεριλαμβανομένων των τόκων υπερημερίας και λοιπών εξόδων δυνάμει της Οδηγίας 2011/7/ΕΕ.

β. Η αίτηση που υποβάλουν πρέπει να περιέχει κατ’ ελάχιστον τα στοιχεία ταυτοποίησης του αιτούντος-παρόχου (ονοματεπώνυμο ή επωνυμία) την διεύθυνση του, τα ποσά και τα στοιχεία των ήδη εκδοθέντων παραστατικών , τον αριθμό λογαριασμού ΙΒΑΝ, τα στοιχεία του τ. Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης, το αρμόδιο υποκατάστημα, τα στοιχεία των σχετικών συμβάσεων (εφόσον υπάρχουν) καθώς και τα στοιχεία του εκδοχέα της απαίτησης, το ύψος αυτής και τις ημερομηνίες σύναψης των συμβάσεων εκχώρησης, εφόσον έχει πραγματοποιηθεί η εκχώρηση της απαίτησης σε πιστωτικά ιδρύματα, εταιρείες πρακτόρευσης ή λοιπά νομικά ή φυσικά πρόσωπα.

γ. Η αίτηση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α’ 75) με την οποία ο αιτών δηλώνει ότι αποδέχεται ανεπιφύλακτα τη ρύθμιση για όλες τις απαιτήσεις του που εμπεριέχονται στην αίτηση του και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 και ότι παραιτείται από τυχόν ένδικα μέσα και βοηθήματα που έχουν ασκηθεί μέχρι και τον χρόνο υποβολής της αίτησης, καθώς και από οποιαδήποτε άλλη αξίωση που πηγάζει από την ίδια αιτία, συμπεριλαμβανομένης της αξίωσης των τόκων μέχρι την εξόφληση της απαίτησης. Η αίτηση γνωστοποιείται στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ. σύμφωνα με τις διατάξεις του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων (Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679). Κατά την επεξεργασία των δεδομένων και τη διαβίβαση λαμβάνονται τα απαραίτητα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα ασφαλείας των δεδομένων.

δ. Μετά την επιτυχή υποβολή της αίτησης της παρ. 1 του παρόντος και την εκτέλεση ελέγχων διασταύρωσης τους με τα συγκεντρωτικά φύλλα δαπανών σύμφωνα με την παρ. 3α του παρόντος, καταβάλλεται ως προκαταβολή το 90% του αιτούμενου ποσού, αφού εφαρμοστούν οι εκπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 4578/2018 (Α’ 200). Σε περιπτώσεις που έχουν ήδη καταβληθεί νομίμως προκαταβολές, θα καταβάλλεται μόνο το εναπομείναν οφειλόμενο ποσό, κατόπιν πρόχειρου λογιστικού ελέγχου σύμφωνα με την παράγραφο 3β του παρόντος.

3. α. Για την πληρωμή της προκαταβολής στους δικαιούχους εκδίδονται χρηματικά εντάλματα πληρωμής, από τις αρμόδιες υπηρεσίες του e-ΕΦΚΑ, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του δημόσιου λογιστικού και κατόπιν διασταύρωσης του αιτούμενου ποσού με τα διαθέσιμα συγκεντρωτικά φύλλα δαπανών.

Ως διαθέσιμα συγκεντρωτικά φύλλα δαπανών νοούνται καταστάσεις που απεικονίζουν το συνολικό οφειλόμενο ποσό ανά πάροχο μετά από άθροιση των σχετικών παραστατικών και φέρουν την υπογραφή ενός τουλάχιστον υπαλλήλου. Εξαιρετικώς, σε περιπτώσεις απόκλισης μεταξύ του αιτούμενου ποσού και του συγκεντρωτικού φύλλου δαπανών επιτρέπεται η πληρωμή μόνο για τους μήνες για τους οποίους υπάρχει συμφωνία.

β. Για την εξόφληση του υπόλοιπου ποσού πραγματοποιείται πρόχειρος λογιστικός έλεγχος από τις αρμόδιες οικονομικές υπηρεσίες. Ο έλεγχος αυτός συνίσταται σε διαπίστωση ύπαρξης στο φυσικό αρχείο του e- ΕΦΚΑ των νόμιμων φορολογικών παραστατικών που απαιτούνται για την πληρωμή. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί το τελικό ποσό πληρωμής που θα προκύψει μετά τον έλεγχο να υπερβαίνει το αιτούμενο ποσό. Σε περίπτωση ανακριβούς δήλωσης και εάν μετά το πέρας του ελέγχου προκύψουν αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά, αναζητούνται εντόκως σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).

4. Η καταβολή του κεφαλαίου της ληξιπρόθεσμης οφειλής προς τους δικαιούχους επιφέρει την απόσβεση της οφειλής ως προς τα έξοδα, τους τόκους και το κεφάλαιο. Μετά την κατά τα ανωτέρω εξόφληση των ληξιπρόθεσμων οφειλών, αποσβένεται κάθε απαίτηση των δικαιούχων κατά του e- ΕΦΚΑ από την αιτία αυτή.

5. α. Η παραλαβή προϊόντων από τους τ. Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης τόσο για τις περιπτώσεις συναφθεισών συμβάσεων, όσο και για αυτές που έλαβαν χώρα χωρίς σύμβαση, θεωρείται προσηκόντως αποδεδειγμένη, εφόσον το σχετικό πρωτόκολλο φέρει την υπογραφή αρμόδιου υπαλλήλου και υφίσταται αντίγραφο παραλαβής ταχυμεταφορέα ή δελτίο αποστολής.

β. Για την εξόφληση κάθε είδους απαιτήσεων του παρόντος δεν απαιτούνται οι υπογραφές των ελεγκτών ιατρών στα αντίστοιχα παραστατικά.

6. Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του παρόντος εκκαθαρίζονται και πληρώνονται εξαιρετικά κατά παρέκκλιση των διατάξεων περί παραγραφής.

7. Για ληξιπρόθεσμες οφειλές της παρ. 1 του άρθρου 12 του ν. 4578/2018 προς ασθενείς ασφαλισμένους και ιδιώτες γιατρούς, με συνολική οφειλή κατ’ άτομο έως διακόσια (200) ευρώ κατ’ έτος σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία του εκάστοτε αρμόδιου τέως φορέα, το ποσό θα καταβάλλεται στον δικαιούχο άμεσα και στο 100% του αιτούμενου ποσού, με την έκδοση χρηματικού εντάλματος χωρίς περαιτέρω έλεγχο.

8. Αρμόδιες για τη συγκέντρωση του συνόλου των παραστατικών των δαπανών υγείας ανά τομέα, την άμεση ενταλματοποίηση και πληρωμή των ληξιπρόθεσμων δαπανών υγείας μετά την υποβολή των αιτήσεων και τον πρόχειρο λογιστικό έλεγχο είναι οι αρμόδιες προς τούτο υπάρχουσες οργανικές μονάδες, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και το π.δ. 8/2019 (Α’ 8). Με απόφαση του Διοικητή του e-ΕΦΚΑ κατόπιν γνώμης του ΔΣ του e-ΕΦΚΑ δύναται να τροποποιούνται οι σχετικές αρμοδιότητες.

9. α. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης καθορίζονται η ημερομηνία λειτουργίας της πλατφόρμας της παρ. 1 του παρόντος, ο τύπος και το περιεχόμενο της αίτησης και των απαιτούμενων δικαιολογητικών, η διαδικασία υποβολής της αίτησης και τα συνοδευτικά δικαιολογητικά για την υποβολή, η προθεσμία υποβολής των αιτήσεων και τυχόν παράταση αυτών, τα δικαιολογητικά που απαιτούνται να υποβληθούν πριν τη διαδικασία της εξόφλησης και για την απόδειξη της παραίτησης σύμφωνα με την περ. γ της παρ.2, τα απαιτούμενα στοιχεία των τιμολογίων και η διαδικασία υποβολής τους.

β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύναται να καθορίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της εκκαθάρισης και πληρωμής από τον e-ΕΦΚΑ ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κλάδου υγείας των τέως Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης που εντάχθηκαν στον Ε.Ο.Π.Υ.Υ..

Καταβολή εξόδων κηδείας ασφαλισμένων τ. ΟΓΑ

1. Σε περίπτωση θανάτου, ασφαλισμένου του τ. ΟΓΑ καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ή ελλείψει αυτού στον επιμεληθέντα της κηδείας, εφ` άπαξ ποσό ύψους 800 ευρώ, εφόσον έχουν κατατεθεί από την ημερομηνία 1.1.2015 έως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, τα απαραίτητα δικαιολογητικά (αίτηση, βεβαίωση οικογενειακής κατάστασης του θανόντος ή της θανούσας, απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου, τιμολόγιο του γραφείου τελετών). Για την πληρωμή δεν είναι απαραίτητη η προσκόμιση των παραστατικών πληρωμής των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν με εντολή και για λογαριασμό του πελάτη.

2. Στα τρέχοντα αιτήματα εξόδων κηδείας ασφαλισμένων του e-ΕΦΚΑ, καθώς και στις υπάρχουσες εκκρεμότητες διεκπεραίωσης παλαιότερων αιτημάτων, δεν θα λαμβάνονται υπόψη ασφαλιστικές οφειλές του θανόντος.

Παράταση καταβολής αναπηρικών παροχών

Η παρ. 4 του άρθρου 6 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 55), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α΄ 76) διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 6

Αναβολή συνεδριάσεων υγειονομικών επιτροπών Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας και προσωρινή παράταση αναπηρικών παροχών

1. Οι συνεδριάσεις των υγειονομικών επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) για την εξέταση αιτήσεων παράτασης αναπηρικών παροχών σύνταξης αναβάλλονται μέχρι την 31η Μαΐου 2020.

2. Η καταβολή των συντάξεων αναπηρίας και των προνοιακών παροχών σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία που χορηγεί ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και όλων εν γένει των επιδομάτων που χορηγούνται λόγω αναπηρίας, η πιστοποίηση της οποίας πραγματοποιείται μέσω των υγειονομικών επιτροπών των ΚΕ.ΠΑ., παρατείνεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 3 και 4, εφόσον έχει υποβληθεί από τους δικαιούχους σχετική αίτηση παράτασης, λόγω λήξης της ισχύος των σχετικών γνωματεύσεων των υγειονομικών επιτροπών των ΚΕ.Π.Α.

3. Η παρ. 2 εφαρμόζεται στους δικαιούχους η αίτηση παράτασης των οποίων: α) έχει προσδιοριστεί προς εξέταση σε συνεδρίαση των ανωτέρω υγειονομικών επιτροπών, εφόσον η συνεδρίαση αυτή αναβάλλεται δυνάμει της παρ. 1, β) έχει υποβληθεί, αλλά δεν έχει εισέτι προσδιοριστεί η ημερομηνία συνεδρίασης των υγειονομικών επιτροπών. Η καταβολή των παροχών της παρ. 2 παρατείνεται και σε περίπτωση υποβολής της σχετικής αίτησης παράτασης μετά από την έναρξη ισχύος της παρούσας.

4. Η παράταση καταβολής που προβλέπεται στις παρ. 2 και 3 ισχύει έως την έκδοση απόφασης περί έγκρισης ή απόρριψης των σχετικών αιτήσεων παράτασης των ενδιαφερομένων, μετά από εξέταση τους από τις υγειονομικές επιτροπές των ΚΕ.Π.Α. και πάντως όχι πέραν της 31ης Οκτωβρίου 2020.

5. Η ασφαλιστική ικανότητα των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος παρατείνεται ισόχρονα.

6. Σε περίπτωση που μετά από την επανεξέταση από τις υγειονομικές επιτροπές των ΚΕ.Π.Α. και σύμφωνα με τις σχετικώς εκδιδόμενες αποφάσεις, οι ενδιαφερόμενοι δεν κρίνονται ως δικαιούχοι των κατά περίπτωση αναπηρικών παροχών, τα ποσά που καταβλήθηκαν σ΄ αυτούς αχρεωστήτως, κατ΄ εφαρμογή του παρόντος, επιστρέφονται στους αρμόδιους φορείς, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

7. Οι διατάξεις του παρόντος δεν κωλύουν τη διακοπή καταβολής παροχών αναπηρίας, ακόμη και κατά τη διάρκεια της παράτασης χορήγησής τους, όταν η διακοπή αυτή πραγματοποιείται για οποιονδήποτε άλλο νόμιμο λόγο, πλην του είδους και του ποσοστού αναπηρίας.

8. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύναται να αναβάλλονται εκ νέου οι συνεδριάσεις των υγειονομικών επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) και να παρατείνονται οι ημερομηνίες του παρόντος, λαμβάνοντας υπόψη την πορεία εξέλιξης του κορωνοϊού COVID-19.».

Παράταση σύμβασης Τηλεπικοινωνιακών Υπηρεσιών Συμφωνημένου Επιπέδου (SLA)

Το άρθρο 72 του ν. 4635/2019 (Α’167) αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 72

Παράταση διάρκειας σύμβασης

Η από 14.4.2016 (αριθ. πρωτ. σύμβασης 9/16) διοικητική σύμβαση που αφορά στην «Παροχή στο ΙΚΑ-ΕΤΑΜ Τηλεπικοινωνιακών Υπηρεσιών Συμφωνημένου Επιπέδου (SLA) μετάδοσης δεδομένων φωνής και εικόνας μέσω ιδιωτικού ιδεατού δικτύου (ΙΚΑΝΕΤ)», παρατείνεται αυτοδίκαια από τη λήξη της, έως την ένταξη του Φορέα στο ΣΥΖΕΥΞΙΣ ΙΙ και την έναρξη παραγωγικής λειτουργίας αυτού, οπότε και λύεται αυτοδικαίως, και πάντως όχι πέραν τις 31ης.3.2021».

Επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών

1. Το τρίτο εδάφιο της περ. γ’ της παρ. 3 του άρθρου 31 του ν. 4690/2020 (Α’ 104) αντικαθίσταται ως εξής:

«Κατ’ εξαίρεση, για το χρονικό διάστημα από 15.6.2020 έως 30.6.2020, οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά ποσοστό 60%. Για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 15.10.2020 καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά ποσοστό 100%, το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στον χρόνο κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται».

2. Η περ. γ’ της παρ. 5 του άρθρου 31 του ν. 4690/2020 αντικαθίσταται ως εξής:

«γ) για επιχειρήσεις-εργοδότες που λειτουργούν εντός των αερολιμένων της Επικράτειας και μόνο για τους εκεί εργαζομένους τους.

Οι επιχειρήσεις-εργοδότες των περ. α), β) και γ) υποχρεούνται για το χρονικό διάστημα από 15.6.2020 έως 30.6.2020 να καταβάλλουν τις ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στον πραγματοποιηθέντα μειωμένο χρόνο εργασίας των εργαζομένων, κατά παρέκκλιση της περ. γ’ της παρ. 3, υπολογιζόμενες επί των ονομαστικών τους αποδοχών και οι ασφαλιστικές εισφορές που αντιστοιχούν στον υπολειπόμενο συμβατικό χρόνο εργασίας των εργαζομένων αυτών, υπολογιζόμενες επί των ονομαστικών τους αποδοχών, καλύπτονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.

Για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 31.12.2020 καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό κατά ποσοστό 100%, το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών που αντιστοιχούν στον χρόνο, κατά τον οποίο οι εργαζόμενοι δεν απασχολούνται.

Κατ` εξαίρεση, για τις εν λόγω επιχειρήσεις, το χρονικό διάστημα ισχύος του μηχανισμού εκτείνεται έως και τις 31.12.2020. Δικαίωμα συμμετοχής από 16.10.2020 έως 31.12.2020 έχουν επιχειρήσεις, εφόσον είχαν δικαίωμα συμμετοχής στον μηχανισμό οποιαδήποτε στιγμή κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα».

Επιπρόσθετα μέτρα στήριξης εργαζομένων και εργοδοτών

1. Οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές για τις επιχειρήσεις-εργοδότες που δραστηριοποιούνται στον τριτογενή τομέα βάσει ΚΑΔ, υποκείμενες σε ΦΠΑ που έλαβαν άνω του 50% των ακαθάριστων εσόδων τους, κατά το 3ο τρίμηνο του έτους 2019, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 30.09.2020.

2. Κατ’ εξαίρεση της περ. γ’ της παρ.3 του άρθρου 31 του ν. 4690/2020 (Α’ 104), για τις επιχειρήσεις εργοδότες της παρ. 1 που εντάσσονται στο μηχανισμό ενίσχυσης της απασχόλησης «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ», το σύνολο των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 15.10.2020.

3. Οι εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές για τις επιχειρήσεις-εργοδότες που δραστηριοποιούνται στους κλάδους των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών μεταφορών βάσει ΚΑΔ, καταβάλλονται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 30.09.2020.

4. Κατ’ εξαίρεση της περ. γ’ της παρ. 5 του άρθρου 31 του ν. 4690/2020 (Α’ 104) για τις επιχειρήσεις εργοδότες της παρ. 3 που εντάσσονται στο μηχανισμό ενίσχυσης της απασχόλησης «ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ», το σύνολο των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών καταβάλλεται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό για το χρονικό διάστημα από 1.7.2020 έως 31.12.2020.

5. Οι διατάξεις των παρ. 3 και 4 δεν εφαρμόζονται σε συμβάσεις ναυτολόγησης οι οποίες κατά το ανωτέρω διάστημα είναι σε αναστολή με βάση τις διατάξεις του άρθρου εξηκοστού τρίτου της από 30.03.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 75), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4684/2020 (Α΄ 86), όπως αυτό τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με την από 1.5.2020 Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 90), η οποία κυρώθηκε με τον ν. 4690/2020 (Α΄ 104).

6. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται ο τρόπος, η διαδικασία, οι όροι, οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή του παρόντος, η διαδικασία διασταύρωσης των απαραίτητων στοιχείων μέσω της Α.Α.Δ.Ε., καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

7. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύνανται να εξειδικεύονται τυχόν ειδικότερα ζητήματα και λεπτομέρειες αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για την εφαρμογή του παρόντος.

8. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, και Ναυτιλίας και Νησιωτικής πολιτικής καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία για την εφαρμογή της παρ. 3 σχετικά με τις ακτοπλοϊκές μεταφορές, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

Αναστολή συμβάσεων εργασίας εργαζομένων σε επιχειρήσεις-εργοδότες που ανήκουν στους κλάδους τουρισμού και μεταφορών για τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο 2020

1. Επιχειρήσεις-εργοδότες του ιδιωτικού τομέα που ανήκουν στον κλάδο του τουρισμού, εποχικής ή μη λειτουργίας, καθώς και επιχειρήσεις-εργοδότες που ανήκουν στους κλάδους των αεροπορικών, και ακτοπλοϊκών μεταφορών και χερσαίων μεταφορών επιβατών και πλήττονται σημαντικά βάσει ΚΑΔ που ορίζονται από το Υπουργείο Οικονομικών, δύνανται να παρατείνουν την αναστολή συμβάσεων των εργαζομένων τους, που έχουν ήδη τεθεί σε αναστολή ή να θέτουν για πρώτη φορά σε αναστολή συμβάσεις εργασίας μέρους ή του συνόλου των εργαζομένων τους, που έχουν προσληφθεί έως και τη δημοσίευση του παρόντος, για τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο, κατ’ ανώτατο χρονικό διάστημα έως τριάντα (30) ημερών ανά μήνα και πάντως όχι πέραν της 30ης.09.2020.

2. Οι εργαζόμενοι της παρ. 1, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τελούν σε αναστολή, είναι δικαιούχοι της αποζημίωσης ειδικού σκοπού του δέκατου τρίτου άρθρου της από 14.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α΄ 64), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 3 του ν. 4682/2020 (Α΄ 76) κατ’ αναλογία των ημερών αναστολής των συμβάσεων εργασίας με βάση υπολογισμού το ποσό των πεντακοσίων τριάντα τεσσάρων (534) ευρώ που αντιστοιχεί στις τριάντα (30) ημέρες και παρέχεται πλήρης ασφαλιστική κάλυψη επί του ονομαστικού τους μισθού.

3. Οι συμβάσεις εργασίας εργαζόμενων σε επιχειρήσεις-εργοδότες της παρ. 1, οι οποίες είχαν τεθεί σε αναστολή πριν τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και έχει ανακληθεί οριστικά η αναστολή τους, δύνανται να τίθενται εκ νέου σε αναστολή και πάντως όχι πέραν της 30ης.09.2020.

4. Οι επιχειρήσεις-εργοδότες της παρ. 1, για όσο χρόνο κάνουν χρήση των ανωτέρω μέτρων και σε κάθε περίπτωση μέχρι την 30η.09.2020, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις του προσωπικού τους με καταγγελία συμβάσεων εργασίας και σε περίπτωση πραγματοποίησής της, αυτή είναι άκυρη.

5. Οι επιχειρήσεις-εργοδότες, που κάνουν χρήση των μέτρων της παρ. 1, υποχρεούνται, μετά από τη λήξη του χρονικού διαστήματος της αναστολής των συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων αυτών, να διατηρήσουν για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας και με το ίδιο είδος σύμβασης εργασίας.

6. Είναι δυνατή κατ’ εξαίρεση η εφαρμογή των οριζομένων της παρ. 1 για το χρονικό διάστημα έως 31.10.2020, για τους εργαζόμενους των τουριστικών καταλυμάτων που έχουν επιλεγεί με βάση την υπ’ αρ. 9800/26.06.2020 (Β’ 2600) απόφαση του Υπουργού Τουρισμού.

7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ρυθμίζονται οι ειδικότεροι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής της αποζημίωσης ειδικού σκοπού, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.

Μεταφορά της αρμοδιότητας Μονάδων του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης e- ΕΦΚΑ

1. Στις Τοπικές Διευθύνσεις οι οποίες θα προκύψουν από Υποκαταστήματα Μισθωτών που απονέμουν συντάξεις, παρέχεται η αρμοδιότητα της απονομής των συντάξεων. Η αρμοδιότητα ασκείται από τα αντίστοιχα τμήματα συντάξεων.

2. Με απόφαση του Διοικητή του e-Ε.Φ.Κ.Α., κατόπιν γνώμης του Δ.Σ. του e-Ε.Φ.Κ.Α., δύναται να αποφασίζεται η μεταφορά της αρμοδιότητας της απονομής των συντάξεων από τις Διευθύνσεις της Κεντρικής Υπηρεσίας και σε άλλες Τοπικές Διευθύνσεις, ή και άλλες Περιφερειακές και Τοπικές Υπηρεσίες, καθώς και η μεταφορά της χωρικής και κάθε άλλης αρμοδιότητας μεταξύ των Υπηρεσιακών Μονάδων του e-Ε.Φ.Κ.Α. σε κεντρικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.»

Παράταση συμβάσεων εργασίας προσωπικού Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για τις ανάγκες φύλαξης

1. Συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου προσωπικού, που απασχολείται την 1.3.2020 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου όγδοου του ν. 4506/2017 (Α’ 191), για τις ανάγκες φύλαξης των κτιρίων αποκλειστικά του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, παρατείνονται για λόγους δημόσιας υγείας και ασφάλειας μέχρι την 31η.12.2020.

2. Η παράταση των συμβάσεων σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν μεταβάλλει τον χαρακτήρα της σχέσης εργασίας, βάσει της οποίας προσλήφθηκαν οι απασχολούμενοι στις θέσεις αυτές. Η παράταση των συμβάσεων γίνεται κατά παρέκκλιση των άρθρων 5, 6 και 7 του π.δ. 164/2004 (Α’ 134).

Διευθέτηση οφειλών Ιερού Καθεδρικού Ναού Αθηνών

Ο Ιερός Καθεδρικός Ναός «Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών από 1.1.2017 και εφεξής καταβάλλει εισφορά ποσοστού 7% επί των ακαθάριστων εσόδων του υπέρ Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. Για το χρονικό διάστημα από 7.9.1999 έως 31.12.2016 η ανωτέρω εισφορά δεν οφείλεται, πράξεις δε επιβολής εισφορών που έχουν καταλογιστεί για το εν λόγω χρονικό διάστημα, καθώς και αναγκαστικά μέτρα είσπραξης παύουν να ισχύουν και τυχόν επιβληθείσες εισφορές διαγράφονται. Κάθε τυχόν καταβληθέν ποσό σε σχέση με την εισφορά του προηγούμενου εδαφίου από τον Ιερό Ναό θεωρείται νομίμως καταβληθέν, δεν αναζητείται και συμψηφίζεται με τις οφειλόμενες εισφορές, που αντιστοιχούν στο διάστημα από 1.1.2017 και εφεξής. Οι οφειλές που αντιστοιχούν στο χρονικό διάστημα από 1.1.2017-30.6.2020 καταβάλλονται σε εκατόν είκοσι (120) δόσεις και δεν υπολογίζονται τόκοι εκπρόθεσμης καταβολής και τυχόν προσαυξήσεις.

Ρυθμίσεις ναυτεργατικών οργανώσεων

1. Απαραίτητη προϋπόθεση εγγραφής σε ναυτεργατική οργάνωση και διατήρησης της ιδιότητας μέλους αυτής είναι η ύπαρξη ναυτικού φυλλαδίου με τη χρήση του οποίου θα επιτρέπεται η συμμετοχή στις Γενικές Συνελεύσεις και στις εκάστοτε ψηφοφορίες και αρχαιρεσίες με ιδιαίτερη μέριμνα για τις ψηφοφορίες με αλληλογραφία με την αναγραφή του αριθμού ναυτικού φυλλαδίου ή του αριθμού Μητρώου Εργάτη Θάλασσας (ΜΕΘ) στα ψηφοδέλτια σε ιδιαίτερο απόκομμα.

2. Δεν επιτρέπεται το ίδιο πρόσωπο να κατέχει στις πρωτοβάθμιες και δευτεροβάθμιες ναυτεργατικές οργανώσεις το αξίωμα του Προέδρου, Γενικού Γραμματέα ή Ταμία, για περισσότερες από τρείς (3) συνολικά θητείες, διαδοχικές ή μη, ξεχωριστά σε κάθε βαθμίδα οργάνωσης, είτε στο αυτό αξίωμα είτε συνδυαστικά στα ανωτέρω αξιώματα. Για την εφαρμογή των ως άνω περιορισμών λαμβάνονται υπόψη και προσμετρώνται και οι θητείες που ξεκίνησαν ή / και συμπληρώθηκαν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.

3. Σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπεται να εκλεγεί κάποιος στη θέση του Προέδρου, Γενικού Γραμματέα ή Ταμία σε πρωτοβάθμια ή δευτεροβάθμια ναυτεργατική οργάνωση εφόσον έχει συμπληρώσει το εβδομηκοστό δεύτερο (72ο) έτος της ηλικίας του.

4. Οι περιορισμοί των άνω παραγράφων, θα εφαρμοστούν κατά τις πρώτες αρχαιρεσίες κάθε οργάνωσης που θα προκηρυχθούν μετά τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής, με την ποινή της απόλυτης ακυρότητας αυτών σε περίπτωση της μη εφαρμογής τους.

Μη προσφερόμενος πλοίαρχος

Στην περίπτωση κατά την οποία, για οποιονδήποτε λόγο, δεν προσφέρεται πλοίαρχος για ναυτολόγηση στα αμιγώς εμπορικά πλοία υπό ελληνική σημαία άνω των 3.000 κ.ο.χ., που έχουν νηολογηθεί σύμφωνα με το άρθρο 13 του ν.δ. 2687/1953 (Α’ 317), δεν εφαρμόζονται οι απαιτήσεις της οργανικής σύνθεσης των παρ. Α1 και Α2 του όρου 8 της οικείας εγκριτικής απόφασης και δεν επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στην παρ. Β.3 του ως άνω όρου 8, ως προς τον πλοίαρχο.

Μέτρα ενίσχυσης της ναυτικής απασχόλησης

Στα αμιγώς εμπορικά πλοία άνω των 3000 κ.ο.χ. που έχουν νηολογηθεί ή νηολογούνται υπό Ελληνική σημαία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13 ν.δ. 2687/1953 επιτρέπεται η εφαρμογή των διεθνώς αναγνωρισμένων και εκάστοτε ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων εργασίας (collective agreements) PNO ITF TCC ή PNO IBF κατά την ελεύθερη κρίση του πλοιοκτήτη εξαιρετικά και μόνο για τις ναυτολογήσεις ειδικοτήτων του κατωτέρου πληρώματος, καθώς και των ειδικοτήτων του ανθυποπλοιάρχου και γ’ μηχανικού Ε.Ν.