Υπενθυμίζεται πως με την τροποποίηση στον Ποινικό Κώδικα τραπεζικά στελέχη μπορούν να διωχθούν για κακουργηματική απιστία μόνον εάν οι ίδιες οι τράπεζες υποβάλουν έγκληση σε βάρος τους.
Οι δικαστές έκριναν παράλληλα ως Αντισυνταγματική και την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 13ης Απριλίου που έδωσε στις διοικήσεις των τραπεζών νομικό πρόσχημα να κλείσουν χωρίς εγκλήσεις υποθέσεις για τις οποίες είχαν ασκηθεί εισαγγελικές διώξεις και ενώ τα δικαστήρια ήταν σε υποχρεωτική αργία.
Κάλεσαν δε τους εισαγγελείς να εξετάσουν την ουσία των εκκρεμών υποθέσεων και να συνεχίσουν το έργο τους.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών δεν μιλάει για ενοχή των ελεγχόμενων τραπεζικών στελεχών, ξεκαθαρίζει απλά το αυτονόητο πως θα πρέπει να εξεταστούν οι κατηγορίες σε βάρος τους, όπως θα συνέβαινε με κάθε άλλο πρόσωπο.
Πλέον, δεδομένου ότι θα ασκηθούν αιτήσεις αναίρεσής επί των εν λόγω αποφάσεων στον Άρειο Πάγο, το θέμα θα ξεκαθαρίσει μια και καλή με απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, το οποίο σύμφωνα με έγκριτες νομικές πηγές θα σφραγίσει τις αποφάσεις των δικαστικών συμβουλίων.
Στο ενδιάμεσο διάστημα, εκτιμάται οτι οι δικαστικές κρίσεις λύνουν τα χέρια των εισαγγελέων για να προχωρήσουν κανονικά στη διερεύνηση υποθέσεων για τις οποίες έχουν ήδη ασκηθεί διώξεις.
Τι συνέβη στο ΤΤ
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του mononews.gr, o νέος Ποινικός Κώδικας «εξαφάνισε» δύο κακουργηματικές πράξεις των κατηγορουμένων και στην πολύκροτη δίκη για τα φερόμενα ως επισφαλή δάνεια του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
Όπως στην πλειονότητα των υποθέσεων με δάνεια, ούτε εδώ ο φερόμενος ως παθών υπέβαλε έγκληση ή δήλωση ότι επιθυμεί τη συνέχιση της ποινικής διαδικασίας, όπως ορίζει ο νέος Ποινικός Κώδικας.
Έτσι, στη δίκη των 35 κατηγορουμένων για τα δάνεια του ΤΤ, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων κατά πλειοψηφία αποφάσισε ότι βάσει του ισχύοντος Ποινικού Κώδικα που απαιτεί έγκληση του παθόντα για την κατηγορία της απιστίας σε βάρος τραπεζικού ιδρύματος (νόμος 4619/2019 άρθρο 405) η δίωξη σε βάρος των κατηγορουμένων κηρύσσεται απαράδεκτη καθώς η εκκαθαρίστρια εταιρία (PQH) δεν κατέθεσε σχετική δήλωση εντός της νομίμου προθεσμίας.
Αποτέλεσμα είναι να παύσει η ποινική δίωξη των κατηγορουμένων για την κατηγορία της απιστίας και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Η δίκη θα συνεχιστεί μόνο για το αδίκημα της απάτης.
Σύμφωνα με την πλειοψηφία του δικαστηρίου, ο Ειδικός Εκκαθαριστής είχε περιθώριο μέχρι την 18 Μαρτίου 2020 να δηλώσει την πρόθεση του για την συνέχιση της ποινικής δίωξης -που είχε ασκηθεί αυτεπάγγελτα- και ότι, εφόσον δεν το έπραξε, οι κατηγορούμενοι πρέπει να απαλλαγούν.
Επικεφαλής της PQH AE ειναι η κ. Χριστίνα Παπακωνσταντίνου (σ.σ. η οποία θεωρείται άνθρωπος του διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα).
Η άποψη της προέδρου του δικαστηρίου Σοφίας Φραγκάκη, που μειοψήφησε ήταν ότι η παράσταση Πολιτικής Αγωγής της φερόμενης ως παθούσας ισοδυναμεί με δήλωση συνέχισης της δίωξης.
Η υπόθεση αφορά δάνεια που χορηγήθηκαν σε γνωστούς επιχειρηματίες χωρίς τις προβλεπόμενες εγγυήσεις.
Στο εδώλιο έχουν παραπεμφθεί συνολικά για τα κακουργήματα της απιστίας και απάτης συνολικά 35 κατηγορούμενοι, μεταξύ των οποίων οι πρώην επικεφαλής του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου Άγγελος Φιλιππίδης και Κλεάνθης Παπαδόπουλος, οι επιχειρηματίες Δημήτρης Κοντομηνάς, Λαυρέντης Λαυρεντιάδης, Βίκτωρας Ρέστης, το ζεύγος Κυριάκου Γριβέα και Αναστασίας Βάτσικα και η πρώην διευθύνουσα σύμβουλος του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας Αναστασία Σακελλαρίου.