Οι πιστώτριες τράπεζες, οι προμηθευτές, αλλά και οι εργαζόμενοι, ο αριθμός των οποίων αυξήθηκε κατά… 28,7% μέσα σε δύο χρόνια, είναι εκείνοι που πρωτίστως θα πληρώσουν «το μάρμαρο» της Κρέτα Φαρμ (Creta Farms).

Η διάσωση της οποίας συνιστά μια κατ’ εξοχήν δύσκολη άσκηση. Αφήνοντας ορθάνοιχτο το ενδεχόμενο να καταλήξει η ρεθυμνιώτικη αλλαντοβιομηχανία στα… βράχια της χρεοκοπίας.

Ειδικά μάλιστα αν οι βασικοί μέτοχοι, Μάνος και Τάκης Δομαζάκης, συνεχίσουν πεισματικά τον αδελφοκτόνο πόλεμο, αρνούμενοι παράλληλα να παραδώσουν στις τράπεζες τον μετοχικό έλεγχο της εταιρείας. Μιας εταιρείας, που από τις δικές τους ανορθόδοξες πρακτικές και την προσωπική τους «βεντέτα» έχει βρεθεί να είναι σε οριακή κατάσταση επιβίωσης.

Συνολικά επτά τράπεζες είναι εκτεθειμένες σε δάνεια της Κρέτα Φαρμ που αγγίζουν τα 110 εκατ. ευρώ. Πέραν των τεσσάρων συστημικών τραπεζών (Πειραιώς ΠΕΙΡ 0,27% 3,74, Εθνική ΕΤΕ 0% 7,87, Alpha Bank [metoxes metoxi=ΑΛΦΑ] και Eurobank ΕΥΡΩΒ 0% 2,10 ) χορηγήσεις έχουν προσφέρει η Συνεταιριστική Τράπεζα Χανίων, αλλά και η Attica Bank.

Ανάμεσα στους πιστωτές είναι και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) με 15 εκατ. ευρώ. Εκ των οποίων η τελευταία «σπαστή» δόση των 3,5 + 1,5 εκατ. ευρώ δόθηκε λίγο πριν δημοσιοποιηθεί ανοικτά η κόντρα των αδελφών Δομαζάκη, απόρροια της οποίας ήταν και η αναστολή διαπραγμάτευσης της μετοχής, στις 2 του μηνός του περασμένου Μαΐου.

Η αλλαντοβιομηχανία είχε για πολλά χρόνια άνετη πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό, κάτι που φαίνεται και από τη συνεχή διόγκωση των χρηματοδοτήσεων. Το 2004 τα δάνεια της Κρέτα ήταν στα 55 εκατ. ευρώ και ένα χρόνο μετά ανέβηκαν στα 69 για να πάνε στα 75 εκατ. ευρώ και να ξεπεράσουν τα 100 εκατ. ευρώ το 2013.

Όπως μάλιστα λένε και οι «κακές» γλώσσες υπήρξαν και εποχές που επέτρεπαν στον Τάκη Δομαζάκη να πηγαίνει με τη Ferrari στις τράπεζες και να ζητάει διακανονισμούς δανείων…

Στην τελευταία τετραετία έγιναν δύο αναδιαρθρώσεις δανεισμού, το ρίσκο εξυπηρέτησης του οποίου είχε γίνει ιδιαίτερα μεγάλο, καθώς οι τραπεζικές υποχρεώσεις της ζημιογόνου Creta Farms έφτασαν να είναι σχεδόν ισοϋψείς με τον ετήσιο τζίρο της.

Παρά ταύτα και εάν δεν είχαν συγκρουστεί τα δύο αδέλφια, τότε μάλλον δεν θα υπήρχε ζήτημα για τις τράπεζες. Κι αν τα νούμερα και πάλι δεν έβγαιναν, μια ακόμη αναδιάρθρωση δανείων θα φάνταζε σαν φυσική συνέπεια. Δικαιώνοντας εκείνους που πικρόχολα διατείνονται ότι οι κινήσεις των τραπεζών δεν είναι πάντα ορθολογικές, στον πεδίο των επιχειρηματικών χρηματοδοτήσεων.

Το «κούρεμα» φέρνει ζημιές σε τράπεζες-προμηθευτές

Στην παρούσα φάση τα δεδομένα για την Κρέτα Φαρμ είναι ασφυκτικά, καθώς η εταιρεία έχει πλέον αφυδατωθεί από ρευστότητα, πνέει τα λοίσθια παραγωγικά και θέλει επειγόντως κεφάλαια για να σταθεί υποτυπωδώς στα πόδια της.

Τα κεφάλαια που έχουν ζητηθεί είναι της τάξεως των 5 με 8 εκατ. ευρώ και στις αμέσως επόμενες μέρες οι τράπεζες θα έχουν ευρεία σύσκεψη, προκειμένου να σταθμίσουν εκ νέου την κατάσταση με την Κρέτα, έτσι ώστε να αποφευχθούν ακόμη πιο δυσάρεστες εξελίξεις για την εταιρεία.

Οι αδελφοί Δομαζάκη έχουν το 82% περίπου της αλλαντοβιομηχανίας (σχεδόν σε ίσα μερίδια). Από το ποσοστό αυτό ένα κομμάτι που αντιστοιχεί στο 19% είναι ενέχυρο στις τράπεζες. Οι οποίες θέλουν όμως να έχουν τον πλήρη έλεγχο, έτσι ώστε να ανοίξουν τη στρόφιγγα της εισφοράς νέων κεφαλαίων και κυρίων να έχουν μεγαλύτερα περιθώρια ελιγμών στην αναζήτηση στρατηγικού εταίρου για την Κρέτα.

Ωστόσο οι Δομαζάκηδες είναι μετωπικά αντίθετοι στο να παραδώσουν τις μετοχές στις τράπεζες. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον. Αν επιμείνουν και οι δύο μέχρι τέλους, τότε το φάντασμα της χρεοκοπίας μπορεί να γίνει μια απτή πραγματικότητα.

Ακόμη όμως κι αν βρεθεί μια ύστατη λύση, το «στοίχημα» της διάσωσης της Creta Farms με τη συνδρομή ενός νέου «παίκτη» είναι πολύ δύσκολο. Εξ αιτίας κυρίως των υπέρογκων συνολικών υποχρεώσεων που ξεπερνούν τα 160 εκατ. ευρώ, αλλά και του θεωρούμενου ως υπεράριθμου προσωπικού.

Το «κούρεμα» των τραπεζικών δανείων λογίζεται ως προαπαιτούμενο για τον όποιο «μνηστήρα» εμφανιστεί με αξιώσεις για να πάρει την Κρέτα Φαρμ. Κατά τα φαινόμενα όμως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων είναι εξαιρετικό δύσκολο, αν όχι απίθανο, να συναινέσει σε απομείωση των απαιτήσεων της.

Κάτι που από τη στιγμή που θα συμβεί θα απαιτήσει μεγαλύτερη «θυσία» από τις συνολικά 95 εκατ. ευρώ που είναι οι απαιτήσεις των Ελληνικών τραπεζών. Έτσι, το ύψος του «κουρέματος» (σαφώς άνω του 30%) θα κρίνει τι ζημιές θα καταγράψουν οι πιστώτριες τράπεζες.

Από την άλλη πλευρά ούτε και οι προμηθευτές θα μείνουν αλώβητοι, οι συνολικές απαιτήσεις των οποίων κινούνται τώρα στα επίπεδα των 35 εκατ. ευρώ. Και εμφανώς θα απαιτηθεί και από εκείνους να «σβήσουν» ένα σημαντικό κομμάτι από τα όσα τους οφείλονται εν ονόματι της διάσωσης της Κρέτα Φαρμ.

Αύξηση 28,7% στο προσωπικό της Creta Farms…

Η επόμενη, αναμενόμενη «θυσία» αφορά το εργατικό δυναμικό της αλλαντοβιομηχανίας, που είναι 826 άτομα (850 στον όμιλο). Το μισθοδοτικό κόστος των οποίων ανήλθε πέρσι στα 19,3 εκατ. ευρώ. Ήτοι περί τις 23.300 ευρώ το χρόνο ανά εργαζόμενο ή κάπου 1.670 ευρώ για κάθε έναν από τους χορηγούμενους 14μισθούς ετησίως.

Καθώς στα κόστη αυτά ενσωματώνονται και οι εργοδοτικές εισφορές (όπως τουλάχιστον προκύπτει από τις λογιστικές καταστάσεις) οι μικτές, μηνιαίες αποδοχές ανα εργαζόμενο, κινούνται στα 1300 ευρώ, κατά μέσο όρο.

Πάντα με βάση τις λογιστικές καταστάσεις, η Κρέτα Φαρμ είχε 642 άτομα προσωπικό στην εταιρεία στα τέλη του 2016, ο αριθμός τους ανέβηκε στα 693 άτομα το 2017 για να φτάσει πέρσι στους 826.

Η ενίσχυση του προσωπικού με 184 άτομα μεταφράζεται σε ποσοστιαία αύξηση 28,7%, που με τη σειρά της έχει αυξήσει τα μισθοδοτικά κόστη κατά περίπου 5 εκατ. ευρώ ετησίως…

Ενδεχομένως η αύξηση του προσωπικού να είναι απόρροια της διεύρυνσης των δραστηριοτήτων της Κρέτα Φάρμ (σε προϊόντα ψητοπωλείου, πίτες ταψιού και σφολιάτες). Τουλάχιστον όπως αναφέρει η εταιρεία, το 12% των εργαζομένων έχει τίτλους σπουδών ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, χωρίς να δίνονται άλλες λεπτομέρειες για τις επί μέρους σχέσεις εργασίας, με σταθερές αποδοχές ή ημερομίσθιο.

Τι δείχνουν οι συγκρίσεις με Νίκα και Υφαντή

Σε σχέση με τις άλλες, μεγάλες, ανταγωνιστικές δυνάμεις του κλάδου, η Κρέτα Φαρμ έχει αισθητά μεγαλύτερο εργασιακό «βάρος» από ότι οι εταιρείες Υφαντής και ο Νίκας.

Οι περσινές πωλήσεις της Κρέτα ήταν 117,2 εκατ. ευρώ, δηλαδή 2,9 φορές περισσότερες από τα 40,5 εκατ. ευρώ του Νίκα, συμφερόντων του «Mr Chipita» Σπύρου Θεοδωρόπουλου.

Όμως, το εργατικό της δυναμικό ήταν κατά 3,7 φορές υψηλότερο από αυτό του Νίκα, που είχε στα τέλη της περσινής χρονιάς 221 άτομα προσωπικό.

Μάλιστα από τα τέλη του 2016, η εταιρεία Νίκας έχει μειώσει τις θέσεις εργασίας κατά 26,2% (78 άτομα)…

Πέρσι, η Νίκας δαπάνησε 6,9 εκατ. ευρώ για μισθούς εργαζομένων, ενώ άλλα 1,4 εκατ. ευρώ περίπου ήταν τα έξοδα για την κοινωνική τους ασφάλιση. Λαμβάνοντας ως βάση το μέσο όρο προσωπικού που ήταν 233 άτομα, οι ανά κεφαλήν, μικτές, μηνιαίες αποδοχές τους, διαμορφώνονται στα επίπεδα των 2.100 ευρώ (για 14 μισθούς).

Οι μεγάλες, μισθολογικές διαφορές ανάμεσα στις δύο εταιρείες, μπορεί να είναι απόρροια και της… κινητικότητας στο προσωπικό.

Δηλαδή στη μεν Κρέτα Φαρμ οι νέες προσλήψεις να έριξαν το μέσο κόστος, ενώ αντίθετα να το ανέβασαν στη Νίκας, από την οποία στη διάρκεια της περσινής χρονιάς αποχώρησαν 61 άτομα.

Κατά τα άλλα και συγκριτικά με την Υφαντής που το 2017 έκανε τζίρο 83,6 εκατ. ευρώ σε επίπεδο εταιρείας, τα μεγέθη της Κρέτα ήταν κατά 1,4 φορές μεγαλύτερα.

Όμως οι εργαζόμενοι της Κρέτα ήταν 2,5 φορές περισσότεροι από εκείνους της εταιρείας Υφαντής που είχε 335 άτομα προσωπικό. Για το οποίο δεν υπάρχουν περισσότερα στοιχεία ούτε και αναλυτικές, λογιστικές καταστάσεις.

Τα μεγάλα χρέη της Κρέτα Φαρμ, αλλά και το ζήτημα του προσωπικού της, είναι σύμφωνα με πηγές της αγοράς δύο από τα μεγαλύτερα «βαρίδια» για τους δυνητικούς μνηστήρες. Τουλάχιστον σε ότι αφορά τον Νίκα και τον Υφαντή είναι λογικό να ενισχύουν τα μερίδια αγοράς, εκμεταλλευόμενοι το κενό της Creta Farms.

Οι προτεραιότητες Θεοδωρόπουλου

Ειδικά για τον Σπύρο Θεοδωρόπουλο, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα θελήσει να μπει στη «μάχη», όσο το τοπίο των εξελίξεων παραμένει ακόμη εξαιρετικό θολό.

Οι απαιτήσεις ανασύνταξης και περεταίρω ανάπτυξης της Νίκας φαίνεται να προέχουν, τρία χρόνια μετά από τη συμφωνία εξαγοράς της, η οποία έγινε με «κούρεμα» δανείων περί το 30% .

Διαγράφηκαν δάνεια και τόκοι 23 εκατ. ευρώ, ενώ με την πώληση ακινήτου στις τράπεζες και την επαναμίσθωσή του από την εταιρεία «έσβησαν» κι άλλα 17 εκατ. ευρώ.

Η πλευρά Θεοδωρόπουλου ήταν ήδη ισχυρός πιστωτής της Νίκας μέσω ομολογιακού δανείου, μετατρέψιμου σε μετοχές, ενώ μετά από την εξαγορά της εταιρείας, υλοποίησε αύξηση κεφαλαίου 23,3 εκατ. ευρώ.

Πέρσι, η εταιρεία, της οποίας τα δανειακά βάρη είναι περί τα 19 εκατ. ευρώ, «έκαψε» αρκετά από τα ίδια κεφάλαιά της, με συνέπεια η καθαρή της θέση να υποχωρήσει από τα 8,5 στα 2,9 εκατ. ευρώ.

Πριν από λίγους μήνες, η Νίκας προχώρησε σε μεγάλες αποσβέσεις ζημιών 32,2 εκατ. ευρώ, μειώνοντας ισόποσα το μετοχικό της κεφάλαιο που περιορίστηκε στα 4,8 εκατ. ευρώ. Με την κίνηση αυτή διορθώθηκε και η ετεροβαρής σχέση των ιδίων κεφαλαίων, ως προς το μετοχικό της κεφάλαιο.

Τις τελευταίες μέρες κυκλοφορεί στην αγορά ότι από συγκεκριμένη πλευρά, αναμοχλεύεται το ζήτημα της διαγραφής των δανείων της Νίκας…

Προφανώς, με φόντο τα μελλούμενα στην Κρέτα Φαρμ μπορεί να υπάρξουν και άλλου είδους εχθροπραξίες.