ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Λένε πως μια γυναίκα μπορεί να απογειώσει ή να καταστρέψει έναν άντρα. Άλλωστε, τόσο η επιτυχία, όσο και η αποτυχία είναι γένους θηλυκού. Στην περίπτωση του Χάρη Βάρδη, η συγκεκριμένη ρήση του θυμόσοφου λαού ταιριάζει απόλυτα. Οι κακές γλώσσες υποστηρίζουν ότι τα όσα έφτιαξε με πολύ κόπο και ακόμα περισσότερη δουλειά ο σκληρός ξενοδόχος, τα χάλαγε η κυρία Π.
Μέχρι, που τα γκρέμισε εντελώς…
Η πτώση του πάλαι ποτέ κραταιού ξενοδοχείου, στο Κεφαλάρι, ήρθε νομοτελειακά.
Το Πεντελικό άρχισε στην ουσία να καταρρέει από το 2009.
“Κύριε Βάρδη, σεβαστή η υφιστάμενη πελατεία μας, αλλά πρέπει – αργά, αλλά σταθερά – να φρεσκάρουμε την εικόνα του ξενοδοχείου για να προσελκύσουμε και πιο νεανικό κοινό”, ήταν οι προτροπές των συνεργατών του.
Μάταια, όμως.
“Δε θα τρομάξουμε τους πελάτες μας! Μην ακούω μ@λ@κίες! Δεν ξέρετε εσείς!”, ήταν η – ως συνήθως – ευγενική απόκριση της γνωστης γυναικείας φωνής, που πάντα – με τους… καλούς της τρόπους – ακουγόταν σε όλη τη μονάδα.
Το λουκέτου του περασμένου Μαΐου και η πώληση (;) της επιχείρησης – μετά από δύο συλλήψεις για χρέη στο Δημόσιο – ήταν το κερασάκι στην τούρτα.
Λίγους μήνες αργότερα, σύμφωνα με πληροφορίες του mononews.gr, η οικογένεια Βάρδη μετανάστευσε ξανά στην Αυστραλία.
Πρώτα, πέταξε ο Γιώργος, το ένα εκ των δύο παιδιών. Ο άνθρωπος, που κατάφερε να κλείσει τα Eric Kayser, τη δημοφιλέστατη αλυσίδα αρτοποιείων, τα οποία είχε φέρει στην Ελλάδα ο πατέρας του.
Στη συνέχεια, ακολούθησε η κυρία Πιπίτσα. Η μαμά.
Και, στο τέλος, η Ιωάννα, το άλλο παιδί, που έτρεχε το PierOne στη μαρίνα του Φλοίσβου. Μαζί της και ο μπαμπάς της οικογένειας, ο Χάρης Βάρδης.
Ταξίδεψε για εκεί, όπου είχε μεταναστεύσει για πρώτη φορά στα 16 του. Αφού σπούδασε ξενοδοχειακά, πήρε – σε ηλικία 20 ετών – μαζί με τον αδερφό του ένα καφέ στο Σίδνεϊ. Πολύ σύντομα, το μαγαζί έγινε από τα meeting point της πόλης.
Το 1980, επέστρεψε στην Ελλάδα, κάνοντας αυτό, που ήθελε. Να βρεθεί ξανά στην πατρίδα.
Όντας πολύ κοινωνικός και εξωστρεφής, δεν άργησε να μπει στους πολιτικούς κι επιχειρηματικούς κύκλους της χώρας. Συναντώντας τυχαία ένα γνωστό του μεσίτη, μαθαίνει για το ιστορικο ξενοδοχείο του 1927 και σπεύδει να το επισκεφθεί. “Μόλις το είδα, το ερωτεύτηκα”, έχει εκμυστηρευθεί ο ίδιος. Έτσι, στα τέλη του 1984, το Πεντελικό περνά στα χέρια του.
Επί τρία χρόνια, δούλευε μαζί με τα συνεργεία για την ανακαίνιση του χώρου. Και, τον Ιούνιο του 1987, έκοψε την κορδέλα, παρουσία όλης της επιχειρηματικής και πολιτικής αφρόκρεμας της Αθήνας, και όχι μόνο.
28 χρόνια μετά, το όνειρο μετατράπηκε σε εφιάλτη.
Αφήνοντας πίσω λαμπερές και χρυσές στιγμές, με ιστορικούς γάμους, εκδηλώσεις χλιδής, αστέρια Michelin, μυστικές συναντήσεις και κλεισίματα μεγάλων συμφωνιών, πολιτικές διεργασίες και μια αύρα, που έχουν όλοι να θυμούνται.