Την απαλλαγή των τραπεζών από την υποχρέωση επιστροφής στο Δημόσιο κεφαλαίων από την αυτοτελή φορολόγηση τόκων ομολόγων προβλέπει τροπολογία που κατατέθηκε πριν από λίγο στη Βουλή και η οποία όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση συνεπάγεται την απώλεια φόρων από την πλευρά του δημοσίου 30 εκατ. ευρώ για τα δέκα προσεχή χρόνια αρχής γενομένης από το 2020. 

Τη ρύθμιση είχε ζητήσει η Ελληνική Ένωση Τραπεζών μετά το πρόβλημα που είχε ανακύψει για τους ισολογισμούς των τραπεζών, λόγω απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), με βάση την οποία, οι τράπεζες δεν μπορούν να σχηματίζουν απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου για παρακρατηθέντες φόρους επί τόκων ομολόγων και εντόκων, που δεν συμψηφίζονται με φόρο εισοδήματος. 

Πρόκειται για δύο αποφάσεις που εξέδωσε το ΣτΕ, τον περασμένο Οκτώβριο και οι οποίες ερμήνευσαν το φορολογικό νόμο 2238 του 1994 κρίνοντας ότι, οι παρακρατούμενοι φόροι από τόκους ομολόγων και εντόκων γραμματίων μπορούν να συμψηφιστούν μόνο με τον ετήσιο φόρο εισοδήματος. Με βάση την ερμηνεία του ΣτΕ όποιο ποσό από την παρακράτηση φόρου επί τόκων ομολόγων και εντόκων δεν συμψηφιστεί με φόρο εισοδήματος δεν επιστρέφεται από το Δημόσιο στις τράπεζες.

Με τις τράπεζες να έχουν συνεχόμενες ζημιογόνες χρήσεις, δεν υπήρχε φόρος εισοδήματος ώστε να συμψηφίσουν την απαίτηση έναντι του Δημοσίου από την παρακράτηση φόρου επί τόκων ομολόγων και εντόκων. Έτσι, συμψήφιζαν τον παρακρατηθέντα φόρο με άλλες φορολογικές υποχρεώσεις (π.χ. Φόρος Μισθωτών Υπηρεσιών), και για το υπόλοιπο σχημάτισαν υψηλές απαιτήσεις έναντι του Δημοσίου που ανά συστημική τράπεζα ξεπερνούν τα 200 εκατ. ευρώ. Η ερμηνεία του ΣτΕ υποχρέωνε ουσιαστικά τις τράπεζες να προχωρήσουν σε αναμόρφωση ισολογισμών διαγράφοντας τις παραπάνω απαιτήσεις εφόσον έχει παρέλθει πενταετία από τον σχηματισμό τους.

Για να αντιμετωπισθεί η επίπτωση των αποφάσεων στις απαιτήσεις των τραπεζών από το Δημόσιο, η ΕΕΤ είχε καταθέσει στο υπουργείο Οικονομικών σχετικό υπόμνημα, το οποίο πρότεινε την επέκταση της χρονικής περιόδου, κατά την οποία μπορούν να συμψηφίσουν παρακρατηθέντες φόρους από τόκους ομολόγων και εντόκων με φόρο εισοδήματος, από την πενταετία που ισχύει σήμερα στη 10ετία. Η σχετική ρύθμιση που κατατέθηκε στη Βουλή υιοθετεί αυτή τη λύση και απαλλάσσει τις τράπεζες από την υποχρέωση να αναμορφώσουν τους ισολογισμούς τους.  

Διαβάστε εδώ την τροπολογία του υπ. Οικονομικών