Όλο και πιο πιθανό γίνεται το ενδεχόμενο για τους επενδυτές να πληρώνουν προκειμένου να διακρατούν τα ασφαλέστερα ευρωπαϊκά ομόλογα στα χαρτοφυλάκιά τους. Οι αποδόσεις των γερμανικών κρατικών ομολόγων βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από το 0%, για πρώτη φορά σε σχεδόν τρία χρόνια, καθώς οι οικονομικές επιδόσεις της Ευρώπης χωλαίνουν, ενώ οι ανησυχίες για το παγκόσμιο εμπόριο ωθούν τους επενδυτές προς τα ασφαλή assets. Η πιθανότητα για ένα no-deal Brexit, η αναστάτωση στην ιταλική πολιτική σκηνή ή η επιδείνωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας είναι κάποιοι από τους κινδύνους που θα μπορούσαν να μετατρέψουν τις αποδόσεις των Bund σε αρνητικές.

Με την υποχώρηση της απόδοσης των δεκαετών ομολόγων σε αρνητικό έδαφος ο χρόνος θα είναι σαν να ξαναγυρίζει πίσω στο 2016, όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έριχνε χρήμα στην οικονομία της Ευρωζώνης, σε μια προσπάθεια να την αναθερμάνει. Τώρα οι επενδυτές επιστρέφουν στην αναζήτηση ασφάλειας, καθώς αναρωτιούνται εάν η ΕΚΤ έχασε την ευκαιρία να αυξήσει τα επιτόκια καταθέσεων από το -0,40% πριν ξεσπάσει η επόμενη παγκόσμια κρίση.

“Αν ο γερμανικός δείκτης καταναλωτή συνεχίσει να μειώνεται, τότε οι αποδόσεις του bund μπορούν να φθάσουν κάτω από το μηδέν”, δήλωσε ο John Taylor της Alliance Bernstein Holding LP, η οποία διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία αξίας 550 δισεκατομμυρίων δολαρίων. “Θεωρούσα ότι το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης θα είχε μεγαλύτερο αντίκτυπο, αλλά όπως φαίνεται  τα απογοητευτικά στοιχεία συνεχίζουν να πιέζουν περαιτέρω τις αποδόσεις”.

Οι αποδόσεις της γερμανικής 10ετίας ήταν στο 0,13% την Τρίτη, ενώ άγγιξαν και το 0,08% την περασμένη εβδομάδα. Τον Ιούνιο του 2016 είχαν μειωθεί κάτω από το μηδέν, λίγο πριν από το δημοψήφισμα του Brexit, για να ανακάμψουν ξανά τον Οκτώβριο του ίδιου έτους. Οι αποδόσεις άλλων γερμανικών assets, από βραχυπρόθεσμα γραμμάτια μέχρι ομόλογα οκταετίας, είναι ήδη αρνητικές.

Οι επενδυτές ενδέχεται να επιλέξουν να διατηρήσουν ομόλογα με αρνητικές αποδόσεις για διάφορους λόγους. Μπορεί να το κάνουν εμμέσως, με το να συμμετέχουν σε κάποιο fund αναφοράς, το οποίο  εμπεριέχει ένα μεγάλο μέρος ασφαλέστερων στοιχείων ενεργητικού, όπως είναι τα bunds. Μπορεί να πιστεύουν ότι οι αξίες των τίτλων θα συνεχίσουν το ράλι, και ότι θα επωφεληθούν από την αύξηση της τιμής, ή μπορεί να εκτιμούν ότι το υποκείμενο του ομολόγου νόμισμα, έχει περιθώρια να αυξηθεί επαρκώς, ώστε  να ενισχύσει τα κέρδη τους.

Το παγκόσμιο απόθεμα ομολόγων με αρνητικές αποδόσεις έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο από το 2017, καθώς οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων γίνονται όλο και περισσότερο απαισιόδοξοι για την κατάσταση της οικονομίας. Σύμφωνα με το δείκτη των Bloomberg Barclays, έχει ανέλθει σε 9 τρισεκατομμύρια δολάρια από κάτω από 6 τρισεκατομμύρια που ήταν τον Οκτώβριο.

“Ο κίνδυνος της ύφεσης είναι παντού, αλλά είναι πιο πιθανός για την Ευρώπη από ότι για τις Η.Π.Α.”, αναφέρουν οι αναλυτές της Citigroup Inc. με επικεφαλής τον Jamie Searle.

Ενώ οι μέσες αποδόσεις των βραχυπρόθεσμων εταιρικών ευρω-ομολόγων παραμένουν πολύ πάνω από το 0%, ο φετινός ρυθμός αύξησης των πιστώσεων,  αύξησε τον αριθμό των εταιρικών ομολόγων με αρνητικές αποδόσεις.

Στις αρχές Ιανουαρίου, ο αριθμός των negative yield corporate ομολόγων ήταν μόλις 13. Έκτοτε, έχει πολλαπλασιαστεί στο 64. Τέτοια εταιρικά ομόλογα ξεκίνησαν να ακολουθούν τα γερμανικά κρατικά σε αρνητικό έδαφος αποδόσεων μετά τις αρχές του 2017 και αφού η ΕΚΤ είχε αρχίσει να αγοράζει εταιρικά ομόλογα  στα μέσα του 2016.

Το θετικό σενάριο της Morgan Stanley βλέπει τις αποδόσεις των Bund να αγγίζουν το μηδέν σε περίπτωση που η αγορά εργασίας επιδεινωθεί ή υπάρξει μια αντιστροφή των θετικών δεδομένων των μισθών, οδηγώντας τους επενδυτές να προεξοφλήσουν το ενδεχόμενο βαθύτερης ύφεσης στην Eυρωζώνη.

Οι αρνητικές αποδόσεις στο Bund δεν αποτελεί το πιθανότερο σενάριο ούτε για την Alliance Bernstein, με τον John Taylor να εκτιμά τις πιθανότητες ενός τέτοιου κινδύνου στο 25%.

“Παρόλο που ο κόσμος φαίνεται αποπληθωριστικός σήμερα, δεν υπάρχει η ίδια νοοτροπία με το 2016”, δήλωσε ο James McAlevey, διαχειριστής χαρτοφυλακίων στην Aviva Investors. “Η αναζήτηση των αποδόσεων στις μακροπρόθεσμες λήξεις, που υπήρχε στο μυαλό και τη συμπεριφορά των επενδυτών τότε, ήταν πολύ εμβριθής σε σχέση με σήμερα. Επομένως δεν νομίζω ότι η καμπύλη των αποδόσεων μπορεί να γίνει πολυ πιο επίπεδη, από το σημείο που είναι σήμερα.

Είναι πιθανό να χρειαστεί ένα πολιτικό σοκ για να οδηγηθούν οι αποδόσεις υπό το μηδέν, όπως συνέβη με το δημοψήφισμα για το Brexit. Η συνεχιζόμενη απειλή παράλυσης της κυβέρνησης των ΗΠΑ, οι εμπορικές εντάσεις με την Κίνα, η άτακτη αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση χωρίς συμφωνία τον επόμενο μήνα και οι λαϊκιστικές νίκες στις κοινοβουλευτικές εκλογές της ζώνης τον Μάιο, αποτελούν τους παράγοντες κινδύνου που παρακολουθούν οι διαχειριστές κεφαλαίων.

“Η πιθανότητα να διολισθήσουν σε αρνητικά εδάφη οι αποδόσεις των γερμανικών ονομαστικών δεν είναι κάτι που μπορεί να αποτιμηθεί», αναφέρει ο αναλυτής της Rabobank, Richard McGuire, συμπληρώνοντας, ωστόσο: «Δεδομένου του πλήθους λαϊκιστικών ειδήσεων που λαμβάνει η αγορά, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει ότι οι πιθανότητες κλίνουν υπέρ ενός τέτοιου αποτελέσματος».