ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν στην πολιτική φαρμάκου κατά τη μεταμνημονιακή εποχή, οι οποίες θα εξασφαλίσουν βιωσιμότητα και ανάπτυξη στις επιχειρήσεις, βιωσιμότητα στο σύστημα υγείας και πρόσβαση στις θεραπείες για τους ασθενείς, συζητήθηκαν σε στρογγυλή τράπεζα στο πλαίσιο της 10ης Διημερίδας & Έκθεσης «Επιχειρηματικότητα & Επικοινωνία Υγείας».
Σε πρώτο… πλάνο βρέθηκε η διαχείριση των γενόσημων, των βιοομοειδών και των ακριβών καινοτόμων φαρμάκων, ενώ επιπλέον θίχτηκαν το μείζον θέμα της ανεπαρκούς φαρμακευτικής δαπάνης αλλά και των αλλεπάλληλων ελλείψεων φαρμακευτικών σκευασμάτων στην ελληνική αγορά.
SOS για τα γενόσημα
Σε αυτή τη «φάση μετάβασης» που βρισκόμαστε η βιομηχανία θα πρέπει να βλέπει το άδικο ως ευκαιρία, αλλά ταυτόχρονα να μη σταματήσει να πολεμά για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των παραγωγικών μονάδων στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον εντεταλμένο σύμβουλο τη Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) και διευθυντή Εταιρικών Υποθέσεων της ELPEN, Βασίλη Πενταφράγκα.
Ειδικά όσον αφορά στο φλέγον θέμα της διαχείρισης των γενοσήμων, που αποτελούν τον κύριο όγκο παραγωγής της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας και της εκπεφρασμένης πολιτικής για την ενίσχυση της χρήσης τους τα τελευταία χρόνια, ο κος Πενταφράγκας, σημείωσε ότι πρόκειται για ένα κλασικό παράδειγμα κακής διαχείρισης στόχων πάνω στους οποίους όλοι συμφωνούν.
« Σε όλες τις χώρες του κόσμου η χρήση των γενοσήμων έχει αυξηθεί με τη χρησιμοποίηση κινήτρων σε όλους όσοι εμπλέκονται στη διακίνηση και στη διάθεση των προϊόντων», ανέφερε ο κος Πενταφράγκας, τονίζοντας τη σημασία της σωστής ενημέρωσης των πολιτών. Ειδικά ως προς την ενημέρωση, ο εντεταλμένος σύμβουλος της ΠΕΦ έκανε λόγο για «μπούλινγκ» από όλες τις πλευρές κατά των γενοσήμων αντί για τεκμηρίωση και προώθηση της χρήσης τους, σημειώνοντας χαρακτηριστικά ότι «τα γενόσημα στην συνείδηση των Ελλήνων έχουν τελειώσει» και απαιτείται άμεση παρέμβαση.
Αλλαγή μοντέλου για τις επιχειρήσεις
Το υφιστάμενο μοντέλο που πολλές ελληνικές επιχειρήσεις εφαρμόζουν, δηλαδή η στόχευση στα κλασικά γενόσημα, σε μακροπρόθεσμη βάση δεν είναι βιώσιμο, σύμφωνα με τον Κωνσταντίνο Παναγούλια, αναπληρωτή πρόεδρο του Συνδέσμου Φαρμακευτικών επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), αντιπρόεδρο της ΒΙΑΝΕΞ και γενικό διευθυντή της ΒΙΑΝ. «Θα πρέπει να αλλάξει το μοντέλο, το οποίο θα πρέπει να περιλαμβάνει εξωστρέφεια, οριακή καινοτομία, εξειδικευμένη παραγωγή, συνεργασία με πολυεθνικές εταιρείες και μεταφορά της τεχνογνωσίας και βέβαια συνεργασία μεταξύ των ήδη υφιστάμενων ελληνικών επιχειρήσεων», σημείωσε ο κος Παναγούλιας.
Αναφερόμενος στα βιοομοειδή τα οποία λαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά, ο αναπληρωτής πρόεδρος του ΣΦΕΕ, τόνισε ότι η επένδυση που απαιτείται για την παραγωγή τους είναι πολύ δύσκολο να καλυφθεί από μία επιχείρηση και η απάντηση σ’ αυτό θα μπορούσε να είναι η συνεργασία δύο ή περισσότερων ελληνικών φαρμακευτικών εταιρειών.
Αναγκαίες οι υποχωρήσεις
Ο Μάκης Παπαταξιάρχης, πρόεδρος του PhRMA Innovation Forum (PIF), πρόεδρος φαρμακευτικών εταιρειών του Βιομηχανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου και πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος τις Janssen Ελλάδος, αναφέρθηκε στο μείζον ζήτημα της υποχρηματοδότησης του συστήματος υγείας και το ρόλο της καινοτομίας στη βιωσιμότητά του, τονίζοντας ότι δεν πρέπει να απομονώνεται το κόστος, καθώς η υγεία έχει πολλαπλασιαστικό συντελεστή και σε οποιαδήποτε επένδυση η ανταποδοτικότητα είναι πολλαπλάσια από οποιοδήποτε άλλο κλάδο.
Όσον αφορά στις μεταρρυθμίσεις, ο κος Παπαταξιάρχης σημείωσε ότι γίνονται, αλλά αποσπασματικά και κατέστησε σαφές ότι η μετάβαση αυτή δεν μπορεί να γίνει χωρίς ρήξεις.
«Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι δεν είναι εφικτό όλοι οι συντεχνιακοί παράγοντες να είναι ικανοποιημένοι και να προχωρήσουμε μπροστά. Κάποιοι θα πρέπει να εκχωρήσουν είτε το τι τους ανήκει από το παρελθόν, είτε όλα αυτά που έχουν στο ζωτικό χώρο που έχουν καταλάβει και να οπισθοχωρήσουν», σημείωσε ο πρόεδρος του PIF.
Αύξηση του προϋπολογισμού
Αν μιλάμε για πολιτική φαρμάκου θα πρέπει να τα δούμε τα πράγματα από την αρχή, στη βάση τους και να ελέγξουμε ποιος παράγει τη δαπάνη στο χώρο του φαρμάκου και ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες, σύμφωνα με τον αντιπρόεδρο του ΕΟΠΥΥ, Τάκη Γεωργακόπουλο. «Μιλάνε όλοι κατά κόρον για καταχρηστική συνταγογράφηση. Τότε είναι άλλο το μερίδιο και το ποσοστό των πραγματικών αναγκών σε σχέση με τις ανάγκες που έχουν διαμορφωθεί από τους οικονομικούς όρους που συνεπάγεται η πληρωμή της δαπάνης του φαρμάκου», σημείωσε ο κος Γεωργακόπουλος.
Εντούτοις, είναι από όλους παραδεκτό ότι το 1,945 δις. δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες και πρέπει να αυξηθεί.
«Πρόθεσή μας είναι να ακολουθήσει τη βαθμιαία ετήσια αύξηση της ετήσιας δημόσιας υγειονομικής δαπάνης. Είχαμε αναφέρει έναν ενδεικτικό αριθμό, ότι το 2022 θα μπορούσε να ανέλθει στα 2,3 δις. Το πρώτο βήμα έγινε με την αύξηση του ορίου δαπανών για τα φάρμακα στα νοσοκομεία κατά 45 εκατ.», ανέφερε ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Υγείας, Γεώργιος Γιαννόπουλος, σημειώνοντας ότι θα πρέπει ωστόσο να γίνει κατανοητό ότι η αύξηση των ορίων της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης δεν στοχεύει μόνο στην ελάφρυνση της φαρμακοβιομηχανίας αλλά και στη μείωση της συμμετοχής των ασθενών.
Αντιμετώπιση των ελλείψεων
Στο θέμα των ελλείψεων φαρμάκων αναφέρθηκε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος του Φαρμακευτικού Συλλόγου Ροδόπης, Αλέξανδρος Τσαπέκος, καλώντας το υπουργείο Υγείας να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία που διαθέτει –όπως η ηλεκτρονική συνταγογράφηση- έτσι ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα. «Δεν μπορούμε καθημερινά, αντί να ασχολούμαστε με τον ασθενή μας, να μιλάμε για τις παρενέργειες και τις αλληλεπιδράσεις των φαρμάκων, να τον συμβουλεύουμε για το τι πρέπει να προσέξει και τι να αποφύγει, να ψάχνουμε τα ελλειπτικά φάρμακα», υπογράμμισε ο κος Τσαπέκος, εκφράζοντας την αγανάκτηση των φαρμακοποιών και την καθημερινή αγωνία που βιώνουν, έτσι ώστε να εξασφαλίσουν τα φάρμακα στους ασθενείς τους.