ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Την άμεση ανάγκη ενημέρωσης σχετικά με τη διαπυητική ιδρωταδενίτιδα, την έγκαιρη διάγνωσή της από δερματολόγο και την αποτελεσματική θεραπεία της δείχνουν τα αποτελέσματα της πρώτης πανελλήνιας έρευνας για τη νόσο.
Τα ευρήματα της έρευνας, η οποία διεξήχθη από τον καθηγητή Δερματολογίας – Αφροδισιολογίας ΕΚΠΑ, Διευθυντή Α΄ Πανεπιστημιακής Κλινικής Δερματικών και Αφροδίσιων Νόσων, Νοσοκομείο «ΑΝ. ΣΥΓΓΡΟΣ» και Πρόεδρο Ελληνικής Δερματολογικής και Αφροδισιολογικής Εταιρείας (ΕΔΑΕ), κύριο Δημήτρη Ρηγόπουλο, παρουσιάστηκαν από τον ίδιο σε συνέντευξη τύπου που πραγματοποιήθηκε στο Μουσείο Ανδρέας Συγγρός.
Η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα είναι μια χρόνια νόσος του δέρματος που χαρακτηρίζεται από φλεγμονώδεις βλάβες στις πτυχές του δέρματος. Αυτές οι φλεγμονώδεις βλάβες περιλαμβάνουν επώδυνα οζίδια και αποστήματα και εντοπίζονται εκεί, όπου βρίσκονται οι αποκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες.
Τα πρώτα συμπτώματα της διαπυητικής ιδρωταδενίτιδας εμφανίζονται σε άτομα ηλικίας από 12 έως 25 ετών, ενώ πάσχοντες είναι οι ενήλικες στις παραγωγικές ηλικίες 25 έως 55 ετών, με συχνότερη εντόπιση της νόσου στη γεννητική χώρα και τους γλουτούς.
Η έρευνα διεξήχθη σε μεγάλο πληθυσμιακό δείγμα ανδρών και γυναικών (1300 άτομα), 35 – 44 ετών, με κατανομή σε όλη την Ελλάδα (το 54% στην Αθήνα), ηλικίας.
«Τόσο στο σύνολο του δείγματος όσο και στους διαγνωσμένους το 65% έπασχαν από μέτρια (προσβολή περισσότερης της μιας περιοχής με 3 έως 5 εξάρσεις το χρόνο, ουλές και μέτρια επίδραση στην ποιότητα ζωής) έως σοβαρή νόσο (έντονα συμπτώματα, εξάρσεις και ουλές και επηρεασμένη ποιότητα ζωής). Μόνο το 30% του δείγματος όμως, ήξερε τη σωστή αιτία της νόσου, ενώ οι υπόλοιποι την απέδιδαν σε άλλες αιτίες, όπως ερεθισμό, ακατάλληλα ρούχα και θυλακίτιδα».
Επιπλέον, αναλόγως τη σοβαρότητα της εμφάνισης της ασθένειας, παρατηρείται αρνητική επίδραση στην ποιότητα ζωής του ασθενούς, αύξηση στις συννοσηρότητες, στη χρήση φαρμάκων και παραφαρμακευτικών, στα χειρουργεία, στις επισκέψεις σε ιατρό και στις νοσηλείες.
Ένα από τα πιο ανησυχητικά ευρήματα της έρευνας, παρατήρησε ο κ. Ρηγόπουλος, είναι ότι το 34% των πασχόντων δεν έχουν επισκεφθεί ιατρό, ακόμα και μετά την πάροδο 2 ετών από την εμφάνιση των συμπτωμάτων, ενώ όσοι αναζητούν λύση επισκέπτονται διαφορετικές ιατρικές ειδικότητες ή πηγαίνουν σε μη ειδικό ιατρό, ενώ η διάγνωση γίνεται στον δερματολόγο
. Τέλος, το 33% των διαγνωσμένων επιλέγουν να μην ακολουθήσουν θεραπεία.
Τα ειδικά ιατρεία
Σήμερα, τέσσερα Ειδικά Ιατρεία Διαπυητικής Ιδρωταδενίτιδας λειτουργούν στην Ελλάδα, 2 στην Αθήνα και 2 στη Θεσσαλονίκη, τα οποία μπορούν οι ασθενείς να επισκεφτούν κατόπιν ραντεβού:
- Α’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο «Α. Συγγρός», Αθήνα (Δευτέρα – Τρίτη – Τετάρτη και Παρασκευή, τηλ. 210 7265153)
- Β’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο «Αττικόν», Αθήνα (Τετάρτη, τηλ. 210 5832396 )
- Α’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Νοσοκομείο Αφροδισίων και Δερματικών Νόσων, Θεσσαλονίκη (Τηλ. 2313 308860-867)
- Β’ Πανεπιστημιακή Δερματολογική Κλινική, Γενικό Νοσοκομείο «Παπαγεωργίου», Παρασκευή, Θεσσαλονίκη (Τηλ. 14741).
«Είναι εξαιρετικά σημαντικό, εκτός από την έγκαιρη διάγνωση και την εφαρμογή σωστής θεραπείας, οι ασθενείς να συμμορφώνονται σε αυτήν και να ακολουθούν τις οδηγίες του γιατρού τους. Προτρέπουμε τους πάσχοντες να απευθύνονται στα Ειδικά Ιατρεία Διαπυητικής Ιδρωταδενίτιδας για άμεση εξέταση».
Με τις διαθέσιμες θεραπείες, η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα μπαίνει σε πλήρη ύφεση στο 60-65% των ασθενών. Ωστόσο, απαιτείται θεραπεία για μεγάλο χρονικό διάστημα, καθώς όταν διακόπτεται η νόσος υποτροπιάζει.
Τι είναι η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα
Πρόκειται για μια χρόνια, υποτροπιάζουσα νόσο του δέρματος που χαρακτηρίζεται από φλεγμονώδεις βλάβες στις πτυχές του, που περιλαμβάνουν επώδυνα οζίδια και αποστήματα, και εντοπίζονται εκεί, όπου βρίσκονται οι αποκρινείς ιδρωτοποιοί αδένες. Η ασθένεια δεν είναι ούτε μολυσματική ούτε μεταδοτική και ονομάζεται επίσης και «ανάστροφη ακμή. Η εμπλοκή του ανοσοποιητικού συστήματος είναι πολύ σημαντική. Οι παθήσεις που έχουν σχετιστεί με τη νόσο είναι η αρθρίτιδα, η Νόσος του Crohn, η κατάθλιψη, η κακοήθεια και η σοβαρή ακμή.
Εμφάνιση & Συμπτώματα
Η νόσος εκδηλώνεται με ένα πλήθος μορφών, οι οποίες μπορεί να διαφέρουν μεταξύ των ασθενών.
Οι ήπιες περιπτώσεις περιλαμβάνουν μικρά εξογκώματα, μαύρα στίγματα ή κύστες, ενώ οι ασθενείς με πιο σοβαρές μορφές μπορεί να έχουν πολλαπλά υποτροπιάζοντα αποστήματα, τα οποία ορισμένες φορές απελευθερώνουν εκκρίσεις με δυσάρεστη οσμή.
Οι δερματικές βλάβες, οι οποίες προκαλούνται από την ιδρωταδενίτιδα μπορεί να είναι ιδιαίτερα δυσάρεστες και επώδυνες, ενώ συχνά επηρεάζουν πολύ την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, στους ενήλικες όμως εμφανίζεται συνήθως κατά τα πρώτα έτη της δεύτερης δεκαετίας της ζωής τους, ενώ τα ποσοστά μειώνονται μετά την ηλικία των 50 έως 55 ετών.
Ο επιπολασμός της ιδρωταδενίτιδας σε παγκόσμιο επίπεδο είναι περίπου 1% του γενικού πληθυσμού.
Πολλές φορές η διάγνωση της νόσου είναι λανθασμένη και επειδή πολλοί πάσχοντες δεν νιώθουν άνετα να μιλήσουν για τα συμπτώματά τους ή να ζητήσουν βοήθεια από τους δερματολόγους τους, ο αριθμός των ασθενών που διαγιγνώσκονται τελικά είναι πολύ μικρότερος από τις εκτιμήσεις αυτές.
Αν και η νόσος δεν εξελίσσεται (δηλαδή αύξηση της σοβαρότητας της κατάστασης με την πάροδο του χρόνου) σε όλα τα περιστατικά, ορισμένοι ασθενείς μπορεί να εμφανίζουν διαρκώς συμπτώματα, τα οποία με τον καιρό θα παρουσιάζουν επιδείνωση, εάν δεν αντιμετωπιστούν κατάλληλα.
Τρία στάδια κατά Hurley
Επειδή η διαπυητική ιδρωταδενίτιδα πολλές φορές διαγιγνώσκεται λανθασμένα ως μόλυνση, η μεγάλη καθυστέρηση στη σωστή διάγνωση δεν είναι κάτι σπάνιο, ειδικά αν η νόσος βρίσκεται σε αρχικό στάδιο. Οι δερματολόγοι συνήθως αξιολογούν την κλινική βαρύτητα των σημείων και των συμπτωμάτων της ιδρωταδενίτιδας βάσει μιας κλίμακας, η οποία ονομάζεται κλίμακα Hurley.
- Στάδιο Ι: Τα φλεγμονώδη οζίδια ξεκινούν ως σκληρά οζίδια, σε μέγεθος μπιζελιού. Επειδή συνήθως είναι ερυθρά, πολλές φορές αξιολογούνται λανθασμένα ως λοίμωξη (π.χ. από σταφυλόκκο), ακμή, θυλακίτιδα, δοθιήνωση (κοινώς “καλόγεροι”), σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα (π.χ. έρπης) κ.α.
- Στάδιο ΙΙ: Οι συχνές υποτροπές αφήνουν ουλές στις οποίες παρεμβάλλεται φυσιολογικό δέρμα.
- Στάδιο ΙΙΙ: Πολλαπλά αποστήματα και ουλές μεταξύ των οποίων δεν έχει απομείνει καθόλου φυσιολογικό δέρμα και μπορεί να συνοδεύεται από δύσοσμες εκκρίσεις.