Η υπερβολική υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης σοβαρής νευρολογικής ασθένειας στο μέλλον, σύμφωνα με ερευνητές από τη Σχολή Δημόσιας Υγείας Bloomberg του Πανεπιστημίου John Hopkins.

Η ανάλυση των δεδομένων που συλλέχθηκαν κατά τη διάρκεια μακροχρόνιας μελέτης, με τη συμμετοχή χιλιάδων εθελοντών, δείχνει ότι εκείνοι που ένιωθαν σε μεγάλο βαθμό υπνηλία ήταν σχεδόν τρεις φορές πιο πιθανό, σε σχέση με όσους δεν αντιμετώπιζαν την κατάσταση, να έχουν εναποθέσεις βήτα αμυλοειδούς πρωτεΐνης στον εγκέφαλό τους, οι οποίες προοιωνίζουν την εκδήλωση νόσου Αλτσχάιμερ χρόνια αργότερα.

Τα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό SLEEP, προστίθενται σε ένα αυξανόμενο αριθμό αποδεικτικών στοιχείων ότι ο κακής ποιότητας ύπνος θα μπορούσε να ευνοήσει την ανάπτυξη αυτής της μορφής άνοιας.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, εάν ο διαταραγμένος ύπνος συμβάλλει στην εμφάνιση της νόσου του Αλτσχάιμερ, τότε μπορεί η αντιμετώπιση των προβλημάτων ύπνου να αποτελεί μία μέθοδο πρόληψης της νόσου.

Επί του παρόντος δεν είναι ξεκάθαρο γιατί η υπνηλία συσχετίζεται με την εναπόθεση της βήτα-αμυλοειδούς πρωτεΐνης. Μια πιθανότητα είναι ότι η ίδια η υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορεί με κάποιο τρόπο να προκαλέσει τη δημιουργία αυτής της πρωτεΐνης στον εγκέφαλο. Με βάση τις προηγούμενες έρευνες, όμως, μια πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι ο διαταραγμένος ύπνος – π.χ. λόγω υπνικής άπνοιας – ή ο ανεπαρκής ύπνος, λόγω άλλων παραγόντων, προκαλεί τη δημιουργία β-αμυλοειδούς πλάκας μέσω ενός μηχανισμού που σήμερα δεν είναι γνωστός.

Οι ερευνητές έχουν από καιρό διαπιστώσει ότι οι διαταραχές του ύπνου είναι συχνές σε ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με νόσο Αλτσχάιμερ. Εντούτοις, αυτή η νέα μελέτη ενισχύει τα στοιχεία που δείχνουν ότι ο κακός ύπνος μπορεί στην πραγματικότητα να συμβάλει στην ανάπτυξη της νόσου. Αυτό υποδηλώνει ότι η ποιότητα του ύπνου θα μπορούσε να είναι ένας παράγοντας κινδύνου που μπορεί να τροποποιηθεί στοχεύοντας στις διαταραχές που επηρεάζουν τον ύπνο, όπως η αποφρακτική υπνική άπνοια και η αϋπνία, καθώς και  σε παράγοντες σε κοινωνικό και ατομικό επίπεδο, όπως η απώλεια ύπνου οφειλόμενη στην εργασία ή στην παρακολούθηση τηλεόρασης.

«Δεν υπάρχει θεραπεία για τη νόσο Αλτσχάιμερ, οπότε πρέπει να κάνουμε ό, τι μπορούμε για να το αποτρέψουμε. Ακόμη και αν αναπτυχθεί θεραπεία, πρέπει να δοθεί έμφαση στις  στρατηγικές πρόληψης. Η προτεραιότητα στον ύπνο μπορεί να είναι ένας τρόπος για να προληφθεί ή να επιβραδυνθεί η κατάσταση», σημείωσε ο επικεφαλής της μελέτης Adam P. Spira, PhD, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Ψυχικής Υγείας.

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Νέα ευρήματα για την πρόληψη της νόσου Αλτσχάιμερ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Πλαστική Χειρουργική: «Καμπανάκι κινδύνου» για την πιο θανατηφόρα επέμβαση

 

ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ: Γιατί κινδυνεύουν να πεθάνουν πρόωρα όσοι κοιμούνται 8-10 ώρες