Κριτική στις δηλώσεις της υπουργού Εργασίας στη Βουλή, με αφορμή τη συζήτηση της διάταξης με την οποία ορίστηκε ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος ως θεσμικός κοινωνικός εταίρος (μαζί με τον ΣΕΒ, την ΕΣΕΕ, την ΓΣΕΒΕΕ και τον ΣΕΤΕ) ασκεί ο ΣΕΒ με σημερινή ανακοίνωση υποστηρίζοντας ότι “παραπέμπουν σε παλαιοκομματικές μεθοδεύσεις και συμπεριφορές, ενώ ταυτόχρονα προδίδουν άγνοια αλλά και περιφρόνηση προς τους θεσμικούς εκπροσώπους της επιχειρηματικότητας και ειδικότερα της Βιομηχανίας της χώρας μας”.

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ το σκεπτικό ότι υπάρχει «κενό εκπροσώπησης της Βιομηχανίας από τον ΣΕΒ» που επιτάσσει το δια νόμου ορισμό του ΣΒΒΕ ως θεσμικού κοινωνικού εταίρου που εκπροσωπεί τη Βιομηχανία, δεν τεκμηριώνεται καθώς οι βιομηχανίες μέλη του ΣΕΒ πραγματοποιούν στο σύνολο της εγχώριας βιομηχανικής δραστηριότητας το 56,5% των πωλήσεων, το 65% της κερδοφορίας, και διαθέτουν το 54% του συνολικού βιομηχανικού ενεργητικού ενώ τα αντίστοιχα μεγέθη για τις βιομηχανίες της Β. Ελλάδας (μέρος των οποίων είναι μέλη του ΣΒΒΕ) είναι 12,2%, 12,5% και 11,5%.

Ο Σύνδεσμος κάνει λόγο για προσπάθεια “να «ξεχειλώσει» ο θεσμικός κοινωνικός διάλογος διότι, ενδεχομένως, όσοι συμμετέχουν σήμερα σε αυτόν δεν συντάσσονται με διάφορες άστοχες πολιτικές και νομοθετικές πρωτοβουλίες” και προτείνει να ανακηρυχθούν κοινωνικοί εταίροι όλοι οι περιφερειακοί βιομηχανικοί σύνδεσμοι”.

Αναφέρει ακόμη πως είναι ανακριβές ότι ο ΣΕΤΕ είναι μέλος του ΣΕΒ και τονίζει πως “οι κοινωνικοί εταίροι δεν πρέπει να αποτελούν δεκανίκι καμίας κυβέρνησης και κανενός κόμματος αλλά οφείλουν να είναι οικονομικά αυτόνομοι, να έχουν ανεξάρτητη, δυνατή φωνή και να υπερασπίζονται τα συμφέροντα των επιχειρήσεων και των εργαζομένων στο πλαίσιο της ελεύθερης και ανοιχτής οικονομίας, που ορίζουν οι ευρωπαϊκές και διεθνείς συνθήκες”.

Σημειώνεται πως σε κοινή επιστολή προς το υπουργείο Εργασίας οι επικεφαλής των ΣΕΒ, ΓΣΒΕΕ, ΕΣΕΕ και ΣΕΤΕ αναφέρουν ότι “η αυθαίρετη, αναγνώριση της ιδιότητας του θεσμικού κοινωνικού εταίρου σε μία περιφερειακή εργοδοτική οργάνωση πολύ φοβούμαστε πως θα αποτελέσει εφαλτήριο για τη διάσπαση, τον κατακερματισμό και -κατά συνέπεια- την αποδυνάμωση του συνδικαλισμού εργοδοτών και εργαζομένων” και αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο δικαστικών προσφυγών. Επίσης αναγγέλουν ότι θα ζητήσουν από τα μέλη τους να επιλέξουν από ποιόν φορέα επιθυμούν να δεσμεύονται ως προς την εκπροσώπησή τους, ούτως ώστε να διαπιστώσει το υπουργείο “το εύρος ,την αντιπροσωπευτικότητα και τη βαρύτητα εκπροσώπησης του κάθε φορέα”.