Ήταν κατά τον μύθο μεταξύ των δώδεκα αρχαίων πόλεων της Αττικής, τις οποίες συνοίκισε ο μυθικός βασιλιάς Κέκροπας. Από εκεί περνούσε η Αχαρνική οδός που ξεκινούσε από την Αθήνα. Στην διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου οι Σπαρτιάτες, όπως λέει ο Θουκυδίδης είχαν στρατοπεδεύσει στην περιοχή και την είχαν οχυρώσει.

Ενώ από εκεί πέρασε και ο πέρσης στρατηγός Μαρδόνιος με τον στρατό του, προκειμένου να εισβάλλει στην Αττική αλλά και από εκεί οπισθοχώρησε μετά την αποτυχία του. Πρόκειται βεβαίως για την Δεκέλεια με την ατυχή σήμερα ονομασία Τατόι, η οποία διαγράφει κατά κάποιο τρόπο την ιστορία της χιλιετιών. Τα τεκμήρια του αρχαίου παρελθόντος όμως, είναι πολλά, παρ’ ότι αποσπασματικά, αφού συστηματική αρχαιολογική έρευνα δεν έχει γίνει, δεδομένης άλλωστε και της τεράστιας έκτασης στην οποία αναφερόμαστε.

1

Αλλά η ανάγκη για την κήρυξη και την οριοθέτηση του αρχαίου δήμου Δεκελείας ως αρχαιολογικού χώρου είναι υπαρκτή και επιτακτική, καθώς αναπτύσσεται και το ευρύ πρόγραμμα ανάδειξης του πρώην βασιλικού κτήματος. Έτσι το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο κλήθηκε να αποφανθεί για τα όρια αυτής της έκτασης, η οποία διοικητικά ανήκει στον δήμο Διονύσου (Δημοτική Ενότητα Κρυονερίου). Ήδη άλλωστε υπάρχει από το 2003 -όταν το κτήμα περιήλθε οριστικά στο Ελληνικό Δημόσιο- πλαίσιο προστασίας της περιοχής με το πρώην βασιλικό κτήμα να είναι χαρακτηρισμένο ως ιστορικός τόπος και τα κτήριά του ως μνημεία. Ταυτόχρονα από το 2007 έχουν καθορισθεί οι ζώνες προστασίας του ορεινού όγκου της Πάρνηθας με τις χρήσεις γης, τους όρους και τους περιορισμούς δόμησης.

Ο ήρωας Δέκελος

Οθωμανικό τσιφλίκι επί Τουρκοκρατίας, η Δεκέλεια πήρε πιθανότατα την σημερινή ονομασία της από έναν αλβανοβλάχο γαιοκτήμονα ονόματι Τατόη. Μετά την Επανάσταση αγοράστηκε από τον Αλέξανδρο Καντακουζηνό, ο οποίος το κληροδότησε στην κόρη του Ελπίδα, που με τον σύζυγό της Σκαρλάτο Σούτσο το πούλησαν, το 1872 στον βασιλιά Γεώργιο Α΄. Λίγα χρόνια αργότερα ο ίδιος απέκτησε και την περιοχή του σημερινού Κρυονερίου, έτσι η έκταση του κτήματος είχε φθάσει μέχρι το 1891 τα 47.000 στρέμματα.

Ο δασονόμος Λουδοβίκος Μούντερ κατά την ανασκαφή του τύμβου του Σοφοκλή στη Δεκέλεια, το 1888
Ο δασονόμος Λουδοβίκος Μούντερ κατά την ανασκαφή του τύμβου του Σοφοκλή στη Δεκέλεια, το 1888

Την ονομασία της η Δεκέλεια την είχε πάρει, σύμφωνα με την παράδοση από τον ήρωα Δέκελο, ο οποίος είχε αποκαλύψει στους Διόσκουρους, ότι ο Θησέας είχε απαγάγει την αδερφή τους την Ελένη και την είχε κρύψει στις γειτονικές Αφίδνες. Πέρα από τον μύθο όμως, στον 6ο π.Χ. αιώνα επί Κλεισθένη, ο δήμος Δεκελείας είχε ενταχθεί στην Ιπποθωντίδα φυλή ενώ στην Ρωμαϊκή εποχή είχε μετονομασθεί σε Αριανίδα.
Ο Θουκυδίδης εξάλλου, εκτός από την αναφορά του για το φρούριο, που κατασκεύασαν οι Σπαρτιάτες την περίοδο του Δεκελεικού πολέμου (413- 404 π.Χ.), σημειώνει και ότι ο δρόμος που περνούσε από την Δεκέλεια ήταν πολύ σημαντικός για τους Αθηναίους γιατί μέσω αυτού γινόταν η μεταφορά σίτου από την Εύβοια στην Αθήνα.
Ανάκτορα και αρχαία

Οι πρώτες αποδείξεις για την αρχαία ιστορία της περιοχής ήρθαν πολύ γρήγορα, από το 1873, όταν άρχισαν οι εκσκαφές για την κατασκευή των ανακτόρων. Τότε ήταν που αποκαλύφθηκαν πολλά επιτύμβια ανάγλυφα, στήλες από ταφικά μνημεία, επιγραφές, όπως και κτηριακά κατάλοιπα, που στο σύνολό τους ταυτίσθηκαν με την θέση της αρχαίας Δεκέλειας. Ένα άρθρο μάλιστα, δημοσιευμένο το 1874 στο περιοδικό Αθήναιον με τίτλο «Τοπογραφικαί πληροφορίαι περί Δεκελείας» από τον Τιμολέοντα Βάσσο, που ήταν υπεύθυνος ενημέρωσης του βασιλιά έδινε την σχετική είδηση.
Περισσότερες πληροφορίες άρχισαν να συγκεντρώνονται στα τέλη του αιώνα. Συγκεκριμένα στο έργο των γερμανών Κούρτιους και Κάουπερτ (αρχαιολόγος ο πρώτος, τοπογράφος και χαρτογράφος ο δεύτερος) με τίτλο «Χάρτες της Αττικής» (1895) αναφέρεται ο εντοπισμός συστάδας κτισμάτων, πιθανώς στην περιοχή των στάβλων του ανακτόρου.

Οχυρώσεις και δρόμοι

Σε απόσταση 600 μέτρων από εκεί, στην κορυφή του λόφου Παλαιόκαστρου όμως, ο γερμανός επίσης, αρχαιολόγος Μιλχόφερ εντόπισε τα κατάλοιπα οχυρού στρατοπέδου με περίβολο, καθώς και άλλα κτίσματα. Λιγότερο από ένα χιλιόμετρο στα νοτιοδυτικά του οχυρού περιγράφει και την αρχή ενός αρχαίου δρόμου, ο οποίος, όπως γίνεται αντιληπτό δεν είναι άλλος από την οδό Δεκελείας, που όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης αποτελούσε μία από τις διακλαδώσεις της Αχαρνικής οδού με κατεύθυνση προς τον αρχαίο δήμο Ανάκαια, δηλαδή την Μαλακάσα, τις Αφίδνες και τον Ωρωπό.

Από μία διακλάδωση της οδού αυτής εξάλλου, ένα μονοπάτι οδηγούσε στο φρούριο του Κατσιμιδίου, το οποίο σύμφωνα με αρκετούς ερευνητές ταυτίζεται με το φρούριο της Δεκέλειας, που είχαν κατασκευάσει οι Σπαρτιάτες το 413 π.Χ. Ένα τμήμα του τείχους, μήκους 165 μέτρων είναι ορατό και σήμερα στην κορυφή του λόφου ενώ εκεί βρίσκεται και πύργος, που ενδεχομένως είχε χρησιμοποιηθεί ως παρατηρητήριο. Τέλος, ο Μιλχόφερ και πάλι αναφέρει, ότι κοντά στον βασιλικό ξενώνα και στον λόφο του Ωρολογίου αποκαλύφθηκαν ίχνη αρχαίων τοίχων.

Αρχαία γένη

Από τα σημαντικότερα ευρήματα όμως της Δεκέλειας είναι το πολύστιχο ψήφισμα της φρατρίας των Δημοτιωνιδών, δηλαδή ομάδας γενών ενωμένων με κοινούς λατρευτικούς δεσμούς. Η επιγραφή είχε βρεθεί το 1883 από τον τότε διευθυντή του κτήματος Λουδοβίκο Μούντερ (ο ίδιος είχε ανακαλύψει και τον τάφο που αποδίδεται στον Σοφοκλή) στην περιοχή μεταξύ του λόφου Παλαιόκαστρο και των στάβλων. Μία επιτύμβια στήλη μάλιστα, που βρέθηκε επίσης στην περιοχή αναφέρεται στην οικογένεια του Νικοδήμου Φανίου Δεκελέως, η οποία περιλαμβάνεται στην Φρατρία των Δημοτιωνιδών. Να σημειωθεί, ότι οι φρατρίες βασίζονταν κυρίως στην κοινή λατρεία σε τοπικά ιερά, έτσι με βάση την συγκεκριμένη επιβεβαιώθηκε η ύπαρξη βωμού του Διός Φρατρίου.

Ο τάφος που αποδίδεται στον Σοφοκλή σήμερα
Ο τάφος που αποδίδεται στον Σοφοκλή σήμερα

Τέλος, μία ακόμη επιτύμβια στήλη του 4ου αιώνα π.Χ. αναφέρει το όνομα ενός Λίσα Τεγεάτη, που πιθανώς να ήταν κάποιος Σπαρτιάτης, που πέθανε κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου.
Όλα τα προαναφερόμενα και επίσης τμήματα γλυπτών και αγγείων, που έρχονται στο φως φυλάσσονταν στην εποχή του Γεωργίου Α΄ σε ένα είδος μικρού μουσείου, που βρισκόταν στον λόφο Ανεμόμυλου (ή Ωρολογίου). «… Ο Πύργος και όσα περιείχε ήταν η διασκέδαση των παιδικών μας χρόνων. Κάτω χαμηλά ήταν μια συλλογή με αγάλματα και άλλα μαρμάρινα κομμάτια, τα οποία αποκαλύφθηκαν στις κατά καιρούς ανασκαφές…», όπως έγραφε στα απομνημονεύματά του ο μικρότερος γιος του Γεωργίου Α΄ και της Όλγας, Χριστόφορος (1888- 1940).

Πριγκιπικές ανασκαφές

Ενάμιση περίπου αιώνα αργότερα με δασκάλα την αρχαιολόγο Θεοφανώ Αρβανιτοπούλου, οι κόρες του βασιλιά Παύλου και της Φρειδερίκης, Σοφία και Ειρήνη πραγματοποιούν έρευνες εκ νέου στον τάφο του Σοφοκλή αλλά και επιφανειακές κυρίως στην περιοχή της Δεκελείας. Όπως αναφέρει η ίδια η Αρβανιτοπούλου, το 1960 από την Δεκέλεια είχαν περισυλλεχθεί από τους βασιλόπαιδες τμήματα αγγείων (σκύφοι, κύλικες, πινάκια, κυάθυα) των κλασικών χρόνων, αλλά και προϊστορικά όστρακα και αρκετοί οψιανοί. Ακόμα σημειώνει τον λεγόμενο Πύργο του Δεκελέως, που σώζεται έως σήμερα, εντός του βασιλικού κτήματος αλλά και κοντά σε αυτόν οκτώ σιρούς και μεγάλα τμήματα πίθων και κεραμίδων στέγης της Βυζαντινής εποχής.

Η Ειρήνη με την δασκάλα της αρχαιολόγο Θεοφανώ Αρβανιτοπούλου
Η Ειρήνη με την δασκάλα της αρχαιολόγο Θεοφανώ Αρβανιτοπούλου

«Το κύριον ημών εύρημα, πλην τοπογραφικών τινών διαπιστώσεων, ήτο η εκ της επιφανείας του εδάφους είς τινα σημεία, ένθα δια της καλλιεργείας είχον αναμοχλευθεί τα χώματα, περισυλλογή αφθόνων οστράκων αγγείων διαφόρων εποχών, από της μυκηναϊκής μέχρι της ρωμαϊκής και της βυζαντινής έτι», όπως έγραφαν εξάλλου η Σοφία και η Ειρήνη στον πρόλογο του μικρού βιβλίου με τίτλο «Όστρακα εκ Δεκελείας» (1959), που συνυπέγραφαν με την Θεοφανώ Αρβανιτοπούλου. Στο βιβλιαράκι αυτό μάλιστα παρουσιάζονται με φωτογραφίες, αποσπασματικά σωζόμενα αγγεία, μεταξύ των οποίων πολλές λήκυθοι, πινάκια, κύλικες κ.ά.

Η έρευνα σήμερα

Στα χριστιανικά και νεότερα χρόνια πάντως, οι πληροφορίες για τη Δεκέλεια είναι λίγες. Στην σύγχρονη εποχή ωστόσο, ακόμη και από καθαρισμούς προκύπτουν αρχαιότητες. Συγκεκριμένα, το 2007 η Εφορεία Αρχαιοτήτων που διενήργησε καθαρισμούς και μικρής έκτασης ανασκαφική έρευνα επιλεκτικά σε θέσεις, που υπήρχαν ορατά αρχαία – τον λόφο Παλαιόκαστρου και τον λόφο Ανεμόμυλου ή Ωρολογίου- αποκαλύφθηκε πλήθος γλυπτών θραυσμάτων, επιγραφών και κεραμικής.

Στις ίδιες θέσεις, όπως και στην περιοχή ανάμεσα στους στάβλους και το Λόφο Παλαιόκαστρου επανήλθε η Εφορεία, το 2013 και το 2017 με αυτοψία και τοπογραφική αποτύπωση στα ορατά κατάλοιπα. Ενώ, μερικά χρόνια νωρίτερα, το 2012 στο πλαίσιο του έργου «Υπογειοποίηση αγωγού κατά μήκος της διαδρομής προς την Λίμνη Κιθάρα» εντοπίσθηκαν μαρμάρινες πλάκες, όπως και τμήματα κεραμίδων. (Να σημειωθεί ότι στην πηγή Κιθάρα βρίσκεται δεξαμενή στην οποία απολήγει το Αδριάνειο Υδραγωγείο.)
Σε κάθε περίπτωση έτσι, ο αποτελεσματικότερος έλεγχος και η προστασία των αρχαιοτήτων της περιοχής είναι επιβεβλημένα.

Διαβάστε επίσης:

Τατόι: Υπασπιστήριο με ιστορία και χοιροστάσιο που γίνεται πωλητήριο

Τατόι: Υπασπιστήριο με ιστορία και χοιροστάσιο που γίνεται πωλητήριο

Υπεγράφη η σύμβαση για την αποκατάσταση κτηρίων εστίασης και φιλοξενίας στο Τατόι