ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Αυξητικές τάσεις συνεχίζει να παρουσιάζουν τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη της χώρας μας, τα οποία τον πρώτο μήνα του 2025 διαμορφώνονταν στα 110,6 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 3,6 δισ. ευρώ σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2024.
Σημειώνεται ότι ποσοστό 23,8% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, που αντιστοιχεί σε 26,3 δισ. ευρώ, αφορά σε οφειλές που χαρακτηρίζονται ως ανεπίδεκτες είσπραξης.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους, η αύξηση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου υπολογίζεται από:
α) τις νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους 8,6 δισ. ευρώ συν
β) τις ληξιπρόθεσμες οφειλές κατά την 1/2/2024 που βεβαιώθηκαν μεταγενέστερα ύψους 2,2 δισ. ευρώ,
μείον
γ) τις εισπράξεις και διαγραφές, οι οποίες αγγίζουν συνολικά τα 7,2 δισ. ευρώ.
Εξετάζοντας την ποιοτική διάρθρωση του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου διαπιστώνουμε ότι το 60,6% αυτού, που αντιστοιχεί σε 51,1 δισ. ευρώ, πηγάζει από φορολογικές οφειλές. Το υπόλοιπο των πραγματικών ληξιπρόθεσμων οφειλών προέρχεται από άλλες κατηγορίες οφειλής, οι οποίες παρουσιάζουν χαμηλό ποσοστό είσπραξης.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΑΑΔΕ, σε αυτές περιλαμβάνονται τα πρόστιμα (φορολογικά και μη φορολογικά) τα οποία αποτελούν το 29% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, καθώς αγγίζουν τα 24,4 δισ. ευρώ και οι μη φορολογικές οφειλές (δάνεια, δικαστικά έξοδα, καταλογισμοί κτλ.), οι οποίες αποτελούν το 10,4% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 8,8 δισ. ευρώ.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι 8,7 δισ. ευρώ από τις φορολογικές οφειλές πηγάζουν από αφερέγγυους οφειλέτες και 14,6 δισ. ευρώ αφορούν σε οφειλές με λήξη δόσεων πέραν της τελευταίας δεκαετίας, απομένουν 27,7 δισ. ευρώ οφειλών από τις οποίες, σύμφωνα με στοιχεία της ΑΑΔΕ, πηγάζει άνω του 90% των εισπράξεων.
Το κενό είσπραξης οφειλών
Με άλλα λόγια το σύνολο σχεδόν των εισπράξεων προέρχεται από μόλις το 32,8% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου. Ένα ιδιαιτέρως ενδιαφέρον θέμα που σχετίζεται με τις εισπράξεις είναι αυτό του Κενού Είσπραξης Οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση. Το Κενό Είσπραξης μετρά τη διαφορά ανάμεσα στη φορολογική επιβάρυνση που επιβάλλεται στους φορολογούμενους και το βάρος που τελικά εκείνοι αναλαμβάνουν. Ειδικότερα, η μέση φορολογική επιβάρυνση υπολογίζεται από το σύνολο του απαιτητού ποσού από τη Φορολογική Διοίκηση εντός του έτους προς το ΑΕΠ, το οποίο χρησιμοποιείται ως μια μακροοικονομική προσέγγιση της φορολογικής βάσης. Υπό ευρεία έννοια ο λόγος αυτός προσεγγίζει ένα «μέσο φορολογικό συντελεστή».
Το απαιτητό ποσό υπολογίζεται σε ταμειακή βάση και περιλαμβάνει το σύνολο των λήξεων δόσεων εντός του έτους, ανεξάρτητα από τον χρόνο βεβαίωσης των οφειλών, δηλαδή περιλαμβάνει και οφειλές που βεβαιώθηκαν τα προηγούμενα έτη αλλά έχουν λήξεις δόσεων εντός του έτους αναφοράς (έχοντας αφαιρέσει τις οφειλές που έχουν διαγραφεί). Αντίστοιχα, το φορολογικό βάρος που επωμίζονται οι φορολογούμενοι υπολογίζεται από το σύνολο των εισπράξεων της Φορολογικής Διοίκησης εντός του έτους προς το ΑΕΠ, εκτιμώντας με τον τρόπο αυτό έναν, υπό ευρεία έννοια, “αποτελεσματικό φορολογικό συντελεστή”. Στις συνολικές εισπράξεις περιλαμβάνονται και αυτές που προέρχονται από το απόθεμα του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου στην αρχή του έτους αναφοράς, καθώς, αν και δεν αφορούν το καθαρό απαιτητό ποσό εντός του εν λόγω έτους, υποκαθιστούν εισπράξεις έναντι αυτού, αφού οι φορολογούμενοι επιλέγουν να ανταποκριθούν σε παλαιότερες υποχρεώσεις σε βάρος των τρεχουσών.
Η είσπραξη εσόδων τα τελευταία 24 χρόνια
Στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής προχώρησε σε ενδελεχή ανάλυση της είσπραξης των φορολογικών εσόδων τα τελευταία 24 χρόνια.
• Την περίοδο 2001-2008 καταγράφηκαν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης που οδήγησαν σε αύξηση των εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης κατά 65,9%. Ωστόσο, η αύξηση των εσόδων φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της αύξησης του «μέσου φορολογικού συντελεστή» (κατά 4,8%), καθώς ο δείκτης είσπραξης των εσόδων της Φορολογικής Διοίκησης μειώθηκε κατά 2%.
• Την περίοδο 2008-2016 το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 26,8% στο πλαίσιο της βαθιάς οικονομικής κρίσης. Ο «μέσος φορολογικός συντελεστής» αυξήθηκε κατά 42,4%, αγγίζοντας το 2014 το υψηλότερό του σημείο (31,9%). Παράλληλα, το ίδιο έτος ο “αποτελεσματικός φορολογικός συντελεστής᾿᾿ διαμορφώνεται στο 24,7%, με αποτέλεσμα να καταγράφεται το υψηλότερο Κενό Είσπραξης, ύψους 7,2%, αντανακλώντας τη συρρίκνωση της φοροδοτικής ικανότητας των φορολογουμένων.
• Την περίοδο 2016-2019 παρατηρείται ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας με τα έσοδα της Φορολογικής Διοίκησης να αυξάνονται κατά περίπου 8%. Παράλληλα, ο δείκτης είσπραξης σημείωσε αύξηση κατά 13,5%, παρά τη μείωση του «μέσου φορολογικού συντελεστή» κατά 10%, αναδεικνύοντας την βελτίωση της αποτελεσματικότητας της Φορολογικής Διοίκησης. Ενδεικτικό είναι ότι το Κενό Είσπραξης διαμορφώθηκε το 2019 στο 1,2%.
• Την περίοδο 2019-2020, η οποία χαρακτηρίζεται από τις επιπτώσεις της κρίσης του COVID-19 στην οικονομία, ο «μέσος φορολογικός συντελεστής» μειώθηκε κατά 12,2% και οι εισπράξεις μειώθηκαν κατά 21,7%, με αποτέλεσμα το Κενό Είσπραξης να αγγίξει το 2020 το 1,6%.
• Την περίοδο 2020-2024, με την σταδιακή αποκατάσταση της οικονομικής δραστηριότητας, ο «μέσος φορολογικός συντελεστής» αυξάνεται κατά 11,8% και τα έσοδα προς τη Φορολογική Διοίκηση αυξάνονται κατά 64%. Η αύξηση τόσο του “μέσου”, όσο και του “αποτελεσματικού φορολογικού συντελεστή᾿᾿ (κατά 15,7%), σε συνδυασμό με την ενίσχυση της εισπρακτικής απόδοσης της Φορολογικής Διοίκησης κατά 3,5%, οδήγησε σε μείωση του Κενού Είσπραξης το οποίο διαμορφώθηκε το 2024 στο 0,8%, αγγίζοντας το χαμηλότερο ποσοστό του σε όλη την υπό εξέταση περίοδο.
Η εξέλιξη του Κενού Είσπραξης είναι καθοριστικός παράγοντας για την πορεία του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου, όπως αυτό συσσωρεύεται με την πάροδο των ετών μέχρι να αγγίξει τα 106,3 δισ ευρώ το 2024
Χαρακτηριστικό είναι ότι μετά το 2015 το Κενό Είσπραξης παρουσιάζει μείωση (με εξαίρεση το 2020 που αυξήθηκε λόγω των οικονομικών επιπτώσεων της κρίσης του COVID-19), ενώ το ίδιο χρονικό διάστημα ο ρυθμός αύξησης του συνολικού ληξιπρόθεσμου σταδιακά μειώνεται.
Το 2024 μάλιστα, που το Κενό Είσπραξης αγγίζει το χαμηλότερό του σημείο (0,8%), παρατηρείται μείωση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε ετήσια βάση κατά 7%.
Αναλύοντας τις επιμέρους κατηγορίες από τις οποίες προέρχεται το Κενό Είσπραξης διαπιστώνεται ότι σε όλα τα έτη το μεγαλύτερο μέρος του Κενού Είσπραξης πηγάζει από τις μη φορολογικές οφειλές και τα πρόστιμα (57,3% κατά μέσο όρο). Ακολουθούν οι έμμεσοι φόροι με μέσο ποσοστό συμμετοχής 24,3%, ενώ την μικρότερη συμμετοχή στη διαμόρφωση του Κενού Είσπραξης έχουν οι άμεσοι φόροι (18,4%).
Ποιοι χρωστάνε στην εφορία
Αναφορικά με τον συνολικό αριθμό των οφειλετών, στο τέλος Ιανουαρίου του 2025 παρατηρείται μείωση κατά 90.256 πρόσωπα (φυσικά και νομικά) σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2024 με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στους 3.841.369 οφειλέτες. Αναλυτικότερα, η εν λόγω μείωση προέρχεται από τις χαμηλότερες κατηγορίες οφειλής (μέχρι 500 ευρώ), με τον αριθμό των οφειλετών να μειώνεται κατά 116.474 πρόσωπα. Αντιθέτως, αύξηση του αριθμού των οφειλετών καταγράφεται σε υψηλότερες οφειλές, με την μεγαλύτερη να εντοπίζεται στην κατηγορία μεταξύ 10.000 και 100.000 ευρώ (κατά 20.661 πρόσωπα).
Η μείωση του αριθμού των οφειλετών στο εύρος οφειλής μέχρι 500 ευρώ συνοδεύεται από μείωση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου σε ετήσια βάση κατά 17,2 εκατ. ευρώ συνολικά. Ωστόσο, το συνολικό ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο αυξάνεται στις υψηλότερες κατηγορίες οφειλής, με τη μεγαλύτερη αύξηση να εντοπίζεται σε οφειλές άνω του 1 εκατ. ευρώ (κατά 2 δισ. ευρώ). Για μεγαλύτερη ακρίβεια σημειώνεται ότι η μείωση του αριθμού των οφειλετών παρατηρείται και στο εύρος οφειλής από 500 μέχρι 2.000 ευρώ κατά 11.578 πρόσωπα.
Μειώθηκαν όσοι χρωστάνε έως 500 ευρώ
Αναλυτικότερα σημειώνεται ότι μείωση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου πηγάζει από το εύρος οφειλής μεταξύ 10 και 500 ευρώ, καθώς οι οφειλές κάτω των 10 ευρώ σημειώνουν μικρή αύξηση κατά 6.007 ευρώ. Μείωση επίσης παρατηρείται και στις οφειλές από 500 έως 2.000 ευρώ κατά 7,8 εκατ. ευρώ.
Εξετάζοντας την κατανομή των οφειλετών και του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου διαπιστώνεται ότι το σύνολο σχεδόν των οφειλών (96,4%) πηγάζει από την κατηγορία άνω των 10.000 ευρώ. Ειδικότερα, στο εύρος οφειλής άνω του 1 εκατ. ευρώ συγκεντρώνεται το 76,2% του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου και μόλις το 0,3% των οφειλετών. Αντιθέτως, το 90% των οφειλετών συγκεντρώνεται στις οφειλές έως 10.000 ευρώ με το συνολικό τους ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο να αγγίζει το 3,6% των συνολικών οφειλών.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί η διαφορετική συμμετοχή φυσικών και νομικών προσώπων στη διαμόρφωση του συνολικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου. Συγκεκριμένα οι οφειλές των φυσικών προσώπων αποτελούν το 38,5% του συνόλου, αγγίζοντας τα 42,5 δισ. ευρώ, ενώ οι οφειλές των νομικών προσώπων διαμορφώνονται στα 68 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 61,5% του συνόλου.
Φυσικά πρόσωπα όσοι χρωστάνε έως 10.000 ευρώ
Αναλύοντας τα στοιχεία οφειλών των φυσικών και νομικών προσώπων ανά εύρος οφειλής διαπιστώνεται ότι στις χαμηλές κατηγορίες οφειλών το σύνολο σχεδόν του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου προέρχεται από τα φυσικά πρόσωπα. Ενδεικτικό είναι ότι το 97,9% των οφειλών κάτω των 50 ευρώ και το 87,9% των οφειλών κάτω των 10.000 ευρώ πηγάζει από τα φυσικά πρόσωπα. Αντίστοιχα, το πλήθος των φυσικών προσώπων που οφείλουν λιγότερα από 50 ευρώ αντιστοιχεί στο 95,3% των οφειλετών αυτής της κατηγορίας οφειλής, ενώ για οφειλές μικρότερες των 10.000 ευρώ το πλήθος των φυσικών προσώπων διαμορφώθηκε στο τέλος του Ιανουαρίου του 2025 στα 3.049.150 άτομα, αποτελώντας το 88,2% του συνόλου για το συγκεκριμένο εύρος οφειλής. Αντιθέτως, όσο αυξάνεται το ύψος των οφειλών ενισχύεται και ο ρόλος των νομικών προσώπων στη διαμόρφωση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου. Ειδικότερα, στην κατηγορία ληξιπρόθεσμου υπολοίπου άνω του 1 εκατ. ευρώ τα νομικά πρόσωπα συμμετέχουν στις οφειλές κατά 69,5%, με το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπό τους να αγγίζει στο τέλος του Ιανουαρίου του 2025 τα 58,6 δισ. ευρώ. Αντίστοιχα, το πλήθος των νομικών προσώπων που οφείλουν πάνω από 1 εκατ. ευρώ διαμορφώθηκε στα 6.060, αποτελώντας το 61,6% του πλήθους των οφειλετών σε αυτό το εύρος οφειλής.
Σε ρύθμιση μόλις 4 στα 100 ευρώ χρέους
Αναφορικά με τη ρύθμιση των οφειλών, σημειώνεται ότι μόλις το 4,4% του πραγματικού ληξιπρόθεσμου υπολοίπου βρίσκεται σε ρύθμιση, ποσοστό που αντιστοιχεί σε 3,7 δισ. ευρώ. Το υψηλότερο ποσοστό των συνολικών ρυθμισμένων οφειλών (17,2%) εντοπίζεται στο εύρος 500 με 10.000 ευρώ, ενώ εντός αυτού του εύρους το ποσοστό των ρυθμισμένων οφειλών αγγίζει το 19,3% για ποσά από 2.000 έως 3.000 ευρώ.
Ωστόσο, τα ποσοστά διαφέρουν μεταξύ φυσικών και νομικών προσώπων.
Συγκεκριμένα, το υψηλότερο ποσοστό ρυθμισμένων οφειλών φυσικών προσώπων εντοπίζεται μεταξύ 500 και 10.000 ευρώ (17,2%) και αγγίζει το 19,7% για ποσά από 2.000 έως 3.000 ευρώ. Αντίθετα, τα νομικά πρόσωπα ρυθμίζουν σε υψηλότερο ποσοστό (23,4%) οφειλές που ανήκουν στο εύρος από 10.000 έως 100.000 ευρώ, ενώ το ποσοστό αυτό φτάνει στο 26,8% στην κατηγορία 10.000 με 20.000 ευρώ.
Χαμηλά ποσοστά ρύθμισης οφειλών διαπιστώνονται τόσο σε χαμηλά ποσά οφειλής (ιδιαίτερα κάτω των 500 ευρώ), όσο και σε υψηλά ποσά οφειλής (άνω των 20.000 ευρώ για φυσικά πρόσωπα και άνω των 150.000 ευρώ για νομικά πρόσωπα).
Διαβάστε επίσης
Μάρκο Ρούμπιο: Ανήσυχη η Ουάσιγκτον για την «αστάθεια» στην Τουρκία
Blend Development: Αυτό είναι το νέο ξενοδοχείο του Καλλιτσάντση στο Κουκάκι
ΜΑΚΒΕΛ: Πού ποντάρει για ενίσχυση του brand η ιστορική βιομηχανία από το Κιλκίς
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
