Στην αναβάθμιση της Ελλάδας κατά μια μονάδα, στο Baa3 από Ba1, τοποθετώντας την έτσι σε επενδυτική βαθμίδα, προχώρησε το βράδυ της Παρασκευής ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, θέτοντας επίσης τις προοπτικές σε σταθερές από θετικές.

Η Moody’s ήταν μέχρι σήμερα ο μόνος από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης που δεν είχε δώσει στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα. Ωστόσο, τον προηγούμενο Σεπτέμβριο είχε αναβαθμίσει σε θετικές τις προοπτικές, δίνοντας σήμα για την σημερινή αναβάθμιση.

1

Όπως ανέφερε νωρίτερα το Bloomberg, η αναβάθμιση από τη Moody’s σε επενδυτική βαθμίδα αποτελεί μια κίνηση με μεγάλο συμβολισμό, καθώς «κόβει οποιονδήποτε εναπομείναντα δεσμό με το χάος του χρέους, των διαδοχικών προγραμμάτων διάσωσης και της οικονομικής αναταραχής που ταλαιπώρησε την Ελλάδα για περισσότερο από μία δεκαετία».

Στην ανακοίνωσή της η Moody’s αναφέρει: 

«Ο οίκος αξιολόγησης Moody’s Ratings (Moody’s) αναβάθμισε σήμερα τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις της κυβέρνησης της Ελλάδας σε τοπικό νόμισμα (LC) και σε ξένο νόμισμα (FC) σε Baa3 από Ba1. Αναβαθμίσαμε επίσης τις αξιολογήσεις LC senior unsecured σε Baa3 από Ba1, και τις αξιολογήσεις FC senior unsecured shelf και senior unsecured MTN programme σε (P)Baa3 από (P)Ba1. Η άλλη βραχυπρόθεσμη αξιολόγηση της FC αναβαθμίστηκε σε (P)P-3 από (P)NP. Οι προοπτικές έχουν αλλάξει σε σταθερές από θετικές.

Η αναβάθμιση αντανακλά την άποψή μας ότι το δημόσιο πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας έχει πλέον μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε ενδεχόμενα μελλοντικά σοκ. Τα δημόσια οικονομικά έχουν βελτιωθεί ταχύτερα από ό,τι περιμέναμε. Με βάση τη στάση πολιτικής της κυβέρνησης, τις θεσμικές βελτιώσεις που αποδίδουν καρπούς και το σταθερό πολιτικό περιβάλλον, αναμένουμε ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να εμφανίζει σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα μειώνουν σταθερά το υψηλό βάρος του χρέους της. Επιπλέον, η υγεία του τραπεζικού τομέα συνεχίζει να βελτιώνεται, γεγονός που περιορίζει τον κίνδυνο ενός πιστωτικού γεγονότος που σχετίζεται με τον τραπεζικό τομέα και θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στο πιστωτικό προφίλ του κράτους.

Οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν μια ισορροπία μεταξύ του γεγονότος ότι ορισμένες από τις κύριες πιστωτικές προκλήσεις της Ελλάδας θα βελτιωθούν αργά και των θετικών προοπτικών που σχετίζονται με τη σταθερότητα των θεσμών και τη στάση πολιτικής που προαναφέρθηκε. Όσον αφορά τις προκλήσεις, η ολοκλήρωση των θεσμικών και οικονομικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη θα πάρει χρόνο. Αν και το χρέος προς το ΑΕΠ μειώθηκε γρήγορα τα τελευταία χρόνια, θα παραμείνει ένα από τα υψηλότερα στο σύμπαν των αξιολογήσεών μας. Τούτου λεχθέντος, οι ελληνικές αρχές χρησιμοποιούν τη θετική δυναμική που δημιουργήθηκε από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) για να εφαρμόσουν σθεναρά πολιτικές που υποστηρίζουν την πιστοληπτική ικανότητα.

Αυξήσαμε επίσης τα ανώτατα όρια των χωρών σε τοπικό νόμισμα και ξένο νόμισμα σε Αα3 από Α1. Για τις χώρες της ζώνης του ευρώ είναι χαρακτηριστική η διαφορά έξι βαθμίδων μεταξύ του ανώτατου ορίου σε τοπικό νόμισμα και της αξιολόγησης του εκδότη σε τοπικό νόμισμα, καθώς και η διαφορά μηδέν βαθμίδων μεταξύ του ανώτατου ορίου σε τοπικό νόμισμα και του ανώτατου ορίου σε ξένο νόμισμα, γεγονός που αντανακλά τα οφέλη από το ισχυρό κοινό θεσμικό, νομικό και κανονιστικό πλαίσιο της ζώνης του ευρώ, καθώς και από τη στήριξη της ρευστότητας και άλλους μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων. Αντανακλά επίσης την άποψή μας για τον ελάχιστο κίνδυνο εξόδου από τη ζώνη του ευρώ.»

Σύμφωνα με τη Moody’s, παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε νέα αναβάθμιση  θα μπορούσαν να προκύψουν «εάν βλέπαμε να αυξάνεται η πιθανότητα ότι το μεσοπρόθεσμο δυναμικό ανάπτυξης αυξάνεται πάνω από τις τρέχουσες προσδοκίες μας. Αν και οι βελτιώσεις σε τομείς όπως η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του δικαστικού συστήματος ή η διαφοροποίηση της οικονομίας θα απαιτούσαν χρόνο, τα σημάδια επιτάχυνσης της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων θα ήταν πιστωτικά θετικά. Μειώσεις στο βάρος του χρέους της Ελλάδας που υπερβαίνουν σημαντικά τις τρέχουσες προσδοκίες μας θα ήταν επίσης πιστωτικά θετικές».

Αντίθετα, πτωτικές πιέσεις στις αξιολογήσεις της Ελλάδας «θα μπορούσαν να προκύψουν εάν η πορεία πολιτικής που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια ανατραπεί ή εάν υπήρχαν ενδείξεις ότι οι μεταρρυθμίσεις του παρελθόντος δεν αποδίδουν τα αναπτυξιακά και δημοσιονομικά οφέλη που αναμένουμε σήμερα. Ειδικότερα, ενδείξεις διαρκούς, σημαντικής επιδείνωσης της δημοσιονομικής θέσης της κυβέρνησης, ενδεχομένως σε συνδυασμό με απότομη επιδείνωση της κατάστασης του τραπεζικού τομέα, θα προκαλούσαν αρνητική δράση αξιολόγησης, όπως και η υποχώρηση των διαρθρωτικών μακροοικονομικών ή δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων. Μια αξιοσημείωτη επιδείνωση των γεωπολιτικών κινδύνων στην Ευρώπη, η οποία θα αποφέρει απτές ενδείξεις εξασθένησης της υποστήριξης από βασικούς συμμάχους, ιδίως τις Ηνωμένες Πολιτείες (Government of United States of America, Aaa negative), θα ήταν επίσης αρνητική για την πιστοληπτική ικανότητα, ελλείψει ισχυρών μέτρων μετριασμού σε εθνικό ή/και ευρωπαϊκό επίπεδο».

Μεταξύ άλλων, στην έκθεσή της η Moody’s αναφέρει πως «προσβλέποντας στο μέλλον, η Ελλάδα αναμένεται να συνεχίσει να έχει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα και αναμένουμε ότι αυτά θα παραμείνουν στο 2 έως 2,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω ενός συνδυασμού συγκράτησης των δαπανών και σταθερής παραγωγής εσόδων. Η τρέχουσα κατάσταση αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου στην Ευρώπη έχει μικρότερο αντίκτυπο στην Ελλάδα από ό,τι σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης. Η Ελλάδα έχει επιτύχει ή υπερβεί τον στόχο του ΝΑΤΟ για αμυντικές δαπάνες 2% του ΑΕΠ εδώ και πολλά χρόνια και η χώρα δεν έχει συσσωρευμένη υποεπένδυση στην άμυνα με τον ίδιο τρόπο που βλέπουμε σε άλλες χώρες της ΕΕ.

Συνολικά, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας έχει μειωθεί κατά περίπου 50 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του το 2020, και έχει μειωθεί κατά περίπου 27 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τα προ-Κοβιδικής περιόδου επίπεδα. Εκτιμούμε ότι στο τέλος του 2024 βρισκόταν στο 156,1% του ΑΕΠ και προβλέπουμε ότι θα μειωθεί στο 148,3% και στο 140,6% το 2025 και το 2026 αντίστοιχα. Η διάρθρωση του χρέους της χώρας παραμένει ευνοϊκή, με μέση διάρκεια μέχρι τη λήξη 18,8 έτη, με το σύνολο του χρέους να είναι σταθερού επιτοκίου. Στο τέλος του 2024, η Ελλάδα προπλήρωσε 7,9 δισ. ευρώ του χρέους της από την εποχή της κρίσης (στο πλαίσιο της ελληνικής δανειακής διευκόλυνσης, GLF). Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε στα τέλη του 2024 ότι η χώρα σχεδιάζει να προβεί σε πρόωρη αποπληρωμή χρέους GLF ύψους 5 δισ. ευρώ και πάλι το 2025. Με την πρόωρη αποπληρωμή του 2024, η Ελλάδα θα έχει αποπληρώσει περίπου το 61% των ανεξόφλητων δανείων στο πλαίσιο του GLF και τα επόμενα χρόνια στοχεύει στην πρόωρη αποπληρωμή του χρέους που λήγει το 2033-41»

Η Moody’s κάνει επίσης ειδική αναφορά στο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας λέγοντας πως:

«Η ποιότητα του ενεργητικού συνέχισε να βελτιώνεται και θα συγκλίνει με τα επίπεδα της ΕΕ, αν και τα επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) παραμένουν από τα υψηλότερα στην ΕΕ. Το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων προήλθε από πωλήσεις χαρτοφυλακίων και τιτλοποιήσεις, μειώνοντας τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων σε περίπου 2,9% τον Δεκέμβριο του 2024, σε σύγκριση με τον μέσο όρο περίπου 2% για τις τράπεζες της ΕΕ. Η κυβέρνηση έχει επεκτείνει το Ελληνικό Σύστημα Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (γνωστό ως «Ηρακλής»), το οποίο αποτέλεσε βασική πηγή μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω τιτλοποιήσεων (τα senior notes φέρουν κρατική εγγύηση). Η επέκταση του (γνωστή και ως Ηρακλής III) θα προωθήσει περαιτέρω τιτλοποιήσεις, κυρίως για τη μικρότερη τράπεζα του συστήματος Attica Bank (Β1 θετική, β2) και μικρότερα υπόλοιπα για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.

Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι επειδή η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων προήλθε μέσω της μεταβίβασης στοιχείων ενεργητικού υπό πίεση, αυτά παραμένουν στην οικονομία στα χέρια των πιστωτικών φορέων, ακόμη και αν βρίσκονται εκτός τραπεζικού τομέα. Η παραμονή αυτών των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς και πηγή ενδεχόμενων υποχρεώσεων για την κυβέρνηση λόγω της κρατικής εγγύησης για τα senior notes, αν και δεν έχει ενεργοποιηθεί καμία εγγύηση τα τελευταία πέντε χρόνια.

Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας βελτιώνονται επίσης λόγω της ισχυρής οργανικής δημιουργίας κεφαλαίων, παρά τις πληρωμές μερίσματος το 2024-25. Επιπλέον, η ποιότητα των κεφαλαίων βελτιώνεται λόγω της ισχυρής κερδοφορίας και της περαιτέρω (και επιταχυνόμενης) απόσβεσης των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC). Αναμένουμε ότι τα κέρδη θα παραμείνουν εύρωστα, παρά τις κάποιες πιέσεις στα περιθώρια κέρδους το 2025-26 λόγω της ανατιμολόγησης των δανείων σε χαμηλότερα επίπεδα λόγω της μείωσης των επιτοκίων. Τα κέρδη θα υποστηριχθούν από την αύξηση των πιστώσεων σε μεσαίο έως υψηλό μονοψήφιο ποσοστό και τον περαιτέρω εξορθολογισμό της βάσης κόστους των τραπεζών και της αποτελεσματικότητας μέσω πρωτοβουλιών ψηφιοποίησης και περισσότερων περικοπών προσωπικού»

Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση της Moody’s