ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Ο φόβος για ενδυνάμωση του πολιτικού ρίσκου, μοιραία, «εισβάλλει» στο ελληνικό οικονομικό story καθώς κλιμακώνεται η κοινωνική πίεση που εκδηλώνεται με τις κινητοποιήσεις των πολιτών για τα Τέμπη και η αμηχανία που αυτή προκαλεί στην κυβέρνηση η οποία βρίσκεται αντιμέτωπη, πολιτικά, εκτός απροόπτου με μια lose – lose κατάσταση.
Το βασικό σενάριο μέχρι στιγμής παραμένει πως η κατάσταση, πολιτικά, είναι ελεγχόμενη με καθαρό πολιτικό ορίζοντα δύο ετών μέχρι τη λήξη της τρέχουσας θητείας της κυβέρνησης το 2027, ακόμη και εάν – δημοσκοπικά – η ΝΔ προηγείται μεν με διαφορά αλλά όχι με ποσοστά που θα εξασφάλιζαν αυτοδυναμία ενώ μετρά και πρόσθετες απώλειες.
Ωστόσο εν αναμονή ενός δύσκολου Φλεβάρη, με μεγάλο ορόσημο την επέτειο από το τραγικό δυστύχημα, τις εκδηλώσεις στα τέλη του μήνα και χωρίς ακόμη να έχουν ξεδιαλύνει με ασφαλή συμπεράσματα πολλές πτυχές των αιτίων του τραγικού αυτού δυστυχήματος, ο προβληματισμός στελεχών εντείνεται για το εάν θα ενισχυθεί ο προβληματισμός για την αύξηση του πολιτικού ρίσκου στις αποτιμήσεις των ξένων για τη μεσοπρόθεσμη πορεία της οικονομίας υπό το βάρος της κοινωνικής πίεσης.
Η Ελλάδα είναι και αντιμετωπίζεται από τους ξένους ως ένα οικονομικό best practice, χωρίς φυσικά να λείπουν οι προκλήσεις, και σίγουρα δεν είναι αυτή το βασικό πρόβλημα αυτή τη στιγμή σε μια Ευρώπη που φλέγεται, εν αναμονή δύσκολων εκλογών στη Γερμανία, με τη Γαλλία να παραπαίει, και τον Τραμπ να επιφέρει το ένα κτύπημα μετά το άλλο στην ΕΕ.
Ωστόσο, το ελληνικό οικονομικό αφήγημα συνδέεται, άρρηκτα, και με τον παράγοντα πολιτική σταθερότητα. Ένας από τα χαρακτηριστικά της χώρας το οποίο οι ξένοι επικροτούν είναι πως η κυβέρνηση είναι σταθερή, έχει δεσμευτεί σε ένα καθαρό μονοπάτι πολιτικής, στα δημόσια οικονομικά και στην αξιοποίηση πολύτιμων αναπτυξιακών πόρων ενώ έχει πείσει πως δεν πρόκειται να διακινδυνεύσει ένα δημοσιονομικό ολίσθημα και πως έστω με ελλείψεις θα συνεχίσει να μεταρρυθμίζει καίριους τομείς, καθώς το μεγάλο ερώτημα για τους ξένους παραμένει η μεσοπρόθεσμη, δυνητική ανάπτυξη.
Δεν είναι τυχαίο πως το ΔΝΤ που βλέπει για φέτος ανάπτυξη άνω του 2%, σε λίγα χρόνια την προσγειώνει στο 1,25%.
Ούτε και οι επισημάνσεις του Ντέκλαν Κοστέλο, που ως μέλος της τρόικα ξέρει από την καλή και από την ανάποδη τα προβλήματα και τις αγκυλώσεις της ελληνικής οικονομίας.
Ο ίδιος όμως δεν δίστασε να στείλει το μήνυμα πως πάτε καλά αλλά μπορείτε και καλύτερα γιατί απλά η χώρα θα μπορούσε να αναπτύσσεται με πολλαπλάσιο του σημερινού ρυθμό, 3%, 4%, 5% ή και 6%, εάν είχαν ήδη γίνει κάποια σημαντικά βήματα.
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και με τον Τραμπ όχι προ αλλά πια εντός των πυλών σε μια κατακερματισμένη Ευρώπη από πλευράς αντικρουόμενων ατζεντών, σενάρια που ξεκινούν να αναδύονται για πρόωρες εκλογές στη χώρα, υπό το βάρος των Τεμπών, είναι πολύ πιθανόν εφόσον ενταθούν μοιραία να αρχίσουν να βαραίνουν και στην επενδυτική κοινότητα.
Πόσο δε εάν σε ένα σενάριο πρόωρων εκλογών και αδυναμίας σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης, ο πολιτικός χρόνος εκ των πραγμάτων θα στερήσει οικονομικό χρόνο υλοποίησης σημαντικών κινήσεων.
Μην ξεχνάμε πως η χώρα βρίσκεται σε μια συγκυρία που ισχυρής διεθνούς αβεβαιότητας, ενώ αγωνιά να πετύχει μια επιταχυνόμενη αναβάθμιση απόν τους οίκους και να προσελκύσει μια ποιοτικότερη βάση ξένων επενδυτών που θα τη θωρακίσουν επαρκώς προτού ξεκινήσει να «στερεύει» η αναπτυξιακή δεξαμενή του ΤΑΑ που είναι πολύτιμη ασπίδα και για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων.
Δεν είναι φυσικά ότι οι επενδυτές ή πολύ περισσότερο οι οίκοι αξιολόγησης υπαγορεύουν το ρου των πολιτικών εξελίξεων.
Αποτελεί όμως, διαχρονικά, στοιχείο με μεγάλο ειδικό βάρος στις αξιολογήσεις η πολιτική κατάσταση σε μια χώρα, ειδικά όταν εξετάζονται καίρια θέματα όπως οι αναβαθμίσεις – που συνήθως παγώνουν σε περιόδους πολιτικής αβεβαιότητας -, η υλοποίηση deals που θα ισχυροποιήσουν κλάδους και επιχειρήσεις και επενδύσεων.
Η πολιτική αβεβαιότητα βέβαια εντείνεται και από το ότι στην τρέχουσα συγκυρία η αντιπολίτευση αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, κατακερματισμένη, ενώ δεν έχει εμφανιστεί στο προσκήνιο μια ηγετική μορφή που να μπορεί να αναμετρηθεί επί της ουσίας με τον Κ. Μητσοτάκη.
Σε κάθε περίπτωση οι προσεχείς εβδομάδες θα είναι κρίσιμες και προς αυτή την κατεύθυνση ενώ σταθερά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αλλά με σχετικά χαμηλές προσδοκίες αναμένεται το «πόρισμα» της Moody’s στα μέσα Φεβρουαρίου για το εάν αυτή τη φορά η χώρα θα κερδίσει – ή όχι – την επενδυτική βαθμίδα που της έχουν δώσει όλοι οι άλλοι οίκοι.
Να σημειωθεί πως όπως αποκάλυψε το Mononews κλιμάκιο του διεθνούς οίκου ήταν στην Αθήνα τις προηγούμενες μέρες, για τις τακτικές συζητήσεις σε κομβικά πολιτικά και οικονομικά κέντρα της χώρας.
Συνήθως σε τέτοιες επισκέψεις τα κλιμάκια συλλέγουν στοιχεία, hard data και θέτουν ερωτήματα.
Παίρνουν όμως, αναπόφευκτα και κλίμα για την ευρύτερη κατάσταση σε μια χώρα.
Κοινώς, ίσως δεν ήλθαν στην καλύτερη στιγμή από την πλευρά των πολιτικών εξελίξεων, χωρίς βέβαια αυτό να μπορεί να προδικάσει κάτι.
Μετά τη Moody’s ακολουθούν στις 18 Απριλίου η S&P, 16 Μαΐου η Fitch, 30 Μαΐου η Scope Ratings, 5 Σεπτεμβρίου η DBRS, 19 Σεπτεμβρίου η Moody’s, 17 Οκτωβρίου η S&P, 7 Νοεμβρίου η Scope Ratings και 14 Νοεμβρίου η Fitch, με μεγάλο ζητούμενο για τη χώρα να καταφέρει φέτος να αναρριχηθεί όσο περισσότερα σκαλοπάτια υψηλότερα στις αξιολογήσεις για να βελτιώσει ακόμη περισσότερο τους όρους δανεισμού του Δημοσίου και των επιχειρήσεων και να θωρακίσει τη δημοσιονομική εξυγίανση.
Διαβάστε επίσης
JP Morgan: Η κυβέρνηση Τραμπ ίσως είναι «μη φιλική για τις επιχειρήσεις»
Eurostat: Στο 3,1% ο πληθωρισμός στην Ελλάδα τον Ιανουάριο – Στο 2,5% στην Ευρωζώνη
ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ
- Νέα ανατροπή! Μετά το Μεξικό, ο Τραμπ αναστέλλει για έναν μήνα και τους δασμούς στον Καναδά
- O Τζεφ Μπέζος συμβουλεύει: Έξι στρατηγικές για να γίνεις πλούσιος
- Πασχαλάκης (Q&R) στο mononews: Γιατί εξαγοράσαμε τη SysteCom – Εξετάζουμε κι άλλες ευκαιρίες
- Οι τρεις βόμβες που απειλούν το Χ.Α. – Τα margins, το φρένο στην ΕΤΕ και οι αγοραστές σε ΔΕΗ και ΑΔΜΗΕ