ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
Επιπλέον πόροι 7 δισ. πρόκειται να κατευθυνθούν τα επόμενα χρόνια σε δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας, προκειμένου να πιαστούν οι στόχοι του εξηλεκτρισμού και να μειωθεί η ενεργειακή δαπάνη των νοικοκυριών.
Προτεραιότητα για το ΥΠΕΝ είναι τα νέα προγράμματα να είναι αποτελεσματικά, και να αφορούν όσο γίνεται περισσότερα νοικοκυριά, μειώνοντας σταδιακά το ποσοστό της επιδότησης, ώστε να κατευθύνονται σε περισσότερους ενδιαφερόμενους. Ιδιαίτερη βαρύτητα θα δοθεί στις αντλίες θερμότητας, καθώς επιτελούν ένα διπλό στόχο.
Από τη μια μειώνουν την κατανάλωση ενέργειας και το ενεργειακό κόστος των νοικοκυριών και από την άλλη ενισχύουν τον εξηλεκτρισμό, εξισορροπώντας το ηλεκτρικό σύστημα στο οποίο θα αυξάνεται συστηματικά η παραγωγή ενέργειας τα επόμενα χρόνια.
Μετά το Ταμείο Ανάκαμψης τα προγράμματα θα χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ, Το Ταμείο Απανθρακοποίησης, το ταμείο Εκσυγχρονισμού και το Social Fund ενώ στρατηγική το υπουργείου είναι στον επόμενο κύκλο προγραμμάτων με το ΕΣΠΑ, να αυξήσει περαιτέρω την αποτελεσματικότητα, με χαμηλότερο ύψος επιδότησης για να απευθύνεται σε περισσότερους ανθρώπους γιατί τα χρήματα δε φτάνουν να καλύψουν το σύνολο των αναγκών.
Όπως τόνισε χθες χαρακτηριστικά ο υπουργός Ενέργειας κ. Θεόδωρος Σκυλακάκης, σε όλα μαζί συνολικά τα «Εξοικονομώ» έχουν μέχρι σήμερα ενταχθεί 100.000 νοικοκυριά, με μια επιδότηση άνω των 2 δισ. ευρώ, όταν το σύνολο των ελληνικών νοικοκυριών, οι ιδιοκτησίες των οποίων χρήζει ενεργειακής αναβάθμισης, φτάνει τα 4,3 εκατομμύρια.
«Αν λάβουμε υπόψη μας τις ανάγκες 4,3 εκατομμυρίων κατοικιών, τα απαιτούμενα ποσά είναι απαγορευτικά. Δεν υπάρχουν ούτε ευρωπαϊκοί ούτε εθνικοί πόροι που να μπορούν να καλύψουν τέτοιες ανάγκες», σημείωσε. Γι αυτό και εξήγησε έχει μεγάλη σημασία οι πόροι να κατευθυνθούν αποτελεσματικά για να έχουν τη μεγαλύτερη δυνατή επίπτωση σε περισσότερους, αλλά και οι στόχοι της ενεργειακής μετάβασης να εξορθολογιστούν για να την κάνουν εφικτή. «Το χειρότερο που μπορεί να συμβεί είναι να θεωρήσουμε ανέφικτη την ενεργειακή μετάβαση και την εγκαταλείψουμε. Για αυτό είναι κρίσιμο οι ευρωπαϊκές πολιτικές να γίνουν οικονομικά αποτελεσματικές», τόνισε ο υπουργός Ενέργειας.
Υπάρχει κλιματική κρίση αλλά το φυσικό αέριο είναι συμβατό με την ενεργειακή μετάβαση
Σχετικά με την κλιματική κρίση και την αμφισβήτηση της ενεργειακής μετάβασης, ο υπουργός σημείωσε ότι παρακολουθεί την κλιματική κρίση πάνω από 29 χρόνια και όπως τόνισε δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι πραγματική η κλιματική κρίση και ότι τα αέρια του θερμοκηπίου είναι υπεύθυνα γι αυτήν.
Πολιτικά όμως, όπως είπε, υπάρχουν διαφορετικές αντιμετωπίσεις σε όλο τον κόσμο και η ευρωπαϊκή κλιματική πολιτική πρέπει να γίνει πιο αποτελεσματική ώστε να πετύχουμε την ίδια μείωση διοξειδίου με λιγότερα χρήματα. Έκανε μνεία στην επιστολή του Πρωθυπουργού που τόνιζε την ανάγκη να υπάρχει ένας κεντρικός στόχος μείωσης εκπομπών και όχι πολλοί παράλληλοι στόχοι.
Σχολίασε επίσης ότι δεν μπορεί να έχουν όλες οι χώρες δεσμευτικούς στόχους για ΑΠΕ γιατί σε κάποιες χώρες δεν είναι βιώσιμοι αυτοί οι στόχοι. “Οι πολλαπλοί στόχοι δημιουργούν μεγάλα κόστη. Ως οι πρωτοπόροι της κλιματικής προσπάθειας που έχουμε ξεπεράσει κατά 10 εκ τόνους, το στόχο μείωση των εκπομπών λέμε να γίνουν αποτελεσματικοί οι στόχοι. Τόνισε επίσης ότι ενεργειακή μετάβαση χωρίς το φυσικό αέριο είναι ανέφικτη. Όπως είπε στην Ευρώπη υπάρχει μια θεμελιώδης διαφορά αυτών που πιστεύουν στην ανάγκη για φυσικό αέριο με αυτούς που έχουν μια ένταση κατά των υδρογονανθράκων και πιστεύουν ότι δεν χρειάζονται. «Το Λαϊκό κόμμα αμφισβήτησε τους χωριστούς στόχους για τις ΑΠΕ και θα δούμε τι θα γίνει μετά τις γερμανικές εκλογές» σημείωσε.
Το φυσικό αέριο θα χρησιμοποιείται στον πλανήτη για κόμη 50 χρόνια, είπε ο υπουργός και χαρακτήρισε ιδεολογική τη μάχη για το αν είναι συμβατό το φυσικό αέριο με την ενεργειακή μετάβαση. “Όμως ότι δεν μπορεί να είναι συμβατό να το αγοράζουμε το φυσικό αέριο στα 50 ευρώ, και να μην το παράγουμε εδώ στο ½ ή στο 1/3 του κόστους” υπογράμμισε.
Στο επίκεντρο οι αντλίες θερμότητας
Πολύ μεγάλο βάρος στις αντλίες θερμότητας πρόκειται να δώσουν τα προγράμματα εξοικονόμησης του ΥΠΕΝ ενώ ήδη εκφράζεται μεγάλο ενδιαφέρον από τους καταναλωτές. Η χρήση αντλιών θερμότητας έχει μεγάλη σημασία γιατί ταυτόχρονα μειώνουν το κόστος για τα νοικοκυριά ενώ ενισχύουν και τον εξηλεκτρισμό. «Οι στόχοι για εξηλεκτρισμό της οικονομίας μέχρι το 2040 δεν μπορούν να πιαστούν χωρίς τις αντλίες θερμότητας» τόνισε ο Γενικός Γραμματέας κ. Αϊβαλιώτης, σημειώνοντας ότι η επιδότηση θα είναι το έναυσμα που θα δημιουργήσει μια χιονοστιβάδα ενδιαφέροντος, υπογραμμίζοντας ότι ο καταναλωτής βλέπει πόσο μεγάλη εξοικονόμηση έχει και καταλαβαίνει ότι τον συμφέρει η επένδυση.
Και σημείωσε, ότι στα επόμενα προγράμματα που θα έρθουν με πόρους από τα νέα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως το ΕΣΠΑ, το Ταμείο Εκσυγχρονισμού κλπ θα περιλαμβάνονται κίνητρα για αντλίες θερμότητας.
Όπως είπε και ο υπουργός Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης, οι ανάγκες επιδοτήσεων όμως είναι πολύ μεγάλες για να πιαστεί ο στόχος και μέχρι το 2040 να έχουν τοποθετηθούν αντλίες θερμότητας σε 4,2 εκ. κατοικίες. Όπως υπολόγισε θα πρέπει να επενδυθούν 28 δις. ευρώ, ή 2 δις. το χρόνο. Αν αυτά πρέπει να επιδοτηθούν με 50% θα σήμαινε 1 δις. επενδύσεις το χρόνο, μόνο για τις αντλίες θερμότητας.
Περιγράφοντας το μεγάλο ενδιαφέρον των καταναλωτών σημείωσε ότι πρόγραμμα «Αλλάζω συσκευή» που είχε 75.000 αιτήσεις οι 31.000 αφορούσαν στις αντλίες θερμότητας. Ο υπουργός τόνισε ότι ήταν 6-7 φορές μεγαλύτερη η ζήτηση για αντλίες θερμότητας σε σχέση με τους θερμοσίφωνες και ότι σταδιακά πρόκειται να ενισχυθούν με επιπλέον πόρους οι αντλίες θερμότητας, για να πιαστούν οι στόχοι.
Αποθήκευση για επιχειρήσεις και Έμφαση και στην αντλησιοταμίευση
Σχετικά με το πρόγραμμα αποθήκευση για επιχειρήσεις, τονίστηκε ότι ήδη έχουν γίνει 165 αιτήσεις, και ότι είναι μεγάλο το ενδιαφέρον μεγάλων και μεσαίων επιχειρήσεων, ενώ ότι κατέθεσε αίτηση ένταξης στο πρόγραμμα που επιδοτεί αποθήκευση ενέργειας και η μεγαλύτερη βιομηχανία της χώρας.
Όπως είπε ο κ. Αϊβαλιώτης, είναι σημαντική η εξοικονόμηση ενέργειας που μπορούν να έχουν οι επιχειρήσεις με την αποθήκευση ενέργειας, γιατί μπορούν να αποφεύγουν τις υψηλές χρεώσεις ηλεκτρικής ενέργειας, που προκύπτουν τις ώρες που δε λειτουργούν οι ΑΠΕ.
Επίσης, αναφερόμενος στα μελλοντικά προγράμματα, σημείωσε ότι καθώς το κόστος επένδυσης για την αποθήκευση μειώνεται λόγω της εξέλιξης της τεχνολογίας, πλέον δε χρειάζεται επιδότηση η αποθήκευση ενέργειας, και σταδιακά θα στραφούν πόροι προς την αντλησιοταμίευση. Πρόκειται για επενδύσεις μεγάλου κόστους, που όμως αν υπολογιστεί ο χρόνος απόσβεσής τους είναι φθηνές, σημείωσε ο κ. Σκυλακάκης. «Αν, δε, υπολογιστεί ο χρόνος ζωής τους δεν είναι ακριβές επιλογές, αλλά υπάρχει αποτυχία της αγοράς επειδή ακριβώς είναι μεγάλες επενδύσεις. Το κράτος πρέπει να μπαίνει όταν υπάρχει αποτυχία της αγοράς, απλά να μην το κάνει αποτυχημένα», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Τα προγράμματα που ανακοινώθηκαν χθες και ο δρόμος προς το 2040
Τα επτά συνολικά προγράμματα ενεργειακής αναβάθμισης νοικοκυριών, επιχειρήσεων, προσχολικής και σχολικής στέγης καθώς και Δημοτικών Επιχειρήσεων Ύδρευσης και Αποχέτευσης, που παρουσίασε χθες το Υπουργείο Ενέργειας χρηματοδοτούνται με 900 εκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης και θα χρηματοδοτήσουν 20-30.000 νοικοκυριά.
Ειδικότερα, παρουσιάστηκαν τα εξής:
- Εξοικονομώ 2025
- Αλλάζω Σύστημα Θέρμανσης και Θερμοσίφωνα
- Συστήματα Αποθήκευσης στις επιχειρήσεις
- Πρόγραμμα χρηματοδότησης για την Ενεργειακή Αναβάθμιση Δημοτικών Παιδικών Σταθμών «Φοίβος»
- Πρόγραμμα χρηματοδότησης για την Ενεργειακή Αναβάθμιση Νηπιαγωγείων και Δημοτικών σχολείων «Αθηνά»
- Προώθηση της ενεργειακής απόδοσης στις Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης και Αποχέτευσης
- Πρόγραμμα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης ορεινών τουριστικών καταλυμάτων
Παρότι αποτελεί συστηματική πολιτική του Υπουργείο Ενέργειας η εξοικονόμηση, οι απαιτήσει που θέτουν οι Ευρωπαϊκές Οδηγίες απαιτούν επενδύσεις που θα έφθαναν αθροιστικά σε βάθος χρόνου ακόμη και κοντά στα 100 δισ. ευρώ. Και αναφέρθηκαν στην υποχρεωτική ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών σε κλάση τουλάχιστον «Ε» μέχρι το 2035, που αφορά 1,3 εκατομμύρια κατοικίες, την απαγόρευση λειτουργίας μέχρι το 2040 όλων των συμβατικών καυστήρων πετρελαίου και αερίου και την αντικατάστασή τους με αντλίες θερμότητας κάτι που απαιτεί 30 δισ. και την υποχρεωτική αντικατάσταση μέχρι το 2050 όλων των κλιματιστικών λόγω του ψυκτικού που χρησιμοποιούν δηλαδή 30 εκατομμύρια μονάδες που απαιτεί 30 δισ.
Διαβάστε επίσης:
Attica Bank: Οι έξτρα παροχές στους υποψηφίους για το «Σπίτι μου ΙΙ»
Μπένι Στάινμετζ: Εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης για τον «βασιλιά των διαμαντιών»